Η ενεργειακή μετάβαση είναι η βασική στρατηγική για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και τη δημιουργία ενός βιώσιμου μοντέλου ανάπτυξης. Κεντρικός στόχος είναι να περιοριστεί η άνοδος της θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 2°C (συμφωνία Παρισιού 2015).
Από πλευράς αποφάσεων, μεταρρυθμίσεων και κόστους, αρχικά βασίστηκε σε ένα ιδιαίτερα ευνοϊκό περιβάλλον, με χαμηλά επιτόκια και σταθερές τιμές ενέργειας, καθώς και έντονο επενδυτικό ενδιαφέρον, που ελκόταν από τη διαφαινόμενη ασφαλή φύση τέτοιων επενδύσεων, οι οποίες χαρακτηρίζονταν από μακροπρόθεσμα σταθερές αποδόσεις. Από τότε, το περιβάλλον έχει μεταβληθεί άρδην, με τις ενεργειακές εξελίξεις να εξαρτώνται επιπλέον πια από ευρύτερους μακροοικονομικούς και γεωπολιτικούς παράγοντες, μαζί με όσους αφορούν συγκεκριμένα τον κλάδο της ενέργειας.
Στον ενεργειακό κλάδο, το τιμολογιακό περιβάλλον είναι συνεχώς ευμετάβλητο, καθώς η παραγωγή ενέργειας από Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) αυξάνεται ραγδαία, καθώς η ζήτηση κινείται πιο αργά απ’ ό,τι υπολογίζαμε - η υιοθέτηση τεχνολογιών όπως ηλεκτρικών αυτοκίνητων, δεν γίνεται με τον προσδοκώμενο ρυθμό, ενώ αυξάνονται τα μέτρα για εξοικονόμηση ενέργειας.
Η αναντιστοιχία ζήτησης και προσφοράς έχει οδηγήσει σε όλο και πιο συχνές εμφανίσεις μηδενικών τιμών ενέργειας ή και περικοπών παραγωγής (curtailments). Αυτό έχει οδηγήσει σε αυξημένο ρίσκο, το οποίο αντικατοπτρίζεται στο αυξημένο κόστος κεφαλαίου, με τους επενδυτές να ζητούν μεγαλύτερες αποδόσεις για να αντιμετωπίσουν το αυξημένο ρίσκο, αλλάζοντας τα οικονομικά του κλάδου. Έτσι, το κόστος κεφαλαίου στην ενέργεια θα παραμείνει υψηλό πάρα τις μειώσεις των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες.
Ειδική μνεία πρέπει να γίνει στα ενεργειακά δίκτυα, η αδυναμία των οποίων να διαχειριστούν το αυξημένο ενεργειακό φορτίο από τις ΑΠΕ οδηγεί στην ανάγκη για νέες επενδύσεις. Σε αυτό το πλαίσιο, σημαντικά ποσά θα πρέπει να διατεθούν τόσο για την κατασκευή νέων γραμμών για τη σύνδεση διάσπαρτων μονάδων ΑΠΕ όσο και για τον εκσυγχρονισμό υπαρχόντων υποδομών.
Στο εξωγενές περιβάλλον, οι γεωπολιτικές εξελίξεις διαδραματίζουν ολοένα και πιο σημαντικό ρόλο, καθώς οι χώρες επικεντρώνονται στην ασφάλεια της εφοδιαστικής αλυσίδας. Αυτό οδηγεί στην άτυπη επιβολή ενός premium ασφαλείας, αυξάνοντας το κόστος της ενεργειακής μετάβασης. Παράλληλα, σημαντική αρνητική επίδραση είχε και η συσταλτική πολιτική των υψηλών επιτοκίων, η οποία αύξησε το κόστος δανεισμού και μείωσε τους ρυθμούς ανάπτυξης, σε μια προσπάθεια να περιορίσει την πληθωριστική κρίση.
Τέλος, με την ταυτόχρονη αύξηση του πληθυσμού και του βιοτικού επιπέδου διεθνώς, αλλά και των ολοένα μεταβαλλόμενων κλιματικών συνθήκων, νέες προτεραιότητες ανακύπτουν, όπως η διαχείριση των υδάτων για την αντιμετώπιση της λειψυδρίας ή το smart agro, που πλέον ανταγωνίζονται με την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής για περιορισμένους πόρους χρηματοδότησης.
Ενώ ο κλάδος της ενέργειας παίζει κυρίαρχο ρόλο στην ενεργειακή μετάβαση, σημαντικό ρόλο παίζουν και άλλοι κλάδοι, όπως της μεταλλουργίας, καθώς απαιτούνται πολύ μεγαλύτερες ποσότητες μετάλλων σε σχέση με αυτές που αντικαθιστούν. Έτσι, καταγράφεται αυξημένη ζήτηση για τα λεγόμενα «πράσινα μέταλλα», που χρησιμοποιούνται σε ΑΠΕ, ενεργειακά δίκτυα και μπαταρίες. Όμως, οι περικοπές στην παραγωγή «πράσινων μετάλλων» (π.χ. χαλκός), καθώς και οι διεθνείς αναταραχές στις εφοδιαστικές αλυσίδες, έχουν οδηγήσει σε αύξηση των τιμών τους. Αν δεν αντιμετωπιστεί, τότε θα μπορούσε να οδηγήσει σε αύξηση του συνολικού κόστους των απαιτούμενων επενδύσεων στην ενέργεια και περαιτέρω επιβράδυνση του ρυθμού υλοποίησης τους.
Ως αποτέλεσμα, εγείρονται ολοένα και περισσότερο θέματα βιωσιμότητας για την ενεργειακή μετάβαση και κατά πόσο ο παρών χρονισμός είναι επιτεύξιμος. Αυτή τη στιγμή, οι απαραίτητες δαπάνες μόνο για την επίτευξη των στόχων για το 2030 είναι 5 τρισ. ευρώ, με τα δίκτυα να απαιτούν 600 δισ. Θα χρειαστεί, λοιπόν, συνδρομή από τις κυβερνήσεις, καθώς ούτε ο ιδιωτικός τομέας ούτε οι καταναλωτές μπορούν να σηκώσουν αυτόνομα το βάρος -ήδη χρηματοδοτούν επί της ουσίας το εγχείρημα, με τις χρεώσεις δικτύων και αποζημίωσης περικοπών ΑΠΕ να αντιπροσωπεύουν το 30% του μέσου λογαριασμού, και μάλιστα με αυξητική τάση.
Τεχνικός έλεγχος σε πάνελ φωτοβολταϊκού πάρκου. Αυτή τη στιγμή, οι απαραίτητες δαπάνες μόνο για την επίτευξη των στόχων ενεργειακής μετάβασης για το 2030 υπολογίζονται σε 5 τρισ. ευρώ, εγείροντας μεγάλα ζητήματα χρηματοδότησης, επισημαίνει ο Έλενος Καραΐνδρος, Chief Strategy and M&A Officer της METLEN Energy & Metals.
Επίσης, λόγω της αβεβαιότητας για την επαρκή παραγωγή ενέργειας από τις ασταθείς ΑΠΕ και την έλλειψη πολύωρων τρόπων αποθήκευσης ενέργειας, οι υδρογονάνθρακες, και κυρίως το φυσικό αέριο, θα παραμείνουν στο ενεργειακό μίγμα, προσφέροντας σταθερότητα στην παραγωγή ενέργειας. Η παραμονή αυτών των «μεταβατικών» πηγών στο μείγμα θα καθοριστεί από το πότε εναλλακτικές μορφές αποθήκευσης ενέργειας (μπαταρίες) θα είναι διαθέσιμες και σε εύλογο κόστος.
Σε αυτό το περιβάλλον, ο συνδυασμός ενέργειας και μετάλλων (αλουμίνιο) στη βάση του συνεργατικού της επιχειρηματικού μοντέλου επιτρέπει στη Metlen να διαχειρίζεται με επιτυχία τις αντιξοότητες που προκαλούνται στις αγορές ως αποτέλεσμα των ευρύτερων γεωπολιτικών και μακροοικονομικών εξελίξεων.
Η δραστηριοποίησή μας στις αγορές ενέργειας και φυσικού αερίου στην Ελλάδα (πλήρως καθετοποιημένος παράγωγος και προμηθευτής) και σε διάφορες χώρες ανά τον κόσμο μάς έχει δώσει εμπειρίες και γνώσεις που με τη σειρά τους μας δίνουν τη δυνατότητα να τοποθετούμαστε έγκαιρα στις εξελίξεις της αγοράς και να επωφελούμαστε από αυτές.
Κοιτώντας προς το μέλλον, η πορεία προς την ενεργειακή μετάβαση είναι ένα ταξίδι γεμάτο αναταράξεις. Η αποτελεσματική διαχείριση των προκλήσεων απαιτεί τη σωστή ανάγνωση των συνθηκών, ικανό μέγεθος, που να εγγυάται την απορρόφηση ενδιάμεσων κραδασμών, και να συνδυάζεται με μία ξεκάθαρη και πολυδιάστατη στρατηγική στη βάση ενός ενιαίου οράματος.
*Ο Έλενος Καραΐνδρος είναι Chief Strategy and M&A Officer της METLEN Energy & Metals