Η πανδημία έχει δοκιμάσει και δοκιμάζει κάθε πτυχή της ζωής μας. Δύο χρόνια μετά, οι εκτιμήσεις για την πορεία της, αλλά και για την «επόμενη μέρα», παραμένουν ασαφείς, αν όχι και δυσοίωνες. Παράλληλα, όμως, έχει λειτουργήσει και σαν ένας πεντακάθαρος και ακριβής καθρέφτης. Η εικόνα που δείχνει είναι σκληρή, όχι μόνο γιατί δοκιμάστηκαν τα όρια των πολιτικών επιλογών που κυριάρχησαν τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και γιατί φαίνεται ότι οι επιλογές αυτές είναι ανεπαρκείς.
Τα ερωτήματα που τίθενται πλέον αγγίζουν κάθε μορφή ενός δημοκρατικού πολιτεύματος, ακόμα και στις χώρες που θεωρητικά ηγούνται σε επίπεδο δημοκρατικών ιδεωδών και αποτελούν πρότυπο. Πώς πρέπει να οργανωθούν τα σύγχρονα συστήματα υγείας και πώς θα καλύπτουν όλο τον πληθυσμό; Πρέπει να είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός ή να γίνεται σεβαστή η ατομική επιλογή; Πού σταματά συνολικά ο ρόλος του κράτους και πού αρχίζει η προσωπική ευθύνη; Ποιες πρόνοιες πρέπει να υπάρξουν γι’ αυτούς που έχουν πληγεί οικονομικά; Αυτά είναι μερικά μόνο από τα ερωτήματα που έθεσε επιτακτικά η Covid-19.
Παράλληλα, όμως, ζούμε πλέον αυτό που ξεκίνησε να αποκαλείται «κλιματική αλλαγή» στη θεωρία- και πλέον ορίζεται ρητά στην πράξη ως «κλιματική κρίση». Στη περίπτωσή της δεν υπάρχει εμβόλιο, ενώ η μέρα που θα έπρεπε να είχαμε αντιδράσει ήταν, μεταφορικά, «προχθές»!
Σε συνδυασμό με τα άλλα μεγάλα προβλήματα, την ανισότητα, τις συχνά βίαιες γεωπολιτικές αναταράξεις, την απειλή των λαϊκίστικων μορφωμάτων και του απολυταρχισμού που αναβιώνει, το κεντρικό ερώτημα επανέρχεται: Πώς αντιδρά η δημοκρατία; Για την ακρίβεια, πώς αντιδρά μια δημοκρατική χώρα σε απειλές που συχνά είναι αποτέλεσμα λάθος πολιτικών σε εθνικό και διεθνές επίπεδο; Πώς αντιδρά όταν οι σύγχρονες συνθήκες δείχνουν να θέτουν εν αμφιβόλω τα ίδια τα ιδεώδη της;
Το ενθαρρυντικό στοιχείο είναι ότι δείχνει κάπως να κοπάζει η λαίλαπα του λαϊκισμού, που υποσχόταν εύκολες και γρήγορες (σχεδόν μαγικές…) λύσεις σε καθετί. Οι δημοκρατίες ανά τον κόσμο προς το παρόν αντέχουν.
Όμως, είναι σαφές πλέον ότι δεν αρκεί αυτό, οι προκλήσεις είναι ίσως πρωτοφανείς σε μέγεθος και αριθμό. Οι δημοκρατίες δεν μπορούν να επιτύχουν στην αντιμετώπισή τους αν δεν ανανεωθούν κι αν δεν τολμήσουν. Το κυριότερο, πρέπει να μάθουν να συνεργάζονται και να συντονίζονται, συχνά από τη μία ως την άλλη άκρη του κόσμου. Στο επίκεντρο πλέον πρέπει να είναι όχι μόνο οι πολλοί μίας χώρας, αλλά οι πολλοί όλου του κόσμου.
Για την αντιμετώπιση άλλωστε της κλιματικής κρίσης, όπως και για την εξάλειψη της πανδημίας, αυτό είναι το μεγαλύτερο προαπαιτούμενο!
*O Γιώργος Παπανικολάου είναι Διευθυντής του Euro2day.gr