H μετάβαση στην ψηφιακή εποχή της ρομποτικής, της τεχνητής νοημοσύνης, της συλλογικής νοημοσύνης και των μεγάλων δεδομένων, συνιστά μια διαρκή αλλαγή, που επηρεάζει τη λειτουργία της οικονομίας, των επιχειρήσεων, τη φύση και την έννοια της εργασίας και τις δεξιότητες των εργαζομένων. Η προσαρμογή θα είναι διαρκής και εκθετική και δεν θα συντελεστεί άπαξ, καθώς η τεχνολογική εξέλιξη πραγματοποιείται µε ραγδαίους ρυθμούς. Τα συστήματα εκπαίδευσης, αγοράς εργασίας, επαγγελματικής κατάρτισης, επιβάλλεται να αναπροσαρμόσουν τις λειτουργίες τους, ώστε να ανταποκριθούν στις ανάγκες της τεχνολογικής επανάστασης.
Η εργασία αποσυνδέεται από τον χώρο της εργασίας και μπορεί να παρέχεται απ’ οπουδήποτε. Δημιουργούνται δε νέες μορφές εργασίας, στο νέο μοντέλο της κατά παραγγελία οικονομίας:
Ψηφιακοί νομάδες παρέχουν την εργασία τους από οποιοδήποτε μέρος του κόσμου, έχοντας διασφαλίσει υψηλά συμβόλαια αμοιβών, καθώς διαθέτουν υψηλές δεξιότητες και προσόντα. Το μοντέλο αυτό προσιδιάζει με τη μορφή της παροχής των υπηρεσιών εξ αποστάσεως, λόγω των δυνατοτήτων της τεχνολογίας.
Εργαζόμενοι που απασχολούνται με φυσική παρουσία ή εξ αποστάσεως, στο πλαίσιο της εφαρμογής ενός υβριδικού μοντέλου εξαρτημένης εργασίας.
Εργαζόμενοι μέσω ψηφιακών πλατφορμών, χαμηλής ή μεσαίας εξειδίκευσης, είτε με συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας είτε με βραχυχρόνια συμβόλαια παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών (gig economy).
Στη νέα αυτή μορφή απασχόλησης, τα όρια της διάκρισης μεταξύ της εξαρτημένης εργασίας και της εργασίας με τη μορφή της παροχής ανεξάρτητων υπηρεσιών είναι ασαφή και δυσδιάκριτα. Η αποτελεσματικότητα και η αποδοτικότητα της εργασίας αξιολογείται από εφαρμογή τεχνητής νοημοσύνης, καθορίζοντας με αυτόν τον τρόπο το ύψος της αμοιβής. Στον τομέα αυτό απαιτείται μια κοινωνικά καινοτόμος δημόσια πολιτική σε υπερεθνικό επίπεδο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προωθεί σχέδιο οδηγίας για την εργασία μέσω ψηφιακής πλατφόρμας.
Η υγειονομική κρίση επέδρασε ως καταλύτης και στη χώρα μας για την αξιοποίηση και την εφαρμογή των νέων τεχνολογιών από την πλευρά των επιχειρήσεων και των εργαζομένων. Η εξ αποστάσεως εργασία αξιοποιήθηκε και στην Ελλάδα σε πολύ μεγάλο βαθμό από τις επιχειρήσεις στον τομέα της παροχής υπηρεσιών και υπό προϋποθέσεις αυτό το μοντέλο καθίσταται αμοιβαία επωφελές για τις επιχειρήσεις και για τους εργαζόμενους, συνδυάζοντας την επαγγελματική σταδιοδρομία με την προσωπική και οικογενειακή ζωή.
Παρά την πρόοδο, η Ελλάδα παραμένει σχεδόν στάσιμη όσον αφορά τις ψηφιακές δεξιότητες (Digital Economy and Society Index, 2021), καθώς οι άλλες χώρες βελτιώνουν την επίδοσή τους, γεγονός που οφείλεται στην ελλιπή διασύνδεση της εκπαίδευσης με την αγορά εργασίας, στη διαρροή ταλέντων στο εξωτερικό και στο χαμηλό επίπεδο της αναβάθμισης δεξιοτήτων (upskilling) ή της επανεκπαίδευσης σε νέους τομείς (reskilling).
Τα νέα προγράμματα σπουδών θα πρέπει να στοχεύουν στις τεχνικές δεξιότητες που θα απαιτούνται από τους εργαζόμενους σε κάθε σχεδόν εργασία, στον αλφαβητισμό των δεδομένων, ώστε να γνωρίζουν οι εργαζόμενοι πώς να διαβάζουν τα δεδομένα και να τα μετατρέπουν σε επιχειρηματική αξία, και στον ανθρωπιστικό αλφαβητισμό, καθώς οι διαπροσωπικές και επικοινωνιακές δεξιότητες είναι απαραίτητες στη νέα εποχή. Ο ψηφιακός γραμματισμός εργαζομένων, ανέργων και πολιτών γενικά, αποτελεί αδήριτη ανάγκη για τη χώρα μας, καθώς φαίνεται να δημιουργείται χάσμα δεξιοτήτων στην αγορά εργασίας.
Όπως αναφέρει ο Yuval Noah Harari στα βιβλία του «Homo Deus» και «21 Lessons for the 21st Century», η αναγκαιότητα της συνεχούς προσαρμογής των δεξιοτήτων δημιουργεί μια διαρκή αναστάτωση στον εργαζόμενο, που απαιτεί την ενδυνάμωση των ψυχολογικών χαρακτηριστικών του, έτσι ώστε να γίνει πιο ανθεκτικός στη διαρκή αλλαγή, να μάθει πώς να μαθαίνει και να επαναπροσδιορίζει τον εαυτό του ώστε να παραμείνει απαραίτητος και να μην υπερκεραστεί από την τεχνητή νοημοσύνη.
Οι κοινωνικές δεξιότητες, όπως η κοινωνική, η συναισθηματική και η συλλογική νοημοσύνη, η κριτική σκέψη, η ικανότητα λήψης αποφάσεων και συνθετικής σκέψης, η ανάλυση δεδομένων αποφάσεων, σε συνδυασμό με την τεχνογνωσία μιας συγκεκριμένης τεχνικής εξειδίκευσης, έχουν καθοριστικό ρόλο για την εύρεση αλλά και για τη διατήρηση της εργασίας.
Η αγορά εργασίας παγκοσμίως αλλά και στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από τις διαρκείς ανακατατάξεις, καθώς νέα επαγγέλματα και εξειδικεύσεις δημιουργούνται, ενώ άλλα αντικαθίστανται από την τεχνητή νοημοσύνη και τη ρομποτική. Σύμφωνα με νέα δεδομένα, ακόμα και επαγγέλματα που απαιτούν για την εκτέλεσή τους νοητικές δεξιότητες ή είναι υψηλού εκπαιδευτικού επιπέδου είναι εκτεθειμένα στην τεχνητή νοημοσύνη. Ωστόσο, σύμφωνα με το World Economic Forum, υπολογίζεται ότι μέχρι το 2025, 85 εκατ. θέσεις θα χαθούν και άλλα 97 εκατ. θα δημιουργηθούν -και μάλλον δεν επαληθεύεται ο κίνδυνος για την υποκατάσταση της εργασίας από την τεχνητή νοημοσύνη.
Βέβαια, το ζήτημα της τεχνολογικής επανάστασης, των αλγόριθμων, των big data και των ψηφιακών δεξιοτήτων εγείρει ζητήματα που συνδέονται με τις κοινωνικές ανισότητες. Η διασφάλιση της πρόσβασης, της απόκτησης και της αναβάθμισης των ψηφιακών δεξιοτήτων των εργαζομένων και των ανέργων σε ένα εκθετικά μεταβαλλόμενο περιβάλλον συνιστά μείζονα πρόκληση κοινωνικής σημασίας.
Βιομηχανικός εργάτης χειρίζεται ηλεκτρονικά ρομποτικούς βραχίονες. Αν και δεν φαίνεται να επαληθεύεται ο κίνδυνος για την υποκατάσταση της εργασίας από την τεχνητή νοημοσύνη, η ανάγκη αναβάθμισης των ψηφιακών γνώσεων θα είναι διαρκής.
Στο πλαίσιο αυτό απαιτούνται συνεκτικά μέτρα δημόσιων πολιτικών όπως:
Στοχευμένες δράσεις για πρόσβαση στον ψηφιακό γραμματισμό των εργαζομένων και την απόκτηση ψηφιακών δεξιοτήτων μετά από σχετική αξιολόγηση του επιπέδου των γνώσεων, με σκοπό τη διατήρηση της θέσης εργασίας, και των ανέργων για την εξεύρεση εργασίας, μέσω της συμμετοχής όλων των εμπλεκομένων στην αγορά εργασίας.
Η δημιουργία Ψηφιακού Φορητού Ατομικού Εκπαιδευτικού Λογαριασμού (ΦΑΕΛ) ανά εργαζόμενο ή άνεργο, με την κατανομή συγκεκριμένων ποσών που θα διατίθενται για την κατάρτιση και την πιστοποίηση σε αναγνωρισμένα εκπαιδευτικά online προγράμματα και τη λήψη αντίστοιχων εκπαιδευτικών μονάδων που πιστώνονται στον ατομικό λογαριασμό κάθε δικαιούχου.
Η ενεργός διασύνδεση της έρευνας και των πανεπιστημίων με τις επιχειρήσεις και την αγορά εργασίας.
Η δημιουργία Κέντρων Τεχνολογικής και Κοινωνικής Καινοτομίας (Hub) για τον σχεδιασμό καινοτόμων δράσεων και προϊόντων στους τομείς της κυκλικής οικονομίας, των τεχνολογιών και του περιβάλλοντος.
Τα οφέλη στην εποχή των νέων τεχνολογιών πρέπει να συμβάλλουν στην κοινωνική ευημερία και την άμβλυνση των κοινωνικών ανισοτήτων, καθώς η «Κοινωνία 5.0» αντανακλά την κοινωνική διάσταση του ψηφιακού μετασχηματισμού.
*Ο κ. Κωνσταντίνος Αγραπιδάς είναι Γενικός Διευθυντής Εργασιακών Σχέσεων, Υγείας Ασφάλειας και Ένταξης στην Εργασία -Υπουργείο Εργασίας, Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου