Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών

Μέσα στη δικαιολογημένη πρεμούρα να αυξηθεί το ποσοστό των εμβολιασμένων, εν μέρει μέσω κάποιων «προνομίων» σε ό,τι αφορά τα περιοριστικά μέτρα, υπάρχει ο υπαρκτός φόβος να δημιουργηθούν επικίνδυνες παρανοήσεις σε ό,τι αφορά τον βαθμό και το είδος προστασίας που προσφέρουν τα εμβόλια κατά της Covid-19. Διότι άλλος ο βαθμός προστασίας απέναντι στα σοβαρά συμπτώματα, στη νοσηλεία και στον κίνδυνο θανάτου, κι άλλος ο βαθμός προστασίας από το ενδεχόμενο να καταστεί κάποιος φορέας, με ή χωρίς συμπτώματα, άρα και πιθανός μεταδότης του ιού.

Το προηγούμενο σημείωμα με τίτλο «Οι διαδοχικές κρίσεις δοκιμάζουν τις αξίες μας» έγινε το τελευταίο διάστημα ακόμη πιο επίκαιρο, καθώς η χώρα μας βρίσκεται σε μια διαρκή δημόσια συζήτηση γύρω από τους εμβολιασμούς.

Ο υπογράφων οφείλει να ξεκαθαρίσει ότι έσπευσε να εμβολιαστεί κι έχει ολοκληρώσει τη σχετική διαδικασία. Όπως και ότι συστήνει σε όσους ζητήσουν τη γνώμη του, να πράξουν το ίδιο. Ωστόσο αδυνατεί να αντιληφθεί γιατί εφόσον το κτίσιμο ανοσίας είναι τόσο σημαντικό για τη δημόσια υγεία, οι εμβολιασμοί παραμένουν στη σφαίρα του προαιρετικού (επί της αρχής), ενώ ταυτόχρονα διεξάγεται από πολλές πλευρές μια εκστρατεία πίεσης και εκφοβισμού έναντι εκείνων που (λανθασμένα, κατά την προσωπική μου άποψη) επιλέγουν τον κίνδυνο της ασθένειας.

Ίσως οι πιο εντυπωσιακές δηλώσεις των τελευταίων ημερών, επί της ουσίας, είναι αυτές του καθηγητή Πνευμονολογίας Νικόλαου Τζανάκη, που είπε «αν τώρα ήταν χειμώνας, θα επιβαλλόταν λοκντάουν», προσθέτοντας ότι «όλοι οι ανεμβολίαστοι θα νοσήσουν», καθώς και του μέλους της Επιτροπής Ειδικών καθηγητή Λοιμωξιολογίας Νίκου Σύψα, που συμφώνησε με τον συνάδελφό του ότι όλοι οι ανεμβολίαστοι θα νοσήσουν κι ότι ταχύτατα θα περάσει από τους νέους σε πιο ευάλωτους, άνω των 60, με υποκείμενα νοσήματα. Ο ίδιος μάλιστα προέβλεψε ότι θα απαλλαγούμε από την πανδημία το καλοκαίρι του 2022. 

Θα έπρεπε ο εμβολιασμός να καταστεί υποχρεωτικός; Κι αν ναι, σε ποιες κατηγορίες πολιτών/εργαζομένων; Πού τελειώνει η ελευθερία «αυτοδιάθεσης», όταν η κοινωνία εκτίθεται στον απόλυτο κίνδυνο μιας πανδημίας;

Τι διαφορά έχει ο τρόπος αντιμετώπισης μεταξύ απολυταρχικών και φιλελεύθερων καθεστώτων; Μήπως σε κάποιες περιπτώσεις, το δεύτερο είναι καλύτερο από το πρώτο; Κι εντέλει, ποια είναι τα όρια που ξεχωρίζουν τους εκπροσώπους του ενός συστήματος από το άλλο;

Τα ερωτήματα αυτά, για μεγάλο μέρος της κοινής γνώμης, ακόμη και ανάμεσα σε δυτικές δημοκρατίες, δεν είναι καθόλου ρητορικά.

Έχουμε μπει ξανά στο καλοκαίρι και ο φόβος της πανδημίας, καλώς ή κακώς, υποχωρεί. Ο κόσμος νιώθει πως απελευθερώνεται και αισιοδοξεί. Σε πολλά σημεία της, η περίοδος θυμίζει την περσινή σεζόν, όταν η Ελλάδα ήταν ανάμεσα στις ελάχιστες χώρες του κόσμου που έβγαιναν από την καραντίνα σχεδόν αλώβητες από τις υγειονομικές συνέπειες.

Όμως, το φθινόπωρο, οι προσδοκίες διαψεύστηκαν και η χώρα μπήκε σε μια από τις πιο δύσκολες περιόδους της ιστορίας της. Προκειμένου να αποφύγουμε την επανάληψη, έστω σε μικρότερη κλίμακα, η απαραίτητη προϋπόθεση είναι να εμβολιαστούν όσο το δυνατόν περισσότεροι.

v