Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών

Προ ημερών, όταν κυκλοφόρησε η ετήσια έκθεση του World Εconomic Forum για τη διεθνή ανταγωνιστικότητα, oι τίτλοι επικεντρώθηκαν για μία ακόμη φορά στην εξαιρετικά χαμηλή θέση που λαμβάνει η χώρα μας. Μόλις την 87η μεταξύ 137 κρατών -και σε ιλιγγιώδη απόσταση από οιοδήποτε άλλο κράτος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η αλήθεια είναι πως και οι ίδιοι οι συντάκτες της μελέτης αντιλαμβάνονται πως πρέπει να αλλάξουν τη μεθοδολογία που ακολουθούν (και προτίθενται να το κάνουν πολύ σύντομα), καθώς είναι μάλλον παράταιρο να θεωρούμε ότι από πλευράς ανταγωνιστικότητας η Ελλάδα είναι μαζί με την Αλγερία και το… Νεπάλ και αρκετά πιο κάτω (24 θέσεις!) από την… Μποτσουάνα.

Μέσα στο διάστημα των ετών αυτής της κρίσης, είδαμε κολοσσούς να γκρεμίζονται σαν τραπουλόχαρτα, επιχειρήσεις με πρωταγωνιστικό ρόλο επί δεκαετίες να βάζουν λουκέτο, αλλά και δεκάδες γνωστές, κάποτε εύρωστες εταιρίες, με ηγετικές θέσεις στους κλάδους τους, να περνούν στην τάξη των «υπερδανεισμένων» και να φυτοζωούν, αποτελώντας σκιά του εαυτού τους.

Αυτή δεν ήταν όμως η μόνη εξέλιξη. Όπως προκύπτει και από τα οικονομικά στοιχεία, για πολλούς, η κρίση αποτέλεσε και «ευκαιρία», είτε να εκλογικεύσουν τη λειτουργία τους, είτε να κατακτήσουν σημαντικά μερίδια αγοράς, είτε και να δημιουργήσουν νέα κερδοφορία, συχνά ανοίγοντας δρόμους στο εξωτερικό.

Όσο κι αν οι περιστάσεις είναι έκτακτες, όσο κι αν υπάρχουν οι απαιτήσεις των δανειστών για συγκεκριμένα κρατικά έσοδα, το καθεστώς που συνεχίζει να επικρατεί στο φορολογικό είναι απλά απαράδεκτο.

Οι αλλαγές που γίνονται είναι συνεχείς κατά κανόνα, επιβαρύνοντας ολοένα και περισσότερο τους πολίτες. Και το χειρότερο, πολύ συχνά επιφέρουν τα αντίθετα αποτελέσματα. Μειώνουν τις εισπράξεις του κράτους κι αυξάνουν τη ροπή προς τη φοροδιαφυγή.

Χαρακτηριστικό και λίαν επίκαιρο παράδειγμα, η φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών, για την οποία υπήρξαν τεράστιες αντιδράσεις, ιδίως δε για τον συνδυασμό της με τη νέα μέθοδο υπολογισμού των εισφορών.

Πολλοί είναι εκείνοι που εκτιμούν πως το μεγαλύτερο ίσως όφελος που προσέφερε στη γηραιά ήπειρο η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν η διασφάλιση μιας άνευ προηγουμένου ειρηνικής περιόδου, αλλά και η δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για την «ενσωμάτωση» μιας εκ νέου ενωμένης Γερμανίας.

Στο εγγύς μέλλον, όμως, η διασφάλιση της «ενωμένης Ευρώπης» θα παίξει ένα ρόλο ακόμη πιο καθοριστικό, σε έναν κόσμο που αλλάζει δραματικά καθώς το «κέντρο βάρους» του μετατοπίζεται από τη Δύση, όπου και βρισκόταν επί κάποιους αιώνες.

Η χώρα μας βρέθηκε, δυστυχώς, στην οπισθοφυλακή των εξελίξεων κατά τη διάρκεια της βιομηχανικής εποχής και δεν κατάφερε ούτε με την ένταξή της στην Ευρωπαϊκή Ένωση και την Ευρωζώνη να καταστεί ανταγωνιστική, με τα γνωστά πλέον σε όλους αποτελέσματα.

Το ερώτημα τώρα είναι πόσο νόημα έχει να κινηθούμε επιζητώντας τη βιώσιμη ανάπτυξη με όρους του 20ού αιώνα, αντί να καταβάλουμε κάθε προσπάθεια να γίνουμε με κάποιο τρόπο πρωταγωνιστές της αποκαλούμενης «μετα-βιομηχανικής» εποχής, της εποχής δηλαδή της «πληροφορίας». Του 21ου αιώνα.

v