Έχουμε μπει σε μια νέα πολιτική εποχή. Τα τελευταία περίπου 40 χρόνια ζήσαμε την εποχή της πληροφορίας.
Όσοι από εμάς ανήκουμε στην τάξη των μορφωμένων, αποφασίσαμε με κάποια επιχειρήματα ότι η μεταβιομηχανική οικονομία θα χτιστεί από ανθρώπους σαν εμάς, οπότε φτιάξαμε τις κοινωνικές πολιτικές έτσι ώστε να ανταποκρίνονται στις ανάγκες μας.
Η εκπαιδευτική μας πολιτική ώθησε τους ανθρώπους προς την πορεία που ακολουθήσαμε -τέσσερα χρόνια στο πανεπιστήμιο ώστε να αποκτήσουν ικανότητες για «τις δουλειές του μέλλοντος». Στο μεταξύ, η επαγγελματική εκπαίδευση μαράθηκε. Υιοθετήσαμε την πολιτική ελεύθερου εμπορίου -η οποία οδήγησε τη βιομηχανική απασχόληση σε χώρες χαμηλού κόστους εκτός συνόρων- για να επικεντρώσουμε την ενέργειά μας σε επιχειρήσεις της οικονομίας της γνώσης, οι οποίες διοικούνται από ανθρώπους με ανώτατη εκπαίδευση. Ο χρηματοοικονομικός και ο συμβουλευτικός τομέας επεκτάθηκαν σαν μανιτάρια, ενώ η απασχόληση στον κλάδο της μεταποίησης συρρικνώθηκε.
Η γεωγραφία δεν έπαιζε ρόλο. Αν το κεφάλαιο και η υψηλών δεξιοτήτων εργατική δύναμη ήθελαν να συγκεντρωθούν στο Austin, στο San Francisco ή στην Washington, δεν είχε σημασία τι θα απογίνονταν όλες οι άλλες πόλεις και περιοχές που έμειναν πίσω. Οι πολιτικές που αφορούσαν τη μετανάστευση, έδωσαν στους ανθρώπους με υψηλή μόρφωση, πρόσβαση σε εργασία χαμηλής αμοιβής, ενώ λιγότερο ειδικευμένοι εργαζόμενοι αντιμετώπισαν νέο ανταγωνισμό. Μετακινηθήκαμε προς τις πράσινες τεχνολογίες, τις οποίες προκρίνουν οι άνθρωποι που δουλεύουν με pixels, και πάψαμε να συμπαθούμε ανθρώπους της μεταποίησης και των μεταφορών, των οποίων ο βιοπορισμός εξαρτάται από τα ορυκτά καύσιμα.
Το 1992, ο ανεξάρτητος υποψήφιος των αμερικανικών εκλογών Ross Parot, για να περιγράψει μια συνέπεια από τη συμφωνία για τη Ζώνη Ελεύθερου Εμπορίου (NAFTA), τη μαζική «μετανάστευση» θέσεων εργασίας από τις «ακριβές» ΗΠΑ προς το «φθηνό» Μεξικό, χρησιμοποίησε τον όρο «Great Sucking Sound» («εκκωφαντική αναρρόφηση»).
Αλλά η εκκωφαντική αναρρόφηση που τελικά ακούστηκε, ήταν η ανακατανομή του σεβασμού. Οι άνθρωποι που αναρριχήθηκαν στην ακαδημαϊκή κλίμακα αναγνωρίζονταν πανηγυρικά και μετ’ επαίνων, ενώ οι υπόλοιποι έγιναν αόρατοι. Η κατάσταση έγινε ιδιαίτερα δύσκολη για τα αγόρια. Έως το λύκειο, τα δύο τρίτα των μαθητών με το κορυφαίο 10% των επιδόσεων της τάξης είναι κορίτσια, ενώ περίπου τα δύο τρίτα των μαθητών με τις χαμηλότερες επιδόσεις είναι αγόρια. Τα σχολεία δεν είναι φτιαγμένα για την ανδρική επιτυχία. Αυτό έχει διά βίου προσωπικές και, πλέον, εθνικές επιπτώσεις.
Η κοινωνία λειτούργησε σαν ένα μεγάλο σύστημα διαχωρισμού, εξυψώνοντας τους ακαδημαϊκά προικισμένους πάνω απ’ όλους τους άλλους. Μετά από λίγο, το πτυχίο έγινε το πιο σημαντικό κοινωνικό χάσμα στη ζωή των Αμερικανών. Οι απόφοιτοι λυκείου πεθαίνουν εννιά χρόνια νωρίτερα απ’ όσους έχουν πανεπιστημιακή μόρφωση. Πεθαίνουν από υπερβολική δόση οπιοειδών έξι φορές περισσότερο απ’ ό,τι οι μορφωμένοι. Παντρεύονται λιγότερο και είναι πιο πιθανό να αποκτήσουν παιδί εκτός γάμου. Είναι πιο πιθανό να είναι παχύσαρκοι.
Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη του Ινστιτούτου Αμερικανικών Επιχειρήσεων, το 24% όσων έφτασαν μόνο μέχρι το λύκειο, δεν έχει στενούς φίλους. Έχουν λιγότερες πιθανότητες απ’ ό,τι οι απόφοιτοι πανεπιστημίου να επισκεφθούν λ.χ. μουσεία, να δραστηριοποιηθούν κοινωνικά ή να ασχοληθούν με τον αθλητισμό. Δεν χρησιμοποιούν «political correct» ορολογία, ούτε έχουν εκείνο το είδος των «απόψεων πολυτελείας» που αποτελούν ενδεικτικά δημόσιας αρετής.
Τα χάσματα οδήγησαν σε απώλεια πίστης, απώλεια εμπιστοσύνης και σε αίσθημα προδοσίας. Εννέα ημέρες πριν από τις προεδρικές εκλογές, επισκέφθηκα μια «πατριωτική» εκκλησία χριστιανών στο Tennessee. Η λειτουργία φωτιζόταν από αυθεντική πίστη, είναι η αλήθεια, αλλά και από μια διαβρωτική ατμόσφαιρα πικρίας, επιθετικότητας και προδοσίας. Καθώς ο πάστορας μιλούσε για «Ιούδες που θέλουν να μας καταστρέψουν», η φράση «σκοτεινός κόσμος» ξεπήδησε στο κεφάλι μου: η εικόνα ενός λαού που θεωρεί ότι ζει υπό διαρκή απειλή και μέσα σε μια κουλτούρα ακραίας καχυποψίας. Αυτοί οι άνθρωποι και πολλοί άλλοι Αμερικανοί δεν ενδιαφέρονταν για την «πολιτική της χαράς» που προσέφεραν η Kamala Harris και οι άλλοι απόφοιτοι νομικών σχολών.
Το Δημοκρατικό Κόμμα είχε να κάνει μία και μόνη δουλειά: να πολεμήσει την ανισότητα. Υπήρχε ένα μεγάλο χάσμα ανισότητας μπροστά στα μάτια τους και με κάποιον τρόπο πολλοί από τους Δημοκρατικούς δεν το έβλεπαν. Πολλοί από τους Αριστερούς επικεντρώθηκαν στη φυλετική, την έμφυλη ή την LGBTQ ανισότητα.
Μάλλον είναι δύσκολο να εστιάσεις στην ταξική ανισότητα όταν σπούδασες σε ένα πανεπιστήμιο από αυτά με τις δωρεές των πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων και όταν κάνεις σεμινάρια για την οικολογική ποικιλομορφία για λογαριασμό κάποιας μεγάλης εταιρείας. Ο Donald Trump είναι τερατώδης ναρκισσιστής, αλλά κάτι δεν πάει καλά με μια καλά εκπαιδευμένη, μορφωμένη τάξη που κοιτάζει μέσα στον καθρέφτη της κοινωνίας και βλέπει μόνο τον εαυτό της.
Λατινοαμερικάνοι οικοδόμοι υψώνουν τη σημαία των ΗΠΑ σε υπό κατασκευή κτίριο στο Fort Lauderdale της Florida. Παρά τις σκληρές του θέσεις στο μεταναστευτικό, ο Donald Trump κέρδισε τις ψήφους αυτών των ανθρώπων.
Ενώ η Αριστερά στρεφόταν σε ταυτοτικές ακροβασίες, ο Trump εισέβαλε στον ταξικό πόλεμο. Η γεννημένη στο υποβαθμισμένο Queens της Νέας Υόρκης πικρία του για τις ελίτ του Manhattan συνδυάστηκε μαγικά με την ταξική εχθρότητα των ανθρώπων της υπαίθρου σε όλη τη χώρα. Το μήνυμά του ήταν απλό: Αυτοί οι άνθρωποι σας έχουν προδώσει και είναι και ηλίθιοι.
Το 2024 ο Trump έχτισε ακριβώς αυτό που είχε προσπαθήσει κάποτε να χτίσει το Δημοκρατικό κόμμα, μια πολυφυλετική, εργατική πλειοψηφία. Η υποστήριξη που πήρε από μαύρους και ισπανόφωνους εργάτες αυξήθηκε. Σημείωσε εκπληκτική άνοδο σε μέρη, όπως το New Jersey, το Bronx, το Chicago, το Dallas και το Houston. Σύμφωνα με τα exit polls του NBC, κέρδισε το ένα τρίτο των έγχρωμων ψηφοφόρων. Στο διάστημα των τελευταίων 20 ετών είναι ο πρώτος Ρεπουμπλικάνος που κερδίζει την πλειοψηφία αυτών των ψηφοφόρων.
Οι Δημοκρατικοί προφανώς πρέπει να δουν σοβαρά τα πράγματα από την αρχή. Η κυβέρνηση Biden προσπάθησε να καλοπιάσει την εργατική τάξη με επιδόματα και κίνητρα, αλλά δεν υπάρχει οικονομική λύση σε κάτι που βασικά είναι κρίση σεβασμού.
Θα υπάρξουν κάποιοι στην Αριστερά που θα πουν ότι ο Trump κέρδισε λόγω του «εγγενούς» στον αμερικανικό λαό ρατσισμού, σεξισμού και αυταρχισμού. Προφανώς σε αυτούς τους ανθρώπους αρέσει να χάνουν και θέλουν να το κάνουν ξανά και ξανά.
Οι υπόλοιποι θα πρέπει να δούμε αυτό το αποτέλεσμα με ταπεινοφροσύνη. Οι Αμερικανοί ψηφοφόροι δεν είναι πάντα σοφοί, αλλά είναι γενικά λογικοί και έχουν κάτι να μας διδάξουν. Η αρχική μου σκέψη είναι ότι πρέπει να επανεξετάσω τις προηγούμενες θέσεις μου. Είμαι μετριοπαθής. Μου αρέσει όταν οι Δημοκρατικοί υποψήφιοι στρέφονται στο κέντρο. Πρέπει, ωστόσο, να ομολογήσω ότι η Harris το έκανε αυτό αρκετά αποτελεσματικά και δεν λειτούργησε.
Ίσως οι Δημοκρατικοί να πρέπει να υιοθετήσουν ένα ανατρεπτικό στυλ σαν αυτό του Bernie Sanders, κάτι τέλος πάντων που θα κάνει τους ανθρώπους σαν εμένα να νιώσουν άβολα.
Μπορεί το Δημοκρατικό κόμμα να κάνει κάτι τέτοιο; Μπορεί το κόμμα των πανεπιστημίων, των εύπορων προαστίων και των «χιπστέρικων» αστικών κέντρων να το κάνει αυτό; Ο Trump πήρε σαν πειρατής ένα κόμμα επιχειρήσεων, το οποίο δεν έμοιαζε καθόλου με όχημα για κάποια προλεταριακή ανταρσία, και πέτυχε ακριβώς αυτό. Όσοι από εμάς φερθήκαμε αλαζονικά απέναντι στον Trump, θα πρέπει να νιώθουμε ταπεινωμένοι: έκανε κάτι που κανείς μας δεν θα μπορούσε να κάνει.
Όμως, μπαίνουμε σε μια ταραγμένη περίοδο. Ο Trump είναι σπορέας χάους, όχι φασισμού. Στα επόμενα λίγα χρόνια, η αναταραχή θα ενσκήψει σαν μάστιγα στην Αμερική και ίσως σε όλο τον κόσμο, ταρακουνώντας τα πάντα. Αν τώρα μισείτε την πόλωση, περιμένετε να δείτε τι θα προκύψει σε παγκόσμια κλίμακα. Ωστόσο, στο χάος υπάρχει ευκαιρία για μια νέα κοινωνία και μια νέα απάντηση στην πολιτική, οικονομική και ψυχολογική έφοδο του Trump. Τέτοιοι καιροί βάζουν σε δοκιμασία τις ψυχές των ανθρώπων. Θα δούμε από τι είμαστε πραγματικά φτιαγμένοι.
*Ο David Brooks είναι καναδικής καταγωγής Αμερικανός συγγραφέας και πολιτικός σχολιαστής.