Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Οι τουρκικές διεκδικήσεις στο Αιγαίο, όπως καταγράφηκαν στο κείμενο των 17 σημείων που υπέβαλε στο ΝΑΤΟ η γείτονα, μπορεί να μην έγιναν «αντικείμενο ουσιαστικής διαπραγμάτευσης» όπως διαβεβαιώνει το υπουργείο Εξωτερικών και να απορρίφθηκαν, όμως καταγράφηκαν και παραμένουν δίκην «παρακαταθήκης» για την Άγκυρα.
Μιας ακόμη παρακαταθήκης, στον απόηχο όλων των προηγούμενων δειγμάτων τουρκικής προκλητικότητας, σχετικά με την ύπαρξη «γκρίζων ζωνών», την αμφισβήτηση του εθνικού εναέριου χώρου, ή τα δικαιώματα έρευνας και διάσωσης στο Αιγαίο κ.α.
Η εκδήλωσή τους αυτή τη φορά, με αφορμή την εμπλοκή του ΝΑΤΟ στην προσφυγική-μεταναστευτική κρίση, όφειλε να είναι αναμενόμενη, δεδομένων των τουρκικών αξιώσεων διαχρονικά αλλά και της ανοχής (αν μη τι άλλο) που επιδεικνύει η Άγκυρα στην προώθηση εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων προς την Ελλάδα. Όμως, δεν ήταν.
Όπως αναμενόμενη όφειλε να ήταν και η τροπή που λαμβάνει πλέον αυτή η κρίση, με τα βόρεια σύνορα της χώρας κλειστά και την Ελλάδα να συγκεντρώνει έναν ολοένα αυξανόμενο αριθμό προσφύγων και μεταναστών. Όμως και πάλι δεν ήταν, τουλάχιστον έως πρόσφατα, όταν ήταν πλέον αργά...
Οι προειδοποιήσεις, από έτους και πλέον ήσαν πολλές, ακόμη και από υπουργούς της τότε κυβέρνησης, όμως αγνοήθηκαν.
Αντίστοιχα, η τροπή που λαμβάνει σήμερα η υπόθεση της αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής ήταν εμφανής από πολλού χρόνου.
Πέρυσι το καλοκαίρι η Ελλάδα προχώρησε στην υπογραφή του τρίτου μνημονίου με τους Ευρωπαίους εταίρους της, ενώ παράλληλα «έτρεχε» ακόμη το πρόγραμμα που είχε συνάψει με το ΔΝΤ, το οποίο μόλις πρόσφατα τερματίστηκε, πρόωρα πλην συναινετικά.
Στο τρίτο μνημόνιο το ΔΝΤ δεν συμμετείχε. Ωστόσο, η άποψή του σχετικά με την πορεία των πραγμάτων ήταν σαφής εδώ και καιρό: «Τα νούμερα δεν βγαίνουν».
Όπως εξηγούν οι φίλτατοι Βαλκουλέσκου και Τόμσεν, με κάθε πρόσφορη ευκαιρία, για να βγουν τα νούμερα απαιτείται είτε η λήψη περισσότερων μέτρων, της τάξης των 9 δισ. ευρώ, είτε η σημαντική ελάφρυνση του χρέους εκ μέρους των Ευρωπαίων εταίρων μας.
Η πρώτη αίρεση προσκρούει στον αντιστοίχως φίλτατο κ. Τσίπρα, ο οποίος χθες χαρακτήρισε τη στάση του ΔΝΤ ως «πολιτική διαφωνία επί της συμφωνίας» (με τους εταίρους), η δε δεύτερη αίρεση, περί μείωσης του χρέους, προσκρούει στην απουσία βούλησης εκ μέρους των Ευρωπαίων συνομιλητών μας, δεδομένου του πολιτικού κόστους που εκτιμούν ότι θα συνεπαγόταν για αυτούς μια τέτοια εξέλιξη.
Το προφανές αυτό αδιέξοδο μπορεί να ξεπεραστεί είτε με την ικανοποίηση του αιτήματος να «βγουν τα νούμερα», με έναν εκ των δυο παραπάνω τρόπων ή με συνδυασμό τους, είτε με την αποχώρηση του ΔΝΤ από την ελληνική υπόθεση, ήτοι μια εξέλιξη την οποία, σύμφωνα με ορισμένους, φέρεται να επιδιώκει το ίδιο το Ταμείο, υπό το φως των αποτυχιών που χαρακτήρισαν έως τώρα τα ελληνικά «προγράμματα».
Εξέλιξη στην οποία εμφανίζεται να αντιδρά σφόδρα, όμως, ομάδα κρατών περί τη Γερμανία.
Την ίδια χώρα, δηλαδή, η οποία αναμένεται να εμφανιστεί στο πλευρό του κ. Τσίπρα σήμερα στη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ και στις διεκδικήσεις του αναφορικά με την προσφυγική κρίση και την τήρηση της Συνθήκης Σένγκεν, αν και την ίδια ώρα αποκλείει κατηγορηματικά οποιαδήποτε διασύνδεση του προσφυγικού ζητήματος με εκείνην της αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής...
Για όλα αυτά όμως που «παίζονται» σήμερα στην πλάτη μας, πόσο προετοιμασμένη ή εντέλει πόσο έτοιμη είναι η Αθήνα;
Με την οικονομία της χώρας διαλυμένη, τις υποχρεώσεις μας έναντι των εταίρων ανεκπλήρωτες -αναφορικά τόσο με τη Συνθήκη Σένγκεν, όσο και με το πρόγραμμα προσαρμογής-, την προσφυγική κρίση να κορυφώνεται αλλά και την Τουρκία να «χαίρεται» στην αναμπουμπούλα, για πόσο καιρό μπορούμε ακόμη να σχοινοβατούμε «διαπραγματευόμενοι», αντί να υλοποιούμε;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.