Πτωτικά κινούνται οι περισσότεροι ευρωπαϊκοί δείκτες από τα υψηλά της προηγούμενης συνεδρίασης ενώ επικρατεί sell off στα ελληνικά ομόλογα με τη νευρικότητα στις διαπραγματεύσεις της Αθήνας με τους διεθνείς πιστωτές και την υποβάθμιση της Ελλάδας από την S&P.
Συγκεκριμένα, ο γερμανικός DAX 30 υποχωρεί κατά 1,5% στις 12.048 μονάδες, ο γαλλικός CAC 40 κατά 1,44% στις 5226 μονάδες και στο Λονδίνο, ο δείκτης FTSE 100 που χθες βρέθηκε σε νέο ιστορικό υψηλό, υποχωρεί σήμερα κατά 0,11% στις 7.089 μονάδες.
Στις αγορές του ευρωπαϊκού Νότου, ο ισπανικός ΙΒΕΧ σημειώνει απώλειες 1,47% στις 11.609 μονάδες, ο πορτογαλικός PSI καταγράφει πτώση 1,83% στις 6254 μονάδες και στο Μιλάνο ο FTSE MIB κινείται χαμηλότερα κατά 1,06% στις 23.778 μονάδες.
Στο στόχαστρο βρίσκεται η μετοχή της Diageo με απώλειες 2,6% καθώς ανακοίνωσε μείωση των πωλήσεων το πρώτο τρίμηνο του έτους μειώθηκαν κατά 0,7%.
Σε ασφυκτικό κλοιό πιέσεων βρίσκονται τα ελληνικά ομόλογα με το 3ετές yield να εκτοξεύεται περισσότερο από 400 μονάδες βάσης και να βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το 28%. Το yield του 10ετούς ομολόγου άγγιξε το 13,3%.
Τα ομόλογα του ευρωπαϊκού Νότου, αν και ξεκίνησαν ανοδικά, δέχονται πλέον και εκείνα πιέσεις. Έτσι, το 10ετές yield της Πορτογαλίας ενισχύεται κατά 11 μονάδες βάσης στο 1,84% , της Ισπανίας κατά 7 μονάδες βάσης στο 1,35% και της Ιταλίας κατά 10 μονάδες βάσης στο 1,35%.
Οι αναλυτές επισημαίνουν πάντως, πως κατά την χθεσινή συνεδρίαση οι ευρωπαϊκές αγορές είχαν αγγίξει υψηλό 14 ετών και η αγορά του Λονδίνου βρέθηκε σε νέο ρεκόρ. «Βλέπουμε ισχυρή τάση κατοχύρωσης κερδών» αναφέρει ο Steven Santos της X-Trade Brokers DM και συμπληρώνει: «Είναι μία ευρεία διόρθωση για την Ευρώπη μετά τα χθεσινά ρεκόρ. Η κατάσταση στην Ελλάδα επίσης ανησυχεί τους επενδυτές»
Αρνητικό πρόσημο καταγράφουν και τα futures των βασικών χρηματιστηριακών δεικτών της Wall Street. Οι επενδυτές προβληματίζονται παράλληλα και για την πορεία των εταιρικών κερδών. Σύμφωνα με το Bloomberg, η μέση εκτίμηση των αναλυτών κάνει λόγο για μείωση της κερδοφορίας των εταιρειών που περιλαμβάνονται στον S&P 500 κατά 5.6% το πρώτο τρίμηνο του έτους.