Πράσινη ευκαιρία για την κοινωνία

Τι σηματοδοτεί ο νέος εθνικός στόχος για την ενεργειακή μετάβαση και τη βιώσιμη ανάπτυξη. Το σύνθετο στοίχημα και γιατί χρειάζεται εθνική ομοψυχία και διεθνής συντονισμός για να κερδηθεί. Γράφει ο Κ. Ξιφαράς.

  • του Κωνσταντίνου Ξιφαρά
Πράσινη ευκαιρία για την κοινωνία

Βρισκόμαστε ήδη στο κατώφλι της τρίτης δεκαετίας του 21ου αιώνα, αλλά σε πείσμα των μεγάλων επιτευγμάτων της εποχής μας -τη σημαντική μείωση της φτώχειας, την επέκταση της φιλελεύθερης δημοκρατίας σε όλο και περισσότερες χώρες, την τεχνολογική πρόοδο- οι κοινωνίες μας βαδίζουν χωρίς πυξίδα, δίχως την αίσθηση ενός σταθερού προσανατολισμού που εγγυάται την ενότητά τους όπως άλλοτε.

Την ίδια στιγμή, οι διευρυνόμενες ανισότητες, σε συνδυασμό με την υπονόμευση των παραδοσιακών τρόπων ζωής από τις τεχνολογικές εξελίξεις, τις αυξανόμενες μεταναστευτικές ροές και την τάση για πολιτισμική ομογενοποίηση που συνοδεύει την παγκοσμιοποίηση, κλονίζουν την κοινωνική συνοχή και προκαλούν ταυτοτική ανασφάλεια, δημιουργώντας χώρο για την ανάπτυξη λαϊκιστικών δυνάμεων.

Δυνάμεις που με την απλουστευτική και διχαστική λογική τους, αλλά και τη δημαγωγική ρητορεία τους συσκοτίζουν αντί να ρίχνουν φως στα πραγματικά προβλήματα και δηλητηριάζουν τον δημόσιο βίο, τη στιγμή μάλιστα που ο κόσμος μας βρίσκεται αντιμέτωπος με ιστορικές προκλήσεις, οι οποίες μας φέρνουν μπροστά σε δύσκολες αποφάσεις και απαιτούν απ’ όλους μας καθαρό μυαλό και υπευθυνότητα.

Αναμφίβολα, η πιο μεγάλη από αυτές τις προκλήσεις είναι η κλιματική αλλαγή, τις δραματικές επιπτώσεις της οποίας βιώνουμε όλο και πιο έντονα τα τελευταία χρόνια: λιώσιμο των πάγων και άνοδος της στάθμης της θάλασσας που απειλεί τις παράκτιες περιοχές όπου ζουν εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι, φονικές πυρκαγιές στη Σιβηρία και στον Αμαζόνιο, καταστροφικές ξηρασίες στην Ανατολική Αφρική και παρατεταμένοι καύσωνες σε Αυστραλία και Ασία, μαζί με ασυνήθιστες πλημμύρες σαν και αυτή που πρόσφατα έπνιξε τη Βενετία.

Το μέλλον φαντάζει εξαιρετικά δυσοίωνο και δεν έχουν άδικο οι νέοι που διαμαρτύρονται σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της Γης, καθώς είναι αυτοί που σε μεγάλο βαθμό θα υποστούν τις επιπτώσεις από την υπερθέρμανση του πλανήτη. Οφείλουμε, λοιπόν, να τους ακούσουμε με προσοχή και κυρίως να δράσουμε τώρα, όσο υπάρχει ακόμη χρόνος, αν θέλουμε να εξασφαλίσουμε στα παιδιά μας τη ζωή που δικαιούνται.

Η γενική κατεύθυνση άλλωστε έχει ήδη τεθεί από τον ΟΗΕ: να συγκρατηθεί η αύξηση της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη κάτω από τους 2οC. Και ευτυχώς, δεν είναι λίγες οι χώρες, που με πρωτοπόρο την Ευρωπαϊκή Ένωση, υιοθετούν φιλόδοξους στόχους για τον δραστικό περιορισμό των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Στόχοι που με τη σειρά τους προϋποθέτουν την ταχεία μετάβαση σε πράσινες μορφές ενέργειας.

Ασφαλώς και δεν πρόκειται για εύκολη υπόθεση, αλλά για ένα σύνθετο στοίχημα που για να το κερδίσουμε χρειάζεται εθνική ομοψυχία και διεθνής συντονισμός και, φυσικά, η κινητοποίηση όλων των δημιουργικών και παραγωγικών δυνάμεων που διαθέτουν οι σύγχρονες κοινωνίες.

Είναι, όμως, ταυτόχρονα και μια μεγάλη ευκαιρία που, αν την αδράξουμε, μπορούμε να ξαναδώσουμε στις κοινωνίες μας τον χαμένο δυναμισμό τους, την αίσθηση ενός συλλογικού προσανατολισμού, που θα αποκαταστήσει την τραυματισμένη συνοχή τους και μπορεί να βάλει φρένο στον επικίνδυνο κατακερματισμό της διεθνούς κοινότητας.

Η Ελλάδα κινείται ήδη προς αυτή την κατεύθυνση. Το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα που ανακοίνωσε η κυβέρνηση, επισπεύδει την απολιγνιτοποίηση, ενώ αυξάνει σημαντικά τους στόχους για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) και τη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης, μέχρι το 2030.

Προτεραιότητά του είναι η αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και της ενεργειακής φτώχειας, μέσα από τη δημιουργία ενός ολοκληρωμένου μοντέλου βιώσιμης ανάπτυξης για όλους τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας.

Το Σχέδιο κάνει πράξεις τις δεσμεύσεις του πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη, από το βήμα της πρόσφατης Συνόδου του ΟΗΕ για το κλίμα και μπορεί να λειτουργήσει ως ο μεγάλος εθνικός στόχος που θα μας βοηθήσει να θέσουμε τις βάσεις για τον παραγωγικό μετασχηματισμό της χώρας και να επουλώσουμε τις κοινωνικές πληγές της κρίσης, προστατεύοντας παράλληλα το περιβάλλον.

Η μετάβαση σε καθαρές, πράσινες μορφές ενέργειας μπορεί να ενισχύσει τον παραγωγικό μετασχηματισμό της χώρας, αλλά και να επουλώσει κοινωνικές πληγές. Σε αυτή την προσπάθεια, η ΔΕΠΑ είναι δυναμικά παρούσα.

Η ενεργειακή μετάβαση, ωστόσο, απαιτεί ολοκληρωμένο σχεδιασμό και τεράστιες επενδύσεις, ενώ καθιστά επιτακτική και την πολύπλευρη συνεργασία του δημόσιου με τον ιδιωτικό τομέα. Μακριά από τα ξεπερασμένα διλήμματα του παρελθόντος, μπορούμε -και πρέπει- να αξιοποιήσουμε τα καλύτερα στοιχεία και από τους δύο κόσμους, ώστε να φτάσουμε στο επιθυμητό αποτέλεσμα: την ενιαία στρατηγική κατεύθυνση και την ισχυρή εποπτεία που εγγυάται η δημοκρατική πολιτεία, σε συνδυασμό με τα κεφάλαια, την καινοτομία και την αποτελεσματικότητα που μόνο η ιδιωτική οικονομία μπορεί να εξασφαλίσει.

Προφανώς, ένα τόσο μεγάλο και φιλόδοξο εγχείρημα χρειάζεται να επιβεβαιώνει διαρκώς τη στήριξη της κοινωνίας και αυτό σημαίνει ότι δεν πρέπει να αφήνει κανέναν πίσω.

Η αντιμετώπιση της ενεργειακής φτώχειας, η συστηματική στήριξη των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, των ευάλωτων πληθυσμών και των μειονεκτουσών περιοχών ώστε να περάσουν στη νέα εποχή της καθαρής ενέργειας, είναι εκ των ων ουκ άνευ. Όπως επίσης και η ανάπτυξη των κατάλληλων μεταβατικών λύσεων, μέχρι να δημιουργηθούν οι οικονομικές και τεχνολογικές προϋποθέσεις για την πλήρη απανθρακοποίηση των ενεργειακών συστημάτων μας.

Σε αυτή την προσπάθεια, η ΔΕΠΑ δίνει δυναμικά το παρών. Η εταιρεία που έφερε το φυσικό αέριο -το καύσιμο που η Ε.Ε. επέλεξε ως τη γέφυρα ανάμεσα στις συμβατικές και τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας- στην Ελλάδα, επενδύει συστηματικά στην επέκταση της χρήσης του, από τη βιομηχανία και την αυτοκίνηση μέχρι τη θέρμανση και την ηλεκτροπαραγωγή, διευκολύνοντας έτσι την απολιγνιτοποίηση της χώρας και την ουσιαστική μείωση του περιβαλλοντικού της αποτυπώματος.

Επιπλέον, με υψηλό αίσθημα κοινωνικής ευθύνης, που εναρμονίζεται με τους στόχους για βιώσιμη ανάπτυξη του ΟΗΕ, μεριμνά ώστε να φτάσει το οικονομικό και οικολογικό αυτό καύσιμο σε κάθε πολίτη, αλλά και στην πιο απομακρυσμένη γωνιά της Ελλάδας, ενώ χάρη στις εκτεταμένες υποδομές που αναπτύσσει και τις μακροχρόνιες συμβάσεις με διαφοροποιημένους προμηθευτές που έχει συνάψει, παραμένει εδώ και 30 χρόνια, ο σταθερός εγγυητής της ενεργειακής ασφάλειας της χώρας.

Με αυτά τα κεκτημένα στο ενεργητικό της, η ΔΕΠΑ απαντά στην πρόκληση της καθαρής ενέργειας, επενδύοντας απευθείας σε ΑΠΕ, αλλά και σε μια σειρά από πράσινες εναλλακτικές, όπως το υδρογόνο και το βιομεθάνιο, βάζοντας από σήμερα τα θεμέλια για ένα μέλλον δίχως άνθρακα.

*Ο Κωνσταντίνος Ξιφαράς είναι Διευθύνων Σύμβουλος της Δημόσιας Επιχείρησης Αερίου (ΔΕΠΑ).

v