Εκτεταμένα αποσπάσματα από τη συζήτηση στο πάνελ «Η Δημοκρατία σε πιο καυτούς καιρούς», που είχε την υποστήριξη του Climate Democracy Initiative και του Πανεπιστημίου της Arizona, στο Athens Democracy Forum 2023.
Συντονίστρια: Liz Alderman, επικεφαλής ανταποκρίτρια για ζητήματα ευρωπαϊκής επιχειρηματικότητας των «The New York Times».
Συμμετείχαν:
Ann Florini, καθηγήτρια πρακτικής στο Arizona State University και επιστημονική συνεργάτρια στο New America Political Reform Program
Daniel Lindvall, senior researcher στο Climate Change Leadership Initiative του Πανεπιστημίου της Uppsala
Michael Oppenheimer, καθηγητής γεωεπιστήμης και διεθνών σχέσεων στην έδρα Albert G. Milbank, διευθυντής του Κέντρου Πολιτικών Ερευνών, Ενέργειας και Περιβάλλοντος στο Πανεπιστήμιο του Princeton.
LIZ ALDERMAN: Michael, είναι οι δημοκρατικοί μας θεσμοί πραγματικά σε θέση να αντιμετωπίσουν την έκτακτη ανάγκη της κλιματικής αλλαγής;
MICHAEL OPPENHEIMER: Από όσο μπορώ να πω, κανείς θεσμός δεν είναι ακριβώς σε θέση για κάτι τέτοιο αυτή τη στιγμή. Όπως το σκέφτομαι, το πιο προβληματικό κομμάτι αυτού που βλέπουμε είναι ότι το μεσοδιάστημα μεταξύ ακραίων φυσικών συμβάντων -όπως οι ακραίοι καύσωνες, οι τυφώνες σε ορισμένες περιπτώσεις, οι παράκτιες ή οι ενδοχώριες πλημμύρες- συρρικνώνεται. Αυτό σημαίνει ότι έχουμε όλο και λιγότερο χρόνο προσαρμογής. Για παράδειγμα, ενώ σε κάποια δεδομένη παράκτια τοποθεσία το νερό μπορεί να έφτανε την ανώτατη πλημμυρική στάθμη μία φορά σε διάστημα 100 ετών, τώρα σε πολλές τοποθεσίες το φαινόμενο τείνει να γίνει ετήσιο -και αυτό έως τα μέσα του αιώνα που διανύουμε.
Τι συμβαίνει όταν τέτοια πλημμυρικά φαινόμενα εμφανίζονται, ας πούμε, κάθε 10 ή 20 χρόνια; Σε μια τέτοια κατάσταση δεν υπάρχει ανάκαμψη. Αντί να βλέπουμε κυβερνήσεις που να ανταποκρίνονται στον κίνδυνο -ή μάλλον στην καταστροφή που επέρχεται όταν δεν έχεις προετοιμαστεί να αντιμετωπίσεις τον κίνδυνο- βλέπουμε ότι δεν εντείνουν τις προσπάθειές τους, δεν προσαρμόζονται σε αυτό που γνωρίζουν ότι θα συμβεί -και συμβαίνει. Δεν είναι πολύ καλές στον σχεδιασμό της ανάκαμψης μετά την καταστροφή.
Οπότε είμαστε σε μια κατάσταση όπου μία από τις βασικές υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν οι κυβερνήσεις, η προστασία της ζωής και της ακεραιότητας, δεν εκπληρώνεται όπως θα έπρεπε.
L.A.: Και πώς το ξεπερνάμε αυτό; Ann, έχεις εργαστεί στην κατεύθυνση της αναζωογόνησης του ενδιαφέροντος των δημοκρατιών σε ό,τι αφορά την κλιματική πολιτική και πρακτική. Ποια λύση προωθείς για να βελτιωθούν οι διαδικασίες στις δημοκρατίες στο θέμα αυτό;
ANN FLORINI: Νομίζω ότι μεγάλο μέρος της λύσης αποτελεί το να πάψουμε να την περιμένουμε συνεχώς από τις κεντρικές κυβερνήσεις. Δεν είναι κατ’ ανάγκην εκεί το πεδίο όπου θα υπάρξει σημαντική δράση. Ο λόγος που ενώνουμε τις δυνάμεις μας και γινόμαστε ένα ώστε να απαντήσουμε στην κλιματική κρίση και στην επείγουσα κατάσταση της δημοκρατίας -και μάλιστα σε μια περίσταση τόσο περίπλοκη, στην οποία αντιμετωπίζουμε ήδη τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής- είναι ότι δεν υπάρχει περίπτωση οποιαδήποτε κεντρική αρχή να καταφέρει να έχει αποτέλεσμα. Αυτό που χρειάζεται είναι να δημιουργηθεί ο χώρος για την αυτοοργάνωση των πολιτών σε μαζική κλίμακα.
Υπάρχει ένας αριθμός πειραματικών περιπτώσεων στις οποίες τοπικές κοινωνίες αποφασίζουν μόνες τους για τους κοινούς τους πόρους. Αυτό που δεν έχουν τώρα είναι πληροφόρηση. Λόγω μιας ολόκληρης δέσμης ιστορικών παραγόντων που υφίστανται τις τελευταίες αρκετές δεκαετίες, στις δημοκρατίες δεν έχουμε πια τις συνήθειες της εμπλοκής των πολιτών σε πεδία πλην της εκλογικής διαδικασίας. Έτσι, σε αυτές τις περιοχές θα μπορούσε κάποιος πραγματικά να δει τη δυνατότητα για αλλαγή.
Ένας κυκλώνας έπληξε την επαρχία Rio Grande do Sul στη Βραζιλία, προκαλώντας πλημμύρα.
DANIEL LINDVALL: Θα έλεγα ότι, συλλογικά, αυτή είναι η μεγαλύτερη πρόκληση που έχουμε δει ποτέ για τη Δημοκρατία και την αντοχή της Μπαίνουμε σε αχαρτογράφητη περιοχή. Δεν ξέρουμε πώς ακριβώς θα αντιδράσουν σε αυτό οι δημοκρατίες, πώς θα αντιδράσουν οι άνθρωποι. Νομίζω ότι αυτές οι καταστάσεις μπορούν φυσικά να δημιουργήσουν κάποιο παράθυρο ευκαιρίας, όπου οι άνθρωποι μπορούν να έρθουν κοντά, όπως έλεγε πριν η Ann, και να δημιουργηθεί κάποιου είδους αλληλεγγύη γύρω από αυτήν την κατάσταση.
Ωστόσο, θα έλεγα, δυστυχώς, απ’ ό,τι μας δείχνουν έως τώρα τα στοιχεία για τις κλιματικές επιπτώσεις, οι περισσότερες από αυτές οδηγούν σε μεγαλύτερα κοινωνικά και οικονομικά χάσματα.
Ο λόγος γι’ αυτό είναι ότι ορισμένες από τις επιπτώσεις είναι η διατροφική ανασφάλεια και οι αυξανόμενες τιμές των τροφίμων, οι οποίες- γνωρίζουμε από την ιστορία- είναι σοβαρά ζητήματα σε ό,τι αφορά την πολιτική σταθερότητα. Κανονικά οι παράγοντες αυτοί οδηγούν σε κοινωνική αναταραχή και θα μπορούσαν να οδηγήσουν στην κατάρρευση των θεσμών. Οπότε, αν δεν μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τη διατροφική ανασφάλεια, θεωρώ ότι σε ορισμένα μέρη του κόσμου οι δημοκρατίες θα κινδυνεύσουν.
Η Ελλάδα γνώρισε μια σειρά καταστροφών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή, μεταξύ των οποίων και η πλημμύρα στην περιοχή του Βόλου, μετά τις ισχυρές βροχοπτώσεις που προκάλεσε η καταιγίδα Elias.
L.A.: Αυτό που όλοι λέτε οδηγεί στο ερώτημα που ανακύπτει διαρκώς: Είναι οι Δημοκρατίες σε θέση να αντιμετωπίσουν αυτή την κρίση; Υπάρχει μια σχολή σκέψης που βασικά λέει «όχι», ότι θα πρέπει να κοιτάξουμε περισσότερο προς χώρες όπως η Κίνα ή προς πιο αυταρχικά καθεστώτα.
Α.F.: Σε καμία περίπτωση. Η αυταρχική διακυβέρνηση είναι η χειρότερη δυνατή απάντηση στην επείγουσα ανάγκη της κλιματικής αλλαγής, γιατί αν χρειάζεσαι δυναμική εμπλοκή των πολιτών, ας σκεφτούμε τι είναι αυτό που δεν κάνουν τα αυταρχικά καθεστώτα: Δεν δίνουν περισσότερη δύναμη στους πολίτες. Δεν τους δίνουν πληροφορίες ώστε να πάρουν τις δικές τους αποφάσεις.
Δεν επιτρέπουν την αμφισβήτηση σχετικά με το τι πρέπει να γίνει. Μπορεί να είναι πολύ καλά στο να χτίσουν μια μεγάλη μονάδα ηλιακής ενέργειας, που είναι σημαντικό κομμάτι της λύσης, αλλά είναι ένα μικρό μόνο μέρος μιας πολύ μεγαλύτερης δέσμης θεμάτων.
Η ιδέα ότι ένα αυταρχικό καθεστώς θα έχει τα συστήματα πληροφόρησης, την ευελιξία και το σθένος να αντιμετωπίσει την επείγουσα ανάγκη της κλιματικής αλλαγής στο χρονικό βάθος πολλών επόμενων γενεών, είναι για μένα αυταπόδεικτα αστεία. Αλλά και οι δημοκρατίες μας σήμερα δεν είναι έτοιμες.
L.A.: Οπότε νομίζω ότι, όταν οι άνθρωποι ρωτούν κατά πόσο το αποκαλούμενο αυταρχικό μοντέλο θα ήταν πιο αποτελεσματικό, κάνουν περισσότερο μια αναφορά στο γεγονός ότι, σε αντίθεση με τις δυτικές χώρες, στο μοντέλο αυτό δεν έχουμε εκλογικούς κύκλους 2 ή 4 ετών. Άρα μπορείτε να δείτε εδώ κάτι ενδιάμεσο;
D.L.: Εκπονήσαμε μια μελέτη στην οποία συγκρίναμε βασικά όλα τα στοιχεία που έχουμε για την επίδοση της κλιματικής πολιτικής διαφόρων κυβερνητικών συστημάτων και μπορούμε να δούμε ότι οι Δημοκρατίες έχουν πολύ καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά την υιοθέτηση πιο φιλόδοξων πολιτικών. Όταν πρόκειται για τις εκπομπές άνθρακα, είναι δύσκολο να πει κανείς. Κι αυτό γιατί οι εκπομπές άνθρακα είναι πολύ στενά συνδεδεμένες με την οικονομική ανάπτυξη, κάτι ως ένα βαθμό είναι πέραν του πολιτικού συστήματος.
Η διάδοση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας θα έχει διαφορετικές κοινωνικές, οικονομικές και πολιτισμικές συνέπειες και θα πρέπει μια κυβέρνηση να μπορεί να επεξεργάζεται σχόλια και να δίνει στοιχεία για το πού πηγαίνουν οι επενδύσεις και ποιου είδους συνέπειες έχει η ακολουθούμενη πολιτική, ώστε να μπορέσει να διορθωθεί.
Η Ανατολική Ακτή των ΗΠΑ σφυροκοπούνταν για μέρες από τις ισχυρές βροχοπτώσεις της τροπικής καταιγίδας Ophelia.
Μ.O.: Το πραγματικό πρόβλημα, όπως είπες, Liz, είναι ότι καμία μορφή κυβέρνησης δεν κάνει πολύ καλή δουλειά. Έχουμε δει μεγάλες αλλαγές στις αγορές ανανεώσιμης ενέργειας, οι οποίες έχουν εν μέρει να κάνουν με κρατικές επιδοτήσεις, αλλά και με την επινοητικότητα και το συνταίριασμα της ελεύθερης αγοράς με την κυβερνητική δράση. Το δικό μας σύστημα τώρα κάνει μέτρια δουλειά στη μείωση των εκπομπών και είναι χάλια όσον αφορά την προσαρμογή. Πρέπει να βελτιωθούμε και στα δύο -και γρήγορα.
L.A.: Πώς εξηγείτε την συνεχιζόμενη αντίδραση πολιτικών σχηματισμών στη δράση για την κλιματική αλλαγή στις ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο κ.α.;
Α.F.: Είναι η βιομηχανία ορυκτών καυσίμων. Είναι πολύ-πολύ-πολύ ισχυρά συμφέροντα που με τα κεφάλαιά τους έχουν διεισδύσει στο πολιτικό σύστημα σε μαζική κλίμακα. Αλλά αυτό δεν είναι κάτι διαπραγματεύσιμο, γιατί το άλλο μέρος της διαπραγμάτευσης είναι η μητέρα-φύση και η μητέρα-φύση δεν διαπραγματεύεται. Και έχει πάντα τον τελευταίο λόγο.
© 2023 The New York Times Company