Γιατί χρειαζόμαστε πιο ισχυρή Ε.Ε.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση και τα ιδανικά της φιλελεύθερης δημοκρατίας που εκπροσωπεί κάνουν τον κόσμο πιο ασφαλή και σταθερό.

  • του George Mitchell*
Γιατί χρειαζόμαστε πιο ισχυρή Ε.Ε.

Η φρικιαστική αιματοχυσία των πολέμων που σάρωσαν την Ευρώπη τα 75 χρόνια πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο περνά γρήγορα στη λήθη της ιστορίας. Όμως, η σχετική ειρήνη που κυριαρχεί έκτοτε δεν είναι θέμα τύχης, είναι το αποτέλεσμα θεσμών και συμμαχιών που δημιουργήθηκαν προσεκτικά στον απόηχο των μεγάλων πολέμων. Οι θεσμοί αυτοί, και ιδιαίτερα οι επίσημοι δεσμοί φιλίας μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης, εξακολουθούν να είναι σήμερα τόσο ζωτικής σημασίας για την παγκόσμια ασφάλεια και σταθερότητα όσο ήταν και πριν από έξι δεκαετίες.

Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι δυτικές δημοκρατίες, υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, βοήθησαν τη Γερμανία, την Ιταλία και την Ιαπωνία να ανοικοδομηθούν και να καταστούν ανθεκτικές δημοκρατίες. Ίδρυσαν διεθνείς θεσμούς που στόχος τους ήταν η ειρήνη, η σταθερότητα και η ευημερία: Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, ΝΑΤΟ, Παγκόσμια Τράπεζα, Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και (κομβικής σημασίας) Ευρωπαϊκή Ένωση. Επιδίωξαν να αποτρέψουν την επανάληψη του παρελθόντος προωθώντας το εμπόριο και τη συλλογική ασφάλεια. Οι θεσμοί αυτοί υπήρξαν σε μεγάλο βαθμό επιτυχημένοι.

Οι επικριτές της Ευρωπαϊκής Ένωσης δείχνουν τις ελλείψεις της, ορισμένες εκ των οποίων είναι σοβαρές και πρέπει να διευθετηθούν. Όμως, τα μειονεκτήματα αυτά αντισταθμίζονται καταλυτικά από τη διεύρυνση των ατομικών ελευθεριών, της σταθερότητας, του εμπορίου και της ευημερίας που έχουν απολαύσει οι Ευρωπαίοι.

Είναι προς το συμφέρον των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης να αντιμετωπίσουν και να διορθώσουν τις ελλείψεις αυτές και όχι να βάλουν τέλος στην Ε.Ε. Πρέπει να βρουν τρόπο να χαλιναγωγήσουν τις υπερβολές της και να διευθετήσουν το εμφανές πλέον χάσμα που έχει δημιουργηθεί από την ένταξη μιας χώρας σε μια νομισματική ένωση χωρίς την αναγκαία πολιτική υποστήριξη. Δεν θα είναι εύκολο. Όμως, οπωσδήποτε δεν είναι πέραν των δυνατοτήτων μιας ηπείρου τόσο πλούσιας σε ιστορία, σε ταλέντο, σε υλικούς και αξιακούς πόρους.

Ένα από τα πρώτα -και ίσως πιο σημαντικά- βήματα στη διασφάλιση της συνέχειας της Ε.Ε. είναι ένα ομαλό και επιτυχές Brexit. Παρά τον θυμό και την αγανάκτηση, οι ηγέτες της Ε.Ε. θα πρέπει να προσπαθήσουν περισσότερο στις διαπραγματεύσεις με τη Βρετανία. Ένα «σκληρό» Brexit δεν είναι προς το συμφέρον κανενός, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά τα σύνορα μεταξύ της Ιρλανδίας και της Βόρειας Ιρλανδίας. Η Ένωση και η βρετανική κυβέρνηση έχουν δημοσίως υποσχεθεί πως δεν θα υπάρξουν «σκληρά σύνορα» -και θα πρέπει να τηρήσουν την υπόσχεσή τους.

Πιστεύω πως το Brexit μελλοντικά θα επηρεάσει αρνητικά τη βρετανική οικονομία, όμως η αρχική επίπτωση θα μπορούσε να ενθαρρύνει και άλλα δυσαρεστημένα ευρωπαϊκά κράτη να αποχωρήσουν από την Ένωση. Μια αποδυναμωμένη και διχασμένη Ευρώπη θα σήμαινε την απώλεια ενός πολύτιμου, δημοκρατικού συμμάχου για τις ΗΠΑ στην αντιμετώπιση μεγάλων εχθρικών δυνάμεων και της αναταραχής που είναι πιθανό να συνεχιστεί στην Αφρική και την Ασία.

Δεύτερον, ενώ υποστηρίζω σθεναρά τη συνέχιση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αναγνωρίζω επίσης πως υπάρχει περιθώριο βελτίωσης. Ένα κεντρικό ζήτημα που αντιμετωπίζει η Ένωση παραμένει αυτό της ταυτότητας.

Το 2013, η ολλανδική κυβέρνηση βρήκε μια εναλλακτική για τη φράση «ακόμα πιο στενή ένωση» που αναφέρεται στις συνθήκες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Είπε πως το νέο πρότυπο θα πρέπει να είναι «Ευρωπαϊκή όπου χρειάζεται, εθνική όπου είναι δυνατόν». Αυτό το πρότυπο έχει επικρατήσει σε κάποιο βαθμό, με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να εκκινεί μια διαδικασία αναθεώρησης της νομοθεσίας της Ε.Ε. και να ανακαλεί τους νόμους που δεν εξυπηρετούν πλέον κάποιον σκοπό.

Όμως, αυτή η ιδέα είναι δύσκολο να εφαρμοστεί στην αντιμετώπιση των συγκρούσεων που προκύπτουν σχετικά με τη νομισματική ένωση και τη μετανάστευση. Η τεράστια πρόκληση της αντιμετώπισης των εκατομμυρίων μεταναστών από την Ασία και την Αφρική έχει βάλει σε δοκιμασία την ίδια την ιδέα της ενότητας.

Καθώς λείπει μια κοινή πολιτική, η γεωγραφία είναι αποφασιστικής σημασίας και το βάρος πέφτει σε μεγάλο βαθμό στα μέλη της Ε.Ε. που έχουν τη μικρότερη ικανότητα να το επωμιστούν. Οι φόβοι για τη μετανάστευση συνέβαλαν στην ψήφο υπέρ του Brexit και έχουν οδηγήσει σε μια συνεχιζόμενη ανησυχία σε άλλα κράτη-μέλη. Την ίδια ώρα, ωστόσο, η ελεύθερη μετακίνηση του εργατικού δυναμικού είναι σημαντική για την οικονομική ανάπτυξη στην Ευρώπη, όπως είναι και για τις ΗΠΑ.

Η δημοσιονομική κρίση στην Ελλάδα και η πλημμύρα των μεταναστών στην Ιταλία και σε άλλες χώρες της Ε.Ε. επέβαλαν αυτήν τη συζήτηση στους Ευρωπαίους, οι οποίοι θα πρέπει να συνεχίσουν τον δημόσιο διάλογο, ακόμα και να τον εντείνουν.

Πρέπει να αποφασίσουν για τον τελικό τους σκοπό και στη συνέχεια να προσαρμόσουν τον οργανισμό και τους θεσμούς και τις εξουσίες του προς αυτόν τον στόχο. Αν συνεχιστεί η ασυμβατότητα μεταξύ των σκοπών και των μέσων, το μέλλον της Ε.Ε. θα γίνει περίπλοκο και μπορεί να απειληθεί ακόμα και η ύπαρξή της.

Οι ΗΠΑ έχουν πολλούς και σημαντικότατους λόγους να ενδιαφέρονται για το αποτέλεσμα. Μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο στην εξουσία, ο πρόεδρος Trump ασύνετα καθυστέρησε μια εμπορική συμφωνία με τα ευρωπαϊκά έθνη και αποσύρθηκε από τη Συμφωνία του Παρισιού για την Κλιματική Αλλαγή, τη συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν και το Σύμφωνο Συνεργασίας των Δύο Πλευρών του Ειρηνικού (TPP). Επιπλέον, ο πρόεδρος έχει επιδιώξει να επιλύσει εμπορικές διαμάχες με την Κίνα και τις ευρωπαϊκές χώρες μέσω δασμών και όχι μέσω των διαδικασιών που προβλέπει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου.

Το πρόσφατο ταξίδι του στην Ευρώπη προκάλεσε σύγχυση, ήταν εριστικό και αντιπαραγωγικό, καθώς συνέχισε να επικρίνει τους φίλους των ΗΠΑ και να δίνει εύσημα στον πρόεδρο της Ρωσίας, Vladimir Putin.

Με όλο τον σεβασμό, διαφωνώ κάθετα με τον κ. Trump. Οι προσπάθειες συνεργασίας με τους ιστορικούς συμμάχους μας δεν βλάπτουν τα αμερικανικά συμφέροντα. Αντιθέτως, αυτές οι πρόσφατες συμφωνίες και οι μεταπολεμικοί θεσμοί υπήρξαν επωφελείς γι’ αυτούς που συμμετείχαν σε αυτούς, περιλαμβανομένων και των ΗΠΑ. Όποιος Αμερικανός νομίζει πως ο κόσμος δεν είναι ασφαλής τώρα, θα πρέπει να αναλογιστεί έναν κόσμο στον οποίο δεν υπάρχει ΝΑΤΟ, δεν υπάρχει Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν υπάρχει Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, δεν υπάρχει ΟΗΕ. Σε αυτόν τον κόσμο, αλλεπάλληλοι εμπορικοί πόλεμοι θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε πραγματικούς πολέμους και οι ΗΠΑ, ως κυρίαρχη δύναμη, θα καλούνταν πάντα να ηγηθεί μόνη.

Οι δεσμοί μας με την Ευρώπη προϋπάρχουν της ίδρυσης των ΗΠΑ. Οι Αμερικανοί κερδίσαμε την ανεξαρτησία μας από τη Μ. Βρετανία με επανάσταση, όμως διατηρήσαμε την αγγλική γλώσσα, το πνεύμα των νόμων της και πολλά από τα έθιμά της. Αν και οι πρώτες σχέσεις μας ήταν εχθρικές, με την πάροδο του χρόνου οι δύο χώρες σχημάτισαν αυτό που παραμένει μια «ειδική σχέση».

Καθώς το έθνος μας αναπτύχθηκε και εποίκησε μια τεράστια ήπειρο, υποδεχθήκαμε εκατομμύρια μετανάστες από την Αγγλία, την Ιρλανδία, τη Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, την Ελλάδα, την Πολωνία, τη Σκανδιναβία και πολλές άλλες χώρες και περιοχές. Ως αποτέλεσμα, μοιραζόμαστε βαθείς δεσμούς αίματος με την Ευρώπη -και όχι μόνο νομικές σχέσεις.

Ο Antonio Magnani και οι τρεις γιοι του, μετανάστες από την Ιταλία, κοιτάζουν τη Νέα Υόρκη από την αποβάθρα του Ellis Island το 1950.

Αν και ανταγωνιζόμαστε με πολλούς τρόπους, δεν θα πρέπει να θεωρούμε τους Ευρωπαίους πρωτίστως ανταγωνιστές. Είναι επίσης εταίροι και σύμμαχοί μας. Αν και δεν συμφωνούν πάντα μαζί μας ή ακόμα και μεταξύ τους, ως επί το πλείστον θαυμάζουν τη χώρα μας και μοιράζονται τις αξίες και τα συμφέροντά μας.

Είναι προς το συμφέρον όλων να κάνουμε ό,τι μπορούμε -πολιτικά, οικονομικά, στρατιωτικά και με όποιον άλλο τρόπο- για να βοηθήσουμε τους λαούς της Ευρώπης να παραμείνουν δημοκρατικοί, ενωμένοι, ελεύθεροι και να ευημερούν.

*Ο George Mitchell έχει διατελέσει Γερουσιαστής των ΗΠΑ από το Μέιν (1980 - 1995), επικεφαλής της πλειοψηφίας της Γερουσίας (1989 - 1995). Queen’s University, Belfast.


v