AI: Ενας... αναξιόπιστος αφηγητής

Αν προσεγγίσουμε τα «προϊόντα» της με κριτικό πνεύμα και αν ελέγξουμε τα δεδομένα που συλλέγει, η τεχνητή νοημοσύνη φαίνεται ατελής και λιγότερο απειλητική.

AI: Ενας... αναξιόπιστος αφηγητής
  • Kris Bowers*

Το 2023 ήταν μια χρονιά γεμάτη πολύπλοκα συναισθήματα, σκέψεις και εμπειρίες. Η κόρη μου έκανε τα πρώτα της βήματα και είπε τα πρώτα της λόγια. Οι κινηματογραφικές και τηλεοπτικές παραγωγές σταμάτησαν, καθώς οι καλλιτέχνες απεργούσαν για περισσότερα δικαιώματα σε μια διαρκώς μεταβαλλόμενη βιομηχανία και μπροστά σε ένα άγνωστο μέλλον. Και παλέψαμε για την ηθική μιας νέας τεχνολογίας, που μπορεί να μην είναι σε θέση να επαναλάβει τα πρώτα λόγια της κόρης μου, αλλά που πολλοί θεωρούν υπαρξιακή απειλή για οτιδήποτε μας κάνει ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένης της καλλιτεχνικής μας έκφρασης: την τεχνητή νοημοσύνη.

Ως συνθέτης και πιανίστας, ο τρόπος μου να εξερευνώ, να επεξεργάζομαι και να εκφράζω σύνθετα συναισθήματα είναι κυρίως μέσω της μουσικής. Οι τέχνες έχουν τον τρόπο να παίρνουν το ακατάληπτο και να το μεταφράζουν σε κάτι που καταλαβαίνει ή, καλύτερα, «νιώθει» η καρδιά. Ακόμη κι όταν τα λόγια μας αποτυγχάνουν, η δημιουργία ή η εμπειρία της τέχνης παραμένει ένα βαθύ ανθρώπινο βίωμα. Αλλά καθώς προχωράμε προς το 2024, παλεύω με το ερώτημα πώς θα μπορούσαμε να ορίσουμε τον ρόλο της τεχνολογίας στις τέχνες και στα μέσα δημιουργίας της τεχνητής νοημοσύνης, τα οποία δεν έχουν συναισθήματα και βασίζονται αποκλειστικά σε δεδομένα.

Θα είμαι σαφής: αγαπώ την τεχνολογία. Όλο και περισσότερο αισθάνομαι θλίψη για το ότι αγνοώ πώς λειτουργεί και πώς να τη χειριστώ, καθώς μαθαίνει τη ζωή μου ακούγοντας ή βλέποντάς με. Αλλά δεν θα ζούσα χωρίς αυτή. Είναι κομβική για τη δουλειά μου ως συνθέτη, καθώς απαιτείται να δημιουργώ μια ψηφιακή αναπαραγωγή της παρτιτούρας μιας ταινίας πριν την ηχογραφήσω με μια πραγματική ορχήστρα (κάτι που δεν μπορεί να συγκριθεί σε επίπεδο αποτελέσματος). Και ως σπασίκλας της μουσικής και του κινηματογράφου, καταβροχθίζω συνεχώς κάθε παρτιτούρα, ηχογράφηση, ταινία και συνέντευξη που μπορώ να βρω στο διαδίκτυο. Δεν μπορώ να προσπεράσω το γεγονός ότι σε ένα διάλειμμα πέντε λεπτών στο Instagram μπορώ να διαβάσω την ανάλυση μιας συμφωνίας του Mahler και να μάθω με τι πειραματίστηκε ο Timbaland για το beat του «Work It»!

Μέλη του Σωματείου Συγγραφέων της Αμερικής διαδηλώνουν έξω από τα Universal Studios στο Los Angeles τον Σεπτέμβριο του 2023.

Είναι αυτός ο τεράστιος όγκος πληροφοριών, μαζί με ό,τι άλλο μαθαίνω και σκέφτομαι όταν γράφω μουσική. Φυσικά, βρήκα τον δρόμο μου για το ChatGPT αμέσως μετά την κυκλοφορία της νέας του έκδοσης, για να δω τι άλλο θα μπορούσε να με βοηθήσει να μάθω και να αφομοιώσω. Αυτό που βρήκα ήταν ταυτόχρονα συναρπαστικό και τρομακτικό.

Η μεγάλη μου έκπληξη δεν ήταν όταν ζήτησα 10 κομμάτια κλασικής μουσικής εμπνευσμένα από τον ωκεανό και τα πήρα, αλλά όταν ανανέωσα την ερώτησή μου μέχρι που είχα σχεδόν 20 αντίστοιχα κομμάτια κλασικής μουσικής που δεν είχα ξανακούσει! Ανακάλυψα ακόμα ποιοι κινηματογραφιστές ενέπνευσαν μερικούς από τους αγαπημένους μου σκηνοθέτες.

Από την άλλη, φοβήθηκα όταν ζήτησα να ονομάσει μαύρους συνθέτες και είδα λευκούς να αναφέρονται στη λίστα που δημιούργησε. Ή όταν του ζήτησα να γράψει μια σκηνή στο στυλ ενός συγκεκριμένου συγγραφέα και, ακόμη και με τις περίεργες φράσεις και το στυλ που είναι τυπικά της γραφής που δημιουργείται από την τεχνητή νοημοσύνη, ένιωσα μια απόκοσμη αίσθηση οικειότητας στο ύφος της σκηνής. Ξαφνικά ένιωσα ότι δεν μπορούσα να το εμπιστευθώ. Πώς θα μπορούσα να βασιστώ σε μια πηγή πληροφοριών που δεν έχει βάση για έλεγχο γεγονότων ή έρευνα; Αν εμπιστευόμαστε την τεχνητή νοημοσύνη για τη διατήρηση της ιστορίας μας για τις επόμενες γενιές, τι θα ξαναέγραφε; Θα χαθούν και θα ξεχαστούν οι ανεπαρκώς τεκμηριωμένες ιστορίες που δεν ζουν στο διαδίκτυο;

Μετά από λίγο, ωστόσο, επέστρεψα στο ChatGPT με μια νέα αντίληψη, ενσωματώνοντας την πείρα από τα πρώτα στάδια της καριέρας μου.

Ξεκίνησα ως συνθέτης για ντοκιμαντέρ και έχω γυρίσει και μερικά δικά μου. Καθώς μελετούσα τη φόρμα, ερωτεύτηκα γρήγορα το «cinema vérité», στυλ δημιουργίας μιας ταινίας που είναι όσο το δυνατόν πιο παρατηρητικό, με ελάχιστη αφήγηση, χωρίς να αφήνει τον κινηματογραφιστή να γίνει το υποκείμενο της ιστορίας. Μου άρεσε η σκληρή φύση της δουλειάς της κάμερας, η επιλογή να κάθομαι και να παρατηρώ. Οι μακριές, αδιάκοπες λήψεις με τη συγκεκριμένη τεχνική μπορεί να είναι απίστευτα όμορφες.

Αλλά καθώς μάθαινα περισσότερα για τα «πρέπει» και τα «δεν πρέπει» του μέσου, άρχισα να περιεργάζομαι την ιδέα της «αλήθειας» στον κινηματογράφο. Ο φωτογραφικός φακός επιλέγει τι θα κινηματογραφήσει. Ο μοντέρ πρέπει να επιλέξει τι θα κόψει. Ο σκηνοθέτης πρέπει τελικά να επιλέξει ποια ιστορία θα πει με το υλικό του. Πώς μπορεί κάποιος από αυτούς τους ανθρώπους να αποστασιοποιηθεί εντελώς από το ιδεολογικό και εμπειρικό του υπόβαθρο την ώρα της δημιουργικής διαδικασίας;

Η κατάσταση μου θύμισε τζαζ: Όντας καλλιτέχνες που αυτοσχεδιάζουμε, είμαστε πάντα ανοιχτοί σε ό,τι προκύψει σε μια συγκεκριμένη στιγμή. Είτε είναι μια νότα που παίζει ο μπασίστας, είτε ένας ρυθμός από τον ντράμερ, είμαστε σαν κεραίες που περιμένουν να πάρουν ένα σήμα, αντλώντας έμπνευση από τη στιγμή. Αλλά ακόμη και οι πιο πρωτότυποι καλλιτέχνες, όταν αυτοσχεδιάζουν, παίζουν με τον δικό τους χαρακτηριστικό τρόπο. Έχουν το δικό τους ηχόχρωμα, το δικό τους άγγιγμα στο μουσικό όργανο, που είναι πάντα εκεί, ανεξάρτητα από τη στιγμή.

Φαντάζομαι ότι το ίδιο ισχύει για κάθε καλλιτέχνη του «cinema vérité». Μερικοί σκηνοθέτες μπορεί να θέλουν να γυρίζουν πιο κοντινά πλάνα. Σε ορισμένους μοντέρ αρέσει να κόβουν σκηνές με συγκεκριμένη ταχύτητα ή ρυθμό. Δεν μπορούμε παρά να δημιουργούμε με βάση το από πού προερχόμαστε και πώς έχουμε μάθει να βλέπουμε τον κόσμο. Ακόμη και σε μια μορφή τέχνης, της οποίας η κυριολεκτική μετάφραση είναι «αληθινός κινηματογράφος», η «αλήθεια» φιλτράρεται.

Ένα μέλος της ορχήστρας Nexus στην Ελβετία κρατά σημειώσεις σε μια παρτιτούρα που βλέπει στο tablet του κατά τη διάρκεια μιας πρόβας, τον Σεπτέμβριο του 2021. Η τεχνολογία είναι πλέον παρούσα και σε περιβάλλοντα που προηγουμένως ήταν απολύτως «φυσικά», όπως οι ορχήστρες.

Το ίδιο μπορεί να λεχθεί για την τεχνητή νοημοσύνη. Είχα έρθει στο ChatGPT αναζητώντας μια παντοδύναμη πηγή πληροφοριών και, αντ’ αυτού, βρήκα την καλύτερη «εικασία» από ένα πρόγραμμα που απαντούσε με βάση δεδομένα που είχε συλλέξει από το Internet.

Αντί για δάσκαλο, βρήκα κάτι που αναπτύχθηκε από έναν κόσμο παραπληροφόρησης και τεράστιου όγκου δεδομένων, ο οποίος μπορεί να διδάξει σε έναν αλγόριθμο πώς να γράφει, αλλά όχι και πώς να κατανοεί. Ως καλλιτέχνης, ένιωσα λίγη γαλήνη γνωρίζοντας ότι η τεχνητή νοημοσύνη δεν έχει κανέναν τρόπο να γνωρίζει πώς μεταφέρουμε τις εμπειρίες της ζωής και τα περίπλοκα συναισθήματά μας με λέξεις σε μια σελίδα ή με νότες σε μια μελωδία. Η δουλειά ενός καλλιτέχνη που θα αναπαράγεται κατά μίμηση από την τεχνητή νοημοσύνη, θα έχει πάντα τα τεχνολογικά ίχνη του τυχαίου και του ψεύδους του Διαδικτύου.

Το να γνωρίζει κάποιος τα παραπάνω και να προσεγγίζει την τεχνητή νοημοσύνη απλώς ως μια άλλη μορφή τέχνης -πληροφορίες που παράγονται και φιλτράρονται από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες- καθιστά τη διαδικασία απλώς ακόμα μία ενδιαφέρουσα πηγή έμπνευσης. Ως κοινωνία, οφείλουμε στους εαυτούς μας και στις μελλοντικές γενιές να παρέχουμε σε αυτούς τους αλγόριθμους ακριβείς, ποικίλες και ελεγμένες πληροφορίες. Και ως καλλιτέχνης, ενθουσιάζομαι όταν βλέπω πώς αναπτύσσεται η τεχνητή νοημοσύνη και ανταποκρίνομαι σε οτιδήποτε φτιάχνει όπως και με κάθε άλλο δημιουργό: με μια δόση επαγγελματικού σκεπτικισμού και συνεκτιμώντας τις πηγές της έμπνευσης.

 

* Ο κ. Kris Bowers είναι μουσικός και συνθέτης, με υποψηφιότητες για Emmy και Oscar. Συνέθεσε τη μουσική για τις ταινίες «Green Book» και «King Richard», καθώς και για τη σειρά «Bridgerton».

© 2023 The New York Times Company και Kris Bowers

v