Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών

Υπάρχει μια κοινή κλωστή που συνδέει τα όσα συνέβησαν με τις πυρκαγιές φέτος στην Ελλάδα και την πτώση του Αφγανιστάν στα χέρια των Ταλιμπάν. Και στις δύο περιπτώσεις, η έκπληξη, όχι τόσο των απλών πολιτών όσο των αρμοδίων χάραξης πολιτικής και κάποιων ειδικών, εάν δεν είναι προϊόν υποκρισίας, είναι σίγουρα αδικαιολόγητη. Διότι και στις δύο περιπτώσεις είχαμε το χρονικό μιας προαναγγελθείσας καταστροφής!

Στην περίπτωση των πυρκαγιών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την Αττική, η ανυπαρξία πρόληψης (καθάρισμα δασών, αντιπυρικές ζώνες, διάνοιξη δασικών δρόμων, αναδιάρθρωση υπηρεσιών κ.λπ.) ήρθε να συνδυαστεί με τα παρεπόμενα της κακοκαιρίας «Μήδεια», που έπληξε την Αττική και πρακτικά σχεδόν ολόκληρη τη χώρα, τον περασμένο Φεβρουάριο, αφήνοντας πίσω της εκατοντάδες χιλιάδες κομμένα δέντρα και κλαδιά.

Τα νέα από τον αμερικανικό CDC την περασμένη Παρασκευή, δεν ήταν καθόλου καλά. Αφενός διότι δείχνουν πόσο μεταδοτική είναι η μετάλλαξη Δέλτα, κι αφετέρου διότι οι εμβολιασμένοι μπορεί μεν να κινδυνεύουν θεαματικά λιγότερο από τις σοβαρές συνέπειες της COVID-19, (βαριά νοσηλεία- θάνατος) μπορεί όμως να κολλήσουν και να τη μεταδώσουν, σε βαθμό που να καθιστά πιθανώς αναγκαία τη λήψη προστατευτικών μέτρων και σε αυτή την ομάδα πληθυσμού.

Το πρόβλημα που ανακύπτει από αυτές τις εξελίξεις, τις οποίες είχαμε έγκαιρα προδιαγράψει σε προηγούμενο σχόλιο με τίτλο «Έκανα το εμβόλιο και είμαι άτρωτος. Όχι δεν είσαι» είναι πολιτικό, κοινωνικό, αλλά και οικονομικό.

Μέσα στη δικαιολογημένη πρεμούρα να αυξηθεί το ποσοστό των εμβολιασμένων, εν μέρει μέσω κάποιων «προνομίων» σε ό,τι αφορά τα περιοριστικά μέτρα, υπάρχει ο υπαρκτός φόβος να δημιουργηθούν επικίνδυνες παρανοήσεις σε ό,τι αφορά τον βαθμό και το είδος προστασίας που προσφέρουν τα εμβόλια κατά της Covid-19. Διότι άλλος ο βαθμός προστασίας απέναντι στα σοβαρά συμπτώματα, στη νοσηλεία και στον κίνδυνο θανάτου, κι άλλος ο βαθμός προστασίας από το ενδεχόμενο να καταστεί κάποιος φορέας, με ή χωρίς συμπτώματα, άρα και πιθανός μεταδότης του ιού.

Το προηγούμενο σημείωμα με τίτλο «Οι διαδοχικές κρίσεις δοκιμάζουν τις αξίες μας» έγινε το τελευταίο διάστημα ακόμη πιο επίκαιρο, καθώς η χώρα μας βρίσκεται σε μια διαρκή δημόσια συζήτηση γύρω από τους εμβολιασμούς.

Ο υπογράφων οφείλει να ξεκαθαρίσει ότι έσπευσε να εμβολιαστεί κι έχει ολοκληρώσει τη σχετική διαδικασία. Όπως και ότι συστήνει σε όσους ζητήσουν τη γνώμη του, να πράξουν το ίδιο. Ωστόσο αδυνατεί να αντιληφθεί γιατί εφόσον το κτίσιμο ανοσίας είναι τόσο σημαντικό για τη δημόσια υγεία, οι εμβολιασμοί παραμένουν στη σφαίρα του προαιρετικού (επί της αρχής), ενώ ταυτόχρονα διεξάγεται από πολλές πλευρές μια εκστρατεία πίεσης και εκφοβισμού έναντι εκείνων που (λανθασμένα, κατά την προσωπική μου άποψη) επιλέγουν τον κίνδυνο της ασθένειας.

Ίσως οι πιο εντυπωσιακές δηλώσεις των τελευταίων ημερών, επί της ουσίας, είναι αυτές του καθηγητή Πνευμονολογίας Νικόλαου Τζανάκη, που είπε «αν τώρα ήταν χειμώνας, θα επιβαλλόταν λοκντάουν», προσθέτοντας ότι «όλοι οι ανεμβολίαστοι θα νοσήσουν», καθώς και του μέλους της Επιτροπής Ειδικών καθηγητή Λοιμωξιολογίας Νίκου Σύψα, που συμφώνησε με τον συνάδελφό του ότι όλοι οι ανεμβολίαστοι θα νοσήσουν κι ότι ταχύτατα θα περάσει από τους νέους σε πιο ευάλωτους, άνω των 60, με υποκείμενα νοσήματα. Ο ίδιος μάλιστα προέβλεψε ότι θα απαλλαγούμε από την πανδημία το καλοκαίρι του 2022. 

v