Εχθροί της Δημοκρατίας υπήρχαν πάντα. Το βασικό ερώτημα, λοιπόν, είναι για ποιο λόγο τα αίολα επιχειρήματά τους ηχούν σήμερα τόσο πειστικά. Η απάντηση μάλλον βρίσκεται στο έλλειμμα ασφάλειας και ευμάρειας που νιώθουν, για το παρόν αλλά και για το μέλλον, μεγάλα κοινωνικά στρώματα, ακόμη και στις πλέον αναπτυγμένες χώρες.
Η παγκοσμιοποίηση, η ανάπτυξη της τεχνολογίας, τα μεταναστευτικά ρεύματα, η τρομοκρατία, ο ανταγωνισμός από χώρες που κάποτε θεωρούνταν «τριτοκοσμικές», σε συνδυασμό με την αποτυχία «κατεστημένων» εθνικών και υπερεθνικών συστημάτων να πείσουν για την ορθότητα των πολιτικών τους, όλα παίζουν ρόλο.
Ωστόσο, αφετηρία του φαινομένου στη Δύση θεωρείται από ειδήμονες η διεθνής τραπεζική κρίση που ξεκίνησε το 2008-2009, που εξελίχθηκε στη συνέχεια σε κρίση «κρατικών χρεών», με έκδηλες επιπτώσεις όσον αφορά στην εμπιστοσύνη των πολιτών προς το «σύστημα». Εν τούτοις, σχεδόν μια δεκαετία μετά, ελάχιστα φαίνεται να έχουν αλλάξει στην αρχιτεκτονική του συστήματος, καθώς οι κατεστημένες πολιτικές δυνάμεις περιορίστηκαν σε περιμετρικές επιδιορθώσεις.
Τα όποια μπαλώματα, όμως, δεν πείθουν μεγάλο μέρος των κοινωνιών, που ζητά επιτακτικά το καινούργιο και μετατρέπεται έτσι σε εύκολο θύμα της απλουστευτικής και διχαστικής ρητορικής των λαϊκιστών. Κι εδώ προκύπτει ο μεγάλος κίνδυνος. Εάν φτάσουμε στο σημείο η πλειοψηφία να αποδέχεται ακραίες αλλαγές, αυτές μοιραία θα επέλθουν ό,τι κι αν πιστεύουν οι ισχυρές, αλλά σχετικά ολιγάριθμες ελίτ.
Υπό αυτό το πρίσμα, ο μεγαλύτερος εχθρός της Δημοκρατίας σήμερα είναι ο κακός εαυτός της. Η αδυναμία της να ενσωματώσει ανάγκες και προσδοκίες, όπως συνέβαινε παλιότερα, να προσφέρει όραμα στους δυσαρεστημένους, να αποκαταστήσει τα τραύματα που υπέστησαν οι θεσμοί όσο η ευημερία της εποχής οδηγούσε στην υπερσυγκέντρωση ισχύος εκ μέρους ορισμένων ελίτ και σε διογκούμενη «απληστία», που εκφράζεται μέσα από την πληθώρα σκανδάλων.
Κατόπιν αυτών, ο εχθρός δεν πρόκειται βεβαίως να ηττηθεί με ευχολόγια και αφορισμούς, παρά μόνο με τομές στη λειτουργία των θεσμών και της οικονομίας.
Η χώρα μας διαθέτει σημαντικά περιθώρια ανασυγκρότησης των θεσμών, με την επερχόμενη συνταγματική αναθεώρηση να αποτελεί ευκαιρία εκσυγχρονισμού στον πυρήνα του θεσμικού πλαισίου.
Κατά τα λοιπά, όμως, θα ήταν φενάκη να πιστέψουμε ότι η Ελλάδα μπορεί μόνη να επιλύσει ζωτικά θέματα στα οποία το εθνικό εξαρτάται από το υπερεθνικό, σε οικονομικό, πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο.
Ο στίβος στον οποίο θα δοθεί η επόμενη μεγάλη μάχη, απέναντι στον εθνικισμό και τον λαϊκισμό, είναι κατά συνέπεια, οι προσεχείς ευρωεκλογές. Ενδεχομένως οι πλέον ζωτικής σημασίας για το μέλλον, από καταβολής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Για να κερδηθεί, όμως, η μάχη θα πρέπει να προκύψουν νέες τολμηρές πολιτικές θέσεις για την Ευρώπη και τις χώρες της, που θα προσφέρουν όραμα, ιδίως σε εκείνα τα τμήματα της κοινωνίας που αισθάνονται σήμερα αποκομμένα.
* Ο Γιώργος Παπανικολάου είναι Διευθυντής του Euro2day.gr