Για τις εναλλακτικές τοποθετήσεις στο bancassurance, τον συνδυασμό αποταμίευσης επένδυσης αλλά και ασφαλιστικής κάλυψης, μιλάει στο Euro2day.gr ο επικεφαλής του bancassurance της Eurobank, κ. Γιώργος Βαλμάς, εξηγώντας παράλληλα γιατί ο Ελληνας χρήζει ασφαλιστικής παιδείας και εκπαίδευσης.
Κύριε Βαλμά, πιστεύετε ότι ο Έλληνας έχει ασφαλιστική παιδεία και συνείδηση; Και αναφέρομαι τόσο σε γενικά πλαίσια όσο και ειδικότερα, στο κομμάτι της αποταμίευσης/επένδυσης.
Δυστυχώς στην Ελλάδα υπάρχει έλλειμμα ασφαλιστικής παιδείας και χαρακτηριστικό είναι ότι έχουμε το υψηλότερο ποσοστό ιδιοκτησίας κατοικιών στην Ε.Ε. αλλά το χαμηλότερο ποσοστό ασφάλισής τους. Όσον αφορά το κομμάτι αποταμίευσης/επένδυσης και σύνταξης, εκτιμώ ότι αναπτύσσεται λόγω των εξελίξεων στο συνταξιοδοτικό και την παράλληλη μείωση των συντάξεων, αλλά έχουμε πολύ δρόμο ακόμα.
Έχετε διαπιστώσει κάποια μεταστροφή σε πιο «ορθή» συμπεριφορά, υπό την έννοια των παραπάνω;
Όπως ανέφερα και πρωτύτερα, δεν υπάρχει κάποια σημαντική μεταστροφή στις ασφαλίσεις περιουσίας. Κλειδί για τα προγράμματα αποταμίευσης/σύνταξης είναι οι εξελίξεις στο συνταξιοδοτικό. Λόγω αυτού, υπάρχει αυξανόμενο ενδιαφέρον καθώς ο μέσος Έλληνας αποκτά κίνητρο για τη δημιουργία ενός κεφαλαίου που να συμπληρώνει την κύρια σύνταξη.
Θα θέλατε να μας δώσετε κάποια παραδείγματα; Όπως σε τι ποσοστό ασφαλίζουν οι δανειολήπτες τα στεγαστικά τους δάνεια για σεισμό ή τα καταναλωτικά τους ανοίγματα; Και ποιο θα ήταν το μίνιμουμ μιας τέτοιας ασφάλισης;
Στα στεγαστικά δάνεια η ασφάλιση του ενυπόθηκου ακινήτου είναι συμβατική υποχρέωση, άρα όλα τα ενυπόθηκα ακίνητα είναι ασφαλισμένα κατά πυρός/σεισμού. Όσον αφορά στην ασφάλιση του δανειολήπτη, το ποσοστό στην ελληνική αγορά κυμαίνεται περίπου στο 50% των δανειοληπτών. Η ασφάλιση ζωής του δανειολήπτη δεν είναι υποχρεωτική, η ωφέλεια όμως για την οικογένεια ή τους οικείους του είναι σημαντικότατη, καθώς τους απαλλάσσει από την υποχρέωση της αποπληρωμής του υπολοίπου του δανείου, σε περίπτωση απώλειας ζωής. Ίσως όχι ευχάριστη ως σκέψη, αλλά ρεαλιστική, πραϋντική και εντέλει απαραίτητη.
Μήπως η ίδια η κρίση βοήθησε με τη σειρά της να «γυρίσουν» πολλοί σε bancassurance προϊόντα; Άλλωστε, ακόμη και οι ίδιες οι τράπεζες μετατόπισαν τη δημιουργία επενδυτικών προϊόντων σε μία πιο «προστατευτική-αποταμιευτική» βάση.
Συνέβη ακριβώς το αντίθετο. Σε γενικές γραμμές, η κρίση δεν βοήθησε ούτε τις τράπεζες, αλλά ούτε και τις ασφαλιστικές εταιρείες. Συγκεκριμένα, η ασφαλιστική αγορά συρρικνώθηκε κατά 22% στο διάστημα 2008-2018, «χάνοντας» παραγωγή 1,1 δισ. ευρώ. Βέβαια λόγω της κρίσης στην Δημόσια Υγεία υπάρχει ενδιαφέρον για ιδιωτικά νοσοκομειακά προγράμματα, όπως και για συνταξιοδοτικά προγράμματα λόγω της κρίσης του συνταξιοδοτικού.
Στην αγορά, διατίθενται διάφορα τραπεζο-ασφαλιστικά προϊόντα. Σε ποια σημεία επικεντρώνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ των τραπεζών;
Σε προγράμματα δημιουργίας κεφαλαίου-αποταμίευσης, τα οποία προσφέρουν εγγύηση ποσού στη λήξη και καθ’ όλη τη διάρκεια του προγράμματος με εγγυημένες αξίες εξαγοράς, τα οποία απευθύνονται σε άτομα που επιθυμούν να δημιουργήσουν ένα κεφάλαιο ή να τοποθετήσουν τα χρήματά τους με ελάχιστο ρίσκο. Έντονος όμως είναι ο ανταγωνισμός και για επενδυτικά προγράμματα τύπου Unit Linked, τα οποία συνδέουν τις παροχές τους με μερίδια Α.Κ. Τα προγράμματα αυτά, βεβαίως, απευθύνονται σε άτομα με επενδυτική παιδεία και εμπειρία.
Κατά τη γνώμη σας, πού υπερέχει η Eurobank μεταξύ των ελληνικών τραπεζών και συνοπτικά, τι προϊόντα-κατευθύνσεις διαθέτετε;
Το bancassurance δεν αφορά τόσο σε προϊόντα όσο στη διαδικασία. Η υπεροχή της Eurobank συνίσταται στο ότι διαθέτει μία ενσωματωμένη διαδικασία bancassurance από τον σχεδιασμό προϊόντων, τα οποία προσαρμόζονται ειδικά στις ανάγκες των πελατών της, έως και την πώλησή τους και πάνω από όλα στο after sales service, που αποτελεί και το σημαντικότερο κομμάτι της διαδικασίας. Με άλλα λόγια, τα ασφαλιστικά προϊόντα έχουν ενσωματωθεί στην προϊοντική γκάμα της τράπεζας και αποτελούν καθημερινότητα για τους τραπεζικούς λειτουργούς, οι οποίοι μπορούν να προσφέρουν προϊόντα τραπεζικά ή/και ασφαλιστικά για την ικανοποίηση των αναγκών των πελατών της τράπεζας.
Ποιο είναι το μίνιμουμ ποσό που μπορεί κάποιος να επενδύσει;
Στα προγράμματα δημιουργίας κεφαλαίου περιοδικού ασφαλίστρου οι καταβολές ξεκινούν από €30 τον μήνα. Στα προγράμματα δημιουργίας κεφαλαίου εφάπαξ ασφαλίστρου οι καταβολές ξεκινούν από €4.000 τον χρόνο. Στα επενδυτικά προγράμματα περιοδικού ασφαλίστρου οι καταβολές ξεκινούν από €100 τον μήνα και στα επενδυτικά προγράμματα εφάπαξ ασφαλίστρου οι καταβολές ξεκινούν από €5.000 τον χρόνο.
Στο μέλλον, τι άλλα αντίστοιχα προϊόντα bancassurance μπορεί να δει η αγορά;
Όπως εξελίσσεται η αγορά και διαφοροποιούνται οι ανάγκες των πελατών, με τον ίδιο τρόπο εξελίσσονται και τα προϊόντα bancassurance. Η εκτίμησή μου είναι ότι θα δούμε εξελιγμένα επενδυτικά προγράμματα τύπου Unit Linked, ευέλικτα προγράμματα υγείας με πολλαπλές επιλογές για τον πελάτη και επιχειρηματικές ασφαλίσεις.