του David Gelles*
Η «οικονομία της προσωρινής εργασίας» έχει δημιουργήσει οικονομικές ευκαιρίες για εκατομμύρια ανθρώπους. Η Uber και η Lyft ενθάρρυναν οποιονδήποτε οδηγεί αυτοκίνητο να γίνει «σοφέρ επ’ αμοιβή».
Το Airbnb έκανε κάθε ιδιοκτήτη σπιτιού ξενοδόχο και το TaskRabbit άνοιξε νέες αγορές για όσους… πιάνει το χέρι τους και για άλλους τεχνίτες. Ωστόσο, ο πλούτος από αυτές τις εταιρείες δεν φτάνει σε υπαλλήλους μέσα από συμβατικούς μισθούς, αλλά σε έναν μικρό αριθμό μετόχων και επενδυτών.
Η Uber εξετάζει δημόσια εγγραφή που, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, θα αποτιμά την εταιρεία στα 120 δισ. δολάρια, η Airbnb αποτιμήθηκε στα 31 δισ. δολάρια το 2017, ενώ η Lyft το 2018 στα 15 δισ. δολάρια. Η TaskRabbit εξαγοράστηκε το 2017 από την IKEA με τίμημα που δεν έγινε γνωστό.
Σε κάθε περίπτωση, οι συγκριτικά λίγοι μόνιμοι υπάλληλοι των εταιρειών αυτών και οι επενδυτές καρπώνονται τη μερίδα του λέοντος από αυτά τα κέρδη, ενώ οι προσωρινοί εργαζόμενοι -αυτοί που λέγεται ότι δημιουργούν μεγάλο μέρος της αξίας αυτών των εταιρειών- δεν μπορούν να έχουν μερίδιο σε αυτά. Κι αυτό γιατί είναι συμβασιούχοι, όχι κανονικοί υπάλληλοι, και οι ομοσπονδιακοί νόμοι των ΗΠΑ απαγορεύουν στις εταιρείες να δίνουν μετοχές σε όσους εργάζονται με καθεστώς «προσωρινής εργασίας» ή με συμβάσεις έργου.
Αυτό ίσως αλλάξει σύντομα. Στα μέσα του 2018, η US Securities and Exchange Commission (SEC), η αμερικανική επιτροπή κεφαλαιαγοράς, ζήτησε να διατυπωθούν δημόσια προτάσεις για την επικαιροποίηση των νόμων που ρυθμίζουν ποιος μπορεί να αμείβεται με μετοχές σε ιδιωτικές εταιρείες. Στις προτάσεις αυτές περιλαμβάνεται μια αλλαγή που θα μπορούσε να έχει σημαντική επίδραση στον τρόπο με τον οποίο αμείβονται οι προσωρινοί εργαζόμενοι. Από τη στιγμή που η SEC δέχτηκε να εξετάσει την αλλαγή αυτή, αναγνώρισε σιωπηλά ότι οι εταιρείες της οικονομίας προσωρινών εργαζομένων, οι οποίες δημιουργούν όλο αυτό τον πλούτο, κατά κάποιον τρόπο συντελούν στη διαμόρφωση μεγάλων εισοδηματικών ανισοτήτων, ζήτημα που ταλανίζει τις κοινωνίες σήμερα.
Αν και οι εξωτερικοί συνεργάτες παρέχουν μεγάλο μέρος της εργατικής δύναμης σε αυτές τις εταιρείες του τεχνολογικού κλάδου, η SEC σημείωσε ότι οι εργαζόμενοι αυτού του τύπου δεν έχουν συμβατικές απολαβές και τα ανάλογα οφέλη. «Τα άτομα που λαμβάνουν μέρος σε αυτούς τους διακανονισμούς δεν συνάπτουν κλασικές σχέσεις εργασίας και έτσι μπορεί να μην είναι “υπάλληλοι” που μπορούν να λάβουν μετοχικούς τίτλους», σημείωσε η SEC και στη συνέχεια έθεσε την ερώτηση αν «μη υπάλληλοι» πρέπει να μπορούν να λαμβάνουν μετοχές.
Οι εταιρείες υποστήριξαν την ιδέα. Η Uber, η Airbnb και η Postmates (μια startup εταιρεία delivery) συμφώνησαν λέγοντας ότι θα καλοδέχονταν την αλλαγή. «Η παραχώρηση μετοχών θα επέτρεπε στους συνεργάτες μας να πάρουν μερίδιο στην ανάπτυξη της εταιρείας, γεγονός που θα μπορούσε με τη σειρά του να οδηγήσει σε ενίσχυση της κερδοφορίας και σε ευκαιρίες αποταμίευσης για τον συνεργάτη μας και για τις επόμενες γενιές», έγραψε ο Daielle Burr, επικεφαλής ομοσπονδιακών υποθέσεων της Uber, σε επιστολή του προς τη SEC.
Την αίσθηση αυτή απηχούν τα όσα λέει και ο Rob Chesnut, γενικός σύμβουλος της Airbnb, στα σχόλιά του προς τη SEC: «Ως μέρος της οικονομίας διαμοιρασμού, η Airbnb επιτυγχάνει όταν οι οικοδεσπότες επιτυγχάνουν», έγραψε. «Πιστεύουμε ότι το να δοθεί η δυνατότητα σε ιδιωτικές εταιρείες να δώσουν στους προσωρινούς συνεργάτες τους, όπως και σε όσους γενικά εργάζονται σε τομείς της οικονομίας διαμοιρασμού, τη δυνατότητα συμμετοχής στην εταιρεία από πιο πρώιμο στάδιο, θα δώσει και στα δύο μέρη τα ίδια κίνητρα κέρδους, προς όφελος όλων».
Η Postmates ανέφερε ότι ήλπιζε πως θα μπορούσε να δώσει μετοχές στους εξωτερικούς της συνεργάτες. «Ενώ είμαστε υπερήφανοι που οι συνεργάτες μας κερδίζουν πολύ περισσότερα από τον κατώτατο μισθό παντού, είμαστε δεσμευμένοι και στη μακροπρόθεσμη οικονομική άνοδο των Postmates μας», έγραψαν στελέχη της εταιρείας, χρησιμοποιώντας ενδοεταιρική ορολογία.
Ακόμη και προσωρινοί εργαζόμενοι συμμετείχαν στον δημόσιο διάλογο. «Το να επιτραπεί στους συνεργάτες της Uber να έχουν μετοχές της εταιρείας θα είναι ακόμα ένα μέτρο που θα επιτρέψει σε μεγάλο μέρος ανθρώπων της χαμηλότερης οικονομικής τάξης να κάνουν σημαντικά βήματα προς τον μεγαλύτερο πλούτο και την οικονομική σταθερότητα που απολαμβάνει η μεσαία τάξη», έγραψε ο Brian Sommet, ο οποίος χαρακτήρισε τον εαυτό του ως ο «ντελιβεράς της UberEats» (εταιρεία online delivery που ξεκίνησε η Uber το 2014).
Ωστόσο, ακόμη κι αν οι εξωτερικοί συνεργάτες των εταιρειών αυτών μπορούσαν να αμειφθούν με μετοχές, δεν υπάρχει εγγύηση ότι αυτό θα έλυνε τα οικονομικά τους προβλήματα. Παρότι δεν είναι σαφές αν η αμοιβή με μετοχές θα υποκαθιστούσε ή θα μείωνε τις απολαβές τους, οι ειδικοί σε εργασιακά θέματα επισημαίνουν ότι το να στηρίζεται κανείς στη μετοχή μιας ιδιωτικής εταιρείας είναι ριψοκίνδυνο, ειδικά για όσους εργαζόμενους δεν έχουν οικονομική σταθερότητα.
«Οι μετοχές δεν είναι μισθός, είναι ρίσκο», είπε ο Louis Hyman, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Cornell και συγγραφέας του «Temp», ενός βιβλίου που κυκλοφόρησε πρόσφατα για την αγορά εργασίας. «Για ανθρώπους που έχουν ανάγκη ένα σταθερό ημερομίσθιο, η αμοιβή με μετοχές δεν είναι η λύση».
Αν προχωρήσει η SEC στο σχέδιό της, υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες που θα πρέπει να ρυθμιστούν, συμπεριλαμβανομένης της φορολογικής αντιμετώπισης που θα έχουν οι αμοιβές με μετοχές. Αν οι εξωτερικοί εργαζόμενοι λάβουν μετοχές ιδιωτικής εταιρείας χωρίς τη δυνατότητα να τις πουλήσουν, μπορεί να βρεθούν υπόχρεοι για φόρους επί των πιθανών κερδών, χωρίς να έχουν έναν απλό τρόπο να πληρώσουν αυτούς τους φόρους.
Επίσης, η SEC ίσως χρειαστεί να τροποποιήσει και άλλους κανόνες, που καθορίζουν ότι, αν οι εταιρείες διανείμουν μετοχές σε περισσότερους από 2.000 ανθρώπους που δεν είναι υπάλληλοι, όπως σε πιστοποιημένους επενδυτές, πρέπει να υιοθετήσουν πιο αυστηρά λογιστικά πρότυπα.
Σε μια από τις σπάνιες περιπτώσεις που μια εταιρεία δοκίμασε να κάνει κάτι ανάλογο, απέτυχε πανηγυρικά. Η Juno, μια ανταγωνίστρια της Uber, προσέφερε στους οδηγούς-εξωτερικούς συνεργάτες της δικαιώματα επί μετοχών, αλλά όταν πουλήθηκε το 2017 σε μια άλλη εταιρεία, την Gett, το πρόγραμμα ματαιώθηκε και τα δικαιώματα έμειναν πρακτικά χωρίς αξία. Αλλά και πριν συμβεί αυτό, η Juno εξέταζε την πιθανότητα να ακυρώσει το πρόγραμμά της λόγω του απαιτούμενου ελέγχου από τη SEC.
Παρά τους εγγενείς κινδύνους σε έναν τέτοιο διακανονισμό, πιθανότατα οι περισσότεροι ευκαιριακοί εργαζόμενοι θα εκμεταλλεύονταν την ευκαιρία να αποκτήσουν μετοχές εταιρειών όπως η Uber ή η Airbnb.
«Λέγεται ότι το σημαντικότερο κοινωνικό πρόγραμμα είναι η εργασία», έγραψε ο κ. Sament στη SEC.
«Αλλά μια δουλειά ή μια θέση εξωτερικού συνεργάτη με μετοχικά οφέλη θα βοηθούσε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους να κάνουν κάτι παραπάνω από το να κρατούν απλώς το κεφάλι τους έξω από το νερό. Ίσως μπορούμε να δώσουμε περισσότερη ασφάλεια».
*Ο David Gelles είναι υπεύθυνος της στήλης Corner Office στους NY Times - ασχολείται με το επιχειρηματικό ρεπορτάζ.