Στους επόμενους λίγους μήνες, οι πορτογαλικές τράπεζες θα ολοκληρώσουν έναν μετασχηματισμό που θα αφήσει λίγα πράγματα όπως ήταν πριν. Η αλλαγή, πυροδοτημένη από την παγκόσμια οικονομική κρίση, επηρεάζει την ιδιοκτησία, την κλίμακα, την κεφαλαιακή ισχύ, τα επιχειρηματικά μοντέλα και τη διεθνή παρουσία.
Έως την αρχή του 2018, οι τράπεζες είναι βέβαιες ότι θα έχουν εξέλθει από έτη βαριών ζημιών και βαθιάς αναδιάρθρωσης σε μια καλύτερη θέση, ώστε να παράγουν βιώσιμη κερδοφορία. O Nuno Amado, CEO της Millenium BCP, περιγράφει τις αλλαγές που έχει επιβλέψει ως επικεφαλής της μεγαλύτερης εισηγμένης πορτογαλικής τράπεζας, σαν μια «ριζική αναδιάρθρωση».
Σήμαινε «σκληρή προσπάθεια για να ενισχύσουμε τους κεφαλαιακούς δείκτες, να μειώσουμε την έκθεση σε μη εξυπηρετούμενα στοιχεία και, περαιτέρω, να βελτιώσουμε την αποδοτικότητά μας», λέει. «Έχουμε αποπληρώσει την κρατική βοήθεια χωρίς να επιβαρύνουμε τους φορολογουμένους ούτε κατά ένα λεπτό και τώρα έχουμε κεφαλαιακούς λόγους σημαντικά υψηλότερους από ό,τι απαιτούν οι επιβλέπουσες αρχές».
Παρόμοιες αλλαγές έχουν δρομολογηθεί και σε άλλες πορτογαλικές τράπεζες, αν και με διαφορετικές ταχύτητες. Στους πρόσφατους μήνες, μεγάλης κλίμακας μετασχηματισμοί συνέβησαν ή είναι έτοιμοι να συμβούν σε διάφορες τράπεζες, μέσω ένεσης φρέσκων κεφαλαίων. Το νέο χρήμα θα βοηθήσει τέσσερις από τις πέντε κορυφαίες τράπεζες να κάνουν περαιτέρω βήματα εκκαθάρισης των βιβλίων τους από τα κακά δάνεια και να χαλαρώσουν το βάρος των προβλέψεων που κρατούσε πίσω την κερδοφορία τους τα πρόσφατα χρόνια.
Η είσοδος κεφαλαίου έχει βοηθήσει να εγκατασταθεί νέο κλίμα επιφυλακτικής αισιοδοξίας σε έναν κλάδο, ο οποίος υπέφερε κατά τη διάρκεια έξι εξουθενωτικών ετών κρίσης, ύφεσης και διεθνούς κεφαλαιακής βοήθειας. Στο διάστημα αυτό η τρίτη μεγαλύτερη τράπεζα η Βanco Esprito Santo κατέρρευσε και διάφορες μικρότερες τράπεζες την ακολούθησαν.
Κοιτάζοντας ψηλά
«Ο τραπεζικός κλάδος είναι ξεκάθαρα σε καλύτερη κατάσταση από ό,τι στο ξεκίνημα του 2016», λέει ο Antonio Vieira Monteiro, CEO της Santander Totta, μιας θυγατρικής του ισπανικού ομίλου και η τέταρτη μεγαλύτερη τράπεζα στην Πορτογαλία με όρους μεριδίου αγοράς. Τα 5,85 δισ. ευρώ που το δημόσιο έβαλε σε τέσσερις τράπεζες στο ζενίθ της πορτογαλικής κρίσης χρέους έχουν τώρα εξ ολοκλήρου αποπληρωθεί, εκτός από 125 εκατ. ευρώ της Banco Internacional de Funchal, τα οποία καλύπτονται από ρήτρα αθέτησης και δεν αναμένεται να πληρωθούν. Η κυβέρνηση κέρδισε περίπου 1,3 δισ. ευρώ σε τόκους επί των CoCos, τα οποία έλαβαν περίπου 8,5% -σημαντικά υψηλότερο ποσοστό από αυτό της αγοράς.
Περίπλοκες λύσεις
Εξάλλου, στους ερχόμενους μήνες η μεγαλύτερη τράπεζα της Πορτογαλίας, η κρατική Caixa Geral de depositos, είναι προγραμματισμένο να ωφεληθεί από πακέτο ανακεφαλαιοποίησης ύψους 5 δισ. ευρώ -το αποτέλεσμα διαπραγματεύσεων ανάμεσα στη Λισαβόνα και την Κομισιόν. Το σχέδιο προβλέπει μια απευθείας ένεση 2,7 δισ. ευρώ από το κράτος, τη μετατροπή 960 εκατ. ευρώ CoCos σε μετοχές, τη μεταφορά μετοχών αξίας 500 εκατ. ευρώ που έχει το δημόσιο σε θυγατρική της τράπεζας και, τέλος, τη συγκέντρωση σε δύο φάσεις 1 δισ. ευρώ χρέους μειωμένης εξασφάλισης από ιδιώτες επενδυτές. Η Ε.Ε. απαιτεί η ανακεφαλαιοποίηση να γίνει «υπό όρους αγορών» και να παράξει θετικά αποτελέσματα για το δημόσιο, τον μόνο μέτοχο, ώστε να μην αποτελεί κρατική βοήθεια.
Ο υπουργός Οικονομίας Mario Centeno περιγράφει το πακέτο προς την τράπεζα ως μια «καινοτομία για την Ευρώπη», στοχεύοντας επιπλέον απόδοση για το δημόσιο «υπό όρους που θα γίνονταν δεκτοί από έναν ιδιώτη επενδυτή». Το σχέδιο, προσθέτει, προβλέπει περικοπές κόστους, μείωση κινδύνου και άλλα μέτρα αποτελεσματικότητας που «στοχεύουν να επαναφέρουν την Caixa Geral σε καθεστώς υγείας». Η τράπεζα, με μερίδιο 25% της πορτογαλικής αγοράς, ανακοίνωσε καθαρές ζημίες της τάξης των 189 εκατ. ευρώ για το πρώτο 9μηνο του 2016, ενώ ο δείκτης Tier I υποχώρησε σε 10,2% από 10,7% έναν χρόνο νωρίτερα.
Καλοί γείτονες
Η Πορτογαλία ανέκαθεν ήταν ευάλωτη σε επιχειρηματικές εξαγορές εκ μέρους των ισχυρών γειτόνων της στην ιβηρική, αν και οι ισπανικές τράπεζες, όπως η Caixa Bank και η Santander, λειτουργούν στη χώρα επί δεκαετίες. Οι φόβοι για μια πιθανή ισπανοποίηση του πορτογαλικού τραπεζικού κλάδου έχουν πρόσφατα κυκλοφορήσει στα ΜΜΕ.
Tραπεζικοί αναλυτές λένε ότι ισπανικές τράπεζες με ανταγωνιστικό λόγο κόστους - εσόδων θα αναζητήσουν αναπόφευκτα την επέκταση στην Πορτογαλία, όταν θα μπορούν να παράξουν καλύτερες αποδόσεις από τα λιγότερο παραγωγικά εγχώρια ιδρύματα. Αυτό έγινε όλο και περισσότερο φανερό γιατί η αγοραία αξία των πορτογαλικών τραπεζών υποχώρησε κατά περισσότερο από 80% στο διάστημα των περασμένων 5 ετών, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ. Όπως αναφέρει ένα στέλεχος πορτογαλικής τράπεζας, «Η απλή αλήθεια είναι ότι η Πορτογαλία δεν έχει πλέον εγχώριους επενδυτές που να μπορούν και να θέλουν να συγκεντρώσουν το τεράστιο κεφαλαίο που χρειάζεται για να ελέγξουν μια τράπεζα».
Καθώς ολοκληρώνονται τα προγράμματα ανακεφαλαιοποίησης και οι ιδιοκτησιακές δομές σταθεροποιούνται, οι πορτογαλικές τράπεζες εστιάζουν στην κερδοφορία. Αν και το επιχειρηματικό κλίμα στην Ευρώπη παραμένει δύσκολο, βλέπουν τις προοπτικές σταδιακά πιο φωτεινές. «Τα χαμηλά, ακόμη και αρνητικά, επιτόκια, καθώς και η πολύ χαμηλή οικονομική ανάπτυξη καθιστούν δύσκολη τη διατήρηση της κερδοφορίας σε βασικές δραστηριότητες», λέει ο κ. Amado της Millennium. «Αλλά υπήρξε βελτίωση στην οικονομία και ο τραπεζικός κλάδος παράγει λειτουργική κερδοφορία προ προβλέψεων, η οποία βρίσκεται ήδη στα προ κρίσης επίπεδα ή πάνω από αυτά».
Στην επενδυτική τραπεζική, ο Joaquim de Souza, CEO στην Caixa Banco de Investimento, βλέπει τις τράπεζες να προσαρμόζουν τις δομές κόστους και να προχωρούν σε μειώσεις, σε έναν κλάδο όπου υπήρξε πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα. Η αγορά μετοχών συρρικνώνεται, λέει, ενώ ένας αριθμός σημαντικών εταιριών διαγράφεται από το χρηματιστήριο της Λισαβόνας, καθώς εξαγοράζονται από ξένους μετόχους. Στις περιοχές ανάπτυξης περιλαμβάνονται οι επενδύσεις σε υποδομές με υποστήριξη από ευρωπαϊκά κονδύλια, στην ενέργεια, στα λιμάνια, σε σιδηρόδρομους και, πιθανόν, σε ένα νέο αεροδρόμιο της Λισαβόνας. Ακόμη, σε εξαγορές και συγχωνεύσεις, καθώς οι τράπεζες και άλλες εταιρίες πουλούν μη βασικές τους δραστηριότητες και δραστηριότητες που βρίσκονται σε ανάγκη.
Το βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων
Το υπάρχον πρόβλημα για τις τράπεζες στην Πορτογαλία, όπως και αλλού στην Ευρώπη, είναι το βάρος των μη εξυπηρετούμενων δανείων στους ισολογισμούς τους και το κόστος των προβλέψεων και των διαγραφών. Ο Andre Rodriguez, τραπεζικός αναλυτής στην CaixaBI, εκτιμά ότι το μέσο κόστος των προβλέψεων για τις πορτογαλικές τράπεζες φτάνει το 1,5% των δανειακών χαρτοφυλακίων τους, ενώ ο μέσος όρος για τον ευρωπαϊκό πυρήνα χωρών είναι περίπου στο μισό.
Η διανομή των μη εξυπηρετούμενων δανείων ποικίλλει από τράπεζα σε τράπεζα, ενώ κάποιες αντιμετώπισαν το πρόβλημα νωρίτερα και πιο σθεναρά από άλλες. Με βάση στοιχεία από την Ένωση Πορτογαλικών Τραπεζών, ο κ. Rodriguez λέει ότι ο αριθμός των υπαλλήλων και των υποκαταστημάτων στην Πορτογαλία έχει υποχωρήσει κατά περίπου 20%-25% αντίστοιχα κατά τα προηγούμενα πέντε-έξι χρόνια. Ωστόσο, ο λόγος κόστους προς έσοδα παραμένει υψηλός περίπου στο 60% σε σύγκριση με τις περισσότερες χώρες της Ευρωζώνης. Με 47 ανά 100.000 κατοίκους, η Πορτογαλία εξακολουθεί να έχει μία από τις μεγαλύτερες πυκνότητες υποκαταστημάτων στην Ευρώπη.
Μια περαιτέρω μείωση είναι αναπόφευκτη, συμφωνούν τα τραπεζικά στελέχη, όχι μόνο για να επιτευχθεί πιο ανταγωνιστικός λόγος κόστους αλλά και για να κρατηθεί η επαφή με την άνοδο της ψηφιακής τραπεζικής. «Οι τραπεζίτες θα πρέπει να προσαρμοστούν με τις νέες ψηφιακές ανάγκες της αγοράς και τις ψηφιακές προκλήσεις», λέει ο κ. Vieira Monteiro. «Οι τράπεζες που θα επικρατήσουν, θα είναι αυτές που θα μπορέσουν να συνδυάσουν την παραδοσιακή με την καινοτόμο τραπεζική».
Ο κ. De Souza της CaixaBI λέει: «Ο τρόπος που οι άνθρωποι σχετίζονται με τις τράπεζες στην ψηφιακή εποχή σημαίνει ότι πολλά υποκαταστήματα θα καταστούν περιουσιακά στοιχεία μικρής αξίας. Οι νικητές θα είναι οι τράπεζες που θα είναι ταχύτερες στην αναδιάρθρωση, στην περικοπή κόστους και στην προσαρμογή των δικτύων στις νέες τεχνολογίες».