H Ελλάδα έχει κάνει, με σαφήνεια και συνέχεια τα τελευταία τουλάχιστον 30 χρόνια, την επιλογή του πλαισίου αναφοράς της στο πεδίο της εξωτερικής πολιτικής. Κινείται πάντα ως χώρα μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ΝΑΤΟ, ως χώρα που αποδίδει πρωτεύουσα σημασία στη στρατηγική εταιρική της σχέση με τις ΗΠΑ.
Η Ελλάδα τοποθετείται συνεπώς στην παγκόσμια σκηνή ως δυτική χώρα, έχοντας συνείδηση του μεγέθους της, της γεωγραφικής της θέσης, του βάρους της ιστορίας, των περιφερειακών της ταυτοτήτων (μεσογειακή, βαλκανική, νοτιοευρωπαϊκή, κατ’ απονομή παρευξείνια) αλλά και των μεγάλων περιφερειακών εκκρεμοτήτων, πρωτίστως ως προς το κυπριακό και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Αυτό το σχήμα, όμως, υφίσταται σκληρή δοκιμασία, όπως και όλα τα σχήματα κατανόησης και ερμηνείας των διεθνών συσχετισμών. Η ρωσική εισβολή και ο συνεχιζόμενος πόλεμος στην Ουκρανία σε συνδυασμό με την οξεία κρίση στη Μέση Ανατολή μετά τα γεγονότα της 7ης Οκτωβρίου καθιστούν πιεστικά μια σειρά από ερωτήματα, τα οποία αφορούν την ίδια τη συγκρότηση και την ανθεκτικότητα της Δύσης ως στρατηγικής οντότητας.
Ο ευρωατλαντικός πυλώνας λειτουργεί, αλλά ετεροβαρώς. Η Ε.Ε. ως πολιτική και στρατιωτική οντότητα, άρα ως διεθνής παίκτης, είναι υποχρεωμένη να εκκινεί από την πραγματιστική αφετηρία ότι η ίδια η ευρωπαϊκή ασφάλεια είναι ζήτημα ευρωαμερικανικό από την τελευταία φάση του Α’ παγκοσμίου Πολέμου έως σήμερα, ότι χωρίς το ΝΑΤΟ και το αμερικανικό πυρηνικό οπλοστάσιο ως μηχανισμό προστασίας και ανάσχεσης δεν καλύπτονται οι προϋποθέσεις της ευρωπαϊκής ασφάλειας.
Συνεπώς, στα ερωτήματα που αφορούν τη σχέση της Δύσης με την Κίνα, τη Ρωσία, περιφερειακούς παίκτες όπως το Ιράν, τον αραβικό κόσμο, τον λεγόμενο παγκόσμιο Νότο, την Ινδία ως την πολυπληθέστερη χώρα στον κόσμο που είναι και πυρηνική δύναμη, ακόμη και τη σχέση με την Τουρκία και τον «εξαιρετισμό» της, η Ε.Ε. δεν μπορεί, ακόμη κι αν θέλει, να δώσει μια απάντηση που δεν θα είναι ευθυγραμμισμένη με την αμερικανική. Κυρίως μια απάντηση στο καθοριστικό ερώτημα πόσα και ποια μέτωπα θα έχει κάθε στιγμή ανοιχτά η Δύση. Άλλωστε, απάντηση σε τέτοιου είδους ερωτήματα μπορεί να δίνει όποιος επωμίζεται το κόστος της, κόστος οικονομικό, αλλά και κόστος σε ανάληψη στρατιωτικού κινδύνου.
Το λογικά επόμενο ερώτημα είναι αν η Δύση υπό αμερικανική ηγεμονία διαθέτει τον αναγκαίο στρατηγικό ορίζοντα, δηλαδή τη στρατηγική συνέχεια που απαιτείται για κάθε σχεδιασμό τέτοιας κρισιμότητας. Εδώ πλέον μετατοπιζόμαστε από το πεδίο της μεγάλης διεθνούς πολιτικής στο πεδίο της εσωτερικής πολιτικής και της λειτουργίας των δημοκρατικών θεσμών, πρωτίστως στις ΗΠΑ. Η Δύση εκφράζεται μέσα από το αφήγημα της φιλελεύθερης δημοκρατίας, είναι συνεπώς υποχρεωμένη να υποτάσσεται στη λογική και στις αντιφάσεις της δημοκρατίας και άρα των κοινωνιών της και των εκλογικών της σωμάτων. Οι επόμενες προεδρικές εκλογές θα διεξαχθούν σε μια Αμερική βαθιά διχασμένη για ένα μεγάλο φάσμα θεμάτων, από τις αμβλώσεις μέχρι τα όρια της βοήθειας προς την Ουκρανία.
Αμερικανοί διαδηλωτές μπροστά από τον Λευκό Οίκο, με συνθήματα στήριξης της Ουκρανίας. Οι ΗΠΑ είναι βαθιά διχασμένες και σε θέματα εξωτερικής πολιτικής και δεν είναι απίθανο να ακολουθήσει ντόμινο ανατροπών που θα επηρεάσουν την Ε.Ε. και φυσικά την Ελλάδα στη μάχη για τα δικά της ζωτικά εθνικά συμφέροντα, επισημαίνει ο Ευάγγελος Βενιζέλος.
Η θέση των Ρεπουμπλικάνων (όχι μόνο του Ντόναλντ Τραμπ) στο Κογκρέσο είναι σαφής. Η τωρινή οξεία κρίση στη Μέση Ανατολή και η αμερικανική στάση διχάζει όχι μόνο τις πανεπιστημιακές κοινότητες των ΗΠΑ, αλλά και το ίδιο το Δημοκρατικό Κόμμα. Η εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ ήταν άλλωστε πάντα συνδεδεμένη με τους εσωτερικούς πολιτικούς συσχετισμούς, ενώ το φλερτ με διάφορες εκδοχές αμερικανικού απομονωτισμού δεν σταμάτησε ποτέ. Θυμόμαστε ότι λίγες εβδομάδες πριν από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία ο πρόεδρος Μπάιντεν είχε ανακοινώσει την αποχώρηση από το Αφγανιστάν και τη στροφή από τον Ατλαντικό και τη Μεσόγειο στον Ινδοειρηνικό με βασικό μοχλό την AUKUS.
Η Ε.Ε. οφείλει να ετοιμάζεται για το ισχυρότατο ενδεχόμενο εξελίξεων που θα της επιβάλλουν να αναλάβει όχι εντονότερο διεθνή ρόλο γενικά και αόριστα, αλλά πολύ μεγαλύτερο κόστος (οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό και εντέλει δημοκρατικό) για την ίδια την ασφάλειά της εν ευρεία εννοία.
Η Ελλάδα στο πλαίσιο αυτό προφανώς θα προτάσσει τη δυτική, ευρωπαϊκή και νατοϊκή ταυτότητά της και την εταιρική σχέση με τις ΗΠΑ, αλλά αυτό δεν αρκεί, γιατί η Δύση συνολικά ως στρατηγική οντότητα θα κληθεί να επανεξετάσει παραδοχές που θεωρούνται αυτονόητες και δεδομένες, αλλά δεν είναι πλέον τέτοιες στο εσωτερικό πολιτικό σκηνικό των ΗΠΑ.
Αυτό το διεθνές τοπίο έχει προφανώς και τις περιφερειακές του όψεις, που συνδέονται με δικά μας ζωτικά εθνικά συμφέροντα. Όλες οι επιλογές αποκτούν συνεπώς πρόσθετες δυσκολίες και αξιώνουν πολύ μεγαλύτερη διορατικότητα, εθνική συναίνεση και γρήγορα ανακλαστικά.
*Ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος διατέλεσε Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Εξωτερικών (2013-2015), Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης και Υπουργός Οικονομικών (2011-2012), Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ (2012-2015) - Είναι Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, ΑΠΘ