Η βιομηχανία του θεάματος είναι… υπερπλήρης από περιεχόμενο. Ως εκεί συμφώνησαν όλοι. Το αν αυτό το περιεχόμενο είναι αποτέλεσμα μιας χρυσής εποχής δημιουργίας ή μιας εποχής ματαιόδοξης υπερβολής, όπου η επικέντρωση στην ποσότητα έχει βλάψει την ποιότητα, συζητήθηκε έντονα από μια ομάδα στελεχών της βιομηχανίας του θεάματος στο DealBook Summit 2022.
Τη συζήτηση συντόνισε ο Brooks Barnes, ανταποκριτής του Hollywood για τους «New York Times». Συμμετείχαν οι: Gail Berman (πρόεδρος και διευθύνουσα σύμβουλος της Jackal Group), Aryeh Bourkoff (ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της LionTree), Chris Cocks (διευθύνων σύμβουλος της Hasbro), Scott Galloway (καθηγητής marketing στο NYU’s Stern School of Business, συγγραφέας, ιδρυτής της Prof G Media), Liz Garbus (σκηνοθέτης, παραγωγός, συν-ιδρύτρια της Story Syndicate), Michael R. Jackson (σεναριογράφος και συνθέτης-στιχουργός της The Living Michael Jackson, Inc.), David Linde ( διευθύνων σύμβουλος της Participant), Charles Rivkin (πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Motion Picture Association), Stacy Spikes (διευθύνων σύμβουλος της MoviePass) και Cyma Zarghami (ιδρύτρια και διευθύνουσα σύμβουλος της MIMO Studios).
«Αυτή είναι μια χρυσή εποχή για τους δημιουργούς περιεχομένου και την αφήγηση παραμυθιών», δήλωσε ο Scott Galloway, καθηγητής μάρκετινγκ στο Stern School of Business του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και δημοφιλής παρουσιαστής podcast. «Το Netflix πρόκειται να δαπανήσει περισσότερα για περιεχόμενο φέτος απ’ ότι δαπανήθηκε για όλο το περιεχόμενο στην τηλεόραση και στις κινηματογραφικές αίθουσες ολόκληρη τη δεκαετία του 1980!».
Αλλά ο Michael R. Jackson, συγγραφέας που έχει βραβευθεί με Pulitzer, διαφώνησε σφόδρα. «Αυτό που περιγράφετε ως χρυσή εποχή για μένα μοιάζει κίβδηλη, επειδή πραγματικά πιστεύω ότι πολλή από την ποιότητα έχει θυσιαστεί στον βωμό της αφθονίας», είπε. «Θέλω περισσότερη φινέτσα. Θέλω περισσότερους ποιοτικούς ελέγχους». Ο κ. Τζάκσον είπε χαριτολογώντας ότι ήθελε «to make gatekeepers great again», να κάνει τους ελεγκτές σπουδαίους και πάλι.
Η δεκαμελής ομάδα με συντονιστή τον Brooks Barnes, ανταποκριτή των «New York Times» στο Hollywood, κλήθηκε να απαντήσει στο ερώτημα «Ποιο είναι το μέλλον της ψυχαγωγίας;». Προσέγγισαν το ζήτημα κυρίως σε τρία σημεία: δημιουργία περιεχομένου, πλατφόρμες υποδοχής, όπως υπηρεσίες streaming και κινηματογραφικές αίθουσες, και οικονομικά μοντέλα που προσφέρουν τα σωστά κίνητρα και τις ανταμοιβές ώστε να ολοκληρωθεί ένα έργο.
Όπως πολύ συχνά συμβαίνει, τη συζήτηση για το περιεχόμενο μονοπώλησε το TikTok, με τα μέλη της ομάδας να εκφράζονται έντονα γι’ αυτήν την πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης.
Μιλώντας στο συνέδριο του DealBook 2022, η Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Janet Yellen χαρακτήρισε το TikTok εθνική απειλή. Ο κ. Galloway συμφώνησε, αποκαλώντας αυτήν την κινεζική εφαρμογή «το απόλυτο εργαλείο προπαγάνδας». «Αν ξαφνικά η Disney Plus, η Hulu, το Netflix, η HBO Max μεταβιβάζονταν σε κινεζικά χέρια, δηλαδή σε ιδιοκτησία του Κομουνιστικό Κόμμα της Κίνας, θα ήμασταν εντάξει μ’ αυτό;», ρώτησε. «Γιατί νομίζω ότι περί αυτού πρόκειται».
Ωστόσο, άλλοι στην ομάδα έβλεπαν το TikTok σαν ένα μέσο που προσελκύει νέους θεατές, όχι σαν μέσο που κανιβαλίζει μερίδια αγοράς. Ο David Linde, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας παραγωγής Participant, είπε ότι ένας νεαρός υπάλληλος τους έπεισε να προμοτάρουν μία από τις ταινίες τους, το «Judas and the Black Messiah» στο TikTok. «Το ανεβάσαμε στο TikTok και το είδε 1 εκατομμύριο κόσμος μέσα σε… δεν ξέρω… ένα δίωρο ή κάτι τέτοιο. Αυτό είναι απίστευτη επίδοση», είπε.
Κανείς δεν υποστηρίζει, βέβαια, ότι το να παρακολουθείς μία 90λεπτη ταινία σε αποσπάσματα των 25 δευτερολέπτων στο TikTok είναι κάτι θετικό. Όμως, η κουβέντα για νέες και διαφορετικές μορφές περιεχομένου οδήγησε σε μια καρποφόρα συζήτηση σχετικά με το αν οι πλατφόρμες streaming ήταν μια δόκιμη εναλλακτική λύση για τις θεατρικές παρουσιάσεις ή εάν η χρήση των υπηρεσιών αυτών αλλοίωνε τη μορφή του περιεχομένου.
Η Gail Berman, που διοικούσε ένα studio ταινιών (Paramount) και ένα τηλεοπτικό δίκτυο (Fox Broadcasting’s entertainment division) είχε την άποψη ότι η τέχνη πρέπει να προσαρμόζεται στη μορφή. Μέσω της εταιρείας παραγωγής της, του Jackal Group, είχε επιτυχία φέτος με την ταινία «Elvis» στους κινηματογράφους και τη σειρά «Wednesday» στο Netflix. «Πώς θα μπω σε μια αγορά, είτε πρόκειται για σειρά 8 επεισοδίων είτε για μια ταινία;», είπε. «Πώς μπορώ να προσεγγίσω ένα κοινό στο οποίο έχω κάτι να πω, στο οποίο ο καλλιτέχνης με τον οποίο συνεργάζομαι έχει κάτι να πει; Η ικανότητα να βγάζω τα προς το ζην από αυτό είναι πραγματικά μια πολύ δύσκολη πρόκληση».
Ο κ. Linde αναφέρθηκε στην ταινία «Roma» που κέρδισε το Oscar Καλύτερης Ξένης Ταινίας το 2019 ως παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο ορισμένες ταινίες μπορεί να έχουν παράλληλη πορεία, τόσο στους κινηματογράφους όσο και στις πλατφόρμες straming. «Η προβολή στις κινηματογραφικές αίθουσες είναι πολύ σημαντική για ορισμένους δημιουργούς», είπε. «Με το να επιλέγουμε να αποκλείουμε αυτήν την επιλογή, ίσως στερούμε από την εταιρεία μας τη δυνατότητα συνεργασίας με κινηματογραφιστές με τους οποίους θα θέλαμε να συνεργαστούμε; Είναι πιθανό».
Μία υβριδική παρουσία, ωστόσο, είναι δύσκολη διότι πολλές κινηματογραφικές αλυσίδες απαιτούν χρονική απόσταση αρκετών μηνών προτού μια ταινία διατεθεί στο διαδίκτυο.
Ο Charles Rivkin, πρώην διπλωμάτης που είναι τώρα πρόεδρος της Motion Picture Association, μίλησε για τη μεγάλη εικόνα. «Από καταβολής κόσμου, η βιομηχανία μας κινδύνεψε πολλές φορές να καταστραφεί», είπε. «Το VHS είχε απειλήσει να καταστρέψει τα πάντα, αλλά ξέρετε κάτι, όλα πήγαν -και θα πάνε- μια χαρά».
Πέρα από την τέχνη και τη διανομή, το ερώτημα πώς μπορούν όλοι στο φάσμα της ψυχαγωγίας να κερδίσουν χρήματα, είναι ένα μεγάλο θέμα με τα σημερινά μοντέλα λειτουργίας.
Τόσο ο κ. Linde όσο και η κ. Berman είπαν ότι ομάδες που δεν είχαν πάντα κοινά συμφέροντα -όπως οι ηθοποιοί και οι παραγωγοί- ελπίζουν σε μια απεργία στο Hollywood. Κάτι τέτοιο θα μπορούσε ίσως να επιτύχει την επανεκκίνηση και την επανεξέταση του τρόπου με τον οποίο κερδίζονται και διανέμονται τα έσοδα, είπαν.
Μια πτυχή είναι ο τρόπος με τον οποίο οι πλατφόρμες streaming πληρώνουν για περιεχόμενο, κάτι που διαφέρει από ένα παλαιότερο σύστημα στο οποίο οι βασικοί συντελεστές λάμβαναν τις λεγόμενες «συμφωνίες back-end» - επιτρέποντάς τους να εισπράττουν δικαιώματα από εκπομπές και ταινίες για χρόνια μετά την κυκλοφορία τους.
«Έκανα την παραγωγή για μια σειρά με τίτλο “Buffy, the Vampire Slayer”, μια άλλη με τίτλο “Malcolm in the Middle”, μία με τίτλο “Angel” και απ’ όλες είχα ένα μέρος από τα δικαιώματα», είπε η κ. Berman. «Αυτό ήταν πολύτιμο για μένα και την οικογένειά μου, ένα περιουσιακό στοιχείο, και συνειδητοποιώ ότι, αν το κάνω καλά και μαζέψω όλα τα κομμάτια δικαιωμάτων μαζί, όχι μόνο θα εισπράξω μια αξιοπρεπή αμοιβή, αλλά αυτό θα διαρκέσει και για χρόνια».
Στο τέλος, αρκετοί συμφώνησαν ότι, για όλο αυτό, θα αποφασίσουν οι καταναλωτές. «Τα πιο επιτυχημένα μέσα είναι τα ψηφιακά, που έχουν τους περισσότερους αποδέκτες», είπε ο Aryeh Bourkoff, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της επενδυτικής τράπεζας LionTree. «Πρέπει να δώσεις στον καταναλωτή πολλές επιλογές».
Για τους παραγωγούς, ιδιαίτερα εκείνους στις πλατφόρμες streaming, καίριο θα είναι να βγάλουν κέρδη το 2023, είπε. «Ζούμε τα παλιά, καλά χρόνια που η κερδοφορία μετρά -όσο βαρετό κι αν ακούγεται αυτό».
Τα συμπεράσματα
• Αποκτήστε ταυτότητα: Οι πλατφόρμες ροής θα πρέπει να διακρίνονται και να είναι αναγνωρίσιμες όπως κάποτε ήταν το MTV και το Nickelodeon.
• Καιρός για κέρδη - όχι για ποσότητα: Το 2023 θα είναι το έτος κατά το οποίο οι πλατφόρμες ροής θα πρέπει να είναι κερδοφόρες - και ίσως να ξανασκεφτούν τα μοντέλα εσόδων τους.
• Νέος τρόπος αμοιβών: Οι επιλογές για διανομή τώρα είναι πολλές, αλλά οι δημιουργοί και οι παραγωγοί διαφωνούν για τον τρόπο με τον οποίο αποζημιώνονται για τη δουλειά τους.
*Ο Paul Sullivan είναι αρθρογράφος της στήλης Wealth Matters από το 2008 ως το 2021. Ιδρυτής της TheCompanyofDads.com, ενός ιστοτόπου εργασίας και γονεϊκής που απευθύνεται σε μπαμπάδες. Συγγραφέας του βιβλίου «Η λεπτή πράσινη γραμμή: Τα μυστικά των Υπερπλούσιων - Γιατί κάποιοι άνθρωποι αριστεύουν υπό πίεση και άλλοι όχι».
© 2022 The New York Times Company