Ένα ξεκάθαρο συμπέρασμα φαίνεται να προκύπτει από την ελληνική κρίση: το όνειρο μιας αρμονικής μετάβασης σε μια ομοσπονδιακή Ευρώπη είναι νεκρό.
Το κλίμα μνησικακίας που έχει δημιουργήσει η κρίση έχει στρέψει το ένα κράτος ενάντια στο άλλο και έχει αναβιώσει ορισμένα από τα χειρότερα στερεότυπα της ηπείρου. Αντί να επισπεύσει την ιστορική ενοποίηση της Ευρώπης, η εισαγωγή του ευρώ οδήγησε στην αργή αποσύνθεσή της.
Η διάθεση που επικρατεί αποτυπώνεται σε ένα πρόσφατο εξώφυλλο του Marianne, του εβδομαδιαίου γαλλικού περιοδικού. Καταδικάζοντας τη συμφωνία για την Ελλάδα ως μια γερμανική υπαγόρευση, το περιοδικό απεικονίζει τη Μέρκελ με ένα πρωσικό κράνος, περιγράφοντάς την ως «την αυτοκράτειρα των πιστωτών» ενώπιον της οποίας όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες υποκλίνονται.
«Αποχαιρετισμός στην Ευρώπη των πατέρων-ιδρυτών, αποχαιρετισμός στην Ευρώπη των εθνών, έχει φτάσει η εποχή της Μέσης Ευρώπης (σ.σ. Mitteleuropa)» γράφει το περιοδικό, χρησιμοποιώντας τον προβοκατόρικο γερμανικό όρο που κάποτε χρησιμοποιούσαν οι Πρώσοι ιμπεριαλιστές και οι Ναζί.
Αλλά η ιστορία σπάνια προχωράει σε ευθείες ράγες και ίσως είναι λίγο πρώιμο να γράψει κανείς από τώρα τη νεκρολογία της ομοσπονδιοποίησης της Ευρώπης. Αν τελικά προχωρήσουμε προς μια βαθύτερη ενοποίηση, θα είναι για λόγους ωμής οικονομικής αναγκαιότητας. Οι γενικές εξαγγελίες για περισσότερη αλληλεγγύη αποδείχτηκαν κούφια λόγια. Η οικονομία παραμένει η κατευθυντήρια δύναμη.
Αυτή είναι σίγουρα μια ερμηνεία για την απόφαση του Αλέξη Τσίπρα να συναινέσει στις βασικές απαιτήσεις των δανειστών. Παρά την προκήρυξη δημοψηφίσματος για την απόρριψη της πρότασης των δανειστών, ο Έλληνας πρωθυπουργός κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η έξοδος από την ευρωζώνη θα ήταν πιο επώδυνη από την παραμονή σε αυτήν. Αφού έφτασε μια ανάσα από τις πύλες της Κόλασης, συνειδητοποίησε τα θέλγητρα του Καθαρτηρίου. Ανεξάρτητα από το πολιτικό κόστος, η Ελλάδα δεν μπορούσε να εγκαταλείψει το ευρωπαϊκό της πεπρωμένο.
Όπως έχουν υποστηρίξει ορισμένοι από τους πιο νηφάλιους -ή κυνικούς- φεντεραλιστές, η δημιουργία του ευρώ θα υπηρετούσε τον στόχο μιας ομοσπονδιακής Ευρώπης. Οι ίδιοι έχουν βασιστεί στην εμπειρία των ΗΠΑ και στις συζητήσεις για τη φύση μιας ομοσπονδιακής κυβέρνησης στα Ομοσπονδιακά Κείμενα (Federalist Papers). Τα κείμενα δημοσιεύτηκαν στο τέλος του 18ου αιώνα καθώς η νεοσύστατη δημοκρατία πάλευε για τη δημιουργία μιας ενιαίας πολιτικής οντότητας.
Κεντρικό θέμα στα Ομοσπονδιακά Κείμενα ήταν ο διαχωρισμός των οικονομικών υποχρεώσεων ανάμεσα στην Ουάσιγκτον και τις πολιτείες και ειδικότερα ο διαχωρισμός των χρεών. Όπως έγραψε ο πατέρας-ιδρυτής των ΗΠΑ, Αλεξάντερ Χάμιλτον: «Δεν υπάρχει πιθανότατα τίποτα που να μπορεί να διαταράξει περισσότερο την ηρεμία των κρατών από το να δεσμεύονται από αμοιβαίες υποχρεώσεις για ένα κοινό αντικείμενο που δεν αποφέρει ίσα και ενιαία οφέλη. Γιατί μια αληθής όσο και τετριμμένη παρατήρηση είναι πως οι άνθρωπο δεν διαφωνούν για τίποτα περισσότερο από ό,τι για την πληρωμή χρημάτων». Σας ακούγεται γνώριμο;
Χρειάστηκαν πολλές δεκαετίες για να ρυθμίσουν οι ΗΠΑ την ισορροπία των εξουσιών ανάμεσα στο ομοσπονδιακό κέντρο και τις πολιτείες και στο ενδιάμεσο πέρασαν από έναν εμφύλιο πόλεμο. Η δημιουργία ενός ενιαίου νομισματικού συστήματος ολοκληρώθηκε πλήρως το 1913 με την ίδρυση της Fed.
Από αρκετές απόψεις, ο φεντεραλισμός είναι ακόμα υπό διαμόρφωση στις ΗΠΑ. Μπορεί να δει κανείς στοιχεία των πρωταρχικών αντι-φεντεραλιστικών θέσεων στη ρητορική του Tea Party. Ένα αποτελεσματικό ομοσπονδιακό σύστημα πρέπει να βασίζεται σε διαδικασίες που επανεξετάζονται κάθε ημέρα και όχι σε σταθερές νομικές ρυθμίσεις.
Μια έκθεση του Centre for European Reform για τις επιλογές της ευρωζώνης που δημοσιεύτηκε πέρυσι κατέληγε ότι η ενίσχυση της δημοσιονομικής ενοποίησης αποτελεί τον καλύτερο τρόπο για την ολοκλήρωση του ετοιμόρροπου οικοδομήματος της ευρωζώνης, ακόμα και αν εκείνη τη στιγμή φαινόταν πολιτικά αδύνατο.
Η έκθεση παρουσίαζε τρία πιθανά σενάρια: μια γερμανική Ευρώπη που διοικείται από τις πιστώτριες χώρες. Ένα τεχνοκρατικό νομισματικό μπλοκ που διοικείται από γραφειοκράτες των Βρυξελλών και από κεντρικούς τραπεζίτες και μια πιο ευέλικτη, αποκεντρωμένη ευρωζώνη. Υποστήριζε ότι όλες αυτές οι επιλογές ήταν οικονομικά λιγότερο βιώσιμες από τη δημοσιονομική ενοποίηση, ενώ μπορεί να προκαλέσουν ανάλογες συγκρούσεις μεταξύ των κρατών.
Στα ίδια συμπεράσματα έχουν φτάσει και αρκετοί Ευρωπαίοι αξιωματούχοι. Σε συνέντευξή του στους F.T. τον περασμένο μήνα, ο Πιερ Κάρλο Παντοάν, υπουργός Οικονομικών της Ιταλίας, υποστήριξε ότι η ευρωζώνη πρέπει να απαντήσει στην ελληνική κρίση προχωρώντας προς μια πολιτική ένωση.
«Για να έχεις μια πλήρη οικονομική και νομισματική ένωση, χρειάζεσαι μια δημοσιονομική ένωση και μια δημοσιονομική πολιτική», ανέφερε ο κ. Παντοάν. «Και η δημοσιονομική πολιτική πρέπει να ελέγχεται από ένα κοινοβούλιο και το κοινοβούλιο αυτό πρέπει να εκλέγεται. Διαφορετικά δεν υπάρχει καταλογισμός ευθυνών».
Τα λόγια αυτά φαίνονται σε πολλούς πολιτικούς, ειδικά μεταξύ των αντι-ευρωπαϊκών λαϊκιστικών κομμάτων και των Βρετανών ευρωσκεπτικιστών ως καθαρή τρέλα. Χρειαζόμαστε λιγότερη Ευρώπη, όχι περισσότερη, υποστηρίζουν. Υπογραμμίζουν τις προφανείς διαφορές ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, λέγοντας ότι είναι αδύνατο να σφυρηλατηθούν οι Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης από τόσα διαφορετικά έθνη, όταν δεν υπάρχει η λαϊκή στήριξη για κάτι τέτοιο.
Αλλά υπάρχουν πολλά είδη ομοσπονδιακών συστημάτων και πολλά μονοπάτια για τον στόχο αυτό. Σχεδόν από κάθε άποψη -πολιτική, οικονομική, κοινωνική, θρησκευτική, εθνική- η Ινδία έχει μεγαλύτερες διαφορές σε σχέση με την ευρωζώνη, ωστόσο παραμένει ενωμένη σε μια κοινή ιδέα. Ο φεντεραλισμός της έχει χρησιμεύσει πολλές φορές σαν ένα όχημα για τον μετριασμό των διαφορών, αντί για την όξυνσή τους.
Θα χρειαστεί μια τεράστια προσπάθεια πειθούς. Αλλά αν θέλουν η νομισματική ένωση να επιβιώσει, οι πολιτικοί της ευρωζώνης πρέπει να πείσουν τους ψηφοφόρους ότι ένα ευέλικτο ομοσπονδιακό σύστημα παραμένει η λιγότερο χειρότερη δυνατή επιλογή.