Η πεποίθηση πως η φύση είναι ένα «σταθερό δεδομένο» στην υπηρεσία της ανθρωπότητας, κυριαρχεί για πολύ καιρό. Οι πιο ευαισθητοποιημένοι, όμως, έχουν συνειδητοποιήσει πως αυτή η αντίληψη θα οδηγήσει στην καταστροφή μας. Η προστασία του περιβάλλοντος δεν είναι πια σε δευτερεύουσα θέση στη λίστα όσων πρέπει να μας ανησυχούν. Στην πραγματικότητα, είναι επιτακτική ανάγκη και οφείλει να κυριαρχεί σε όλα τα μελλοντικά ερωτήματα σχετικά με τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Καθώς κράτη όπως η Βραζιλία και η Κίνα εκβιομηχανίζονται συνεχώς και η μεσαία τάξη τους διευρύνεται (και μάλιστα την ίδια στιγμή που οι ΗΠΑ απορρίπτουν τη Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή), είναι ζωτικής σημασίας για μικρότερες χώρες όπως η Χιλή -που επωμίζονται το μεγαλύτερο βάρος από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στο οικοσύστημα των θαλασσών- να εργαστούν για την προστασία του περιβάλλοντος, χωρίς να θυσιάσουν την οικονομική τους ανάπτυξη.
Το καλά νέα είναι πως η κρίσιμη κατάσταση του περιβάλλοντος μας έχει ευαισθητοποιήσει. Τα κακά νέα είναι πως έχουμε ήδη αργήσει. Είμαστε η τελευταία γενιά που οι έγκαιρες ενέργειές της μπορούν να αποτρέψουν μια πλανητική καταστροφή. Οι αποφάσεις που θα λάβουμε σήμερα, θα καθορίσουν αν το μέλλον μας θα έχει κλιματική σταθερότητα ή αν θα υπονομεύσουν την ασφάλεια και την επάρκεια των τροφίμων, του νερού και της ενέργειας στις επόμενες δεκαετίες.
Έχοντας κατανοήσει τη σημασία της ένταξης των περιβαλλοντικών ζητημάτων στον δημόσιο διάλογο για την ανάπτυξη, οδηγούμαστε αναπόφευκτα σε ερωτήσεις σχετικές με το κόστος των φιλοπεριβαλλοντικών πολιτικών. Η άμβλυνση και, κυρίως, η προσαρμογή και η σταδιακή αντικατάσταση των ξεπερασμένων παραγωγικών μοντέλων απαιτούν σημαντικούς πόρους. Αφού αποδεχτούμε την αντίληψη ότι η βραχυπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να είναι η μόνη κατευθυντήρια αρχή μας, τα επόμενα ερωτήματα είναι: Πόσο θέλουμε να επενδύσουμε σε αυτό; Πόσα θέλουμε να θυσιάσουμε;
Δεν υπάρχει εύκολη απάντηση. Ωστόσο, το κλειδί εδώ είναι να κατανοήσουμε ότι οποιαδήποτε οικονομική προσέγγιση οφείλει να αναγνωρίζει πως, ακολουθώντας αυτό τον δρόμο, οι επιπτώσεις είναι συγκριτικά πολύ λιγότερες -και ιδιαίτερα αν συνεξετάσουμε τα αυξανόμενα επίπεδα του διοξειδίου του άνθρακα.
Κάθε μέρα, νέες μελέτες αποδεικνύουν τις επιπτώσεις της αδράνειάς μας: ξηρασίες, δασικές πυρκαγιές, έντονες καταιγίδες ή ακραίες βροχοπτώσεις, με έντονες επιπτώσεις στις καλλιέργειες, την κτηνοτροφία ή τις υποδομές. Το κόστος της κλιματικής αλλαγής είναι επίσης εμφανές στην αναγκαστική μετακίνηση εκατομμυρίων ανθρώπων και στα συστήματα δημόσιας υγείας, που ξαφνικά πιέζονται να ανταποκριθούν σε νέα επιδημιολογικά σενάρια.
Ένας (κάποτε) ψαράς και μια βάρκα στη λίμνη Poopό, στη Βολιβία. Η λί μνη, κάποτε η δεύτερη μεγαλύτερη της χώρας, έχει γίνει μια ξερή, αλμυρή έκταση και πολλοί από τους ανθρώπους που είχαν ζήσει από τα νερά της για γενιές, αναγκάστηκαν να μεταναστεύσουν.
Σύμφωνα με την Παγκόσμια Τράπεζα, ο αντίκτυπος των φυσικών καταστροφών από ακραία φαινόμενα ισοδυναμεί με απώλεια ετήσιας κατανάλωσης ύψους 520 δισ. δολαρίων. Στην πραγματικότητα, η αλλαγή του κλίματος θα μπορούσε να οδηγήσει 100 εκατομμύρια ανθρώπους σε κατάσταση ακραίας φτώχειας έως το 2030. Όπως έχουν επισημάνει ήδη πολλοί εμπειρογνώμονες, αν δεν καταφέρουμε να αντιμετωπίσουμε την κλιματική αλλαγή, απλώς αναιρούμε τη μέχρι τώρα ανάπτυξη.
Αυτό είναι ένα έργο που αναλάβαμε, έστω και κατά ένα μέρος του, στη Χιλή. Χάρη σε μια επιθετική ενεργειακή ατζέντα που ορίστηκε το 2014, κατά τη διάρκεια της δεύτερης θητείας μου ως προέδρου, έχουμε τριπλασιάσει τις προμήθειες από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στο ενεργειακό μας μίγμα και έχουμε μειώσει το κόστος της «πράσινης ενέργειας» από τα 130 δολάρια στα 32 δολάρια ανά μεγαβατώρα.
Πριν από το 2014 δεν ήμασταν απλά εξαρτημένοι από την εισαγωγή ενέργειας από άλλες χώρες, αλλά ήμασταν και στο έλεος των μεγάλης διάρκειας και έντονων ξηρασιών. Έκτοτε, εκμεταλλευθήκαμε τη δύναμη του ήλιου και του ανέμου στις ερήμους και τις ακτές μας, όπως και τα ηφαίστειά μας για την παραγωγή γεωθερμικής ενέργειας. Έχουμε αυξήσει την έκταση των ωκεάνιων υδάτων που τελούν υπό κρατική προστασία για να διατηρήσουμε τους αλιευτικούς μας πόρους και το οικοσύστημα των ακτογραμμών μας. Σε συνεργασία με τον ιδιωτικό τομέα, πετύχαμε να αυξήσουμε τα προστατευόμενα εδάφη μας σε μια έκταση όση η Ελβετία, το οποίο προσφέρει τεράστιες δυνατότητες για την αειφόρο τουριστική ανάπτυξη. Επίσης, επενδύσαμε στο μέλλον θεσπίζοντας «πράσινους φόρους» και απαγορεύοντας τις πλαστικές σακούλες.
Έχει αποδειχθεί ότι τα παραγωγικά μοντέλα μπορούν να εξελιχθούν. Όπως έχουν ανακαλύψει και οι κάτοικοι της Ισλανδίας και της Κόστα Ρίκα, διαπιστώσαμε ότι η μείωση των εκπομπών ρύπων είναι αποδοτική. Επίσης, αποδείξαμε ότι όλες οι χώρες, μικρές και μεγάλες, μπορούν να προωθήσουν τις δικές τους λύσεις στις περιβαλλοντικές προκλήσεις.
Ωστόσο, εάν θέλουμε στ’ αλήθεια μια παγκόσμια μεταλλαγή, δεν μπορούμε να περιμένουμε απ’ όλες τις χώρες να κάνουν τις ίδιες ενέργειες και μάλιστα μόνες τους. Πρέπει να δεσμευτούμε όλοι μαζί για την υπεράσπιση του κοινού καλού και την εξισορρόπηση της οικονομικής ανάπτυξης, της δημιουργίας θέσεων απασχόλησης και των περιβαλλοντικών αναγκών. Όσο συνεχίζουμε να πράττουμε με τον ίδιο τρόπο, αποτυγχάνουμε. Αυτή η συνέχεια έχει γίνει ένα μοιραίο μονοπάτι εν μέσω της εκρηκτικής αύξησης των πληθυσμών, της αυξανόμενης ζήτησης ενέργειας και των επικίνδυνων καταναλωτικών μας συνηθειών. Η διεθνής συνεργασία, με πρωτοβουλίες όπως η Συμφωνία των Παρισίων και η Ατζέντα για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη 2030, παρέχει ένα πλαίσιο για τον συντονισμό των προσπαθειών, την υποστήριξη των χωρών που υστερούν και την υποβολή εναλλακτικών προτάσεων.
Παράλληλα, όμως, πρέπει να κινηθούμε με μια στρατηγική -όπως και οι Ηνωμένες Πολιτείες με το Σχέδιο Μάρσαλ, που προσέφερε οικονομική βοήθεια στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο- που θα επιταχύνει τις ενέργειές μας, θα επιτρέπει στις βιώσιμες επενδύσεις μας να κάνουν τη διαφορά και, μεταξύ άλλων, θα απορροφά τους κινδύνους από την αλλαγή των παραγωγικών διαδικασιών που απαιτούν οι οικονομίες μας.
Για παράδειγμα, όταν εξετάζουμε τον μετασχηματισμό της αγοράς ενέργειας, εμφανίζεται ένας κόσμος ανεκμετάλλευτων δυνατοτήτων. Το σχέδιο Drawdown (μη κερδοσκοπικός περιβαλλοντικός συνασπισμός) εκτιμά ότι η αύξηση της παγκόσμιας παραγωγής αιολικής ενέργειας στην ξηρά κατά 21,6% μέχρι το 2050, θα μειώσει τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα στους 84,6 γιγατόνους και θα εξοικονομήσει 7,4 τρισεκατομμύρια δολάρια.
Ήρθε, λοιπόν, η ώρα να αξιολογήσουμε το είδος της ανάπτυξης που θα μας οδηγήσει σε συνοχή και ειρήνη. Γιατί τελικά αυτό είναι το θέμα: η επιβίωση της ανθρωπότητας να γίνει σωστά.
*Η Michelle Bachelet είναι η πρώτη γυναίκα πρόεδρος της Χιλής (2006-2010, 2014-2018) - Ύπατη Αρμοστής του ΟΗΕ για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.