Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
«Φεύγει» με εκκρεμότητες αλλά, πάντως, φεύγει και μάλιστα πρόωρα.
Η Κύπρος αποχαιρέτησε χθες τα μνημονιακά χρόνια της, τρία σε αριθμό, με τη «βούλα» του Eurogroup και τις ευχές της Κριστίν Λαγκάρντ για ό,τι καλύτερο…
Εμείς, πάλι, στην Ελλάδα, διανύουμε τον έκτο χρόνο του τρίτου, κατά σειρά, μνημονίου, ευχόμενοι να αποφύγουμε ό,τι χειρότερο.
Οι Κύπριοι δεν είναι οι πρώτοι που εξήλθαν των δεσμών του μνημονίου.
Η Πορτογαλία, η Ιρλανδία και η Ισπανία συγκαταλέγονται, επίσης, στους «νικητές» αυτής της διαδικασίας, αν και όλοι τους μπήκαν στον «χορό» μετά την Ελλάδα, η οποία είναι η μόνη χώρα που θα βρίσκεται για τόσα χρόνια υπό τη στενή επιτήρηση της τρόικας, του κουαρτέτου ή των θεσμών, ή όπως αλλιώς βαφτίσουμε, στο μέλλον, τους εταίρους και δανειστές μας.
Το προφανές «γιατί» της όλης υπόθεσης περί την πρόωρη έξοδο της Κύπρου από το μνημόνιο, σε αντίθεση με την παρατεταμένη παραμονή μας σε αυτό το καθεστώς, αφορά σε ένα και μόνον ζήτημα: τη βούληση για αλλαγή.
Δηλαδή, την απόφαση να κηρύξει μία χώρα «πόλεμο» ή «ειρήνη» στην πραγματικότητα στην οποία βρίσκεται και στην ανάγκη να αλλάξει τα κακώς κείμενα που την οδήγησαν στο να ζητήσει χρηματοδοτική στήριξη από τους εταίρους της.
Μολονότι η περίπτωση της Ελλάδας διέφερε, ριζικά, έναντι των υπολοίπων κρατών-μελών της Ευρωζώνης που αντιμετώπισαν προβλήματα πρόσβασης στις διεθνείς αγορές χρήματος, καθώς η κρίση στη χώρα μας είχε δημοσιονομικά και διαρθρωτικά αίτια ενώ στις λοιπές ξεκίνησε από το τραπεζικό σύστημα, εμείς -όσοι δηλαδή κρατούσαν τα ηνία αυτού του τόπου- ουδέποτε συμβιβαστήκαμε με την ανάγκη μίας ριζικής αλλαγής στα κακώς κείμενα.
Μπορεί η ανάγκη «αλλαγής» να είχε μία ευρεία -πλην συχνά απροσδιόριστου χαρακτήρα- κοινωνική αποδοχή, όμως, ουδείς πραγματικά επιθυμούσε να «αλλάξει».
Οι συντεχνίες ήθελαν και θέλουν τα προνόμιά τους, το πελατειακό κράτος ζει και συνεχίζει να βασιλεύει, ο ίδιος ο ρόλος του -αναποτελεσματικού- κράτους εξακολουθεί να είναι κυρίαρχος στην οικονομία και φυσικά οι αγορές εξακολουθούν να αναζητούν την ελευθερία τους…
Αντίστοιχα, μπορεί να υπήρξε σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή, όμως τούτη επετεύχθη, κυρίως, χάρη στην υπερφορολόγηση, στα οριζόντια μαχαίρια σε μισθούς και συντάξεις και λιγότερο χάρη σε τομές διαρθρωτικού χαρακτήρα επί των δαπανών.
Η αξιολόγηση προσωπικού παραμένει ακόμη «άπιαστο όνειρο» για τον δημόσιο τομέα, ανενεργές εταιρίες ή υπηρεσίες του Δημοσίου εξακολουθούν να υφίστανται, αναλώνοντας πόρους και τομείς-κλειδιά για τη λειτουργία της οικονομίας, όπως ο ενεργειακός, παραμένουν ακόμη σε κρατικά ή ημικρατικά χέρια, αυξάνοντας το κόστος της καθημερινότητας για επιχειρήσεις και πολίτες…
Στην Κύπρο, πάλι, αν και εξακολουθούν να υφίστανται εκκρεμότητες σχετικά με ορισμένες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, όπως το σχέδιο υγείας, η μεταρρύθμιση του Δημοσίου και ορισμένες ιδιωτικοποιήσεις, η ανάγκη αλλαγής μέσω του μνημονίου έγινε «κτήμα» από την αρχή.
Μετά το αρχικό σοκ του «κουρέματος» των λεγόμενων «ανασφάλιστων» καταθέσεων και των κεφαλαιακών περιορισμών, αλλά και τις αντιδράσεις που συνόδευσαν αυτές τις εξελίξεις, το πρόγραμμα προσαρμογής και η ανάγκη αλλαγής έτυχαν στήριξης από πολιτικούς και πολίτες και δεν επικράτησε λαϊκισμός και φαύλες υποσχέσεις.
Ως αποτέλεσμα, το δημοσιονομικό έλλειμμα έχει σχεδόν εκμηδενιστεί και οι Κύπριοι, ήδη, χτύπησαν με επιτυχία τρεις φορές έως τώρα την πόρτα των διεθνών αγορών, με κυριότερη την έκδοση δεκαετούς ομολόγου με ένα περίπου «λογικό» 4,5%, στο τέλος του 2015.
Με λίγα λόγια, το είδαν «ζεστά» το θέμα από την αρχή και πλέον χρηματοδοτούνται αυτόνομα, σε βαθμό μάλιστα που τους επέτρεψε να απεμπολήσουν τις τελευταίες δόσεις χρηματοδοτικής στήριξης, ύψους 3,2 δισ. ευρώ.
Εμείς, πάλι, αρχίζουμε ξανά να «διαπραγματευόμαστε» με την τρόικα, πιθανώς από σήμερα, σε κεντρικό αθηναϊκό ξενοδοχείο, για την πρώτη αξιολόγηση του τρίτου μνημονίου…