Η χώρα των βουβών γυναικών

Οι ηγέτες της Τουρκίας συχνά χρησιμοποιούν τις γυναίκες για τους πολιτικούς τους στόχους. Όμως, στην πράξη, αυτές δεν έχουν λόγο.

  • της Asli Perker
Η χώρα των βουβών γυναικών

Στη δεκαετία του 1980, ως έφηβη, έζησα για δύο χρόνια στα προάστια του Erzurum, μια πόλη στη βορειοανατολική Τουρκία. Κάθε τόσο, έπαιρνα το λεωφορείο και κατέβαινα στο κέντρο της πόλης, περίπου 20 χιλιόμετρα μακριά.

Μια και έπαιρνα το λεωφορείο από την αφετηρία, πάντα έβρισκα θέση. Ήξερα ωστόσο ότι ήταν μόνο θέμα χρόνου μέχρι να νιώσω υποχρεωμένη να την προσφέρω σε κάποιον γηραιότερο επιβάτη. Με είχαν μάθει να νοιάζομαι για τους μεγαλύτερους, αλλά ορισμένες φορές ήταν δύσκολο να καταλάβω ποιοι ήταν αυτοί.

Οι περισσότερες γυναίκες στο λεωφορείο φορούσαν ένα παραδοσιακό ισλαμικό φόρεμα, το ehram. Το να καταλάβεις πόσο ηλικιωμένη ήταν κάθε γυναίκα φαινόταν σχεδόν αδύνατο. Το ehram έμοιαζε με σακί για πατάτες και κάλυπτε ολόκληρο το σώμα και το πρόσωπο της γυναίκας. Έτσι, εκτός κι αν την είχες δει να κινείται, δεν υπήρχε τρόπος να καταλάβεις αν μιλούσες στο πρόσωπο ή στην πλάτη της.

Ήταν στ’ αλήθεια πρόκληση για μένα να απευθυνθώ σε εκείνες τις γυναίκες. Όταν δοκίμαζα να τους μιλήσω χρησιμοποιώντας την καθομιλουμένη της πόλης, την οποία είχα συνηθίσει, αποτύγχανα παταγωδώς. Στην οικογένειά μου, όλοι ήμασταν φανατικοί αναγνώστες και απευθυνόμασταν ο ένας στον άλλον σαν να ζούσαμε σε νουβέλα βικτοριανής εποχής. Οι γυναίκες του λεωφορείου είχαν εντελώς διαφορετικό λεξιλόγιο. Αν και ήμασταν στην ίδια πόλη, ζούσαμε σε διαφορετικούς κόσμους.

Στη ζωή μου έζησα σε όλη την Τουρκία. Οι διαφορές ανάμεσα στις γυναίκες που συνάντησα, δεν θα μπορούσαν να είναι πιο έντονες. Συντηρητικές, θρησκευόμενες, φιλελεύθερες, κοσμικές: οι τρόποι με τους οποίους μιλάμε, ντυνόμαστε και επικοινωνούμε, μας διαχωρίζουν. Ακόμη και τα βλέμματά μας μπορεί να είναι διαφορετικά.

Αλλά υπάρχει ένα πράγμα που όλες έχουμε κοινό: το δικαίωμα στην ψήφο (η ψήφος στην Τουρκία είναι υποχρεωτική από το 1983), κάτι που σημαίνει ότι σε περίοδο εκλογών είμαστε απαραίτητες.

Η ειρωνεία σε αυτό είναι ότι οι γυναίκες της Τουρκίας συχνά δεν έχουν καθόλου φωνή στην κοινωνία, για να μη μιλήσω για την πολιτική. Το ποσοστό της γυναικείας εργασίας ως μέρος της εργασίας του συνολικού πληθυσμού είναι μόνιμα χαμηλό με βάση τα διεθνή δεδομένα. Οι γυναίκες υποεκπροσωπούνται στην κυβέρνηση και οι πατριαρχικές νόρμες διατρέχουν συνολικά την κοινωνία, υποβαθμίζοντας πολλές από εμάς σε κατώτερους ρόλους ή στο νοικοκυριό.

Τρεις γυναίκες μπροστά στα πορτρέτα του ιδρυτή της σύγχρονης Τουρκίας Mustafa Kemal Ataturk (αριστερά) και του Τούρκου προέδρου Recep Tayyip Erdogan, στη συνοικία Eminonu της Κωνσταντινούπολης

Υπήρξε μια στιγμή, στην αρχή της δεκαετίας του 2000, που φάνηκε ότι τα πράγματα μπορούσαν να αλλάξουν. Ένα νέο, ήπια συντηρητικό κόμμα είχε μόλις εμφανιστεί στην πολιτική σκηνή: το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP).

Οι ηγέτες του μιλούσαν για την ενίσχυση του ρόλου των γυναικών τόσο στην πολιτική όσο και στην κοινωνία. Επικέντρωσαν τον πολιτικό διάλογο γύρω από θέματα που ενδιέφεραν τη γυναίκα στην Τουρκία, όπως το κοινωνικό κράτος. «Γυναικεία τμήματα» του κόμματος άρχισαν να εμφανίζονται σε όλη τη χώρα. Το AKP ήταν φαινομενικά αποτελεσματικό στο να αξιοποιεί τη δύναμη των γυναικών ως ψηφοφόρων, ωθώντας τες να συμμετέχουν στις εκλογικές διαδικασίες και να στηρίζουν το κόμμα. Έκανε τις γυναίκες στην Τουρκία να νομίζουν ότι είχαν πράγματι φωνή: επιτέλους, κάποιος τις χρειαζόταν, και αυτές και τις ψήφους τους.

Η στρατηγική αυτή συνεχίστηκε καθώς ο πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan εδραίωσε την κυριαρχία του. Η όλο και πιο έντονη λαϊκιστική ρητορική του πέτυχε να κινητοποιήσει λιγότερο μορφωμένες γυναίκες, από πιο συντηρητικά περιβάλλοντα. Με το να αυτοανακηρυχθεί ηγέτης-πατέρας του έθνους, τις κέρδισε. Και με το να τις ενθαρρύνει να κάνουν παιδιά και να τα μεγαλώσουν σαν καλούς μουσουλμάνους, έδωσε σε αυτές τις γυναίκες σκοπό: θα γίνουν οι μητέρες του τουρκικού μέλλοντος.

Ασφαλώς υπήρξαν και κάποιες θετικές εξελίξεις. Οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση ενίσχυσαν τις προσπάθειες για την κατοχύρωση της ισότητας των φύλων στο τουρκικό Σύνταγμα στις αρχές της δεκαετίας του 2000. Δύο νόμοι, του 1998 και του 2012, καθιέρωσαν μια σειρά μέτρων για την προστασία της γυναίκας από την ενδοοικογενειακή βία, ενώ ένας νέος εργατικός νόμος το 2003 έδωσε επίσημα στις γυναίκες το δικαίωμα της μητρικής άδειας και της ίσης μεταχείρισης στην εργασία.

Αν και τα αιτήματά τους μπορεί να έγιναν κάπως ορατά, οι γυναίκες εξακολουθούν να μην έχουν φωνή. Η Τουρκία βρίσκεται στην 130ή θέση ανάμεσα σε 149 χώρες στην έκθεση του 2018 για το χάσμα ανάμεσα στα δύο φύλα του World Economic Forum. Εκεί λαμβάνονται υπόψη παράμετροι όπως η πρόσβαση των γυναικών στις οικονομικές ευκαιρίες και το επίπεδο της πολιτικής τους δύναμης. Στις δημοτικές εκλογές του Μαρτίου 2019, μόνο 4 από τις 81 πρωτεύουσες επαρχιών εξέλεξαν γυναίκες δημάρχους, ενώ η γυναικεία εκπροσώπηση στο τουρκικό κοινοβούλιο αντιστοιχεί σε κάτι λιγότερο από το 17% του συνόλου των βουλευτών.

Η έλλειψη πραγματικής δέσμευσης για αλλαγή δεν είναι κάτι νέο. Οι μορφωμένες γυναίκες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήδη έκαναν εκστρατεία για τα δικαιώματά τους, όταν ο Mustafa Kemal Ataturk κήρυξε την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας, το 1923. Πολλοί άνδρες με ηγετικό ρόλο στήριξαν δημόσια τις φεμινιστικές προσπάθειες, χαιρετίζοντας αυτές τις γυναίκες ως «πρόσωπο του νεωτερισμού» -ένα σύμβολο που το νέο καθεστώς θα χρησιμοποιούσε για να εμπνεύσει όλο το έθνος να αγκαλιάσει τις δυτικές αξίες.

Ανάμεσα στις άλλες γυναίκες ήταν η Nezihe Muhiddin, μια διανοούμενη που μιλούσε πέντε γλώσσες, έγραφε για φεμινιστικά θέματα και υποστήριζε ένθερμα τη γυναικεία χειραφέτηση. Ήταν ακριβώς η γυναίκα που ήθελε η νεοσύστατη δημοκρατία, μέχρι που η ίδια και μια ομάδα από συντρόφους της ακτιβίστριες αποφάσισαν να ιδρύσουν το Γυναικείο Κόμμα του Λαού. Η Κυβέρνηση απέρριψε την αίτησή τους, επισημαίνοντας πως οι γυναίκες δεν είχαν ακόμα δικαίωμα να ψηφίζουν και να εκλέγονται (οι γυναίκες στην Τουρκία δεν απέκτησαν δικαίωμα ψήφου παρά το 1934).

Ηττημένη, η Muhiddin τελικά αποσύρθηκε από τη δημόσια ζωή. Είχε καταλάβει ότι δεν μπορούσε να κάνει πολλά για να βελτιώσει τη ζωή των γυναικών στην Τουρκία. Συνέχισε να γράφει νουβέλες και διηγήματα και πέθανε σε άσυλο για πνευματικά ασθενείς το 1958.

Ενενήντα έξι χρόνια μετά την ίδρυση της τουρκικής δημοκρατίας, η ιστορία της Muhiddin εξακολουθεί να έχει απήχηση. Στην Τουρκία οι γυναίκες είναι πάντα ένας προσδιορισμός. Για τον Ataturk ήταν το μοντέρνο πρόσωπο της Τουρκίας, για τον Erdogan είναι πάνω απ’ όλα μητέρες.

Καθώς συμμορφωνόμαστε σε αυτές τις ταμπέλες, ενθαρρυνόμαστε να σβήσουμε την πολυπολιτισμικότητά μας και να χαμηλώσουμε το φως μας. Αλλά αυτός δεν είναι ο δρόμος για να πάμε μπροστά. Οι διαφορές μας μας κάνουν αυτό που είμαστε ως έθνος. Μόνο όταν το κατανοήσουμε, θα είμαστε σε θέση να αλλάξουμε το σύστημα προς το καλύτερο.

*Η Asli Perker είναι Τουρκάλα δημοσιογράφος και συγγραφέας.

 

v