Εν µέσω παγκόσµιας αβεβαιότητας και ισχυρών προκλήσεων, η ελληνική οικονοµία έχει καταγράψει µια εντυπωσιακή πορεία τα τελευταία χρόνια. Η εφαρµογή µιας αναπτυξιακής πολιτικής, πάντα µε γνώµονα τη δηµοσιονοµική σταθερότητα, καθώς και η επιτάχυνση των διαρθρωτικών αλλαγών είχαν ως αποτέλεσµα τη δυναµική ανάπτυξη της οικονοµίας, την ενίσχυση του οικονοµικού κλίµατος και τη µείωση του λόγου χρέους/ΑΕΠ µε πολύ γρηγορότερους ρυθµούς απ’ ό,τι αρχικά αναµενόταν. Παράλληλα, η Ελλάδα ενίσχυσε το γεωπολιτικό της αποτύπωµα, καθιστώντας την πυλώνα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή.
Η σηµαντική αναβάθµιση του προφίλ της οικονοµίας και η νοοτροπία «can do» της κυβέρνησης έχει δηµιουργήσει εµπιστοσύνη και προοπτική - και αυτό έχει µεταφραστεί σε αυξανόµενες ροές επενδύσεων. Η κατάκτηση της επενδυτικής βαθµίδας ήταν το επιστέγασµα αυτής της επιτυχίας που επέτρεψε σε µεγαλύτερο αριθµό επενδυτών να αρχίσουν να βλέπουν την Ελλάδα.
Οι προκλήσεις, όµως, δεν σταµατάνε. Οι µεγάλες οικονοµίες της Ευρώπης βρίσκονται αντιµέτωπες είτε µε πολιτικά προβλήµατα είτε µε θέµατα δηµοσιονοµικής προσαρµογής. Ταυτόχρονα, η πολιτική αλλαγή στις ΗΠΑ αναµένεται να επηρεάσει το παγκόσµιο εµπόριο δηµιουργώντας περαιτέρω οικονοµική αβεβαιότητα.
Σε αυτό το περιβάλλον, ποια είναι η επενδυτική προοπτική της Ελλάδας; Κατ’ αρχάς να δούµε τι έγινε το 2024. Από τη µια, το Χρηµατιστήριο της Αθήνας δεν κατάφερε να κινηθεί το ίδιο δυναµικά όπως το 2023. Τότε, ενσωµατώνοντας την προοπτική πολιτικής σταθερότητας µετά τις βουλευτικές εκλογές αλλά και προσδοκίες για σηµαντική αύξηση της κερδοφορίας, είχε καταγράψει µια από τις καλύτερες επιδόσεις στον κόσµο.
Κεφαλαιοποιώντας το περιβάλλον αυτό, οι επιχειρήσεις άντλησαν τους τελευταίους 15 µήνες περί τα 7 δισ. ευρώ σε δηµόσιες προσφορές, ιδιωτικές τοποθετήσεις και οµολογιακές εκδόσεις (εξαιρουµένων των τραπεζικών οµολογιακών εκδόσεων). Αυτές οι συναλλαγές έδωσαν τη δυνατότητα εισόδου σε νέους διεθνείς επενδυτές, αλλά ταυτόχρονα απορρόφησαν µια ιδιαίτερα µεγάλη ρευστότητα για την ελληνική αγορά.
Από την άλλη, το 2024, είδαµε πολύ ισχυρή ζήτηση από στρατηγικούς επενδυτές για άµεσες επενδύσεις στη χώρα. Το ενδιαφέρον φάνηκε σε διάφορους κλάδους, ενδεικτικά σε ενέργεια, τουρισµό, logistics κ.ά.
Μάλιστα, είδαµε ξένους στρατηγικούς επενδυτές να εξαγοράζουν ελληνικές εταιρείες για να τις χρησιµοποιήσουν και ως οχήµατα επέκτασης στην ευρύτερη περιοχή. Εξαγορές όπως της ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή και της ACS Courier αναδεικνύουν αυτή την προοπτική.
Κοιτώντας µπροστά, σε αυτό το αντίξοο περιβάλλον η Ελλάδα µπορεί να συνεχίσει να είναι η εξαίρεση. Σηµείο αναφοράς παραµένει η πολιτική σταθερότητα, η προσήλωση στους δηµοσιονοµικούς στόχους και η συνέχιση της ανάπτυξης εν µέσω των διαρθρωτικών αλλαγών. Τα παραπάνω µειώνουν την πιθανότητα αρνητικών εκπλήξεων που µπορεί να δούµε αλλού.
Παρά ταύτα, η Ελλάδα θα πρέπει να συνεχίσει µε παρεµβάσεις σε κρίσιµους τοµείς.
Οι καθυστερήσεις στην απονοµή της δικαιοσύνης, η γραφειοκρατία, η αναποτελεσµατικότητα σε ορισµένους τοµείς της δηµόσιας διοίκησης, η υστέρηση σε συγκεκριµένες υποδοµές (συµπεριλαµβανοµένου του digital transformation) και η µειωµένη ανταγωνιστικότητα σε ορισµένους κλάδους είναι µερικοί από τους παράγοντες που λειτουργούν αποτρεπτικά στην προσέλκυση επενδύσεων. Σηµαντική πρόκληση, όπως ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αναφέρει, είναι η διαχείριση των δεξιοτήτων και της τεχνολογίας.
Δεν είναι όµως µόνο θέµα της κυβέρνησης. Οι ελληνικές επιχειρήσεις θα πρέπει να προχωρήσουν σε µετασχηµατισµό των λειτουργιών τους, µε το Corporate Governance ως προτεραιότητα, ώστε να είναι σε θέση να προσελκύσουν επενδύσεις.
Σηµαντικές παρεµβάσεις χρειάζονται για να ενισχυθεί περαιτέρω ο θεσµός του Χρηµατιστηρίου. Το Χρηµατιστήριο Αθηνών είναι σε µεταβατικό στάδιο και έναυσµα για την αύξηση ενδιαφέροντος είναι η προοπτική επιστροφής του στις αναπτυγµένες αγορές. Εφόσον αυτό επιτευχθεί, οι νέες επενδυτικές δυνατότητες, µαζί µε τις απαραίτητες µεταρρυθµίσεις που η αναβάθµιση συνεπάγεται, θα µπορούσαν να δράσουν καταλυτικά και να οδηγήσουν στην εισροή νέων κεφαλαίων. Είναι ιδιαίτερα κρίσιµο να βελτιωθεί περαιτέρω η διαφάνεια και η ρευστότητα στην αγορά, για να µπορέσουµε να προσελκύσουµε διεθνείς επενδυτές να επενδύσουν σε περισσότερες εισηγµένες εταιρείες, µε πολλαπλά οφέλη για τις ίδιες τις εταιρείες, την αγορά και την οικονοµία συνολικά.
Για το πρώτο µέρος του 2025, η προοπτική της οικονοµίας, το ενδεχόµενο αναβάθµισης του Χρηµατιστήριου σε αναπτυγµένο και το αποτέλεσµα της εκλογής Προέδρου της Δηµοκρατίας (που αναµένουµε να ενισχύσει την αίσθηση πολιτικής σταθερότητας) θα µπορούσαν να δράσουν ως ισχυροί θετικοί καταλύτες στην προσέλκυση κεφαλαίων. Για το υπόλοιπο του έτους, το πολιτικοοικονοµικό περιβάλλον στην Ευρώπη και οι γεωπολιτικές εξελίξεις (Ουκρανία - Ρωσία, Μέση Ανατολή) θα διαµορφώσουν τις τάσεις στις διεθνείς αγορές και την Ελλάδα.
Θέµα αβεβαιότητας για το 2025 είναι και τα επίπεδα τιµών στα οποία διαπραγµατεύονται τα αµερικανικά χρηµατιστήρια, καθώς µετά την εκρηκτική άνοδο που επιτεύχθηκε σε σύντοµο χρονικό διάστηµα, ελλοχεύει το ρίσκο της διόρθωσης. Το εάν και σε ποιο βαθµό θα µπορούσαµε να δούµε ενδεχόµενη διόρθωση στα αµερικανικά χρηµατιστήρια, καθώς και µε ποιον τρόπο ο νέος πρόεδρος των ΗΠΑ θα αντιµετωπίσει ζητήµατα παγκόσµιου εµπορίου (επιβολή δασµών), επίσης θα παίξουν σηµαντικό ρόλο στο πώς οι διεθνείς αλλά και η ελληνική αγορά θα κινηθούν κατά τη διάρκεια της χρονιάς.
Εν κατακλείδι, θεωρούµε ότι η προοπτική επενδύσεων στην Ελλάδα θα παραµείνει ισχυρά θετική όσο υπάρχει πολιτική σταθερότητα, δηµοσιονοµική πειθαρχία και ανάπτυξη.
* Ο κ. Γιώργος Λινάτσας είναι Group Managing Director & Founding Partner της AXIA Ventures Group