Βρισκόμαστε εν μέσω της μεγαλύτερης προεκλογικής περιόδου της ιστορίας. Στο τέλος του 2024, σχεδόν ο μισός πληθυσμός του πλανήτη θα έχει πάει στις κάλπες. Τον Ιούνιο η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε εκλογές, μια από τις μεγαλύτερες υπερεθνικές ασκήσεις Δημοκρατίας που έχει ποτέ δει ο κόσμος. Εκατομμύρια Ευρωπαίων απ’ όλες τις γωνιές της ηπείρου ψήφισαν για την εκλογή νέου Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο θα δώσει τις κατευθύνσεις στην Ευρώπη για τα επόμενα πέντε χρόνια. Αυτές οι εκλογές είναι μια έκφραση ελπίδας και εκ νέου δέσμευσης στα δημοκρατικά ιδανικά. Είναι ακόμη ένα κρίσιμο τεστ ανθεκτικότητας για τις ανά τον κόσμο δημοκρατίες.
Όταν ανέλαβα καθήκοντα ως πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου πριν από σχεδόν τρία χρόνια, στην εναρκτήρια ομιλία μου εστίασα στους κινδύνους που αντιμετωπίζει η κοινωνία μας και οι δημοκρατικοί μας θεσμοί. Είχα μιλήσει για το πώς οι άνθρωποι σε όλη την Ευρώπη θα περιμένουν από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να ηγηθεί και να δώσει κατευθύνσεις, ενώ άλλοι, εντός και εκτός των συνόρων μας, θα συνέχιζαν να δοκιμάζουν τα όρια των αξιών και των αρχών μας.
Δεν μπορούσα να φανταστώ πόσο σκληρή θα ήταν η δοκιμασία αυτή όταν στις 24 Φεβρουαρίου 2022 τα ρωσικά τεθωρακισμένα εισέβαλαν στην Ουκρανία. Ήταν ένα κάλεσμα αφύπνισης που μας θύμισε ότι υπάρχουν ακόμη αυτοί για τους οποίους η απλή και μόνο ύπαρξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης -που χτίστηκε με θεμέλια την ειρήνη, την ελευθερία, τη δημοκρατία και τη δικαιοσύνη- αποτελεί απειλή.
Η εισβολή υπογράμμισε ακόμη την απειλή που αντιμετωπίζουμε από την παραπληροφόρηση και τη λάθος ενημέρωση. Αυτά τα δύο έχουν αναδειχθεί σε πολύ ισχυρά όπλα για εκείνους που επιδιώκουν να διχάσουν τις κοινωνίες μας, για εκείνους που θα έκαναν τα πάντα για να προκαλέσουν δυσπιστία, λάθος εκτιμήσεις και σύγχυση. Η διάδοση ψεμάτων και μισών αληθειών δεν είναι κάτι καινούργιο στην πολιτική. Ωστόσο, ποτέ πριν το περιβάλλον δεν ήταν τόσο πρόσφορο γι’ αυτούς που επιδιώκουν να σπείρουν αμφιβολίες για τις δημοκρατικές μας διαδικασίες. Σήμερα, οι τεχνολογικές πρόοδοι επιτρέπουν σε εκείνους που θέλουν να υπονομεύσουν τη Δημοκρατία να πολλαπλασιάσουν και να διαστρεβλώσουν τους εύλογους φόβους των απλών πολιτών, ώστε να αυξήσουν την πόλωση και την πολιτική βία.
Στη σημερινή εποχή της οικονομικής αβεβαιότητας οι άνθρωποι ανησυχούν ότι οι θέσεις εργασίας τους μπορεί να δοθούν σε μηχανές ή να κατευθυνθούν σε πιο ανταγωνιστικές αγορές. Ανησυχούν για την πιθανή απώλεια των δικαιωμάτων τους και για το μέλλον του πλανήτη. Τώρα, υπάρχει ο επιπλέον φόβος ενός εκτεταμένου πολέμου στη δική μας ήπειρο.
Άνθρωποι στέκονται στην ουρά σε έναν σταθμό υπεραστικών λεωφορείων στο κέντρο του Κιέβου, στις 24 Φεβρουαρίου 2022, την ημέρα που η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία. Από τότε, η εισβολή στην Ουκρανία έχει βάλει σε δοκιμασία την ενότητα της Ευρώπης.
Στο περιβάλλον αυτό, είναι δελεαστικό να ψάχνουμε για εύκολες απαντήσεις σε σύνθετα ερωτήματα, για απαντήσεις σαν εκείνες που πωλούν οι προπαγανδιστές. Πράγματι, έχουμε δει με ποιον τρόπο η προπαγάνδα και οι στρατηγικές παραπληροφόρησης οδηγούν σε εκείνο το είδος κυνισμού και απομονωτισμού που ευνοεί τους υπέρμαχους της αυταρχικής διακυβέρνησης.
Όσοι από εμάς πιστεύουν στις αξίες της Δημοκρατίας πρέπει να αποκρούσουν το ψευδοαφήγημα του λαϊκισμού, του εθνικισμού και των ταυτοτισμών. Αυτή η ευθύνη ανήκει σε όλους μας, αλλά ιδιαίτερα στους θεσμούς της Δημοκρατίας, όπως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Οι ηγέτες θα πρέπει να δείξουν ότι η Δημοκρατία αξίζει να στηριχθεί. Πρέπει να συνεχίσουμε να ακούμε -και μάλιστα πιο προσεκτικά- τις ανησυχίες των ψηφοφόρων μας, να υλοποιήσουμε τις πολιτικές και νομοθετικές μας προτεραιότητες και να βελτιώσουμε την ποιότητα ζωής στις κοινωνίες μας.
Δεν εννοώ ότι πρέπει να έχουμε στόχο να τους κάνουμε όλους ίδιους. Αντί γι’ αυτό, σκοπός μας είναι να διασφαλίσουμε ότι όλοι έχουν τις ίδιες πιθανότητες και ευκαιρίες να φτάσουν στο υψηλότερο σημείο των δυνατοτήτων τους. Προσφέροντας δυνατότητες ανάπτυξης και ελπίδα για το μέλλον, θα αποτρέψουμε τους πολίτες μας από το να ενδώσουν στην ευκολία του κυνισμού και της αδιαφορίας ή, ακόμη χειρότερα, από το να δεχθούν μια σιωπηλή μετακίνηση στο πολιτικό άκρο. Δεν είναι μια εύκολη αποστολή, αλλά αξίζει τον κόπο προκειμένου να έχουμε μια σφριγηλή Δημοκρατία.
Πριν από τις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024, όταν περιόδευα σε όλα τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. μαζί με τους συνεργάτες μου, κάποιος με ρώτησε αν το πάθος μου για την πολιτική ατόνησε κατά την ενδεκαετή μου θητεία ως μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Με υπερηφάνεια λέω ότι κάτι τέτοιο δεν συνέβη.
Αντίθετα, η εμπειρία μου στο Κοινοβούλιο αναζωογόνησε αυτό το πάθος, επειδή, αν υπάρχει ένα πράγμα που έχουμε μάθει τα τελευταία χρόνια, αυτό είναι ότι δεν μπορούμε ποτέ να θεωρούμε τη Δημοκρατία δεδομένη. Πρέπει να συνεχίσουμε να την υπερασπιζόμαστε κάθε μέρα.
Το χτίσιμο της σημερινής ισχυρής και ενωμένης Ευρώπης έχει απαιτήσει τεράστιο πολιτικό κουράγιο και τεράστια προσπάθεια. Γενιές πριν από εμάς πάλεψαν σκληρά γι’ αυτό. Στο πέρασμα των χρόνων, η Ε.Ε. έδειξε πώς η συνεργασία μπορεί να πάει την κοινωνία μπροστά. Έδειξε ακόμη ότι η Δημοκρατία εξακολουθεί να προσφέρει σε όλους τους ανθρώπους την καλύτερη ευκαιρία να πετύχουν τους στόχους τους.
Τώρα, πιο πολύ από ποτέ, είναι ο καιρός να ανακτήσουμε την αίσθηση της ελπίδας και της δυνατότητας που δίνει η κοινή ευρωπαϊκή υπόθεση, να ανανεώσουμε τη δέσμευσή μας στις κοινές μας αξίες και να υπερασπιστούμε τον δικό μας τρόπο ζωής. Τώρα είναι ο καιρός να παλέψουμε ενάντια σε όσους επιδιώκουν να υπονομεύσουν τις πεποιθήσεις μας και να σκεφτούμε κριτικά ποια πληροφόρηση εμπιστευόμαστε, ειδικά στο διαδίκτυο.
Η ευρωπαϊκή υπόθεση, ακόμη και στην ατελή της μορφή, είναι μια απόδειξη του τι μπορούμε να πετύχουμε μαζί. Είμαι πεπεισμένη ότι, με το να παραμείνουμε ενωμένοι και ανθεκτικοί, μπορούμε να ξεπεράσουμε τις δυνάμεις της διαίρεσης. Μπορούμε να χτίσουμε ένα πιο λαμπρό μέλλον, με περισσότερη ευημερία, για όλους τους Ευρωπαίους και να δείξουμε στον κόσμο τι μπορεί να καταφέρει η Δημοκρατία.
* Η Roberta Metsola είναι Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.