Ανυπέρβλητη η αξία της πρόληψης

Γιατί η Ελλάδα οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές της ώστε ο εμβολιασμός να αποτελέσει αναπόσπαστο μέρος μιας συνολικής εθνικής πολιτικής για την υγεία. Γράφει ο πρόεδρος της Pfizer Hellas Ζ. Ραγκούσης.

Ανυπέρβλητη η αξία της πρόληψης
  • Ζαχαρίας Ραγκούσης*

Η πρόσφατη υγειονομική κρίση ανέδειξε τη σημασία της πρόληψης για την προστασία της δημόσιας υγείας και τη βιωσιμότητα των εθνικών συστημάτων υγείας. Ανέδειξε, επίσης, το γεγονός ότι η επένδυση στην πρόληψη αποτελεί επένδυση στην κοινωνία και στην οικονομία.

Ιδιαίτερα ο εμβολιασμός αναγνωρίζεται σήμερα ως ένας από τους πιο αποδοτικούς οικονομικά τρόπους για την προστασία της ανθρώπινης ζωής, για την προαγωγή της υγείας και της ευεξίας των πολιτών.

Σε έκθεσή του, το Office of Health Economics, η οποία εκπονήθηκε το 2024 μετά από ανάθεση της IFPMA (Διεθνής Ομοσπονδία Φαρμακευτικών Βιομηχανιών και Ενώσεων), διαπίστωσε ότι τα προγράμματα εμβολιασμού ενηλίκων μπορούν να αποδώσουν έως και 19 φορές την αρχική τους αξία, όταν αποτιμηθεί το σύνολο των οικονομικών και κοινωνικών οφελών που προκύπτουν από τον εμβολιασμό.

Η ταυτόχρονη παρουσία ασθενειών, στην πρόληψη των οποίων παίζει σημαντικό ρόλο ο εμβολιασμός, όπως η Covid-19, η γρίπη, ο αναπνευστικός συγκυτιακός ιός (RSV) και η πνευμονιοκοκκική πνευμονία κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου, έχει ευρύ αντίκτυπο στους πληθυσμούς, επηρεάζοντας την παραγωγικότητα, συμβάλλοντας σε σοβαρές ασθένειες και σε υψηλό επίπεδο νοσηλειών, ειδικά όσον αφορά ευαίσθητους πληθυσμούς, και αυξάνοντας σημαντικά την πίεση στα νοσοκομεία και στο σύστημα υγείας.

Μάλιστα, κατά τη διάρκεια της χειμερινής περιόδου 2023-24, ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ) επισήμανε την επιβάρυνση που επιφέρουν οι πολλαπλοί αναπνευστικοί ιοί στα νοσοκομεία και τον κίνδυνο αυξημένης πίεσης στα Eπείγοντα. Παγκοσμίως, εκτιμάται ότι μόνο ο RSV προκαλεί 160.000 θανάτους κάθε χρόνο!

Ο εμβολιασμός έχει επίσης καθοριστικό ρόλο στην αντιμετώπιση του προβλήματος της μικροβιακής αντοχής, η οποία ευθύνεται για περισσότερους από 35.000 θανάτους κάθε χρόνο στην Ευρωπαϊκή Ένωση και έχει χαρακτηριστεί από τον ΠΟΥ ως μία από τις 10 μεγαλύτερες παγκόσμιες απειλές για τη δημόσια υγεία.

Προστατεύοντας από την εκδήλωση λοιμώξεων, τα εμβόλια περιορίζουν την ανάγκη χρήσης αντιβιοτικών και έχει υπολογιστεί ότι μπορούν να αποτρέψουν περισσότερους από μισό εκατ. θανάτους σχετιζόμενους με τη μικροβιακή αντοχή. Για παράδειγμα, ο καθολικός εμβολιασμός έναντι του πνευμονιόκοκκου θα μπορούσε να αποτρέψει 11,4 εκατ. μέρες χρήσης αντιβιοτικών ετησίως σε παιδιά κάτω των 5 ετών, που αντιστοιχεί με μείωση σχεδόν στο μισό (47%) των ημερών αντιβίωσης.

Η Ελλάδα διαθέτει σχεδόν το 60% των πόρων για την υγεία σε νοσοκομειακές δαπάνες, ενώ μόνο 1,1% διατίθεται στην πρόληψη, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε., που ανέρχεται σε 3,1%.

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ατζέντα Εμβολιασμών 2030, που παρουσίασε το Περιφερειακό Γραφείο του ΠΟΥ, οι βασικές προτεραιότητες και συστάσεις για τις ευρωπαϊκές χώρες περιλαμβάνουν την ανάπτυξη και επικαιροποίηση ολοκληρωμένων σχεδίων εμβολιασμού, στο πλαίσιο ενός συνολικού εθνικού σχεδιασμού για την υγεία, την αύξηση των εμβολιαστικών δαπανών, την αξιοποίηση - διερεύνηση ενός εκτεταμένου πλαισίου μέσων, παρόχων και προσεγγίσεων για την παροχή υπηρεσιών εμβολιασμού (π.χ. μέσω ιδιωτικών φαρμακείων), ώστε να διασφαλιστεί η ευρεία και ισότιμη κάλυψη του πληθυσμού, καθώς και την αξιοποίηση των αποτελεσμάτων του εμβολιασμού για τη διαμόρφωση στοχευμένων παρεμβάσεων και κατάλληλων μηνυμάτων επικοινωνίας, με σκοπό την αύξηση της ευαισθητοποίησης, της γνώσης και της εμπιστοσύνης των πολιτών.

Η Ελλάδα, παρά τα θετικά βήματα που έχουν γίνει στον τομέα της πρόληψης, ακόμα υστερεί τόσο ως προς τη δημόσια επένδυση όσο και ως προς την ανάπτυξη ολοκληρωμένων και διαχρονικών πολιτικών πρόληψης.

Πρόσφατη έκθεση της Eurostat επισημαίνει ότι η Ελλάδα διαθέτει σχεδόν το 60% των πόρων για την υγεία σε νοσοκομειακές δαπάνες, ενώ μόνο 1,1% διατίθεται στην πρόληψη, ποσοστό σημαντικά χαμηλότερο από τον μέσο όρο της Ε.Ε., που ανέρχεται σε 3,1%. Το 2021, η κατά κεφαλήν δαπάνη για πρόληψη στη χώρα μας κυμάνθηκε στα 64 ευρώ, με την Ελλάδα να καταλαμβάνει μία από τις χαμηλότερες θέσεις στην Ε.Ε. στον συγκεκριμένο δείκτη, συγκεκριμένα την 20ή θέση μεταξύ των 27 χωρών - μελών. Ενδεικτικά, η Αυστρία δαπανά αντίστοιχα 566 ευρώ, η Δανία 555 ευρώ και η Ολλανδία 532 ευρώ.

Τα στοιχεία αυτά επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα οφείλει να εντείνει τις προσπάθειές της, ώστε η πρόληψη και ο εμβολιασμός να αποτελέσουν αναπόσπαστο μέρος μιας συνολικής εθνικής πολιτικής για την υγεία.

Στο πλαίσιο αυτό, χρειάζεται να προχωρήσουμε ταχύτερα στην ενίσχυση της κουλτούρας πρόληψης και εμβολιασμού ξεκινώντας από τα σχολεία, με την υλοποίηση εθνικών εκστρατειών ενημέρωσης, αλλά και τη δημιουργία μητρώου εμβολιασμών και για τους ενήλικες, όπως υφίσταται για τα παιδιά, καθώς και μητρώου επιτήρησης και διασύνδεση στοιχείων με τον ηλεκτρονικό φάκελο ασθενούς.

Η εμβολιαστική κάλυψη θα πρέπει να ενταχθεί στους βασικούς δείκτες ποιότητας για την πρωτοβάθμια φροντίδα, με αξιοποίηση των δεδομένων για τους εμβολιασμούς παιδιών και ενηλίκων. Προτεραιότητα οφείλει να δοθεί σε προγράμματα ανοσοποίησης για όλες τις ηλικίες και για όλες τις ασθένειες που μπορούν να προληφθούν με εμβόλιο, με σκοπό την πρόληψη των λοιμώξεων και, κατ’ επέκταση, τη μικρότερη χρήση αντιβιοτικών.

Η επένδυση στην πρόληψη είναι το μέσο για καλύτερη υγεία και ποιότητα ζωής, αλλά και θεμέλιο οικονομικής σταθερότητας και ευημερίας στο μέλλον. Με κατάλληλες παρεμβάσεις στο πλαίσιο της πολιτικής υγείας και συνένωση δυνάμεων μεταξύ όλων των εμπλεκόμενων στο οικοσύστημα, η Ελλάδα μπορεί να προχωρήσει ταχύτερα σε αυτή την κατεύθυνση, δημιουργώντας προστιθέμενη αξία για τους πολίτες, για την οικονομία και το σύστημα υγείας.

*Ο κ. Zαχαρίας Ραγκούσης είναι Πρόεδρος & Διευθύνων Σύμβουλος Pfizer Hellas S.A.

v