Το 2023 εξελίχθηκε σε χρονιά-ορόσημο για τον ελληνικό τουρισμό, με πρωτοφανείς επιδόσεις σε κάθε επίπεδο. Η δυναμική που αναπτύχθηκε μετά την πανδημία δείχνει να συνεχίζεται -και μάλιστα, κόντρα στη συγκυρία (πληθωρισμός, γεωπολιτικές εντάσεις κ.ά.). Παράλληλα, όμως, ανεβαίνει και ο πήχης για τις επιδόσεις των επόμενων ετών. Τέσσερις σημαίνοντες παράγοντες του κλάδου μιλούν για τα ζητήματα που απασχολούν ή πρέπει να απασχολήσουν τη «βαριά βιομηχανία» της ελληνικής οικονομίας, ώστε να διατηρηθεί η πρωταγωνιστική παρουσία της χώρας σε παγκόσμιο επίπεδο.
Να θωρακίσουμε το brand name «Ελλάδα»
Αλέξανδρος Θάνος
Εντεταλμένος Σύμβουλος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ)
Το 2023 θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως χρονιά αναφοράς για τον ελληνικό τουρισμό. Σηματοδότησε την έξοδο από τη μεγαλύτερη κρίση που είχε αντιμετωπίσει ο τουριστικός τομέας παγκοσμίως, καθώς ήταν η πρώτη χρονιά μετά την πανδημία Covid-19, οπότε οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί καταργήθηκαν και η ελληνική οικονομία ενισχύθηκε πέρα από κάθε προσδοκία.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα από τον ΙΝΣΕΤΕ και αφορούν στο διάστημα Ιανουάριος - Νοέμβριος 2023, οι αφίξεις για τη χρονιά που ολοκληρώθηκε ξεπέρασαν τα 32 εκατομμύρια, με έσοδα που υπερέβησαν τα 20 δισ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 3% στις αφίξεις και 11% στα έσοδα σε σχέση με το 2019. Η Ελλάδα, παρά τις δυσμενείς γεωπολιτικές συνθήκες και τις οικονομικές προκλήσεις, βρίσκεται στην πέμπτη θέση των παγκόσμιων τουριστικών brands, διατηρώντας την εκτίμηση των ταξιδιωτών. Μια συνθήκη που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στην αποτελεσματική διαχείριση της χώρας κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Η υψηλή θέση που κατέχει η Ελλάδα ως προορισμός δεν οφείλεται μόνο στις σωστές βάσεις που τέθηκαν κατά τη διάρκεια των προηγούμενων ετών, αλλά και στην επενδυτική δραστηριότητα του ιδιωτικού τομέα σε τουριστικές υποδομές και υπηρεσίες (ξενοδοχεία, εστιατόρια, μεταφορικά μέσα, αξιοθέατα), μετατρέποντας έτσι την Ελλάδα σε έναν ολοκληρωμένο τουριστικό προορισμό.
Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ «Η συμβολή του τουρισμού στην ελληνική οικονομία το 2022» (Ιούνιος 2023), το 2022 οι επενδύσεις ανήλθαν στα 4,5 εκατ. ευρώ περίπου, εκ των οποίων τα 2,8 εκατ. ευρώ προήλθαν από ξένες επενδύσεις.
Το πρόσημο για το 2024 διαφαίνεται θετικό, αν και είναι ακόμη νωρίς για προβλέψεις. Οι προκρατήσεις δείχνουν να κυμαίνονται στα περσινά επίπεδα, με την Ελλάδα να παραμένει για ακόμη μία χρονιά ένα από τα κορυφαία τουριστικά brands παγκοσμίως. Για να διατηρήσει, όμως, η χώρα τη θέση της, θα πρέπει να αντεπεξέλθει σε προκλήσεις όπως οι γεωπολιτικές εξελίξεις, οι νέες τάσεις στην καταναλωτική συμπεριφορά, η αύξηση του κόστους της ενέργειας και το λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων. Παράγοντες που επηρεάζουν τον τουρισμό με πολλούς τρόπους, άμεσα συνδεδεμένους με τη βιώσιμη ανάπτυξη, η οποία αποτελεί μονόδρομο ώστε να συνεχίσει ο ελληνικός τουρισμός τη θετική του πορεία.
Για τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου και βιώσιμου τουριστικού μέλλοντος, θα πρέπει να χτίσουμε ένα ανταγωνιστικό προϊόν, ανθεκτικό και ικανό να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που είναι προ των πυλών και αφορούν τόσο το περιβάλλον όσο και την κοινωνία. Ο δημόσιος τομέας θα χρειαστεί να συμπλεύσει με τον ιδιωτικό. Θα πρέπει να αντιληφθούμε τη θέση στην οποία βρισκόμαστε και να αναπροσαρμόσουμε τη στρατηγική της χώρας, σύμφωνα με τις νέες ανάγκες που αναδύονται, ώστε να θωρακίσουμε όσο γίνεται περισσότερο το brand name «Ελλάδα».
Χρειαζόμαστε πλαίσιο ποιότητας και βιώσιμης ανάπτυξης
Αλέξανδρος Βασιλικός
Πρόεδρος του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδας (ΞΕΕ)
Διαπιστευτήρια προσαρμοστικότητας και ανθεκτικότητας έχει δώσει πολλάκις ο ελληνικός τουρισμός. Ειδικά κατά την περίοδο της πανδημίας, δοκιμάστηκε από τη μεγαλύτερη κρίση στη σύγχρονη ιστορία του. Και αμέσως μετά, ένας πόλεμος μέσα στην ίδια την Ευρώπη, με το ενεργειακό κόστος να εκτινάσσεται σε δυσθεώρητα ύψη, συμπαρασύροντας και όλη την αλυσίδα μεταφορών και προμηθειών.
Τα γρήγορα ανακλαστικά που επέδειξε ο τουρισμός, το rebound του 2022 και το θετικό πρόσημο με το οποίο κλείνει και η χρονιά του 2023, αποδεικνύουν ξεκάθαρα την ικανότητα του τουρισμού να ανακάμπτει γρήγορα και να συνεχίζει τη μεγάλη προσφορά του στην οικονομία και την κοινωνία.
Σε ό,τι αφορά τη νέα χρονιά του 2024, φαίνεται θετική ως προς τη ζήτηση για το ελληνικό τουριστικό προϊόν, χωρίς όμως να πρέπει να υποτιμηθεί μια σειρά από εξωγενείς παράγοντες, από τη γεωπολιτική ρευστότητα ως τις πληθωριστικές πιέσεις που επηρεάζουν την αγοραστική δύναμη των ευρωπαϊκών νοικοκυριών, τα οποία αποτελούν και τη βασική αγορά μας. Έτσι, τελικά, η πορεία του χειμώνα θα προσδιορίσει τη δυναμική της σεζόν που έχουμε μπροστά μας. Γι’ αυτό και κάθε πρόβλεψη είναι παρακινδυνευμένη, όταν ανά πάσα στιγμή ενδέχεται να δημιουργηθούν ανατροπές σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον όπου κυριαρχούν μεγάλες αβεβαιότητες και προκλήσεις.
Το θετικό κεκτημένο από την εμπειρία των τελευταίων χρόνων είναι η αναγνώριση της αξίας της προετοιμασίας. Συνακόλουθα και η μετακίνηση της δημόσιας συζήτησης για τον τουρισμό από την παρακολούθηση της ζήτησης από χρονιά σε χρονιά, στη διαμόρφωση της δικής μας προσφοράς, έτσι ώστε να είμαστε εμείς αυτοί που θα δημιουργήσουμε ένα πλαίσιο ποιότητας και μακροπρόθεσμης βιώσιμης ανάπτυξης του τουρισμού. Το να καταγράφουμε τις αυξομειώσεις της ζήτησης σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί πραγματικό δείκτη. Η συζήτηση που πρέπει να κάνουμε, είναι για το σχέδιο βιώσιμης τουριστικής ανάπτυξης που πρέπει να βάλουμε σε εφαρμογή και να επεξεργαστούμε σωστά και υπεύθυνα τον οδικό χάρτη που θα οδηγήσει κάθε προορισμό να πετύχει τους στόχους του.
Δεν είναι τα ποσοτικά μεγέθη του ελληνικού τουρισμού που θα κρίνουν το μέλλον, αλλά η προσαρμογή στις απαιτήσεις μιας νέας εποχής στην παγκόσμια τουριστική αγορά, με όρους ποιότητας, βιωσιμότητας, ενεργειακής και τεχνολογικής αναβάθμισης. Γι’ αυτό και ως ΞΕΕ στρέφουμε την προσοχή μας και στα ξενοδοχεία των μικρότερων κατηγοριών και στους πιο ευάλωτους συναδέλφους, με στόχο να έχουν πρόσβαση σε πόρους συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων που θα τους επιτρέψουν να προετοιμαστούν κατάλληλα για τις προκλήσεις και τις απαιτήσεις των καιρών.
Ταυτόχρονα, στο κέντρο του ενδιαφέροντός μας πρέπει να είναι οι υποδομές. Η ενίσχυση των υποδομών είναι άκρως επιτακτική ανάγκη τόσο για τους δημοφιλείς προορισμούς που έχουν αναδειχθεί και έχουν σημαντική θέση στον τουριστικό χάρτη όσο και για νέους προορισμούς που μπορούμε να αναδείξουμε μέσα από τη διαφοροποίηση του προϊόντος τους.
Το μέλλον δεν μας περιμένει στη γωνία. Πρέπει εμείς να το δημιουργήσουμε και ο τουρισμός είναι υπόθεση όλων. Πολιτεία, αυτοδιοίκηση, επιχειρήσεις και κοινωνία οφείλουμε να δουλέψουμε συνεργατικά και υπεύθυνα για να μεγιστοποιήσουμε τα οφέλη του στη χώρα, απαντώντας έμπρακτα στα διαχρονικά ζητούμενα για εμπλουτισμό του τουριστικού προϊόντος, επέκταση της σεζόν, περισσότερο ισορροπημένη γεωγραφική κατανομή του τουριστικού ρεύματος και προσέλκυση επισκεπτών υψηλότερων εισοδηματικών κατηγοριών.
Να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητά μας
Γιάννης Χατζής
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ξενοδόχων (ΠΟΞ)
Η τουριστική κίνηση έχει επανέλθει στα προ-πανδημικά μεγέθη και σύμφωνα με τις προβλέψεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Τουρισμού (UNWTO), προβλέπεται να ανακάμψει πλήρως το 2024. Στην Ελλάδα, την περίοδο Ιανουαρίου - Σεπτεμβρίου 2023 το ταξιδιωτικό ισοζύγιο εμφάνισε πλεόνασμα 16.071 εκατ. ευρώ, έναντι πλεονάσματος 14.136,5 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο του 2022. Αύξηση κατά 2.359,7 εκατ. ευρώ (15,2%) παρουσίασαν και οι ταξιδιωτικές εισπράξεις, οι οποίες διαμορφώθηκαν στα 17.919,5 εκατ. ευρώ.
Το 2023, σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία, θα αποτελέσει μια χρονιά-ορόσημο για τον ελληνικό τουρισμό. Βασικό τροφοδότη της αυξημένης τουριστικής κίνησης αποτελούν τα 23 εκατ. διεθνείς αεροπορικές αφίξεις που καταγράφηκαν στο 10μηνο Ιανουαρίου - Οκτωβρίου, ξεπερνώντας τα επίπεδα της αντίστοιχης περιόδου του 2022 κατά 11,5%. Το ίδιο διάστημα, καταγράφηκαν 9,5 εκατ. διεθνείς οδικές αφίξεις, αυξημένες κατά 33,1% σε σχέση με το 2022, μειώνοντας τη διαφορά με το 2019 στο 14,4% (ΙΝΣΕΤΕ).
Πληθωρισμός και ανομοιογένεια προορισμών καθιστούν τις αφίξεις και τα έσοδα λιγότερο παραγωγικούς δείκτες, ώστε να εξάγουμε συμπεράσματα για το τι πραγματικά συμβαίνει στις επιχειρήσεις της χώρας και στην απασχόληση. Υπολογίζοντας μόνο σε «κεφάλια και έσοδα», δεν λαμβάνουμε υπόψη τις επιδράσεις του υψηλού πληθωρισμού στο λειτουργικό κόστος των επιχειρήσεων. Επίσης, δεν αξιολογούμε σωστά την ποιότητα ζωής για τους κατοίκους, το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, την κερδοφορία των επιχειρήσεων κ.λπ. Με άλλα λόγια, πρέπει να βρούμε τρόπους ώστε οι αριθμοδείκτες που χρησιμοποιούμε να ανταποκρίνονται στη σύγχρονη εποχή.
Την τελευταία δεκαετία, ακόμα και μέσα στην οικονομική κρίση και την πανδημία, ο τουρισμός ηγείται κάθε προσπάθειας ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας, προσθέτοντας υπεραξία τόσο για την πολιτεία όσο και για την κοινωνία. Έχουμε, όμως, εισέλθει σε μια νέα φάση μεγάλων προκλήσεων, όπως ο υψηλός πληθωρισμός και η κλιματική κρίση. Σε αυτό το περιβάλλον, ο ελληνικός τουρισμός καλείται να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο στη βιώσιμη ανάπτυξη και την κοινωνική συνοχή. Για να συμβεί αυτό, θα πρέπει ο κλάδος να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητά του. Η πολιτεία οφείλει να συνειδητοποιήσει ότι ο κλάδος μας καταβάλλει τον ακριβότερο ΦΠΑ στη διαμονή και τον υψηλότερο φόρο διαμονής στην Ευρώπη. Επίσης, οφείλει να προστατεύσει την υγιή επιχειρηματικότητα από τον αθέμιτο ανταγωνισμό (παράνομη παραξενοδοχία) και να διευκολύνει τα μικρά ξενοδοχειακά καταλύματα, ώστε να αποκτήσουν πρόσβαση στα αναγκαία κεφάλαια για να εκσυγχρονίσουν τις υποδομές τους.
Η περιοχή μας χωροταξικά βρίσκεται στο ενδιάμεσο διαφόρων γεωπολιτικών συγκρούσεων και εντάσεων (πόλεμος Ρωσίας - Ουκρανίας, Ισραήλ - Χαμάς κ.λπ.). Ο ξενοδοχειακός κλάδος έχει αποδείξει την ανθεκτικότητά του, ωστόσο, δεδομένης της ευαισθησίας του σε εξωγενείς παράγοντες, δεν μπορούμε να κάνουμε ασφαλείς προβλέψεις. Παρ’ όλα αυτά διατηρώ την αισιοδοξία μου όχι μόνο για το 2024 αλλά και για τις επόμενες χρονιές.
Απειλή η έλλειψη προσωπικού
Άρης Μαρίνης
Πρόεδρος της Γενικής Πανελλαδικής Ομοσπονδίας Επιχειρήσεων Τουρισμού (ΓΕΠΟΕΤ)
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις και βάσει των προκρατήσεων που δεχόμαστε, το 2024 αναμένεται να είναι μια καλή χρονιά για τον ελληνικό τουρισμό. Έχοντας καθιερωθεί στη συνείδηση του διεθνούς κοινού ως ασφαλής προορισμός, η χώρα αναμένεται να πρωταγωνιστήσει και το νέο έτος σε αφίξεις και έσοδα στην περιοχή της Μεσογείου.
Η διατήρηση του ΦΠΑ στον μειωμένο συντελεστή 13% στον τουρισμό και στις μεταφορές καθιστά το προϊόν της χώρας μας αρκετά ανταγωνιστικό, ενώ η εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει τα προηγούμενα χρόνια ως προς την προβολή της χώρας, καθιστώντας την εξαιρετικά ελκυστική για τουρισμό αλλά και εξ αποστάσεως εργασία, αναμένεται να αποδώσει και τα επόμενα χρόνια.
Ως εκ τούτου εκτιμούμε ότι η Ελλάδα θα παραμείνει στην πρώτη δεκάδα των πιο δημοφιλών προορισμών παγκοσμίως, ενώ η διεύρυνση της τουριστικής περιόδου σε προορισμούς της ηπειρωτικής χώρας που μπορούν να την υποστηρίξουν, δείχνει ήδη να βρίσκεται για πρώτη φορά σε εξέλιξη.
Ο κλάδος των τουριστικών γραφείων και λεωφορείων που η Ομοσπονδία της οποίας προΐσταμαι εκπροσωπεί, έχει μείνει αρκετά πίσω ως προς τις τεχνολογικές εξελίξεις, ως απόρροια της δεκαετούς κρίσης και της πανδημίας. Δειλά δειλά γίνονται κάποιες επενδύσεις με την κυκλοφορία τελευταίας τεχνολογίας τουριστικών λεωφορείων με «πράσινες» προδιαγραφές, καθώς ο κλάδος ήταν ο μόνος ο οποίος αδικαιολόγητα εξαιρέθηκε από τον προηγούμενο αναπτυξιακό νόμο. Γεγονός το οποίο αναμένουμε να διορθωθεί στον νέο αναπτυξιακό νόμο που ετοιμάζεται, καθώς αποτελεί επείγουσα ανάγκη να αυξηθεί το «πράσινο» αποτύπωμα των οδικών τουριστικών μεταφορών, προκειμένου να επιτύχουμε τον εθνικό στόχο για ραγδαία μείωση της εκπομπής ρύπων.
Πέραν του νέου αναπτυξιακού νόμου και την επιδότηση για την κυκλοφορία νέων τουριστικών λεωφορείων χαμηλής εκπομπής ρύπων, αναμένουμε από την πολιτεία την επιτάχυνση της απελευθέρωσης των υπεραστικών γραμμών, όπου και εκεί υπάρχει σημαντική υστέρηση στην υλοποίηση. Και τα δύο αυτά μέτρα αναμένεται να δώσουν σημαντική αναπτυξιακή ώθηση στον κλάδο μας.
Όσον αφορά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε και θα αντιμετωπίσουμε και το 2024, μία από τις σημαντικότερες είναι η έλλειψη καταρτισμένου προσωπικού συνολικότερα στον τουρισμό και ειδικότερα οδηγών τουριστικών λεωφορείων. Πρόκειται για ένα πανευρωπαϊκό φαινόμενο, το οποίο έχει λάβει μεγάλες διαστάσεις στη χώρα μας και για το οποίο έχουμε ενημερώσει την πολιτική ηγεσία. Ως μέτρο ανάσχεσης και κίνητρο προσέλκυσης νέων στο επάγγελμα, έχουμε εισηγηθεί την επιδότηση από την πολιτεία μέρους του υψηλού κόστους έκδοσης διπλώματος οδήγησης τουριστικού λεωφορείου και την αναγνώριση της πλήρους ισοτιμίας των στρατιωτικών διπλωμάτων οδήγησης με τα πολιτικά διπλώματα αυτής της κατηγορίας. Σε αντίθετη περίπτωση και χωρίς άλλη κατ’ εξαίρεση ρύθμιση λόγω των ειδικών συνθηκών που αντιμετωπίζουμε, το υφιστάμενο προσωπικό δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις μετακίνησης και στην υψηλής ποιότητας εξυπηρέτηση ξένων και εγχώριων επισκεπτών, που είναι και το ζητούμενο.