Χρειαζόμαστε νέο ρυθμιστικό πλαίσιο

Ο ψηφιακός μετασχηματισμός της χώρας αργεί, καθώς η αγορά των telecoms είναι εγκλωβισμένη στον ασθενή ανταγωνισμό και στην έλλειψη κινήτρων για επενδύσεις.

Χρειαζόμαστε νέο ρυθμιστικό πλαίσιο

Τη σαφή πρόοδο αλλά και τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο ψηφιακός μετασχηματισμός στη χώρα με βάση τα στοιχεία της Ε.Ε., επισημαίνει η Viktoryia Boklag, CEO της United Group, μητρικής εταιρείας της Nova. Στο πλαίσιο αυτό, καταθέτει τις προτάσεις της για την εξομάλυνση της κατάστασης, διατυπώνει τις εκτιμήσεις της για το μέλλον της αγοράς και αποτιμά τη θέση και το επενδυτικό πρόγραμμα της Nova.

Πιστεύετε ότι η Ελλάδα θα κερδίσει το στοίχημα του ψηφιακού μετασχηματισμού; Ποια θετικά και ποια αρνητικά χαρακτηριστικά εντοπίζετε στη προσπάθεια αυτή;

Τα τελευταία χρόνια όλοι γνωρίζουμε ότι υπάρχει πρόοδος αναφορικά με την ψηφιοποίηση υπηρεσιών, μέσω του gov.gr. Χιλιάδες υπηρεσίες έχουν ψηφιοποιηθεί εξοικονομώντας χρόνο και κόπο στους πολίτες. Επίσης, το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας επιταχύνει τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημόσιου τομέα, με μια σειρά από έργα μεγάλης κλίμακας που εκτείνονται σε διάφορους τομείς. Ωστόσο, ο δημόσιος τομέας αντιμετωπίζει το αδιέξοδο του «Σύζευξις II», ενός φιλόδοξου έργου που είχε ως στόχο την παροχή ψηφιακής υποδομής σε 34.000 κυβερνητικά κτίρια, που -από την έναρξή του το 2016- σημειώνει διαρκώς καθυστερήσεις και μικρή πρόοδο, που διακινδυνεύουν και τη χρηματοδότηση της Ε.Ε.

Εξετάζοντας πού βρίσκεται η Ελλάδα έναντι των εταίρων της, η εικόνα είναι ζοφερή. Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 25η θέση, σε σύνολο 27, στον Δείκτη Ψηφιακής Οικονομίας και Κοινωνίας (DESI) του 2022, του εργαλείου που χρησιμοποιεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή για την παρακολούθηση της προόδου του ψηφιακού μετασχηματισμού. Στους πυλώνες της ψηφιακής υποδομής, η Ελλάδα κατατάσσεται επίσης μεταξύ της 25ης και της 27ης θέσης, γεγονός που σηματοδοτεί ότι υπολειπόμαστε έναντι των ομότιμών μας στην πρόοδο προς την ψηφιακή κοινωνία.

Επίσης, δεν έχει σημειωθεί πρόοδος στην έκθεση DESI του 2023, στην οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναφέρει ότι «η Ελλάδα εξακολουθεί να στερείται ολοκληρωμένης στρατηγικής κατεύθυνσης για τις επενδύσεις και τις πρωτοβουλίες που ευθυγραμμίζονται με τον στόχο της ψηφιακής δεκαετίας του 2030, για συνδεσιμότητα Gigabit για όλους». Επίσης, ο δείκτης Ψηφιακές Ποιότητες Ζωής (Digital Quality of Life) του 2023 επιβεβαιώνει την αξιολόγηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής που κατατάσσει την Ελλάδα 28η σε 38 ευρωπαϊκές χώρες, συμπεριλαμβανομένων των χωρών εκτός Ε.Ε.

Η Ελλάδα έχει καθυστερήσει να υιοθετήσει τις διεθνείς βέλτιστες πρακτικές που προάγουν τον ανταγωνισμό στις υποδομές, την επιτάχυνση της ζήτησης για οπτική ίνα στο σπίτι και κοινή χρήση υποδομών από τους παρόχους. Σχεδόν 6 χρόνια μακριά από τους στόχους μας για την ψηφιακή δεκαετία του 2030, που στοχεύει στην παροχή «τεχνολογιών αιχμής για τους ανθρώπους», είναι επιτακτικό για τη ρυθμιστική αρχή να αξιοποιήσει στο έπακρο τον χρόνο που απομένει, βοηθώντας την Ελλάδα να επιτύχει τους στόχους της ψηφιακής ατζέντας της Ε.Ε.

Επιπλέον, ο Έλληνας καταναλωτής πληρώνει υπερβολικά για το πραγματικό γρήγορο Internet άνω των 100 Mbps. Το ισχύον μοντέλο τιμολόγησης για τη χονδρική, που ορίζεται από την ανεξάρτητη αρχή ΕΕΤΤ, έχει διαμορφωθεί με τέτοιο τρόπο ώστε να μην προσφέρονται κίνητρα στον καταναλωτή για να μεταβεί από τον χαλκό στις οπτικές ίνες, κάτι που αποτελεί προϋπόθεση για την ψηφιακή μετάβαση νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Για να λυθεί αυτό, πρέπει να έχουμε τιμές για τις οπτικές ίνες με βάση ένα ενημερωμένο μοντέλο τιμολόγησης. Χρειαζόμαστε επίσης προσαρμοσμένες τιμές χονδρικής για μισθωμένες γραμμές, οι οποίες επιτρέπουν σε τρίτους παρόχους τηλεπικοινωνιών να προσφέρουν ανταγωνιστικές ευρυζωνικές υπηρεσίες και τηλεοπτικές υπηρεσίες υψηλής ποιότητας σε ανθρώπους που ζουν σε απομακρυσμένες περιοχές ή στα νησιά.

Έργα για την εγκατάσταση δικτύου οπτικών ινών. Η κάλυψη της Ελλάδας σε οπτικές ίνες στο σπίτι φτάνει μόλις το 25% και μόλις το 5% των νοικοκυριών τις έχει υιοθετήσει, επισημαίνει η Viktoryia Boklag, CEO της United Group.

Δεδομένων των συνθηκών, ποιες είναι οι κινήσεις της Nova; Πώς διαμορφώθηκε το επενδυτικό σας πρόγραμμα και ποιοι οι στόχοι του;

Η Nova επανασυστήθηκε στο κοινό στις αρχές του 2023. Με επίκεντρο τον καταναλωτή, απόλυτα διαφανής, τιμολογιακά προσιτή και με εστίαση στις υποδομές, έχοντας ως φιλοσοφία να προσφέρει ό,τι καλύτερο έχει η τεχνολογία σήμερα, στην καλύτερη δυνατή τιμή και με την καλύτερη δυνατή εμπειρία. Οι καταναλωτές αγκάλιασαν τη νέα αυτή φιλοσοφία, καθιστώντας τη Nova, τον ταχύτερα αναπτυσσόμενο πάροχο κινητής τηλεφωνίας και συνδρομητικής τηλεόρασης το α΄ εξάμηνο του 2023 όσον αφορά τις νέες συνδρομές. Αυτό μας δίνει την ώθηση για να συνεχίσουμε το επενδυτικό μας πρόγραμμα ύψους 2 δισ., εκ των οποίων τα 400 εκατ. έχουν ήδη επενδυθεί.

Μέχρι το τέλος του 2023, η Nova θα φτάσει στο 75% της εθνικής κάλυψης σε 5G, φτάνοντας στην Αθήνα το 99%. Το ιδιόκτητο δίκτυο οπτικών ινών μέχρι το σπίτι προχωρά με γρήγορους ρυθμούς, φτάνοντας τα 250.000 σπίτια μέχρι το τέλος του έτους. Παράλληλα, τα μακροπρόθεσμα συμβόλαιά μας με τα κορυφαία πρωταθλήματα, όπως η Premier League και η Euroleague, διασφαλίζουν ότι οι πελάτες μας θα απολαμβάνουν το καλύτερο διεθνές περιεχόμενο στην πρωτοποριακή μας πλατφόρμα EON.

Η Nova συνεχίζει δυναμικά με τους ήδη ανακοινωθέντες στόχους σε επίπεδο υποδομών, για περαιτέρω επέκταση του 5G και της οπτικής ίνας μέχρι το σπίτι (FTTH), ενώ επιταχύνει τη ζήτηση και την υιοθέτηση αυτών των τεχνολογιών, καθιστώντας τες προσιτές σε όλους.

Ειδικά για το fiber-to-the-home, που είναι το μεγάλο στοίχημα των εταιρειών τηλεπικοινωνιών, ποια είναι η πρόοδος της επέκτασής του;

Η Ελλάδα άργησε πολύ να υιοθετήσει το fiber-to-the-home. Σχεδόν το 95% της Ελλάδας εξακολουθεί να χρησιμοποιεί τεχνολογίες χαλκού, που έχουν όριο ταχύτητας στα 100 Mbps και είναι εξαιρετικά αναξιόπιστες και ευαίσθητες στις καιρικές συνθήκες. Ακόμη και με την περιορισμένη κάλυψη από οπτικές ίνες στο σπίτι, σε ποσοστό 25% σε ολόκληρη τη χώρα, μόλις το 5% έχει υιοθετήσει υπηρεσίες οπτικών ινών.

Αυτό δείχνει ότι η Ελλάδα έχει καθυστερήσει πολύ την υιοθέτηση αυτής της τεχνολογίας, η οποία επιτρέπει και επιταχύνει την ψηφιοποίηση. Ο λόγος για αυτή την αργή διείσδυση των οπτικών ινών είναι οι υψηλές τιμές χονδρικής για ταχύτητες άνω των 100 Mbps, γεγονός που με τη σειρά του κάνει τις τιμές λιανικής υψηλές, οι οποίες, σύμφωνα με την Επιτροπή της Ε.Ε., είναι οι πιο ακριβές στην Ευρώπη. Χρειαζόμαστε, επομένως, ανταγωνισμό στις υποδομές προς όφελος του καταναλωτή.

Η Nova ήταν η πρώτη εταιρεία στην Ελλάδα που δημιούργησε μια εταιρεία με μοναδικό σκοπό την ανάπτυξη δικτύων οπτικών ινών, τη United Fiber. Στο τρίτο έτος λειτουργίας της, έχει αναπτύξει τις δεξιότητες, την τεχνογνωσία και την απαιτούμενη ικανότητα για να επεκτείνει σημαντικά το δίκτυο οπτικών ινών στο σπίτι, το οποίο αναμένεται να φτάσει τις 540.000 συνδέσεις έως το τέλος του 2024 και θα συνεχίσει να επεκτείνεται. Μέσω του ιδιόκτητου δικτύου της, η Nova μπορεί να προσφέρει 25 φορές υψηλότερη ταχύτητα Διαδικτύου σε σύγκριση με την ξεπερασμένη τεχνολογία του χαλκού. Στο ιδιόκτητό της δίκτυο, η Nova μπορεί να προσφέρει ταχύτητες 500 Mbps και 1 Gbps, σε πολύ προσιτές τιμές, με σημαντικά υψηλότερη σταθερότητα της υπηρεσίας απελευθερώνοντας τις πραγματικές δυνατότητες της οπτικής ίνας στους Έλληνες καταναλωτές και επιχειρήσεις.

Συνολικά, πώς αξιολογείτε την τρέχουσα κατάσταση και τις προοπτικές της αγοράς τηλεπικοινωνιών;

Η United Group, μητρική εταιρεία της Nova, πραγματοποίησε μια τεράστια επένδυση στην ελληνική αγορά τηλεπικοινωνιών ύψους 1,8 δισ. ευρώ, καθιστώντας την τον τέταρτο μεγαλύτερο επενδυτή στη χώρα. Η νέα Nova, που προέκυψε από τη συγχώνευση της Wind και της Nova, είναι πλέον ο δεύτερος μεγαλύτερος παίκτης σταθερής και συνδρομητικής τηλεόρασης, ενώ αναπτύσσεται γρήγορα και στην κινητή τηλεφωνία.

Δημιούργησε παράλληλα τη Nova ICT, η οποία έχει αναλάβει δημόσια έργα μετασχηματισμού, που θα συνδράμουν στην ψηφιοποίηση, μεταξύ άλλων, των συστημάτων δικαιοσύνης, εκπαίδευσης και του εθνικού συστήματος υγείας.

Ωστόσο, σε ένα περιβάλλον με έντονο ρυθμιστικό έλεγχο, οι μεγάλες επενδύσεις εξαρτώνται από τη δημιουργία ίσων όρων ανταγωνισμού, που απελευθερώνουν τη δυναμική της αγοράς. Απαιτείται ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό πλαίσιο, που να δίνει κίνητρα για τον ανταγωνισμό και την επιτάχυνση των επενδύσεων. Το ισχύον καθεστώς μειώνει τα περιθώρια κέρδους, τα οποία, με τη σειρά τους, εμποδίζουν τις επενδύσεις σε υποδομές, διατηρεί υψηλές τις τιμές στις νέες τεχνολογίες και υπερφορολογεί πολίτες και εταιρείες, καθιστώντας αμφισβητήσιμες τις προοπτικές της αγοράς τηλεπικοινωνιών και ψυχαγωγίας μεσοπρόθεσμα. Σε αυτό το περιβάλλον, οι μελλοντικές επενδύσεις θα πρέπει να αναλύονται και να επαναξιολογούνται διαρκώς.

Μαρία Μόσχου [email protected]

v