Είναι γεγονός ότι μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις που αναδύονται σε παγκόσμιο επίπεδο είναι η δημογραφική κρίση και οι επιπτώσεις της στα συστήματα συντάξεων και υγείας των κρατών.
Το δημογραφικό πρόβλημα υφίσταται στα περισσότερα κράτη της Ε.Ε. Οι μισές από τις χώρες-μέλη έχουν σήμερα μειωμένες γεννήσεις, ενώ παράλληλα το προσδόκιμο ζωής του πληθυσμού αυξάνεται, γεγονός που οδηγεί σε γήρανση και συρρίκνωση των ομάδων που βρίσκονται σε ηλικία εργασίας και αναπαραγωγής. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι χώρες χρειάζονται 2,2 παιδιά ανά γυναίκα για να διατηρήσουν σταθερό πληθυσμό.
Όμως, η αναλογία αυτή σε πολλές χώρες, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα, έχει πέσει κάτω από το 2. Ως αποτέλεσμα, μέχρι το 2060, για κάθε συνταξιούχο θα υπάρχουν 2 άτομα σε ηλικία εργασίας σε σύγκριση με 4 άτομα σήμερα.
Στην Ελλάδα, αν και διανύουμε μια περίοδο αισιοδοξίας μετά την έξοδό μας από τη 10ετή κρίση, το δημογραφικό παραμένει από τα πιο σοβαρά και πολύπλοκα ζητήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε ως χώρα.
Οι επιπτώσεις του δημογραφικού στο ασφαλιστικό σύστημα της χώρας είναι εμφανείς. Ένας πληθυσμός που γηράσκει έχει μεγαλύτερες ανάγκες σε υγειονομική περίθαλψη, το οποίο σημαίνει περισσότερες δαπάνες. Το ίδιο ισχύει και στις συντάξεις. Και όλα αυτά σε ένα περιβάλλον όπου η οικονομία μόλις ξεκινά να ανακάμπτει από την πολύχρονη ύφεση και οι εργαζόμενοι είναι ήδη επιβαρυμένοι με μεγάλες εισφορές και φόρους.
Η πραγματικότητα είναι ότι το κράτος δεν μπορεί μόνο του να ανταποκριθεί με επάρκεια στις ανάγκες των πολιτών για συντάξεις και υγεία. Οι συνεχείς περικοπές που έφεραν το δημογραφικό και η κρίση στις κοινωνικές παροχές, το αποδεικνύουν με τον πλέον εμφατικό τρόπο. Για τον λόγο αυτό απαιτείται επανασχεδιασμός και ριζική αναμόρφωση του συστήματος τόσο στις συντάξεις όσο και στην υγεία, ώστε να μην περιορίζεται μόνο στην κοινωνική ασφάλιση, όπως ισχύει σήμερα, αλλά να συμπληρώνεται και από την ιδιωτική.
Θαμώνας παραδοσιακού καφενείου στη Χίο. Η γήρανση του πληθυσμού της Ελλάδας είναι ταχύτατη, διαβρώνοντας το ασφαλιστικό σύστημα της χώρας.
Ο Έλληνας πολίτης παραμένει υπασφαλισμένος και αυτό σημαίνει πως χρειάζονται σχεδιασμός και κίνητρα που θα τον βοηθήσουν να στραφεί συμπληρωματικά στην ιδιωτική ασφάλιση.
Η ιδιωτική ασφάλιση μπορεί να συμβάλλει θετικά κατ’ αρχάς στις συντάξεις. Σήμερα το συνταξιοδοτικό σύστημα βασίζεται σχεδόν αποκλειστικά στην κοινωνική ασφάλιση. Εμείς προτείνουμε τη λύση που έχουν ακολουθήσει πολλά ανεπτυγμένα κράτη, το σύστημα τριών πυλώνων, που βασίζεται σε συνδυασμό διανεμητικού και κεφαλαιοποιητικού συστήματος, με τη συνεργασία δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Με βάση αυτό το σύστημα, υπάρχει σύνταξη από την κρατική κοινωνική ασφάλιση (1ος πυλώνας), που λειτουργεί με διανεμητικό τρόπο, και το συνταξιοδοτικό εισόδημα συμπληρώνεται από την επαγγελματική ασφάλιση με σύμπραξη ιδιωτικού και δημόσιου τομέα (2ος πυλώνας) και την ιδιωτική ασφάλιση (3ος πυλώνας).
Έτσι, διασφαλίζεται καλύτερη διασπορά δημογραφικών και οικονομικών κινδύνων, μικρότερα ελλείμματα και άρα μικρότερη επιβάρυνση του κρατικού προϋπολογισμού, επενδύσεις από τα κεφάλαια που συγκεντρώνονται από τον 2ο και 3ο πυλώνα και περισσότερη διαφάνεια. Όμως, οι λύσεις αυτές χρειάζονται χρόνια για τη μεταστροφή του συστήματος και επομένως η υιοθέτησή τους πρέπει να είναι άμεση.
Η ιδιωτική ασφάλιση μπορεί να συμβάλλει θετικά και στην υγεία. Η Eurostat και ο ΟΟΣΑ πιστοποιούν ότι η Ελλάδα δαπανά 1.650 ευρώ κατά κεφαλήν σε υγειονομική περίθαλψη, ποσό που υπολείπεται κατά ένα τρίτο και πλέον από τον μέσο όρο στην Ε.Ε. Οι συνολικές δαπάνες υγείας στην Ελλάδα ανέρχονται σε 15 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 9 δισ. (61%) προέρχονται από τη δημόσια χρηματοδότηση, τα 5 δισ. (34%) από την τσέπη των ασφαλισμένων (ιδιωτικές πληρωμές) και μόλις 0,5 δισ. (4%) μέσω των ασφαλιστικών.
Επιπλέον, το 2016 η ιδιωτική δαπάνη των πολιτών για την υγεία ήταν 7,4% των συνολικών δαπανών των νοικοκυριών έναντι 6,5% το 2009. Συνεπώς, η αυξημένη συμμετοχή των ασθενών στα έξοδα για την υγεία αποδεικνύει ότι οι πολίτες στρέφονται στον ιδιωτικό τομέα.
Εμείς στηρίζουμε τη συνεργασία δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, ώστε οι πολίτες όλων των εισοδηματικών κλιμακίων και οικονομικών δυνατοτήτων να μπορούν να λαμβάνουν έγκαιρα καλύτερες υπηρεσίες σε σχέση με τα χρήματα που πληρώνουν. Το κράτος δεν μπορεί μόνο του να ανταποκριθεί με επάρκεια στις ανάγκες των πολιτών. Η συνεργασία με την ιδιωτική ασφάλιση μπορεί να δώσει βιώσιμες λύσεις προς όφελος όλων των μερών.
Η ιδιωτική ασφάλιση είναι ένας κλάδος με πολύπλευρη συμβολή στην ελληνική κοινωνία και οικονομία, όπως αναδεικνύει πρόσφατη μελέτη του ΙΟΒΕ. Με 14 δισ. ευρώ επενδύσεων το 2017, 2,3 δισ. ευρώ αποζημιώσεις, 4,14 δισ. ευρώ συνεισφορά στην ελληνική οικονομία το 2018 σε όρους ΑΕΠ και συνολική συμβολή στην απασχόληση με 70.900 θέσεις εργασίας (άμεσες, έμμεσες και επαγόμενες), ο κλάδος αποδεικνύει ενεργά πως μπορεί να βοηθήσει έμπρακτα τη χώρα, τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο.
Επιπλέον, ο ασφαλιστικός κλάδος σε ευρωπαϊκό επίπεδο είναι ένας από τους πιο στενά και αυστηρά εποπτευόμενους και ελεγχόμενους τομείς. Στην ελληνική ασφαλιστική αγορά δραστηριοποιείται μεγάλος αριθμός ασφαλιστικών επιχειρήσεων, που αποζημιώνουν εκατομμύρια ασφαλισμένους με ευθύνη και επαγγελματισμό.
• Έχουμε το αυστηρότατο, ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο Solvency II, που επιβάλλει στις εταιρείες όχι μόνο περισσότερα κεφάλαια, αλλά μεγάλες αλλαγές στην εταιρική διακυβέρνηση και περισσότερη διαφάνεια.
• Η Τράπεζα της Ελλάδος, επόπτης της ασφαλιστικής αγοράς από το 2010, εφαρμόζει τη νομοθεσία και ελέγχει τις ασφαλιστικές εταιρείες.
• Και πέραν αυτών, η ασφαλιστική αγορά προσαρμόζεται σε μια σειρά από νομοθετήματα της Ε.Ε., που απώτερο στόχο έχουν την ενίσχυση της προστασίας του καταναλωτή.
Διαθέτουμε, λοιπόν, όλες τις προϋποθέσεις για να παίξουμε πιο ενεργό ρόλο σε συντάξεις και υγεία. Μέσα από στενή συνεργασία με την πολιτεία και στρατηγικό σχεδιασμό θα θέσουμε τις βάσεις για ένα αποτελεσματικό και βιώσιμο ασφαλιστικό σύστημα.
*Ο Αλέξανδρος Σαρρηγεωργίου είναι Πρόεδρος Δ.Σ. της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών Ελλάδας (ΕΑΕΕ).