Οι επενδυτές βρίσκονται αντιμέτωποι με σημαντικές προκλήσεις εντός ενός περιβάλλοντος που βιώνει αυξημένες τεχνολογικές ανατροπές, γήρανση των πληθυσμών, αναταραχές στους κύκλους νομισματικής και δημοσιονομικής πολιτικής, αλλά και εξελίξεις που τους οδηγούν να λάβουν άμεσα περιβαλλοντική δράση.
Διανύοντας μια εποχή μεγάλων και γρήγορων αλλαγών στην οικονομία, την τεχνολογία και την πολιτική, οι επενδύσεις από επενδυτικά κεφάλαια, τόσο σε μεγάλα έργα υποδομών όσο και σε έργα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, μπορούν να επιταχύνουν τη θετική προσαρμογή των κοινωνιών και των πολιτών.
Παρακολουθώντας για πολλά χρόνια το πώς μεγάλες επενδύσεις συμβάλλουν ουσιαστικά στην ανάπτυξη χωρών με τα χαρακτηριστικά της Ελλάδας, διαπιστώνουμε ότι, πλέον του εμφανούς αντίκτυπου στους οικονομικούς δείκτες, ένα σημαντικό αποτέλεσμα αγγίζει τη διαδικασία ανακατανομής του πλούτου και τη συμβολή στην ενίσχυση των δημοκρατικών δομών. Ιδιαιτέρα δε όταν οι επενδύσεις αποφασίζονται και εφαρμόζονται παράλληλα με κατάλληλες πρακτικές από το κράτος, το οποίο, σε συγχρονισμό με την ιδιωτική πρωτοβουλία, μπορεί να συμβάλει σε αυτή την κατεύθυνση.
Στην τελευταία επταετία, τα επενδυτικά κεφάλαια έχουν συμβάλει πολλαπλά στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας, προερχόμενα είτε από εγχώριους είτε από ξένους επενδυτές. Καλύπτουν επενδυτικές ευκαιρίες σε κλάδους αιχμής δημιουργώντας αναπτυξιακές δυναμικές αλλά και υποστηρίζοντας πρακτικές βιωσιμότητας σε διάδραση με την κοινωνία.
Η Ελλάδα έχει γίνει επενδυτικός πόλος έλξης, καθώς οι προσπάθειες απαγκίστρωσής της από τις αγκυλώσεις του παρελθόντος (δομικές, νομικές, γραφειοκρατικές), μέσα από συντονισμένες πρωτοβουλίες μεταρρυθμίσεων και θεσμικών παρεμβάσεων, προσδίδουν αναπτυξιακή προοπτική στη χώρα.
Αλλά μπορούν να συμβάλουν οι επενδύσεις στην ανακατανομή του πλούτου; Η ικανή και αναγκαία συνθήκη της αναδιανομής πλούτου είναι πρώτιστα η παραγωγή του, που με τη σειρά της είναι αποτέλεσμα επενδύσεων. Και συγχρονίζεται με την αύξηση θέσεων εργασίας -άμεσων και έμμεσων- που είναι από μόνη της θετική εξέλιξη μετά τη μακρά περίοδο υψηλής ανεργίας των προηγούμενων ετών.
Αυτή η συνθήκη δημιουργεί τις προϋποθέσεις για αύξηση εισοδημάτων, που οδηγούν σε οικονομική σύγκλιση και συσσώρευση κεφαλαίου, φυσικού και άυλου και, όπως είναι γνωστό από τη βιβλιογραφία, μείωση των κοινωνικών και οικονομικών ανισορροπιών, εφόσον και με τη συμβολή του κράτους η αναδιανομή έχει αναπτυξιακό πρόσημο (βλέπε λ.χ. εκπαίδευση, reskilling/upskilling κ.λπ.).
Μέσα από μεταρρυθμίσεις και κίνητρα για καινοτομία, συγχωνεύσεις και εξαγορές κ.λπ., που μπορεί να δώσει το κράτος, δημιουργούνται αναπτυξιακές ευκαιρίες που, για να εξυπηρετηθούν, απαιτούν ανάπτυξη του γνωσιακού επιπέδου όλων των εργαζομένων, δηλαδή ανατροφοδοτούμενη εκπαίδευση.
Βεβαίως, εδώ πρέπει να επισημάνουμε ότι η πραγματικά αποτελεσματικά ανακατανομή είναι αυτή που προκύπτει μέσα από την ίδια την οικονομία και τις ανάγκες της, με καλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας. Και κατ’ επέκταση, αυτό οδηγεί στην ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής, σε ανάπτυξη και ειρήνη στις τοπικές κοινωνίες. Και με τη σειρά του αυτό μπορούμε να ισχυριστούμε ότι προβάλλεται ως μία καλή εκδοχή της Δημοκρατίας.
Παρατηρούμε δε ότι, μέσω των επενδύσεων και της αύξησης των θέσεων εργασίας, δημιουργείται μια κυκλικότητα, καθώς οι ανοδικές μεταβολές στο εισόδημα και τον πλούτο λειτουργούν θετικά τόσο στην κατανάλωση όσο και στις επενδύσεις.
Ασφαλώς, στη συζήτηση εντάσσεται και το θέμα των φόρων και εισφορών: ένα σύστημα που στοχεύει η φορολογία και οι εισφορές να έχουν αναπτυξιακές διαστάσεις (π.χ. ταμείο γενεών, επανεπένδυση κ.λπ.) μπορεί να στήνεται και να μεγεθύνεται όταν τα μακροοικονομικά έχουν θετική εικόνα και να βοηθά στις βροχερές μέρες! Έτσι, λειαίνονται περαιτέρω κοινωνικές ανισότητες που μεγεθύνονται στη διάρκεια των καθοδικών οικονομικών κύκλων.
Και έτσι καταλήγουμε ότι με τις επενδύσεις ενισχύεται η τεχνολογική ανάπτυξη και η μεταφορά γνώσης, που οδηγούν σε ενίσχυση της παραγωγικότητας και βιωσιμότητα του περιβάλλοντος, που μόνο θετικό αντίκτυπο μπορεί να έχουν στην ζωή των ανθρώπων.
Πλοίο εμπορευματοκιβωτίων ξεφορτώνει στο λιμάνι του Πειραιά. Η Ελλάδα έχει γίνει επενδυτικός πόλος έλξης καθώς οι προσπάθειες απαγκίστρωσής της από τις αγκυλώσεις (δομικές, νομικές, γραφειοκρατικές), μέσα από συντονισμένες πρωτοβουλίες μεταρρυθμίσεων και θεσμικών παρεμβάσεων, προσδίδουν αναπτυξιακή προοπτική στη χώρα.
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις; Οι εκφάνσεις του θετικού αντίκτυπου που περιγράφονται παραπάνω, προϋποθέτουν κάποιες συνθήκες συνεργασίας επενδυτών και κράτους.
Εάν οι επενδύσεις δεν συνοδευτούν από πολιτικές που εξασφαλίζουν διαστρωματική ανακατανομή του παραγόμενου πλούτου με τη μορφή μερισμάτων, εισφορών, φόρων κ.λπ., υπάρχει ο κίνδυνος της υπερβολικής συγκέντρωσής τους σε σκοπούς που ενισχύουν την ανισότητα. Επιπλέον, θα πρέπει να διασφαλιστεί μια φορολογική πολιτική τέτοια που να ωθεί τις εταιρείες σε επανεπενδύσεις με αναπτυξιακό και εξωστρεφές πρόσημο, ώστε τα κέρδη να μεγεθύνουν το μελλοντικό αποτέλεσμα για την κοινωνία. Και μέσα από τη διαδικασία αυτή συνολικά να ενισχύεται διαρκώς η αποτροπή μονοπωλιακών ή ολιγοπολιακών πρακτικών σε τοπικό ή εθνικό επίπεδο, που είναι αποδεδειγμένο ότι εντείνει τις ανισότητες. Και προφανώς να σηματοδοτούν λελογισμένη περιβαλλοντική διαχείριση, χωρίς την οποία επηρεάζονται περισσότερο οι πιο ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Βέβαια, ο πλούτος που περνά μέσα από την ανάπτυξη συνάδει με τη βελτίωση της εκπαίδευσης και τη δημιουργία ευαισθητοποιημένων πολιτών. Αυτό έχει επίδραση θετική στο επίπεδο των δημοκρατικών θεσμών.
Όσο η παραγωγή πλούτου διασπείρεται στο σύνολο της κοινωνίας, με βέλτιστες πρακτικές που ενσωματώνουν περισσότερη γνώση και τεχνολογία και λαμβάνουν υπόψη τις μεταβολές του εξωτερικού περιβάλλοντος, έχοντας πάντα στο επίκεντρο τον άνθρωπο, δημιουργείται ένας συνεχής μηχανισμός ανατροφοδότησης και προσαρμογής στις εναλλαγές των αναγκών της αγοράς και της κοινωνίας. Παράλληλα, μέσα από την ανανέωση της γνώσης και της εκπαίδευσης, επιτυγχάνονται οι αναγκαίες προσαρμογές και ενισχύονται πρακτικές συμπερίληψης.
Επενδύουμε δημιουργώντας υπόβαθρο υποδομών, παράγουμε γινόμενοι ανταγωνιστικοί, εισπράττουμε τους καρπούς της ανάπτυξης και του πλούτου, και συνεχίζουμε προκειμένου να έρχονται νέες επενδύσεις, που δημιουργούν νέες θέσεις εργασίας και προσόδους για όλους και παντού. Παράλληλα, ενισχύονται οι δομές της Δημοκρατίας, γιατί σε μια χώρα όπου υπάρχει εκσυγχρονισμένη εκπαίδευση και focus στο τρίπτυχο «καινοτομία - έρευνα - ανάπτυξη», δημιουργείται πλαίσιο αυτόβουλης προστασίας της εργασίας. Γιατί το εξαγώγιμο προϊόν είναι η ίδια η ατομική εργασία και ο καθένας από εμάς γίνεται ο θεματοφύλακας της προστασίας της. Τι πιο δημοκρατικό;
Γιατί πέρα από το να αναζητούμε στο κράτος την ευθύνη της προστασίας των θεσμών και την αναδιανομή του πλούτου, είναι ατομική ευθύνη του καθένα μας που στο τέλος καθορίζει το επίπεδο ανοχής των ανισοτήτων και τη δημοκρατική μας συμπεριφορά.
*Ο Κωνσταντίνος Μπήτρος είναι Founder, General Manager Inventio