Σπάνια -και όχι μόνο στην εγχώρια ιστορία- πρωθυπουργοί και νεόκοπες κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν ταυτοχρόνως τόσα πολλά καινοφανή γεγονότα με τέτοιας έκτασης και βάθους επιπτώσεις, όπως η πανδημία, η απόπειρα κατάλυσης των συνόρων, η παρόξυνση των τουρκικών προκλήσεων, αλλά και φυσικές καταστροφές ακραίας έντασης.
Οι αλλεπάλληλες κρίσεις και πρωτίστως η πανδημία, παρότι απορρόφησαν μεγάλο μέρος της προσοχής και της ενέργειας της κυβέρνησης κατά το 2020, δεν μονοπώλησαν ούτε ανέτρεψαν βασικούς μεταρρυθμιστικούς της στόχους. Αντιθέτως, μετατρέψαμε την πανδημική κρίση σε επιταχυντή καταλυτικών αλλαγών σε πολλούς τομείς της οικονομικής και κοινωνικής ζωής, ειδικά στο σύστημα υγείας και στην ψηφιακή λειτουργία του δημόσιου τομέα.
Δουλεύοντας ομαδικά και μεθοδικά, αφαιρώντας πολλά μεγάλα και μικρά εμπόδια, ξεκινήσαμε να μεταμορφώνουμε τη διαβόητη «ελληνική πραγματικότητα», με στόχο να καταστήσουμε τη χώρα μας ελκυστικό επενδυτικό προορισμό.
Για να αλλάξει, όμως, η εικόνα της Ελλάδας πρέπει να αναμετρηθούμε με όλες τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας και της δημόσιας διοίκησης. Τη χαμηλή παραγωγικότητα και ανταγωνιστικότητα, τις χαμηλές εξαγωγές και επενδύσεις, τη μονοθεματική οικονομία χαμηλής προστιθέμενης αξίας, χαμηλής εμπιστοσύνης και παγιωμένης εσωστρέφειας, τις αργές διαδικασίες τεχνικής ωρίμανσης, δημοπράτησης και εκτέλεσης σημαντικών αναπτυξιακών έργων.
Βγαίνοντας σιγά σιγά στο ξέφωτο της μετά την πανδημία εποχής συνεχίζουμε με μεγαλύτερη αποφασιστικότητα και ορμή τις μεταρρυθμίσεις σε όλο το φάσμα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας, προκειμένου να πετύχουμε ισχυρή, βιώσιμη και συμπεριληπτική ανάπτυξη, που θα εξασφαλίσει ευημερία για όλους και όχι μόνο για ορισμένους.
Πολύτιμο εργαλείο σ’ αυτήν την εθνικής σημασίας αποστολή είναι το συνεκτικό στρατηγικό σχέδιο που εκπονήθηκε για πρώτη φορά στη μεταπολιτευτική ιστορία της χώρας μας. Είναι βασισμένο στις προτάσεις και τις στρατηγικές κατευθύνσεις της επιτροπής Πισσαρίδη, που ενσωματώνει όλες τις σύγχρονες παγκόσμιες τάσεις και έχει κάνει μια ακριβή διάγνωση τόσο των διαχρονικών στρεβλώσεων της οικονομίας μας όσο και των συγκριτικών μας πλεονεκτημάτων.
Θα συμβάλει στη βέλτιστη παραγωγική αξιοποίηση και μόχλευση όλων των διαθέσιμων κεφαλαίων από το Ταμείο Ανάκαμψης και τα υπόλοιπα ευρωπαϊκά ταμεία, που αθροίζουν κοντά στα 70 δισ. ευρώ.
Συνυπολογίζοντας τη χρονική κλίμακα των εισροών και το μέγεθος της οικονομίας, τα κεφάλαια αυτά αποτελούν μια μεγάλη αναπτυξιακή ένεση, διπλάσια σε μέγεθος -σε τρέχουσες τιμές- από το Σχέδιο Μάρσαλ, ικανή να μεταμορφώσει τη χώρα.
Αν αξιοποιηθεί σωστά. Πράγματι, τίθεται εδώ ένα ζήτημα στόχευσης και ένα ζήτημα αποτελεσματικής και γρήγορης απορρόφησης. Διότι, αν θέλουμε να είμαστε ειλικρινείς με την ιστορία μας, θα αναγνωρίσουμε πως η Ελλάδα είναι η χώρα της Ε.Ε. που έλαβε τις περισσότερες καθαρές εισροές (ως ποσοστό επί του ΑΕΠ) μετά το 1981 και την ίδια περίοδο παρέμενε ουραγός της ανάπτυξης, με την ψαλίδα της υστέρησης να ανοίγει αντί να κλείνει σε πολλούς σημαντικούς οικονομικούς δείκτες.
Η έδρα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στις Βρυξέλλες, με ένα τεράστιο banner για το «EU Next Generation» στην πρόσοψή της. Οι πόροι του ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, που σχεδιάστηκε για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της πανδημίας, είναι η χρυσή ευκαιρία της Ελλάδας για να καλύψει χαμένο έδαφος δεκαετιών.
Αυτή τη φορά, όμως, η στόχευση και η κατανομή πόρων δεν θα γίνει όπως συνηθιζόταν, δηλαδή με ασύντακτες διαδικασίες, καθυστερήσεις στον σχεδιασμό και στην απορρόφηση, με ποικιλώνυμα πελατειακά συμφέροντα να ερίζουν αδιαφανώς για πόρους σε χαμηλής προστιθέμενης αξίας προγράμματα ή έργα.
Το Εθνικό Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας ΕΛΛΑΔΑ 2.0 «παντρεύει» επενδύσεις με μεταρρυθμίσεις, έτσι ώστε οι χρηματοδοτήσεις σε διάφορες κατηγορίες να συνοδεύονται από κατάλληλο θεσμικό πλαίσιο. Γιατί τι νόημα έχει να κάνεις επενδύσεις σε διάφορες κατηγορίες, όταν δεν έχεις επαρκές θεσμικό πλαίσιο; Τι νόημα έχει να χρηματοδοτείς επενδύσεις στις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας (ΑΠΕ) αν δεν υπάρχει ένα ξεκάθαρο και σαφές πλαίσιο αδειοδότησης; Τι νόημα έχει να επενδύεις στην ψηφιοποίηση του κράτους, αν δεν μπορείς να μειώσεις την αναλογική γραφειοκρατία;
Η υλοποίηση του σχεδίου -που θα περιλαμβάνει τουλάχιστον 170 δράσεις, 112 επενδύσεις και 58 μεταρρυθμίσεις- θα απαιτήσει την κινητοποίηση όλης της κρατικής μηχανής και του ιδιωτικού τομέα και θα συντονίζεται από το επιτελικό κράτος, ώστε να διασφαλίζεται ο κοινός βηματισμός όλων προς τον κοινό στόχο, με προτεραιότητες την πράσινη ανάπτυξη, την ενίσχυση της απασχόλησης και της κοινωνικής συνοχής, τη στήριξη της επιχειρηματικότητας, την προσέλκυση ιδιωτικών επενδύσεων και την προώθηση της καινοτομίας, καθώς και τον ψηφιακό μετασχηματισμό και την τεχνολογική αναβάθμιση δημόσιου και ιδιωτικού τομέα.
Για εμάς, η πραγματική πρόκληση σήμερα δεν είναι η απορρόφηση, που θα προσφέρει πρόσκαιρη ανάπτυξη. Η πραγματική πρόκληση είναι να απορροφήσουμε και να διοχετεύσουμε κοινοτικά κεφάλαια στις σωστές δομές και δραστηριότητες, στον σωστό βαθμό, για τον σωστό λόγο, τη σωστή στιγμή και με τον σωστό τρόπο.
Με λίγα λόγια, να μεταμορφώσουμε τη χώρα και την οικονομία. Για να την καταστήσουμε φιλική στη νέα γενιά. Και φιλική στους νέους είναι μια οικονομία που προσφέρει ευκαιρίες και δουλειές, πολλές και καλοπληρωμένες. Που εμπνέει ασφάλεια στα παιδιά της να μείνουν στον τόπο τους, να εργαστούν αποδοτικά, να ζήσουν δημιουργικά. Φιλική είναι η χώρα που προσφέρει ένα ελκυστικό πακέτο εργασίας, αποδοχών, ασφάλειας και κοινωνικής συνοχής.
Με άλλα λόγια, παρουσιάζεται μπροστά μας μια τεράστια ευκαιρία, όχι απλώς να θεραπεύσουμε τις οικονομικές πληγές που προκαλεί η πανδημία, αλλά να καλύψουμε το χαμένο έδαφος δεκαετιών, να διορθώσουμε τις παθογένειες της ελληνικής οικονομίας και της δημόσιας διοίκησης, να αλλάξουμε πίστα.
Παρουσιάζεται μια ιστορική και μοναδική ευκαιρία για την Ελλάδα. Δεν θα την αφήσουμε να πάει χαμένη. Είναι το όραμά μας για την Ελλάδα που θα παραδώσουμε στην επόμενη γενιά.
*Ο Ακης Σκέρτσος είναι Υφυπουργός στον Πρωθυπουργό, αρμόδιος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου (Ιούλιος 2019). Έχει διατελέσει Γενικός Διευθυντής του ΣΕΒ (Ιούνιος 2014 - Ιούνιος 2019) και έχει υπηρετήσει σε θέσεις ευθύνης του δημόσιου τομέα κατά την πενταετία 2009-2014, ως διευθυντής του γραφείου του υπηρεσιακού πρωθυπουργού Παναγιώτη Πικραμμένου και του υπουργού Οικονομικών Γιάννη Στουρνάρα.