Πολλοί είναι εκείνοι που εκτιμούν πως το μεγαλύτερο ίσως όφελος που προσέφερε στη γηραιά ήπειρο η Ευρωπαϊκή Ένωση ήταν η διασφάλιση μιας άνευ προηγουμένου ειρηνικής περιόδου, αλλά και η δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για την «ενσωμάτωση» μιας εκ νέου ενωμένης Γερμανίας.
Στο εγγύς μέλλον, όμως, η διασφάλιση της «ενωμένης Ευρώπης» θα παίξει ένα ρόλο ακόμη πιο καθοριστικό, σε έναν κόσμο που αλλάζει δραματικά καθώς το «κέντρο βάρους» του μετατοπίζεται από τη Δύση, όπου και βρισκόταν επί κάποιους αιώνες.
Οι αναφορές που έκανε ο Πρόεδρος της Γαλλικής Δημοκρατίας Εμανουέλ Μακρόν από την Αθήνα, τόσο ονομαστικά για τις ΗΠΑ και την Κίνα, όσο και για την ύπαρξη γενικώς «άλλων δυνάμεων, απέναντι στην Ευρώπη», κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου για το ενδεχόμενο αποσύνθεσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης, δεν ήταν τυχαίες.
Ο πλανήτης μας αριθμεί πλέον περίπου 7,5 δισεκατομμύρια ανθρώπους. Από αυτούς μόλις 508 εκατομμύρια κατοικούν στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την ίδια ώρα, ο πληθυσμός της Κίνας αγγίζει τα 1.410 εκατομμύρια και της Ινδίας τα 1.340 εκατομμύρια.
Τρίτη μεγαλύτερη σε πληθυσμό χώρα είναι οι Ηνωμένες Πολιτείες, με 324 εκατομμύρια κατοίκους, ενώ η πρώτη χώρα της Ε.Ε. σε πληθυσμό, η Γερμανία, βρίσκεται μόλις στη 16η θέση, με 82 εκατ. κατοίκους!
Και το χειρότερο, ο ρυθμός αύξησης του πληθυσμού στην Ευρώπη είναι πολύ μικρότερος απ' ό,τι στον υπόλοιπο κόσμο.
Αντίστοιχη εικόνα διαμορφώνεται ολοένα και περισσότερο στα οικονομικά μεγέθη. Σύμφωνα με τις προβλέψεις, το 2022 οι Ηνωμένες Πολιτείες θα κατέχουν ακόμη την πρώτη θέση, με την Κίνα όμως να έχει μειώσει κατά πολύ την ψαλίδα. Η Ιαπωνία θα εξακολουθήσει να κατέχει την τρίτη θέση, ενώ την τέταρτη θα έχει καταλάβει η Ινδία, περνώντας έστω και οριακά τη Γερμανία, την ισχυρότερη δηλαδή οικονομία της γηραιάς ηπείρου!
Αντίστοιχα, το 2030 η Κίνα θα έχει ήδη περάσει τις ΗΠΑ, η Ινδία την Ιαπωνία, ενώ η Βραζιλία (σημερινός πληθυσμός 210 εκατ. κάτοικοι) και η Ινδονησία (σημερινός πληθυσμός 264 εκατομμύρια!) θα έχουν περάσει τη Γερμανία.
Την ίδια χρονολογία, μόνο δύο ευρωπαϊκές χώρες αναμένεται να βρίσκονται στη δεκάδα (η Γερμανία και η Μ. Βρετανία). Σημειώστε ότι το 1995, μετά την ενοποίηση των δύο Γερμανιών, οι τέσσερις από τις πρώτες έξι θέσεις καταλαμβάνονταν από ευρωπαϊκές χώρες, πίσω από τις ΗΠΑ και την Ιαπωνία.
Όλα λοιπόν δείχνουν ότι σε λίγα χρόνια, ο κόσμος θα κυριαρχείται από πολύ μεγάλες «μεγα-οικονομίες», καθεμία από τις οποίες θα έχει μεγάλη έως πολύ μεγάλη έκταση και πληθυσμό, με τις χώρες του πάλαι ποτέ Τρίτου Κόσμου να πρωταγωνιστούν ολοένα και περισσότερο.
Προς το παρόν η Ευρωπαϊκή Ένωση, με όλες τις αδυναμίες της, είναι αθροιστικά η δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο. Δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα διατηρήσει αυτή τη θέση στο μέλλον, είναι όμως σίγουρο ότι η περαιτέρω ενοποίηση είναι μονόδρομος για να διατηρήσει μια σημαίνουσα παρουσία στα διεθνή δρώμενα, κι όχι μόνο τα οικονομικά.
Το 1970, η Ευρώπη αποτελούσε το 32% της παγκόσμιας οικονομίας. Σήμερα, το ποσοστό αυτό βρίσκεται στο 23% και εκτιμάται ότι θα πέσει στο 9% το 2050. Εύλογα προκύπτει ότι οποιαδήποτε μεμονωμένη ευρωπαϊκή χώρα θα είναι πρακτικά ασήμαντη, όπως τόνισε πρόσφατα και ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ.
Τυχόν κατακερματισμός της Ευρωζώνης και της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε ένα τέτοιο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, με την επίκληση λόγων μεγαλύτερης αυτονομίας και «εθνικής κυριαρχίας», θα ήταν ολέθριος. Όχι μόνο για τις λιγότερο εύρωστες οικονομικά χώρες, αλλά ακόμη και για την πιο ισχυρή οικονομία της, την ίδια τη Γερμανία.
Αυτό προφανώς το γνωρίζουν και οι Γερμανοί (όπως και ο κ. Ρέγκλινγκ). Για αυτό και κάνουν ό,τι μπορούν, ώστε να φέρουν την «ενωμένη Ευρώπη» στα μέτρα που θα ήθελαν.
Η πραγματική λοιπόν μάχη, αυτή που έχει αξία, όπως φαίνεται να αντιλαμβάνεται απολύτως ο κ. Μακρόν, είναι να προχωρήσει η ενοποίηση της Ευρώπης, με όρους λιγότερο «γερμανικούς», περισσότερο δημοκρατικούς και ισορροπημένους, προς όφελος συνολικά των πολιτών της.
Οι δυσκολίες που παρουσιάζονται, εύλογες σε μια ήπειρο εθισμένη στην έννοια του «εθνικού» και όχι του «υπερεθνικού» συμφέροντος, θα ήταν μοιραίο αν αποτελέσουν αφορμή για την αποδυνάμωση της ευρωπαϊκής ιδέας.
Γιατί τώρα περισσότερο από ποτέ, η συσπείρωση στην ολοένα και πιο αποτελεσματική ένωση των ευρωπαϊκών δυνάμεων δείχνει να είναι ο μόνος δρόμος.