Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών

Τις προάλλες ο Δημήτρης Παπαδημούλης ζήτησε να γίνει συνάντηση κορυφής μεταξύ Σαμαρά και Τσίπρα, ενώ υπήρξαν διάφορες δηλώσεις στελεχών του κόμματος, σύμφωνα με τις οποίες ο πρωθυπουργός αρνείται να συναντήσει τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Χθες όταν το θέμα άναψε για τα καλά, ο κ. Λαφαζάνης, επίσης εξέχον στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ και θεωρούμενος αρχηγός των πλέον σκληροπυρηνικών στις «αριστερές» απόψεις στελεχών (Αριστερή Πλατφόρμα), έσπευσε να παρέμβει. «Ακούω κάποιους να μιλάνε για συναίνεση», είπε, μιλώντας στην ολομέλεια της Βουλής, προειδοποιώντας ότι «η συναίνεση συνεπάγεται νέα πολιτική λεηλασίας και διάλυσης»!

Ανάλογα ποιον θα ρωτήσεις, η απάντηση στο ποιος κυβερνά την Ελλάδα ποικίλλει κι αρκετές από τις απαντήσεις δίνουν τον σοβαρό αυτό ρόλο είτε στους… Γερμανούς, είτε στην τρόικα, είτε σε κάποια νεφελώδη «μεγάλα συμφέροντα».

Κατά τη γνώμη μου, στη σημερινή συγκυρία πρόκειται για λάθος ερώτημα. Το σωστό είναι «ποιος θα έπρεπε να κυβερνά την Ελλάδα;». Προφανώς, θα πείτε, η εκάστοτε δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση. Ωστόσο, αν κρίνουμε από το τι συνέβη πριν ακόμη μπούμε στη σημερινή βαθιά κρίση, η απάντηση αυτή δεν φαίνεται να είναι τόσο λυσιτελής όσο ακούγεται.

Παρ' όσα έχει περάσει η χώρα τα τελευταία πέντε χρόνια, μεγάλο μέρος των πολιτικών, αλλά και της κοινής γνώμης, αρνείται να συνειδητοποιήσει την πιο μεγάλη αλήθεια της κρίσης: Ότι για ένα μεγάλο διάστημα, η Ελλάδα γνώρισε πρωτοφανή ανάπτυξη που τη μετέτρεψε από… Ψωροκώσταινα σε χώρα ευρωπαϊκού (σχεδόν) βιοτικού επιπέδου.

Ότι επρόκειτο όμως για μια «ανάπτυξη» στρεβλή, επίπλαστη, διότι δεν στηρίχθηκε σε κάποιες φυσικές πλουτοπαραγωγικές πηγές, ή στα διεθνώς ανταγωνιστικά αγαθά, αλλά στον δανεισμό, στις δημόσιες δαπάνες και στην ανεξέλεγκτη εσωτερική κατανάλωση.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα τελευταία χρόνια καταβάλλεται προσπάθεια για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής. Τα αποτελέσματα όμως, μέχρι στιγμής, είναι μάλλον πενιχρά. Κι αυτό δεν αποτελεί απλώς άποψη του αρθρογράφου, αλλά άποψη και των δανειστών μας, που σίγουρα ξέρουν περισσότερα.

Από αυτήν την πλευρά, οι «ειδήσεις» που εντυπωσιάζουν παρουσιάζοντας ως «κραυγαλέες» υποθέσεις φοροδιαφυγής, δημιουργούν μεν θόρυβο και δημοσιότητα, όμως λίγο έχουν να κάνουν με την ουσία του θέματος.

Σημαντικό δε ερώτημα που προκύπτει σε σχέση με τις υποθέσεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας είναι τι συμβαίνει στη συνέχεια. Τι επιπτώσεις έχουν τελικά οι παρανομούντες; Τι πρόστιμα πληρώνονται, τι εισπράττει τελικά και μετά από πόσον καιρό ο κρατικός κορβανάς;

Προ ημερών, το Σ.τ.Ε. απεφάνθη ότι το Δημόσιο δεν πρέπει να αποζημιώσει τους ασφαλισμένους στην πολύκροτη υπόθεση της ασφαλιστικής εταιρίας Ασπίς.

Δεν θέλω να σχολιάσω το περίπλοκο νομικό σκεπτικό με το οποίο κατέληξε στην απόφαση αυτή το Σ.τ.Ε. Αυτό που γνωρίζω όμως πολύ καλά είναι αφενός ότι το κράτος ήταν αρμόδιο για την εποπτεία του κλάδου κι αφετέρου ότι η ευκολία με την οποία αρνείται τώρα τις ευθύνες του (μέσω της κυβέρνησης βεβαίως) κάνει όσα λέγονται για προστασία των καταθέσεων να ακούγονται φαιδρά.

v