Θετικό πρόσημο παρουσιάζουν τα ασιατικά χρηματιστήρια, μετά τη χθεσινή δραματική συνεδρίαση για την κινεζική αγορά, που κατέγραψε τη μεγαλύτερη βουτιά των τελευταίων 6,5 ετών. Οι διευκρινίσεις από την κινεζική επιτροπή κεφαλαιαγοράς, τα ενθαρρυντικά στοιχεία από την Κίνα, αλλά και οι προσδοκίες που δημιουργούνται για τη συνεδρίαση της ΕΚΤ την Πέμπτη, συνέβαλαν στην αλλαγή του κλίματος.
Έτσι, στο χρηματιστήριο του Τόκιο ο δείκτης Nikkei έκλεισε με κέρδη 2,07% στις 17.366 μονάδες. Στο Χονγκ Κονγκ, ο δείκτης Hang Seng ενισχύεται κατά 0,7% στις 23.903 μονάδες. Ο κορεατικός Kospi έκλεισε υψηλότερα κατά 0,82% στις 1918 μονάδες με κινητήριο δύναμη τη Samsung Electronics καθώς δημοσιεύματα τη φέρουν να εξετάζει το ενδεχόμενο split της μετοχής.
Στην κινεζική αγορά, μετά τη χθεσινή βουτιά του -7,7%, ο Shanghai Composite ενισχύεται κατά 1,85% στις 3173 μονάδες και ο CSI 300 κατά 1,22% στις 3396 μονάδες.
Το χθεσινό sell off προκλήθηκε από την απόφαση των αρχών να απαγορεύσουν στις τρεις μεγαλύτερες χρηματιστηριακές της χώρας το άνοιγμα νέων λογαριασμών margin. Έκτοτε, η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς της Κίνας εξέδωσε ανακοίνωση όπου ξεκαθαρίζει ότι στόχος της δεν είναι να προκαλέσει διορθωτικές κινήσεις στην αγορά (που ενισχύεται περισσότερο από 50% στο εξάμηνο), αλλά να «προστατεύσει τα συμφέροντα των επενδυτών». Είχε προηγηθεί έρευνα από την οποία διαπιστώθηκαν παραβιάσεις των κανόνων σε λογαριασμούς margin.
Τα στοιχεία για την κινεζική οικονομία, παράλληλα, ήταν ενθαρρυντικά. Ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας για το 2014 διαμορφώθηκε στο 7,4%, που είναι μεν το χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων 24 ετών, αλλά είναι υψηλότερο από το 7,3% που περίμεναν κατά μέσο όρο οι αναλυτές. Επιπλέον, τα στοιχεία για τη βιομηχανική παραγωγή και τις λιανικές πωλήσεις του Δεκεμβρίου ξεπέρασαν τις προσδοκίες καταγράφοντας αύξηση 7,9% και 11,9^% αντιστοίχως σε ετήσια βάση.
«Τα σημερινά στοιχεία υποδεικνύουν ότι η επιβράδυνση των επενδύσεων εξακολουθεί να ασκεί πτωτικές πιέσεις στην ανάπτυξη, αλλά αυτό αντισταθμίζεται από την ανάκαμψη της κατανάλωσης και των δραστηριοτήτων στον κλάδο υπηρεσιών» εξηγεί ο Julian Evans Pritchard, της Capital Economics.