Ράχμαν: Η ασφάλεια της Ευρώπης περνά από τον εξοπλισμό της Γερμανίας

Γιατί είναι κρίσιμης σημασίας εξηγεί ο αρθρογράφος. Η στάση των ΗΠΑ υπό τον Τραμπ, η προειδοποίηση Ρούτε και η ανάγκη να γίνουν περισσότερα από ευρωπαϊκά κράτη που δημοσιονομικά είναι στη... γωνία.

Ράχμαν: Η ασφάλεια της Ευρώπης περνά από τον εξοπλισμό της Γερμανίας
Ο αρθρογράφος των Financial Times Gideon Rachman
  • του Gideon Rachman

Μια κρίση ασφάλειας υφέρπει στην Ευρώπη. Δυο επικίνδυνα στοιχεία θα μπορούσαν να συνδυαστούν το 2025. Μια αυξανόμενη απειλή από τη Ρωσία και μια αυξανόμενη αδιαφορία από την Αμερική του Ντόναλντ Τραμπ.

Οι ευρωπαϊκές χώρες χρειάζονται επειγόντως να αντιδράσουν σε αυτόν τον ανησυχητικό γεωπολιτικό συνδυασμό, ενισχύοντας τις άμυνές τους. Για να συμβεί αυτό, είναι κρίσιμης σημασίας η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης, να υλοποιήσει επιτέλους την υπόσχεση του Καγκελάριου Όλαφ Σολτς για μια δραστική αύξηση των αμυντικών δαπανών.

Η πολιτική επιχειρηματολογία για αυξημένες αμυντικές δαπάνες απαιτεί σαφήνεια ως προς το τι συμβαίνει τόσο στη Ρωσία, όσο και στην Αμερική. Ο Μαρκ Ρούτε, ο προσφάτως διορισθείς γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, προειδοποίησε τον περασμένο μήνα ότι «η οικονομία της Ρωσίας βρίσκεται σε πολεμική κατάσταση… ο κίνδυνος κινείται ολοταχώς προς εμάς». Προέτρεψε το ΝΑΤΟ να αυξήσει γρήγορα την αμυντική παραγωγή και να «αποκτήσει πολεμική νοοτροπία».

Τον περασμένο Απρίλιο, ο στρατηγός Κρίστοφερ Καβόλι, ανώτατος διοικητής του ΝΑΤΟ στην Ευρώπη, προειδοποίησε πως «η Ρωσία δεν δείχνει σημάδια πως θα σταματήσει. Ούτε σκοπεύει η Ρωσία να σταματήσει με την Ουκρανία».

Οι δυτικοί αναλυτές υποστηρίζουν πως η Ρωσία ήδη έχει εμπλακεί σε έναν υβριδικό πόλεμο με την Ευρώπη –που περιλαμβάνει κανονικές πράξεις σαμποτάζ που κινδυνεύουν να οδηγήσουν σε μαζικές απώλειες.

Κατά τη διάρκεια του ψυχρού πολέμου, οι ΗΠΑ ηγήθηκαν της συμμαχικής απάντησης όταν η Ρωσία αύξησε τη στρατιωτική πίεση στην Ευρώπη. Αλλά η αμερικανική αντίδραση αυτή τη φορά πιθανά θα είναι πολύ διαφορετική. Οι επιλογές βασικών στελεχών του νεοεκλεγμένου προέδρου Τραμπ περιλαμβάνουν συμβούλους που είναι ξεκάθαροι ως προς την επιθυμία τους να μετακινήσουν αμερικανικά στρατιωτικά μέσα από την Ευρώπη στην Ασία.

Ο Έλμπριτζ Κόλμπι, που μόλις χρίστηκε υποψήφιος υφυπουργός Άμυνας, αρμόδιος για θέματα πολιτικής, έγραψε στους FT πέρυσι πως η Κίνα είναι μια πολύ υψηλότερη προτεραιότητα για τις ΗΠΑ απ’ ό,τι η Ρωσία και υποστήριξε πως «οι ΗΠΑ πρέπει να αποσύρουν δυνάμεις από την Ευρώπη που χρειάζονται για την Ασία, ακόμα και στην περίπτωση που η Ρωσία επιτεθεί πρώτη».

Οι Ευρωπαίοι αμυντικοί αναλυτές ανησυχούν πως μια αμερικανική στρατιωτική απόσυρση από την Ευρώπη θα ενθάρρυνε τη ρωσική επιθετικότητα. Σε ένα πρόσφατο βιβλίο, ο Κιρ Τζάιλς του Chatham House  (σημ.μτφ. Βασιλικο Ινστιτούτο Μελετών στο Λονδίνο) υποστηρίζει πως «η απόσυρση της αμερικανικής στρατιωτικής υποστήριξης στο ΝΑΤΟ είναι ο πιο σίγουρος τρόπος για να μετατραπεί η πιθανότητα επίθεσης της Ρωσίας πέρα από την Ουκρανία σε βεβαιότητα».

Για μεγάλο μέρος της Ευρώπης, ωστόσο, η ρωσική απειλή εξακολουθεί να μοιάζει μακρινή. Σε σχεδόν τρία χρόνια πολέμου στην Ουκρανία, ο στρατός της Μόσχας έχει σημειώσει περιορισμένα εδαφικά κέρδη και έχουν υποστεί συγκλονιστικές απώλειες – τώρα εκτιμάται πως 700.000 στρατιώτες έχουν σκοτωθεί ή τραυματιστεί.

Αλλά η έκταση των απωλειών που είναι πρόθυμος  να αποδεχθεί ο Βλαντίμιρ Πούτιν , θα πρέπει επίσης να λειτουργήσει ως προειδοποίηση. Ο ρωσικός στρατός είναι τώρα μεγαλύτερος απ’ ό,τι ήταν στην αρχή του πολέμου το 2022. Και, όπως επεσήμανε πρόσφατα ο Ρούτε, η χώρα παράγει «τεράστιους αριθμούς αρμάτων μάχης, τεθωρακισμένων και πυρομαχικών».

Οι ευρωπαϊκές χώρες δεν διαθέτουν το ανθρώπινο δυναμικό και τον εξοπλισμό για να εμπλακούν σε έναν πόλεμο φθοράς, όπως αυτός που διεξάγει η Ρωσία στην Ουκρανία. Στην αρχή του περασμένου έτους, ο βρετανικός στρατός είχε 73.520 άτομα –τα λιγότερα από το 1792. Ο γερμανικός στρατός έχει 64.000.

Οι υπεύθυνοι στρατιωτικού σχεδιασμού του ΝΑΤΟ θεωρούν πως η συμμαχία υπολείπεται χονδρικά  κατά ένα τρίτο από το σημείο που πρέπει να είναι για να αποτρέψει αποτελεσματικά τη Ρωσία. Υπάρχουν ιδιαίτερες ελλείψεις στην αεράμυνα, την υλικοτεχνική υποδομή, τα πυρομαχικά και τον εξοπλισμό ασφαλών επικοινωνιών.

Τα μέλη της Συμμαχίας έχουν δεσμευτεί επί του παρόντος να δαπανούν 2% του ΑΕΠ στην άμυνα. Μπορεί να αυξήσουν αυτόν τον ονομαστικό στόχο στο 3% στην επόμενη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ. Αλλά ακόμα και αυτό θα ήταν αρκετό μόνο αν τα ευρωπαϊκά κράτη συμφωνούσαν να περιορίσουν πολύ τον κατακερματισμό των προμηθειών σε  εθνικό επίπεδο.

Ένας στόχος 3% βασίζεται επίσης στην υπόθεση πως η Αμερική θα διατηρήσει σε μεγάλο βαθμό την προσήλωσή της στο ΝΑΤΟ. Αν δεν το κάνει αυτό, τότε οι υπεύθυνοι αμυντικού σχεδιασμού θεωρούν πως τα ευρωπαϊκά κράτη θα χρειαζόταν να αυξήσουν τις αμυντικές τους δαπάνες στο 4,5% του ΑΕΠ.

Αλλά ακόμα και το 3% φαίνεται πολύ δύσκολο. Το πρόβλημα αποτυπώνεται στο ιστορικό του ίδιου του Ρούτε ως πρωθυπουργού της Ολλανδίας από το 2010 έως το 2024. Η χώρα του έπιασε τον στόχο του 2% μόλις το τελευταίο έτος της θητείας του.

Όσο πιο κοντά πλησιάζετε τα ρωσικά σύνορα, τόσο πιο σοβαρά λαμβάνεται η ρωσική απειλή. Η Πολωνία οδεύει προς αύξηση  των αμυντικών της δαπανών στο 4,7% του ΑΕΠ το 2025. Αλλά οι μεγαλύτερες δυτικές ευρωπαϊκές οικονομίες, είναι άλλη ιστορία. Η Γερμανία και η Γαλλία μετά βίας έπιασαν το 2% πέρυσι, ενώ η Βρετανία ήταν στο 2,3%.

Η Γαλλία έχει έλλειμμα προϋπολογισμού 6% του ΑΕΠ και δημόσιο χρέος πολύ πάνω από το 100%. Η βρετανική κυβέρνηση είναι επίσης καταχρεωμένη και παλεύει να αυξήσει τα έσοδα.

Αλλά η Γερμανία –με λόγο χρέους προς το ΑΕΠ κατά τι υψηλότερο από το 60%- έχει το δημοσιονομικό περιθώριο να ξοδέψει πολύ περισσότερο στην άμυνα. Έχει επίσης μια σημαντική βιομηχανική και μηχανολογική βάση.

Ο Φρίντριχ Μερζ των Χριστιανοδημοκρατών, που πιθανόν να αναδειχθεί Γερμανός καγκελάριος μετά τις φετινές εκλογές, λαμβάνει σοβαρά υπόψη την απειλή από τη Ρωσία. Θα μπορούσε να ηγηθεί μιας ιστορικής στροφής. Αν η Γερμανία χαλαρώσει τις συνταγματικές της προβλέψεις για τη χρηματοδότηση ελλειμμάτων –και αποδεχθεί την ανάγκη για κοινό ευρωπαϊκό χρέος για να χρηματοδοτηθεί η ευρωπαϊκή άμυνα- αυτό θα μπορούσε να μεταμορφώσει το τοπίο της ασφάλειας της ευρωπαϊκής ηπείρου.

Ακόμα και 80 χρόνια μετά το τέλος του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου, ορισμένοι γείτονες της Γερμανίας –ιδιαίτερα η Πολωνία και η Γαλλία- θα νοιώσουν άβολα από τον επανεξοπλισμό της Γερμανίας.

Αλλά, προς το συμφέρον της δικής τους της ασφάλειας, πρέπει να το ξεπεράσουν.

© The Financial Times Limited 2025. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v