H ιστορία προσφέρει πολλά μαθήματα, αλλά η μεγάλη εικόνα πάντα είναι ένα μπερδεμένο κουβάρι από πολύχρωμα νήματα. Το πού οδηγεί λέει πολλά για το συγκεκριμένο σκέλος που επιλέγουμε να ακολουθήσουμε -ο αισιόδοξος βρίσκει πάντα ένα νήμα που ο απαισιόδοξος προσεκτικά θα αποφύγει.
Ο αισιόδοξος σκέφτεται πόσο καλύτερα είναι τα πράγματα τώρα απ’ ό,τι ήταν πριν από 25 χρόνια. Η φτώχεια μειώνεται και ο αλφαβητισμός αυξάνεται σταθερά. Λιγότερες μητέρες φτάνουν στον τοκετό ανησυχώντας ότι δεν θα τα καταφέρουν. Το προσδόκιμο ζωής αυξάνεται και η παιδική θνησιμότητα μειώνεται παγκοσμίως.
Φυσικά, ο αισιόδοξος γνωρίζει τις ανησυχίες με τις οποίες ζούμε αυτές τις μέρες: ο πόλεμος στην Ουκρανία παραμένει μια τεράστια ανοιχτή πληγή. Η πανδημία της Covid-19 φαίνεται να γίνεται ενδημική. Ο πεισματικά υψηλός πληθωρισμός και οι προτεινόμενες λύσεις από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ, όπως μια «τεχνητή» ύφεση, μοιάζουν με την πρόκληση μιας πλημμύρας για να σταματήσουμε μια δασική πυρκαγιά.
Στην πολιτική, η Δεξιά κερδίζει έδαφος στις Ηνωμένες Πολιτείες και σε όλο τον κόσμο. Και, τέλος, υπάρχει η κλιματική κρίση. Το καλοκαίρι του 2022 ήταν κόλαση για πολλά μέρη της Ασίας, της Ευρώπης και της Βόρειας Αμερικής, με τις θερμοκρασίες να εκτοξεύονται πάνω από 40οC (50οC σε κάποιες περιοχές της Ινδίας) και να μένουν εκεί για εβδομάδες -αυτό δεν επιτρέπει να προσπεράσουμε την κλιματική κρίση ούτε κατά διάνοια.
Αλλά ο αισιόδοξος ξέρει ότι είχαμε κρίσεις και στο παρελθόν. Σήμερα θυμόμαστε τις αρχές της δεκαετίας του 1960 ως την εποχή του χαμόγελου του JFK και της Jackie O., αλλά ήταν επίσης μια στιγμή πολλών κινδύνων: η Κρίση των Πυραύλων της Κούβας, που μας έφερε στο χείλος του πυρηνικού πολέμου, η Θεωρία του Ντόμινο, που προέβλεψε σκοτεινά μια επιθετική εξάπλωση του κομμουνισμού, η κλιμάκωση του πολέμου στο Βιετνάμ, ο αυξανόμενος παγκόσμιος πληθυσμός, η αργοπορημένη προσφορά τροφίμων και οι λιμοί που προκάλεσαν αυτές οι προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένου του Μεγάλου Κινεζικού Λιμού, στον οποίο, όπως μάθαμε αργότερα, πέθαναν σχεδόν 30 εκατομμύρια άνθρωποι από την πείνα. Η δεκαετία του 1970 δεν ήταν πολύ καλύτερη. Ήταν τα χρόνια των βομβών Napalm και του Watergate, του Pol Pot και του Bokassa, καθώς και της σταδιακής εξαφάνισης της ευφορίας που ακολούθησε την αποαποικιοποίηση.
Ο αισιόδοξος γνωρίζει ότι τα καταφέραμε με αυτές τις κρίσεις και έτσι εξακολουθεί να βλέπει πρόοδο σήμερα: το Κογκρέσο των ΗΠΑ ενέκρινε τελικά ένα σημαντικό νομοσχέδιο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Οι θάνατοι από την Covid-19 έχουν μειωθεί και τα εμβόλια, προς το παρόν, έχουν αντιμετωπίσει τις πιο νέες παραλλαγές. Οι δυσκολίες της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι μια χρήσιμη προειδοποίηση για επίδοξους εισβολείς. Ο αισιόδοξος πιστεύει ότι στον ορίζοντα αχνοφαίνεται ένα θετικό σημείο καμπής.
Ο απαισιόδοξος αναγνωρίζει τα πολλά επιτεύγματα της ανθρωπότητας, αλλά φοβάται ότι οδηγηθήκαμε σε αυτά από την απληστία και τον καταναλωτισμό, από την αδίστακτη φιλοδοξία και την άμετρη εκμετάλλευση.
Μας βλέπει εθισμένους σε αυτό τον τρόπο ύπαρξης, σε σημείο που, παρότι είναι καταστροφικός για όλους μας, δεν μπορούμε πλέον να αλλάξουμε. Η στάθμη της θάλασσας θα ανέβει και οι πόλεμοι θα ξεσπάσουν καθώς οι εκτοπισμένοι θα προσπαθούν να βρουν εδάφη αλλού, αλλά όσοι από εμάς είμαστε αρκετά τυχεροί που έχουμε ακόμα σπίτια, θα συνεχίσουμε να περιμένουμε ένα θαύμα, επειδή δεν μπορούμε ή δεν θέλουμε να αλλάξουμε τον τρόπο ζωής μας.
Εθελοντές μεταφέρουν είδη διατροφής για άπορες οικογένειες, στο Houston του Τέξας, τον Αύγουστο του 2022.
Ο απαισιόδοξος γνωρίζει επίσης ότι οι ΗΠΑ και η ΕΣΣΔ κατάφεραν με κάποιο τρόπο να αποφύγουν έναν Γ΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και πιστεύει ότι καμία από τις δύο υπερδυνάμεις δεν εποφθαλμιούσε τόσο έντονα την Κούβα ή το Βιετνάμ όσο η Κίνα σήμερα την Ταϊβάν. Αλλά επειδή τόσο οι Ηνωμένες Πολιτείες όσο και η Κίνα είναι αφοσιωμένες στο μεγαλείο και στη «μακρά μνήμη» της Κίνας, ο ιμπεριαλισμός της Δύσης εξακολουθεί να υφίσταται, ο απαισιόδοξος ανησυχεί ότι ο Γ΄ Παγκόσμιος Πόλεμος μπορεί αυτή τη φορά να είναι αναπόφευκτος. Νομίζει ότι έχουμε ήδη στρίψει στη γωνία και δεν του αρέσει το πού πηγαίνουμε.
Η επιστημονική άποψη λέει ότι πάντα η ανταλλαγή επιχειρημάτων μεταξύ του αισιόδοξου και του απαισιόδοξου δεν προσφέρει λύση -ο κόσμος είναι απλώς πολύ μπερδεμένος για κάτι τέτοιο. Αλλά μπορούμε (και ίσως θα έπρεπε) να λειτουργήσουμε επαρκώς, χωρίς να γνωρίζουμε την απάντηση. Εν τω μεταξύ, όπως μας λέει το «Candide» του Βολταίρου, θα μπορούσαμε κάλλιστα να «καλλιεργήσουμε τον κήπο μας»: να κάνουμε ό,τι καλύτερο μπορούμε, να λύνουμε τα προβλήματα που μπορούν να λυθούν και να μένουμε με ανοιχτά τα μάτια και συγκεντρωμένοι στα στοιχεία. Αυτή η πίστη μάς βοήθησε μέχρι τώρα να ζήσουμε ευτυχισμένη και πλήρη ζωή. Καταφέραμε ακόμη και να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι συμβάλλουμε στην παγκόσμια ευημερία.
Η πανδημία πάλι, ίσως επειδή είχαμε πολύ χρόνο στη διάθεσή μας για να σκεφτούμε τέτοια θέματα, το άλλαξε. Τώρα υπάρχουν μέρες που είναι δύσκολο να σκεφτείς κάτι άλλο εκτός από τη μεγάλη εικόνα -κι αυτή είναι τρομακτική. Μερικές φορές, ο ένας από εμάς νιώθει αισιόδοξος, μερικές φορές και οι δύο. Το χειρότερο είναι όταν είμαστε και οι δύο απαισιόδοξοι: η κατήφεια αυτοτροφοδοτείται και μεγαλώνει, χωρίς κάποιον να υποστηρίξει το αντίθετο.
Υπάρχουν στιγμές που η δουλειά μάς σώζει. Ένα πρόβλημα με το οποίο πρέπει να παλέψεις, αρκετά μεγάλο ώστε να είναι πονοκέφαλος αλλά χωρίς να είναι συντριπτικό, μπορεί να ξαναδώσει προοπτική στον κόσμο μας. Αλλά αυτό είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μια εύθραυστη ειρήνη, που συντηρείται με τον περιορισμό της πρόσβασής μας στις ειδήσεις. Οτιδήποτε μπορεί να μας ρίξει πίσω στη δίνη: μια παρατήρηση στο μεσημεριανό γεύμα, ένα αστείο που δεν είναι καθόλου αστείο, μια συζήτηση για ταξίδια.
Αντιδρούμε διαφορετικά. Κάποιος φωνάζει για την επερχόμενη καταστροφή ελπίζοντας ότι λέγοντάς το δυνατά, θα εκλογικεύσει την ανησυχία. Κάποιος άλλος σιωπά και κοιτάζει από την άλλη πλευρά.
Είναι κλισέ ότι τα παιδιά θα μας σώσουν. Δεν είναι αλήθεια, δυστυχώς. Τα παιδιά επίσης ανησυχούν και εμείς ανησυχούμε μαζί τους, γνωρίζοντας ότι το μέλλον ανήκει περισσότερο σ’ εκείνα παρά σε μας.
Αλλά ίσως είναι μια κατάλληλη μεταφορά για κάτι που μπορεί να μας σώσει: η πληρότητα της ζωής. Ένα παιδί κλαίει εμφανώς απαρηγόρητα, μέχρι τη στιγμή που κάποιος αναφέρει τη λέξη «παγωτό». Το χάος της προετοιμασίας ενός δείπνου για 20, το διαδέχεται ο τόσο ευχάριστος επίλογός του, οι τελευταίες πιρουνιές στο φαγητό σ’ ένα βράδυ μισομεθυσμένο και γεμάτο ανέμελα γέλια. Τα πράγματα θολώνουν και η ιστορία αποσυντίθεται σε μια παιδική ζωγραφιά, χωρίς να ακολουθείται κανένας κανόνας, κανένα πλαίσιο και καμία γραμμή.
*Οι κ. Esther Duflo και Abhijit Banerjee είναι Οικονομολόγοι, Βραβείο Νόμπελ Οικονομικών Σπουδών 2019.
© 2022 The New York Times Company, Esther Duflo and Abhijit Banerjee