Τρομοφόβοι-πετρέλαιο πλήττουν τη Wall

Καταλυτικά επιδρούν στις διεθνείς αγορές τόσο η εκτίναξη του πετρελαίου σε νέο ιστορικό υψηλό, όσο και η αναζωπύρωση των εντάσεων τόσο στο Ιράκ όσο και στη Μέση Ανατολή, καθώς υφίστανται υψηλές απώλειες, αγγίζοντας νέα χαμηλά έτους.

Καλησπέρα, ποδαρικό στην εβδομάδα υπό αντίξοες και προπάντων δυσχερείς συνθήκες.

Η όποια περίοδος συσσώρευσης στην οποία προσπαθούσαν να εισέλθουν οι διεθνείς κεφαλαιαγορές μάλλον τερματίστηκε άδοξα υπό το πρίσμα των δύο βομβιστικών επιθέσεων του Σαββατοκύριακου.

Εξελίξεις που ναι μεν δεν μπορούν να θεωρηθούν προβλέψιμες ως προς τη συγκεκριμένη τους υφή, αποτελούν όμως προϊόν κλιμακούμενης γεωπολιτικής αστάθειας, την οποία οι αγορές προσπάθησαν να αμελήσουν μετά τις τρομοκρατικές ενέργειες της Μαδρίτης, δεν γίνεται όμως να το πράττουν επί μακρόν, ακριβώς διότι τα φαινόμενα επαναλαμβάνονται.

Η ουσία είναι αλλού. Αίφνης, προκύπτει πως η αύξηση της τιμής του πετρελαίου ”ευθύνεται” για τις ανησυχίες γύρω από την διατηρησιμότητα της παγκόσμιας ανάκαμψης;

Ποιας παγκόσμιας ανάκαμψης; Αυτής που βασίζεται στα δανεικά και το refinancing (αναχρηματοδότηση); Διότι στην Ευρωζώνη δεν έχουμε ανάκαμψη. Στα πρόθυρα ύφεσης είμαστε, κι αυτό το έχουμε δει σε όλα σχεδόν τα μακροοικονομικά στοιχεία του τελευταίου τριμήνου, ιδίως όσα προέρχονται από το γαλλικο-γερμανικό άξονα και τον περιστρεφόμενο γύρω απ’ αυτό οικονομιών (Benelux, χώρες της τ. ανατολικής Ευρώπης).

Υπό αυτό το πρίσμα, η ΕΚΤ αντιμετωπίζει ένα πραγματικό ”δίλημμα του φυλακισμένου” (prisoner’s dilemma). Ή παραδέχεται πως δεν υπάρχει ανάκαμψη, μειώνει τα επιτόκια, και θέτει την οικονομία της Ευρωζώνης στο έλεος των πληθωριστικών πιέσεων που ασκεί η άνοδος της τιμής του πετρελαίου, ή αγνοεί τις πραγματικές συνθήκες, αφήνει τα επιτόκια σταθερά, παρεμβαίνει με σκοπό την συγκράτηση των πληθωριστικών πιέσεων, και ”προσεύχεται” πως τα επίπεδα καταναλωτικής και επιχειρηματικής εμπιστοσύνης δεν θα διατηρήσουν την φθίνουσα πορεία του τελευταίου τριμήνου.

Στο αμιγώς μονεταριστικό περιβάλλον, η φύσει βιομηχανική οικονομία της Ευρωζώνης πασχίζει να ανακάμψει υπό το πρίσμα της αύξησης των τιμών των πρώτων υλών, που με τη σειρά της οδηγεί σε αύξηση των τιμών διάθεσης σε περιβάλλον που όμως δεν υφίσταται η δυνατότητα τιμολόγησης παραγωγού, ακριβώς διότι η ζήτηση παραμένει εξαιρετικά ελαστική.

Συνεπώς, και να θέλουν οι παραγωγοί δεν μπορούν να περάσουν στην αγορά την αύξηση του λειτουργικού κόστους – που συνεπάγεται συρρίκνωση του λειτουργικού περιθωρίου κέρδους – ακριβώς διότι μια τέτοια εξέλιξη θα επηρεάσει δυσμενώς τον όγκο πωλήσεων, ενώ πλήττεται περαιτέρω η ανταγωνιστικότητα.

Από την άλλη, ελλείψει αποθεμάτων πετρελαίου – πλην του Ην. Βασιλείου που όμως δεν μετέχει στην Ευρωζώνη – οι χώρες της Ευρωζώνης είναι εξαιρετικά ευάλωτες στην άσκηση πληθωριστικών πιέσεων επί των οικονομιών τους, καθώς αποτελούν εισαγωγείς πετρελαίου.

Συνεπώς, η μείωση των επιτοκίων ενδέχεται να αυξήσει το ενδεχόμενο κίνησης boom-bust της οικονομίας (υπερπληθωρισμός-αποπληθωρισμός), συν τοις άλλοις θα αποτελέσει πλήγμα στον υπό κατασκευή μύθο της ανάκαμψης.

Σε επίπεδο αγορών, η ουσία εντοπίζεται στην τιμολόγηση των εισηγμένων. Θεωρούμε λογικό να πλήττονται οι κλάδοι που σχετίζονται με τον ευρύτερο χρηματοπιστωτικό χώρο και οι εταιρίες λιανικών πωλήσεων καθώς και οτιδήποτε έχει να κάνει με μη-διαρκές καταναλωτικό αγαθό.

Υπό το πρίσμα του αντίξοου περιβάλλοντος δραστηριοποίησης, οι εισηγμένες στην Ευρωζώνη, και αναφερόμαστε κυρίως στην κεντρική Ευρώπη, φαντάζουν αυτή τη στιγμή υπέρ του δέοντος υπερτιμολογημένες.

Η διόρθωση της τάξης του 1,2%-1,3% σε Dax και Cac φαντάζει συνεπώς εξαιρετικά μικρή, για τα δεδομένα της ημέρας, υποστηρίζοντας την εκτίμηση μας πως επίκειται συνέχεια.

Συγκεκριμένα, ο FTSE 100 σημειώσε απώλειες 0,87% στις 4.403 μονάδες, ο DAX κατέγραψε πτώση 1,28% στις 3754,37 μονάδες, και ο CAC 40 υποχώρησε 1,39% στις 3.553,02 μονάδες.

Ο Dow Jones σημειώνει πτώση 0,92% στις 9920,11 μονάδες, ο Nasdaq υποχωρεί 1,31% στις 1879,2 μονάδες, και ο S&P καταγράφει απώλειες 0,93% στις 1085,5 μονάδες.

Αν κάτι βοηθάει αυτή τη στιγμή της αγορές, αυτό είναι η έλλειψη ελκυστικών εναλλακτικών. Πέρα του χρυσού και του άργυρου, που ξέσπασαν ανοδικά λόγω του δίπτυχου τρομοκρατίας-πτώσης αγορών, η ροή κεφαλαίων εξακολουθεί να υποστηρίζει τις μετοχικές αγορές.

Η ετησιοποιημένη απόδοση του δεκαετούς ομολόγου στις ΗΠΑ, παρά την ραγδαία αύξηση του τελευταίου μήνα, παραμένει συγκριτικά μικρή για τα δεδομένα μιας οικονομίας που έχει ως βάση ένα νόμισμα, το δολάριο, που υπό λογικές συνθήκες δεν θα μπορέσει να ενισχυθεί πέραν του 1,17 έναντι του ευρώ.

Για τους δε Αμερικανούς επενδυτές, οι υψηλές μερισματικές αποδόσεις των ευρωπαϊκών εταιριών, που συν τοις άλλοις διαπραγματεύονται σε ευρώ, συνδράμουν στην ροή κεφαλαίων προς την Ευρωζώνη.

Οφείλουμε τέλος να δώσουμε ιδιαίτερη έμφαση σε σημερινή ανάλυση της Societe Generale – που έχει προβληθεί ευρέως στο εξωτερικό – σύμφωνα με την οποία η σταθερή αύξηση των επιτοκίων στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ θα μπορούσε να οδηγήσει στην ”κατάρρευση” της αγοράς αναχρηματοδότησης, οδηγώντας σε δραματική συρρίκνωση των δαπανών που προέρχονται από πλεονάζοντα κεφάλαια που προκύπτουν από την αναχρηματοδότηση υφιστάμενων δανείων σε χαμηλότερα επιτόκια.

Με εύλογες συνέπειες στο πραγματικό διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών, που ούτως η άλλος στρέφεται σε μεγαλύτερο βαθμό προς κάλυψη υποχρεώσεων σε διαρκή καταναλωτικά αγαθά, όπως η ενέργεια.

Τροφή για σκέψη.

”Ο διακριτικός”

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v