Για κάποιον που μιλά συχνά και εκφράζει τις θέσεις του με παρρησία, ο Laurence D. Fink της Blackrock αφιερώνει πολύ χρόνο για να σκεφτεί κάποια αμφιλεγόμενα ζητήματα.
Ο κ. Fink, ιδρυτής, πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του επενδυτικού οργανισμού με τα περισσότερα υπό διαχείριση κεφάλαια παγκοσμίως, είπε ότι το να αποχωρήσει από το ετήσιο συνέδριο επενδυτών που διοργανώθηκε στη Σαουδική Αραβία τον Σεπτέμβριο του 2018 με την επωνυμία «Νταβός της ερήμου», ήταν μια «δύσκολη απόφαση». Εξίσου δύσκολη ήταν και η απόφαση να μην προσφέρει η εταιρεία του επενδυτικές επιλογές που σχετίζονται με κατασκευαστές και εμπόρους όπλων. «Αυτά τα πράγματα δεν είναι μαύρο ή άσπρο», σχολίασε χαρακτηριστικά.
Σε μια συζήτηση που άγγιξε επίσης θέματα όπως τα κρυπτονομίσματα και τους δασμούς -ο κ. Fink εξέφρασε την ανησυχία ότι οι ΗΠΑ βαδίζουν προς έναν ολοκληρωτικό εμπορικό πόλεμο με την Κίνα- αναφέρθηκε επανειλημμένα στην ιδέα της εταιρικής λογοδοσίας. Η Blackrock διαχειρίζεται επενδυτικά κεφάλαια ύψους 6,5 τρισ. δολαρίων, κάτι που της δίνει τεράστια επιρροή σε πολλές από τις κορυφαίες επιχειρήσεις του κόσμου.
Ο δισεκατομμυριούχος επενδυτής Warren Buffett είχε δηλώσει παλιότερα ότι δεν θέλησε να επιβάλει τις πολιτικές του θέσεις στους υπαλλήλους και τους πελάτες του, γιατί «δεν είμαι η νταντά τους». «Ούτε εγώ είμαι νταντά», είπε ο κ. Fink. «Δεν λέω στις εταιρείες ποιος θα έπρεπε να είναι ο σκοπός τους. Αλλά πιστεύω ότι εναπόκειται στην ίδια την εταιρεία να τον προσδιορίσει».
Ένα παράδειγμα που υποστηρίζει αυτή τη θέση: Ο Edward Stack, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Dick’s Sporting Goods, είναι κάτοχος όπλου και ένθερμος σκοπευτής. Όπως είπε στην αίθουσα του συνεδρίου μιλώντας για τον εαυτό του, γενικά θεωρούνταν «σκληρός τύπος». Αλλά όταν 17 άνθρωποι σκοτώθηκαν σε μακελειό σε λύκειο του Parkland της Florida τον Φεβρουάριο του 2018, «επηρεάστηκα πάρα πολύ και εγώ, όπως και οι άνθρωποι της εταιρείας», είπε. «Δεν έχω κλάψει τόσο πολύ από τότε που πέθανε η μητέρα μου. Ράγισε η καρδιά μου».
Λίγο μετά η Dick’s ανακοίνωσε ότι θα σταματούσε την πώληση πολυβόλων και ότι θέτει κριτήριο για τους αγοραστές των όπλων που παράγει, να είναι τουλάχιστον 21 ετών. Ο κ. Stack πήγε στη Washington για να μιλήσει στις αρμόδιες αρχές για τον έλεγχο των όπλων. «Θα το ξανακάναμε από την αρχή», είπε.
Η πολιτική και η νομοθεσία όσον αφορά την οπλοκατοχή και την οπλοχρησία στις ΗΠΑ είναι σταθερά θέματα αντιπαράθεσης. Μετά το μακελειό στο Parkland, ακτιβιστές ξεκίνησαν δράσεις μποϊκοτάζ κατά εταιρειών που θεωρήθηκαν φίλα διακείμενες στη βιομηχανία όπλων. Η Delta, η MetLife και αρκετές άλλες εταιρείες ακύρωσαν συμφωνίες με τη National Rifle Association, τη μεγαλύτερη ένωση υπέρ της οπλοκατοχής στις ΗΠΑ.
Οι υποστηρικτές της οπλοκατοχής απάντησαν άμεσα με δικές τους καμπάνιες για μποϊκοτάζ.
Κάποιες εταιρείες δεν θέλησαν να αλλάξουν τη στρατηγική τους ως αντίδραση στα γεγονότα του Parkland. Για παράδειγμα, η FedEx υπαναχώρησε από μια συμφωνία με την NRA, αναφέροντας ωστόσο ότι η απόφασή της δεν σχετίζεται με τους δολοφονικούς πυροβολισμούς (λίγες μέρες πριν από αυτή την ανακοίνωση) σε μια συναγωγή στο Pitsbourg της Pennsylvania.
Μετά το μακελειό στο Parkland, η Blackrock συνέταξε έναν κατάλογο με τους πελάτες της σε όλες τις ΗΠΑ και τελικά ανακοίνωσε ότι θα βοηθούσε με επενδυτικά κεφάλαια εταιρείες που δεν έχουν δεσμούς με τη βιομηχανία όπλων. Ακόμα, η Blackrock ζήτησε από κατασκευαστές όπλων περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τις επιχειρηματικές τους πρακτικές. Υποστήριξε μάλιστα μια επιτυχή πρόταση μετόχων -η οποία υποβλήθηκε από μια ομάδα καλογριών- που ζητούσε από την εταιρεία κατασκευής όπλων Sturm Ruger να εξηγήσει αναλυτικά το σχέδιό της για τον έλεγχο της βίας που ίσως σχετίζεται με τα όπλα της. «Είχαμε κατ’ ιδίαν συναντήσεις με όλες τις πλευρές», είπε ο κ. Fink.
Το 2018, ο κ. Fink κοινοποίησε μια ανοιχτή επιστολή, ασκώντας πίεση στις εταιρείες να σκεφτούν όχι μόνο τα κέρδη τους αλλά και την ευρύτερη κοινότητα -ένα μανιφέστο κοινωνικής ευθύνης-, η οποία είναι αποτέλεσμα χρόνων προσωπικής εμπειρίας, δημόσιας πίεσης και μυστικών συναντήσεων.
Τον Αύγουστο του 2018, ο κ. Fink και άλλοι επικεφαλής μεγάλων επιχειρήσεων, συμπεριλαμβανομένων του Tim Cook της Apple, του Jamie Dimon της JP Morgan Chase και του Brian Moynihan της Bank of America, αποκήρυξαν τις πολιτικές της κυβέρνησης Trump για τη μετανάστευση.
Ο κ. Fink, τον Σεπτέμβριο του 2018, αποχώρησε από επενδυτικό συνέδριο στο Ριάντ μαζί με στελέχη όπως ο κ. Dimon, o Stephen A. Schwarzman του ομίλου της Blackstone και η Dara Khosrowshahi της Uber. Είπε ότι ήταν ασυνεπές να είναι μέρος αυτής της «δημόσιας επίδειξης» του Βασιλείου, εν μέσω κατηγοριών ότι ο Jamal Khashoggi, αρθρογράφος της Washington Post, βασανίστηκε, δολοφονήθηκε και διαμελίστηκε σε ένα σαουδαραβικό προξενείο στην Τουρκία.
Αλλά ο κ. Fink τόνισε ότι η Blackrock θα συνεχίσει να έχει επιχειρηματική παρουσία στη Σαουδική Αραβία, προσθέτοντας ότι η εταιρεία δεν έχασε κάποια επιχειρηματική δραστηριότητα από την περιοχή μετά την απόφασή της να αποχωρήσει από το συνέδριο. «Αν είχαμε χάσει δουλειά λόγω της απόφασης αυτής, τότε δεν θα είχαμε πραγματικά τους πελάτες που πιστεύαμε», είπε.