Ο φιλελευθερισμός πρέπει να επανεφευρεθεί

Η σημερινή άρχουσα τάξη ζει σε μια φούσκα και αρκείται σε συζητήσεις, χωρίς να εξετάζει ποια είναι τα συστατικά της κρίσης. Γράφει ο Α. Παπανδρόπουλος.

  • του Αθανάσιου Χ. Παπανδρόπουλου*
Ο φιλελευθερισμός πρέπει να επανεφευρεθεί

Όταν το 1843 ο Βρετανός πιλοποιός Τζέιμς Ουίλσον ίδρυσε το διάσημο σήμερα περιοδικό «The Economist», πίστευε βαθύτατα ότι η ελευθερία και η συναφής με αυτήν δημιουργία ήταν κινητήρια δύναμη για πρόοδο και ευημερία. Είχε δε υποσχεθεί ότι θα τάσσεται με την πλευρά της ευφυΐας, γιατί αυτή είναι που οδηγεί προς τα εμπρός, παρά τη λυσσώδη μάχη εναντίον της από τις δυνάμεις της άγνοιας και της αμάθειας.

Από την εποχή που ο Ουίλσον έγραφε το παραπάνω, οι ανθρώπινες γνώσεις έχουν πολλαπλασιαστεί επί 10.000 φορές, ο μέσος χρόνος ζωής σχεδόν τριπλασιάστηκε και σε παγκόσμιο επίπεδο υπήρξε ένας απίστευτος εκδημοκρατισμός του πολιτισμού, του αθλητισμού, της παιδείας, της υγείας και βέβαια της παραγωγής και διάχυσης του πλούτου, παρά τις αντίθετες γνώμες.

Στην εποχή μας, πολλά εκατομμύρια πολιτών-καταναλωτών μπορούν να παρακολουθήσουν διάσημους μουσουργούς, να θαυμάσουν ασύλληπτα έργα τέχνης, να απολαύσουν κορυφαίες αθλητικές οργανώσεις και να βρουν με ένα απλό κλικ αστείρευτες πηγές γνώσης. Όλα αυτά τα επιτεύγματα σίγουρα δεν οφείλονται αποκλειστικά στον φιλελευθερισμό. Ο τελευταίος, όμως, υπήρξε η βάση τους.

Θα πρέπει να επισημάνουμε, ωστόσο, ότι καμία επιτυχία δεν έχει αιώνιο χαρακτήρα. Κι αυτό για έναν απλό λόγο: Στο μέτρο που οι κοινωνίες προοδεύουν, αλλάζουν και οι όροι άσκησης της πολιτικής.

Μεταλλάσσονται και προσαρμόζονται σε νέες συνθήκες, είτε αυτές είναι παραγωγικές είτε κοινωνικές-πολιτιστικές.

Από την άποψη αυτή, κατά τον «The Economist» και τον γράφοντα, ο πραγματικός φιλελευθερισμός είναι μια πραγματική κινητήρια δύναμη αλλαγής σε όλα τα επίπεδα. Είναι η αντίληψη που απορρίπτει τις ιδεοληψίες και τις μεταφυσικές ερμηνείες:

«Οι πραγματικοί φιλελεύθεροι υποστηρίζουν ότι οι κοινωνίες μπορούν να αλλάξουν σταδιακά προς το καλύτερο, από τη βάση προς την κορυφή. Η διαφορά τους από τους επαναστάτες βρίσκεται στο ότι δεν πιστεύουν στον εξαναγκασμό του ατόμου προκειμένου να αποδεχθεί τις πεποιθήσεις κάποιου άλλου. Η διαφορά τους από τους συντηρητικούς βρίσκεται στο ότι θεωρούν πως η κυριαρχία μιας αριστοκρατίας ή μιας άρχουσας ελίτ, όπως και κάθε μορφή συγκέντρωσης της εξουσίας, καταλήγουν να γίνουν πηγές καταπίεσης.

Ο φιλελευθερισμός ξεκίνησε επομένως ως μια κοσμοθεωρία ανήσυχη, που δεν συμβιβαζόταν. Τις τελευταίες δεκαετίες, ωστόσο, οι φιλελεύθεροι επαναπαύθηκαν στην εξουσία, με αποτέλεσμα να απωλέσουν τον μεταρρυθμιστικό ζήλο τους. Οι φιλελεύθερες ελίτ που κυβερνούν, θέλουν να πιστεύουν ότι το σύστημα του οποίου ηγούνται είναι απόλυτα αξιοκρατικό και ότι έχουν κερδίσει με την αξία τους τα προνόμιά τους. Στην πραγματικότητα, όμως, τα πράγματα δεν είναι τόσο ξεκάθαρα.

Στις καλύτερες περιπτώσεις, το αξιοκρατικό πνεύμα ανταγωνισμού έχει γεννήσει μεγάλη ευημερία και πλήθος νέων ιδεών. Στο όνομα της αποτελεσματικότητας και της οικονομικής ελευθερίας, οι κυβερνήσεις έχουν ανοίξει τις αγορές στον ανταγωνισμό. Η φυλή, το φύλο και η σεξουαλικότητα είναι λιγότερο από ποτέ εμπόδια στην προσωπική εξέλιξη του ατόμου. Η παγκοσμιοποίηση έχει βγάλει από τη φτώχεια εκατοντάδες εκατομμύρια ανθρώπους στις αναπτυσσόμενες χώρες.

Ωστόσο, οι κυβερνώντες φιλελεύθεροι έχουν συχνά προφυλάξει τον εαυτό τους από τις επιπτώσεις των ξεσπασμάτων δημιουργικής καταστροφής. Προνομιούχα επαγγέλματα, όπως τα νομικά, προστατεύονται από ανούσιους κανονισμούς. Οι καθηγητές πανεπιστημίου απολαμβάνουν τη μονιμότητά τους, την ίδια στιγμή που διακηρύσσουν τις αρετές της ανοιχτής κοινωνίας. Τα στελέχη του χρηματοπιστωτικού τομέα απέφυγαν τις χειρότερες επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, όταν οι εργοδότες τους διασώθηκαν με χρήματα των φορολογουμένων. Η παγκοσμιοποίηση απέβλεπε στη δημιουργία κερδών που θα μπορούσαν να ωφελήσουν τους μη προνομιούχους, όμως υπερβολικά λίγοι από αυτούς είδαν κάποιο όφελος…».

Κάποιοι δήθεν φιλελεύθεροι μετέτρεψαν την παγκοσμιοποίηση σε μνημείο του κράτους και μέσω αυτής υπερχρέωναν τα νοικοκυριά σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη μας. Έδωσαν δε ιδεολογική τροφή σε μια καταρρέουσα αριστερά, που σήμερα πιπιλίζει την καραμέλα του «νεοφιλελευθερισμού» ή της διαστροφής του κράτους.

Στο πλαίσιο αυτό, από κάθε άποψη, η φιλελεύθερη αξιοκρατία είναι κλειστή και συντηρεί τα προνόμιά της. Πρόσφατη έρευνα διαπίστωσε ότι στο διάστημα 1999-2013 τα διακεκριμένα πανεπιστήμια της Αμερικής δέχθηκαν πολύ περισσότερους φοιτητές από το ανώτερο 1% των νοικοκυριών με βάση το εισόδημα, παρά από το χαμηλότερο 50%. Στο διάστημα 1980-2015 τα πανεπιστημιακά δίδακτρα στην Αμερική αυξήθηκαν 17 φορές ταχύτερα απ’ ό,τι το διάμεσο εισόδημα. Οι 50 μεγαλύτερες αστικές περιοχές περιέχουν το 7% του παγκόσμιου πληθυσμού και παράγουν το 40% της παγκόσμιας παραγωγής. Όμως, οι περιορισμοί στη δόμηση έχουν αποκλείσει από αυτές πολλούς ανθρώπους, και ιδίως τους νέους.

Οι κυβερνώντες φιλελεύθεροι είναι τόσο απορροφημένοι από την προσπάθειά τους να διατηρήσουν την ισχύουσα τάξη, που έχουν ξεχάσει τι σημαίνει ριζοσπαστισμός. Θυμηθείτε πώς η Χίλαρι Κλίντον, στην εκστρατεία της για την προεδρία της Αμερικής, έκρυβε την έλλειψη μεγάλων οραμάτων πίσω από έναν καταιγισμό επιμέρους προτάσεων. Οι υποψήφιοι για την ηγεσία του Εργατικού Κόμματος στη Βρετανία το 2015 έχασαν από τον Τζέρεμι Κόρμπιν όχι επειδή αυτός διέθετε εξαιρετικές πολιτικές ικανότητες, αλλά επειδή οι ίδιοι ήταν απελπιστικά κοινότοποι.

Οι φιλελεύθεροι τεχνοκράτες διαμορφώνουν μια ατελείωτη σειρά ευφυών διορθωτικών πολιτικών, όμως παραμένουν αισθητά αποστασιοποιημένοι από τους ανθρώπους που υποτίθεται ότι βοηθούν. Αυτό δημιουργεί δύο κατηγορίες: εκείνους που δρουν και εκείνους που υφίστανται τη δράση, εκείνους που αναπτύσσουν θεωρίες και εκείνους τους οποίους αφορούν οι θεωρίες, εκείνους που χαράσσουν πολιτική και εκείνους στους οποίους εφαρμόζεται η πολιτική.

Πολύ φοβούμεθα ότι η σημερινή άρχουσα τάξη ζει σε μια φούσκα άσχετη με την όποια φιλελεύθερη αντίληψη. Οι φιλελεύθεροι βρίσκονται και τα λένε μεταξύ τους, χωρίς να σκέφτονται ποια είναι τα συστατικά της κρίσης. Κι αυτός είναι ένας λόγος για τον οποίο η αφοσίωση στα παραδοσιακά κόμματα φθίνει σταδιακά.

Μια καθαρίστρια εργάζεται στον χώρο όπου σε λίγο θα ακολουθήσει ένα debate στο πλαίσιο του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ στο Νταβός. Οι φιλελεύθερες ελίτ του κόσμου αγωνιούν και συζητούν αρκετά τα σύγχρονα προβλήματα, αλλά αδυνατούν να αντιληφθούν ακριβώς και να δώσουν ουσιαστικές λύσεις στα προβλήματα που απασχολούν τους λαούς.

Αντίθετα, ο κόσμος αναζητά ταυτότητα σε ομάδες που ορίζονται από τη φυλή, τη θρησκεία ή τη σεξουαλικότητα. Κατά συνέπεια, η δεύτερη αρχή, το κοινό συμφέρον, είναι πλέον κατακερματισμένη. Η πολιτική των ταυτοτήτων συνιστά μια εύλογη απάντηση στις διακρίσεις, όμως, όσο οι ταυτότητες πολλαπλασιάζονται, η πολιτική κάθε ομάδας συγκρούεται με την πολιτική των υπολοίπων. Αντί να οδηγεί σε ωφέλιμες για όλους συμβιβαστικές λύσεις, ο δημόσιος διάλογος καταλήγει να γίνεται τόπος έκφρασης φυλετικής οργής.

Οι δεξιοί ηγέτες, ιδίως, εκμεταλλεύονται την ανασφάλεια που προκαλεί η μετανάστευση στον κόσμο, για να κερδίσουν υποστήριξη και προβάλλουν αυτάρεσκα αριστερά επιχειρήματα περί πολιτικής ορθότητας για να τροφοδοτήσουν το αίσθημα των ψηφοφόρων ότι αντιμετωπίζονται με περιφρόνηση. Το αποτέλεσμα είναι η πόλωση. Μερικές φορές αυτό οδηγεί σε αδυναμία δράσης, και άλλες στην τυραννία της πλειοψηφίας. Στη χειρότερη περίπτωση ενθαρρύνει και ενισχύει τον ακροδεξιό αυταρχισμό.

Είναι ώρα να επανεφευρεθεί ο φιλελευθερισμός. Οι φιλελεύθεροι δεν πρέπει να αφιερώνουν τόσο χρόνο στο να κατηγορούν τους επικριτές τους ως ανόητους και μισαλλόδοξους, αλλά στο να διορθώνουν τα κακώς κείμενα. Το πραγματικό πνεύμα του φιλελευθερισμού είναι η αυτοσυντήρηση της φιλελεύθερης τάξης, αλλά είναι ριζοσπαστικό και ανατρεπτικό. Σήμερα, με το ίδιο όραμα, οι φιλελεύθεροι πρέπει να πάρουν το μέρος της κοινωνίας που αγωνίζεται για την επιβίωση, διάγει ανασφαλή βίο και παλεύει ενάντια στους πατρικίους.

Πρέπει να επαναπροσδιορίσουν την πίστη τους στην ατομική αξιοπρέπεια και την αρχή ότι το άτομο φροντίζει τον εαυτό του, περιορίζοντας τα προνόμιά τους. Πρέπει να αφήσουν κατά μέρος τον χλευασμό του εθνικισμού και να του δώσουν το δικό τους νόημα, να τον γεμίσουν με τη δική τους πολιτειακή υπερηφάνεια στην οποία έχουν δικαίωμα όλοι. Αντί να συγκεντρώνουν την εξουσία σε μεγάλα υπουργεία και τεχνοκρατικούς μηχανισμούς που δεν λογοδοτούν πουθενά, θα πρέπει να την αποκεντρώνουν σε περιφέρειες και δήμους.

Οι φιλελεύθεροι πρέπει να αντιμετωπίσουν τις σημερινές προκλήσεις με σθένος. Αν επικρατήσουν, αυτό θα οφείλεται στην απαράμιλλη ικανότητα της ιδεολογίας τους να δημιουργεί συνθήκες ελευθερίας και ευημερίας. Πρέπει να δεχθούν την κριτική και να δουν ευνοϊκά τον δημόσιο διάλογο, ως πηγές ενός νέου τρόπου σκέψης που θα αναζωπυρώσει το κίνημά τους. Πρέπει να δείξουν τόλμη και δίψα για μεταρρυθμίσεις.

Ιδίως οι νέοι, οι οποίοι έχουν να διεκδικήσουν έναν ολόκληρο κόσμο...

*Ο Αθανάσιος Χ. Παπανδρόπουλος είναι Δημοσιογράφος. Διετέλεσε Πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Δημοσιογράφων (1993-1998) και Πρόεδρος της Ένωσης Συντακτών Περιοδικού Τύπου (1997-2003).

v