Τρεις προκλήσεις για τη νέα δεκαετία

Η παγίδα της «κανονικότητας» και τα πραγματικά προβλήματα της ελληνικής κοινωνίας. Της Δανάης Κολτσίδα.

  • της Δανάης Κολτσίδα
Τρεις προκλήσεις για τη νέα δεκαετία

«Επιστροφή στην κανονικότητα». Αυτό θα ήταν αναμφίβολα το μότο του 2019. Πρόκειται για μια ιδέα εύκολα οικειοποιήσιμη από μια κοινωνία που πριν από δέκα χρόνια έχασε τη γη κάτω απ’ τα πόδια της, επιζητά λοιπόν εύλογα την ηρεμία, αλλά και για μια ιδέα επικοινωνιακά χρήσιμη για τη νέα κυβέρνηση, αφού συνεπάγεται ότι όσα μεσολάβησαν -καταστροφικά και ελπιδοφόρα, οτιδήποτε αμφισβήτησε το status quo ante- ήταν μια παρένθεση που πρέπει να ξεχαστεί.

Ωστόσο, μια τέτοια ιδέα -ότι μπορούμε απλώς να ξαναπιάσουμε το νήμα της «κανονικότητας» συνεχίζοντας τη ζωή μας από το τελευταίο σημείο ευδαιμονίας που την αφήσαμε- συνιστά εθελοτυφλία: τον δρόμο για την κρίση και τη λιτότητα, τη διάλυση του κοινωνικού ιστού και την πολιτική αποξένωση άνοιξε διάπλατα ακριβώς αυτή η προηγούμενη «κανονικότητα».

Στο οικονομικό πεδίο, η προ της κρίσης «κανονικότητα» της δεκαετίας 2000-2010 χαρακτηριζόταν σε αδρές γραμμές από τα εξής:

1. Την απουσία ενός συνεκτικού και βιώσιμου αναπτυξιακού σχεδίου και τη στήριξη, αντ’ αυτού, της -αναντίρρητης- οικονομικής μεγέθυνσης σε κλάδους εξ ορισμού ευάλωτους στις μεταβολές των διεθνών συνθηκών, αλλά και της εσωτερικής ζήτησης (τουρισμός, λιανεμπόριο, ιδιωτική οικοδομή).

2. Τη σημαντική εξωτερική εξάρτηση όχι μόνο λόγω του υψηλού δημόσιου χρέους, αλλά κυρίως του αρνητικού ισοζυγίου πληρωμών, περιλαμβανομένης και της ενεργειακής εξάρτησης.

3. Τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις κοινωνικών αγαθών και, κυρίως, υποδομών, σε συνδυασμό με τον προσανατολισμό των περιορισμένων δημόσιων επενδύσεων σε φαραωνικά έργα βιτρίνας.

Στο κοινωνικό πεδίο, τα οικονομικά αυτά δεδομένα μεταφράζονταν στην ήδη τότε σχετικά αυξημένη ανεργία (της τάξης του 10% προ κρίσης), σε ένα αναιμικό κοινωνικό κράτος -με τις βασικές μεταβιβάσεις να αφορούν, σχεδόν αποκλειστικά, την καταβολή συντάξεων και αναπηρικών επιδομάτων- και στις μεγάλες ανισότητες εισοδήματος και κυρίως πλούτου, οι οποίες φυσικά κατά την περίοδο της κρίσης αυξήθηκαν ακόμη περισσότερο.

Τέλος, στο επίπεδο της πολιτικής, το βασικό χαρακτηριστικό του προ κρίσης σκηνικού ήταν ο ονομαζόμενος «συγκλίνων δικομματισμός», η εναλλαγή δύο κομμάτων στην εξουσία, με μικρές πλέον -ειδικά μετά τη μετάλλαξη της σοσιαλδημοκρατίας σε όλη την Ευρώπη- διαφορές ιδεολογικού ή προγραμματικού χαρακτήρα και με μόνο πεδίο ανταγωνισμού τη νομή των όποιων υλικών και άλλων πόρων που τους προσπόριζε η πρόσβαση στην εξουσία, ενίοτε και με αθέμιτες πρακτικές διαπλοκής ή και διαφθοράς.

Ένας από τους ακριβότερους εμπορικούς δρόμους στην Ευρώπη, η οδός Ερμού στην Αθήνα. Η «κανονικότητα» της αλόγιστης κατανάλωσης είναι μία από τις αιτίες που οδήγησαν την Ελλάδα στην οικονομική κρίση.

Είναι μάλλον προφανές ότι η επιστροφή σε αυτή την «κανονικότητα» δεν αποτελεί βιώσιμο σχέδιο για την Ελλάδα. Πολλώ δε μάλλον σήμερα, που η Ευρώπη και ολόκληρος ο πλανήτης βρίσκονται ενώπιον νέων, σύνθετων προκλήσεων, που απαιτούν να σκεφτούμε ένα τέτοιο εναλλακτικό μεσοπρόθεσμο σχέδιο, το οποίο πρέπει να απαντά σε τρεις πολύ βασικές προκλήσεις:

1. Ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο, που θα λαμβάνει υπόψη τις νέες, διαρκώς μεταβαλλόμενες και εξαιρετικά ασταθείς ισορροπίες ενός πολυπολικού πλέον κόσμου, αλλά και θα ενσωματώνει δύο μεγάλα διακυβεύματα:

Αφενός, την υπαρξιακού χαρακτήρα ανάγκη ανάσχεσης της κλιματικής κρίσης και συνολικά διαφύλαξης του περιβάλλοντος, γεγονός που επιβάλλει έναν πράσινο μετασχηματισμό της οικονομίας, αλλά με δομικά χαρακτηριστικά, που δεν θα αφορούν μόνο τη μετάβαση σε πράσινες πηγές ενέργειας, αλλά την αλλαγή της ίδιας της λογικής της παραγωγής και της κατανάλωσης.

Αφετέρου, την αλματώδη τεχνολογική πρόοδο, η οποία αυξάνει ασφαλώς την παραγωγικότητα της εργασίας, θέτει όμως την ίδια στιγμή μια σειρά νέων προβλημάτων: από την αναδιάρθρωση ολόκληρων κλάδων και την απώλεια, βραχυπρόθεσμα τουλάχιστον, πολλών θέσεων εργασίας, μέχρι τις διαδικασίες παραγωγής νέας γνώσης και το ερώτημα του ποιος κατέχει την ιδιοκτησία επ’ αυτής ή ακόμα και ερωτήματα ηθικού και φιλοσοφικού περιεχομένου για τα όρια μεταξύ ανθρώπου και μηχανής που θέτει ενώπιόν μας η τεχνητή νοημοσύνη ή η νανοτεχνολογία.

2. Τη δραστική μείωση των ανισοτήτων, με σημαντικότερες εκείνες που αφορούν το εισόδημα και τον πλούτο, αλλά και μια σειρά άλλες (έμφυλες, διαγενεακές, εκπαιδευτικές κ.λπ.). Βασικό -αλλά όχι αποκλειστικό- μέσο για την επίτευξη του σκοπού αυτού είναι η δημιουργία ενός ισχυρού και αποτελεσματικού κοινωνικού κράτους, που θα χρηματοδοτείται κυρίως μέσω της φορολογίας και θα εξασφαλίζει την ισότιμη πρόσβαση όλων στα βασικά κοινωνικά αγαθά (παιδεία όλων των βαθμίδων, υγεία, στέγη κ.λπ.), θα στηρίζει την οικογένεια, την παιδική ηλικία, τη νεότητα, θα περιλαμβάνει ένα πλέγμα πολιτικών για την αναπηρία κ.ο.κ.

3. Την αποτροπή του νέου κύκλου ακροδεξιάς στροφής σε όλο τον κόσμο, που στηρίζεται στην αντιμεταναστευτική ρητορική και την ισλαμοφοβία, στη γενικευμένη ανασφάλεια, στη συστηματική παραπληροφόρηση και στην απαξίωση των δημοκρατικών θεσμών και της πολιτικής συλλήβδην.

Η αποτροπή της Alt Right («εναλλακτική Δεξιά») δεν μπορεί να γίνει με την υιοθέτηση των ίδιων εργαλείων με αυτή -όπως συμβαίνει κατά περιόδους με δυνάμεις της «παραδοσιακής» Δεξιάς στην Ευρώπη, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης.

Αντίθετα, εξαρτάται από την απάντηση που θα δοθεί στα μείζονα διακυβεύματα που προεκτέθηκαν, με άλλα λόγια την επαναφορά της πραγματικής πολιτικής στο προσκήνιο, με την έννοια της δημιουργικής ιδεολογικής και πολιτικής αντιπαράθεσης, ως προϋπόθεσης της διαφανούς και αποτελεσματικής λειτουργίας μιας πλουραλιστικής δημοκρατίας.

Οι εξελίξεις διεθνώς τρέχουν, συχνά με ανησυχητική τροπή. Κάθε κοινωνία -και πολύ περισσότερο η ελληνική, έχοντας βιώσει με καταστροφικό τρόπο την πρόσφατη κρίση- είναι υποχρεωμένη την περίοδο αυτή να αμφισβητήσει παγιωμένες «αλήθειες», να ανατρέψει «κανονικότητες» και να διαμορφώσει εναλλακτικές συλλογικές απαντήσεις.

*Η Δανάη Κολτσίδα είναι Διευθύντρια του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς (2018), μέλος του Δ.Σ. του δικτύου Transform! Europe. Σπούδασε νομικά και κατέχει μεταπτυχιακό δίπλωμα στην πολιτική επιστήμη και κοινωνιολογία. Ερευνητικά ασχολείται με την εκλογική συμπεριφορά, την αντιπροσώπευση, τα εκλογικά συστήματα, την τοπική αυτοδιοίκηση, αλλά και τη συνταγματική και πολιτική ιστορία.

v