Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Μόλις χθες ο κ. Σαμαράς δήλωσε ότι «έχει πρόβλημα» με την πρόθεση των Ευρωπαίων να δεσμεύσουν σε ειδικό κλειστό λογαριασμό ένα μέρος της βοήθειας των 130 δισ., που αφορά τόκους τους οποίους θα έχουν λαμβάνειν οι ιδιώτες επενδυτές.

Πολλοί, δε, έσπευσαν να μιλήσουν για απώλεια «εθνικής κυριαρχίας».

Οι Ευρωπαίοι, όπως είναι άλλωστε ξεκάθαρο, το κάνουν αυτό ώστε να έχουν τη δυνατότητα να μη δώσουν κάποια δόση του νέου δανείου, εφόσον η χώρα δεν καλύψει τους στόχους, χωρίς να προκαλέσουν εξωτερική χρεοκοπία της, αλλά μόνο «εσωτερική».

Με απλά λόγια, αν δεν επιτυγχάνονται οι στόχοι, θα υπάρχει ο διαρκής κίνδυνος ότι το κράτος δεν θα είναι σε θέση να ανταποκριθεί στις εσωτερικές υποχρεώσεις του (μισθοί, συντάξεις και άλλες δαπάνες), χωρίς επίπτωση στην εξυπηρέτηση του χρέους!

Μπορεί κάποιοι να με χαρακτηρίσουν εθνικό μειοδότη, αλλά ειλικρινά δεν βλέπω πού βρίσκεται το «λάθος» σε αυτό το σχέδιο.

Είναι ή δεν είναι γεγονός ότι σχεδόν δύο χρόνια τώρα έχουμε αποτύχει παταγωδώς να πετύχουμε όχι μόνο χρηματικούς στόχους (το έλλειμμα του 2011 βγαίνει 30% υψηλότερα από τον στόχο) αλλά και ποιοτικούς, που σχετίζονταν με τις διαρθρωτικές αλλαγές και τις αποκρατικοποιήσεις;

Είναι ή δεν είναι αλήθεια ότι για το ίδιο διάστημα οι Ευρωπαίοι, μέσω των δανείων που έχουν δώσει, καλύπτουν όχι μόνο τοκοχρεολύσια αλλά και λοιπές δαπάνες του Δημοσίου, καθώς εξακολουθούμε να έχουμε και πρωτογενές έλλειμμα;

Συγγνώμη, λοιπόν, αλλά δεν αντιλαμβάνομαι πώς εννοούνε κάποιοι την εθνική κυριαρχία.

Με ξένα χρήματα;

Για να βάλουμε λίγο τα πράγματα στη θέση τους, ακόμη κι αν γυρίσουμε στη δραχμή, θα πρέπει το κράτος να επιστρέψει ΑΜΕΣΩΣ σε πρωτογενές πλεόνασμα.

Διότι ναι μεν θα αρνηθούμε (εικάζω βάσιμα) να πληρώσουμε το κρατικό χρέος ή έστω ένα συντριπτικό ποσοστό αυτού, από την άλλη, όμως, κανένας δεν πρόκειται να μας δανείζει για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Γιατί λοιπόν οι πολιτικοί μας έχουν πρόβλημα όταν η Ευρώπη τους βάζει το μαχαίρι στον λαιμό να κόψουν τα ελλείμματα του κράτους;

Αυτό είναι αναπόφευκτο, όποια λογική κι αν ακολουθήσουμε. Εντός ή εκτός ευρωζώνης, με ευρώ ή χωρίς, με άτακτη χρεοκοπία ή χωρίς, ο προϋπολογισμός του κράτους πρέπει να ισοσκελιστεί - και μάλιστα γρήγορα.

Κατά την ταπεινή μου άποψη, η επίκληση της εθνικής κυριαρχίας, σε τέτοιου είδους θέματα, και μάλιστα από πολιτικούς που συνέβαλαν τόσα χρόνια στην καταστροφή της χώρας, μόνο εκ του πονηρού μπορεί να γίνεται.

Φανερώνει ότι για μία ακόμη φορά απλώς θέλουν περιθώρια για να συνεχίσουν να… αποτυγχάνουν!

Όπως εκ του πονηρού είναι και τα κροκοδείλια δάκρυα των πολιτικών μας για τους μισθούς και τις συντάξεις. Διότι γνωρίζουν πολύ καλά ότι το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τέτοιου είδους μέτρα τα έχουν οι ίδιοι.

Οι ίδιοι απέτυχαν να περιορίσουν τις δαπάνες και τις σπατάλες του Δημοσίου, οι ίδιοι απέτυχαν να προωθήσουν τις διαρθρωτικές αλλαγές, ή να πατάξουν τη φοροδιαφυγή, οι ίδιοι δεν έκαναν ως τώρα ΟΥΤΕ ΜΙΑ αποκρατικοποίηση.

Ακόμη και ως «συγκυβερνήτες» στο διάστημα της πρωθυπουργίας Παπαδήμου.

ΥΓ.: Δεν θα μου προκαλέσει ιδιαίτερη έκπληξη αν τελικά έχουμε αποτυχία της κυβέρνησης να περάσει τη νέα συμφωνία από τη Βουλή. Διότι ναι μεν «ο φόβος (της άτακτης χρεοκοπίας) φυλάει τα έρημα», αλλά κι ο πανικός των δημοσκοπήσεων και της λαϊκής αγανάκτησης λειτουργεί αντίρροπα.

Περιττό δε να ειπωθεί ότι με αυτές τις συνθήκες -και το δεδομένο πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον- κάτι τέτοιο θα ανοίξει τον ασκό του Αιόλου.

Πριν μπω στο σημερινό ψαχνό, θα θυμίσω γρήγορα τους τρεις βασικούς παράγοντες που μας οδήγησαν σε αυτήν τη θέση:

- Το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Όχι απλώς φέρει την ευθύνη για την καταστροφή που συντελέστηκε στα δημόσια οικονομικά, όχι μόνο απέτυχε να αναγνωρίσει έγκαιρα την επερχόμενη κρίση, αλλά απέτυχε παταγωδώς και στην ως τώρα αντιμετώπισή της!


-Η «τιμωρητική» διάθεση και η ελαφρότητα με την οποία οι Ευρωπαίοι εταίροι μας και το ΔΝΤ χορήγησαν μια τριτοκοσμική συνταγή «αλά κάρτ», που ήταν επόμενο να αποτύχει παταγωδώς, με δεδομένες τις ελληνικές ιδιομορφίες.


-Η ανατροφοδοτούμενη δυσμενής επίδραση των ανωτέρω στην ψυχολογία των πολιτών. Ήταν επόμενο ότι θα υπάρξει μαζική έξοδος των καταθέσεων, περιορισμός της κατανάλωσης και των επενδύσεων, αλλά και έντονη αντίδραση στα ενίοτε άδικα και πρόχειρα μέτρα.

Αυτά τα τρία στοιχεία σχηματίζουν έναν φαύλο κύκλο, που η σημερινή «συγκυβέρνηση» φαίνεται πως ούτε θέλει, ούτε δύναται να σπάσει. Ακόμη κι όπου τα πρόσωπα διαφέρουν, οι πολιτικές τους είναι ίδιες.

Ο ίδιος ο Λουκάς Παπαδήμος δεν φαίνεται να έχει την έμπρακτη στήριξη ή την ιδεολογική αφετηρία για να πολεμήσει «εκ των έσω» τη λογική των μέτρων που επιβάλλει η στρατηγική κατεύθυνση της «εσωτερικής υποτίμησης».

Έτσι, παρά τις κορόνες των πολιτικών -και των κυρίαρχων media που τους στηρίζουν- ότι «τώρα επιτέλους κάνουμε διαπραγμάτευση», όλα δείχνουν ότι έχουμε μια επανάληψη του παραδοσιακού επικοινωνιακού τρικ:

«Άφησε να διαρρεύσουν μέτρα που θα σοκάρουν τους πάντες, να τρομάξει πολύ ο κοσμάκης, για να περάσεις ευκολότερα αυτά που θέλεις».

Σημαίνει αυτό ότι έχουν χαθεί οι ελπίδες; Όχι.

Απλώς θα πρέπει να τις αναζητήσουμε… αλλού.

Στο εξωτερικό, η διαπίστωση πως η συνταγή είναι λάθος φαίνεται πως κερδίζει συνεχώς περισσότερους οπαδούς, με τελευταία περίπτωση τον Γερμανό «σοφό» Χανς Μπόφινγκερ, που δήλωσε προ ημερών ότι τα μέτρα που επιβλήθηκαν στραγγάλισαν την ελληνική οικονομία.

Ολοένα και περισσότεροι αντιλαμβάνονται πως η μετατροπή της Ελλάδας σε ένα είδος Βουλγαρίας ή Αλβανίας δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα ούτε της ίδιας, ούτε όμως και των πλούσιων κρατών της Ευρώπης, των περίφημων πλέον «θεσμικών δανειστών» μας.

Ακριβώς όπως αντιλαμβάνονται ότι οι κοινωνικές - οικονομικές ανισότητες των τελευταίων δεκαετιών, σε αμφότερες τις πλευρές του Ατλαντικού, αποτελούν γενεσιουργό αιτία και παράγοντα διατήρησης της πρόσφατης παγκόσμιας κρίσης.

Για να παραφράσω τον τίτλο του blog, παράγοντες των μεγάλων οικονομιών της Δύσης αρχίζουν να διαπιστώνουν πως υπάρχει ζωτική ανάγκη για ένα New Deal σε κοινωνίες και οικονομίες, το οποίο θα ενισχύσει την ανάπτυξη.

Η έως πρότινος κυρίαρχη λογική των λιγότερων φόρων στον πλούτο, των τεράστιων αμοιβών στην κορυφή της πυραμίδας, ακόμη και ο τρόπος με τον οποίο λειτούργησε η περίφημη παγκοσμιοποίηση, αμφισβητούνται πλέον ανοιχτά.

Διότι δεν έφεραν το αναμενόμενο αποτέλεσμα.

Νομίζω ότι το πρόσφατο άρθρο Martin Wolf στους Financial Times, με τίτλο "Επτά κινήσεις για να σωθεί το σύστημα" αποτελεί μια πολύ καλή προσέγγιση αυτού του προβληματισμού. Ο οποίος βεβαίως ουδόλως απασχολεί τη δική μας πολιτική ηγεσία, που -ως συνήθως -έχει μείνει μερικά χρόνια πίσω.

Σε αυτό το γενικότερο «New Deal» -και μόνο σε αυτό- βρίσκεται, κατά τη γνώμη μου, η κρυφή ελπίδα της Ελλάδας για αναζωπύρωση της ανάπτυξης κάποια στιγμή κι έξοδο από την πολυετή πλέον ύφεση.

Ως τότε, παλαιοί και όψιμοι θιασώτες ενός ξεπερασμένου πλέον «εκσυγχρονισμού» θα επιμένουν σε σκληρά μέτρα, που αυξάνουν τις ανισότητες, ευελπιστώντας να αναπτύξουν την οικονομία.

Όπως η γάτα που τρώει τη… λίμα κι επιμένει, γιατί τη βλέπει να ματώνει!
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι περισσότεροι επιχειρηματίες, ίσως και πολλοί ιδιώτες, είναι δυσαρεστημένοι από την όλη λειτουργία και την «επιρροή» των τραπεζών. Θα τολμούσα να πω ότι το φαινόμενο έχει λάβει παγκόσμιες διαστάσεις αυτήν την περίοδο.

Ακόμη όμως και για τους σφόδρα πολέμιους (εφόσον δεν είναι θιασώτες σοβιετικών μοντέλων διαχείρισης της οικονομίας) αν υπάρχει κάτι χειρότερο από τις τράπεζες, αυτό είναι οι… κρατικές τράπεζες!

Τα αποτελέσματα του κρατικού ελέγχου στον τραπεζικό τομέα είναι γνωστά στη χώρα μας εδώ και δεκαετίες, όπως γνωστή είναι και η ανοδική πορεία της Εθνικής Τράπεζας, από τη στιγμή που άρχισε να απογαλακτίζεται από τον κρατικό τομέα, έστω και μερικώς.

Υπό αυτό το πρίσμα, η επίμονη θέση του Γιώργου Παπανδρέου υπέρ της ενίσχυσης των τραπεζών με κοινές μετά ψήφου μετοχές, που σε ορισμένες περιπτώσεις θα φέρει τον έλεγχό τους σε απολύτως «θεσμικά» χέρια, στερείται αντικειμενικό κίνητρο αποτελεσματικότητας.

Τίποτε απολύτως δεν δείχνει ότι είτε η μετάβαση των διοικήσεων είτε η αλλοίωση της μετοχική σύνθεσης των τραπεζών θα βελτιώσει την αποτελεσματικότητα ή την «αναπτυξιακή» τους συμβολή.

Κατά συνέπεια, από πολιτικής πλευράς, μένει το λεγόμενο «ηθικό στοιχείο». Η τιμωρία, αν θέλετε, εκείνων που «έσφαλαν» κι οδήγησαν τις τράπεζες σε αυτήν τη δυσχερή θέση.

Σε ό,τι αφορά τους μικρομετόχους των τραπεζών (μια και οι τράπεζες ήταν και είναι η «ραχοκοκαλιά» των τοποθετήσεων στο χρηματιστήριο), υποθέτω πως είναι ξεκάθαρο ότι δεν έχουν ευθύνη ούτε για το PSI, ούτε για την κατάντια της ελληνικής οικονομίας εν γένει.

Γι' αυτό και δεν υπάρχει λόγος να τιμωρηθούν -περαιτέρω της συγκλονιστικής πτώσης που υπέστησαν- με πλήρη απαξίωση των τοποθετήσεών τους, που σε πολλές, μα πάρα πολλές, περιπτώσεις, ειδικά στις τραπεζικές μετοχές που παραδοσιακά ήταν «σίγουρα χαρτιά», είναι και υστέρημα ζωής.

Σε ό,τι αφορά τους μεγαλομετόχους και τις διοικήσεις των τραπεζών, τα πράγματα είναι επίσης ξεκάθαρα. Μέχρι σχεδόν το τέλος του 2009, οι τοποθετήσεις σε ομόλογα του ελληνικού δημοσίου θεωρούνταν οι πιο σίγουρες, ενώ η αγορά τους αποτελούσε στήριξη της εθνικής οικονομίας.

Νομίζω δε ότι όλοι γνωρίζουμε τι θα συνέβαινε αν κάποια ελληνική τράπεζα «τολμούσε» να ξεφορτώσει σωρηδόν ομόλογα του δημοσίου εντός του 2010. Το λιγότερο που θα συνέβαινε θα ήταν να κατηγορηθούν για «εθνική μειοδοσία», βαριά κερδοσκοπία έναντι των ελληνικών συμφερόντων, πιθανότατα από τους ίδιους πολιτικούς που σήμερα ζητούν την... κρατικοποίησή τους.

Μένει βεβαίως ένα ακόμη σκέλος, που αφορά τις χορηγήσεις των τραπεζών σε ιδιώτες και επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα. Ουδείς μπορεί να πει ότι η δουλειά που έκαναν οι τραπεζίτες σε αυτούς τους τομείς ήταν άμεμπτη.

Και απληστία υπήρξε και αλόγιστη ανάπτυξη, γιατί όχι και περιπτώσεις χρηματισμού. Ωστόσο, δύο πράγματα είναι απολύτως βέβαια:

Πρώτον, ότι, αν οι πολιτικοί μας δεν κατάφερναν να φέρουν τα δημόσια οικονομικά σε αξιοθρήνητη θέση αλλά και να υποβάλουν τη χώρα σε μια διαδικασία ύφεσης «χωρίς αλεξίπτωτο», οι επισφάλειες ιδιωτών και επιχειρήσεων θα απείχαν παρασάγγας από τα επίπεδα στα οποία βρίσκονται σήμερα.

Και δεύτερον, ότι, αν οι τραπεζίτες δεν είχαν τη «μαύρη τρύπα» των κρατικών ομολόγων, θα ήταν σε θέση σήμερα να καλύψουν τη ζημία που θα βγάλει η BlackRock, χωρίς να χρειαστούν «θεσμικά κεφάλαια».

Πώς δικαιολογείται, λοιπόν, τη στιγμή που και η τρόικα (οι… δανειστές μας, δηλαδή, αυτοί που τελικά βάζουν τα λεφτά!) θέλει να γίνει η ενίσχυση των ελληνικών τραπεζών με «εργαλεία άνευ ψήφου», ένα μέρος του πολιτικού συστήματος που μας έφερε ως εδώ να επιδιώκει την κρατικοποίησή τους;

Αν θεωρούν ότι πρέπει να γίνει αλλαγή είτε στους μετόχους είτε στις διοικήσεις, για να γίνουν καλύτερες οι τράπεζες, τους συνιστώ πριν ασχοληθούν με αυτό να κοιτάξουν πώς θα αλλάξουν προς το καλύτερο τις δικές τους ηγεσίες και μηχανισμούς.

Ή μήπως αυτό που θέλουν είναι μια σειρά από κρατικές τράπεζες, που θα χρηματοδοτούν -όπως συνέβαινε στο παρελθόν- τα απολύτως χρεοκοπημένα κόμματά τους, αφειδώς και με «πολιτικά τραπεζικά κριτήρια»;

Για όσους δεν πείθονται ενδεχομένως ότι μπορεί να υπάρξει δήθεν η «μέση λύση» της μετοχικής πλειοψηφίας (με δικαίωμα ψήφου) του κράτους, αλλά χωρίς ενεργό ανάμιξη στα διοικητικά των τραπεζών, μέσω νομοθετικών περιορισμών, έχω κάτι να υπενθυμίσω:

Τις περιπτώσεις όπου το δημόσιο, παρότι δεν κατέχει την πλειοψηφία, είναι σε θέση να επηρεάζει καταστάσεις και να ορίζει άμεσα ή έμμεσα διοικήσεις εισηγμένων εταιριών, με ένα μικρό σχετικά ποσοστό.

Όχι. Ευχαριστούμε, αλλά δεν θα πάρουμε.

ΥΓ.: Περίμενα να δω και τη θέση του κ. Ευάγγελου Βενιζέλου για το ίδιο θέμα, την είδα, αλλά ομολογώ δεν την κατάλαβα.

Ολίγον από «το παίζω 1-Χ-2» μου φάνηκε. Κρίμα!

«Αχτίδα» αισιοδοξίας όχι μόνο για τους μετόχους, μικρούς και μεγάλους, αλλά και για την οικονομία ευρύτερα προσφέρει η πρόσφατη εκρηκτική άνοδος στις τιμές των τραπεζικών μετοχών

Οι αγοραστές έσπευσαν -μετά από πολύ καιρό- να προεξοφλήσουν μια σειρά πραγματικά θετικές εξελίξεις στον τραπεζικό τομέα, που όμως έχουν μέγιστη σημασία για την οικονομία.

Οι βασικότερες από αυτές τις εξελίξεις είναι τρεις:

Πρώτον, μέσω του PSI και της BlackRock, μπαίνει επιτέλους «πάτος» στις προβλεπόμενες απώλειες των τραπεζών, αφαιρώντας ένα εξαιρετικά σημαντικό στοιχείο αβεβαιότητας, που επί πολλούς μήνες είχε καταδικάσει τον τραπεζικό κλάδο σε αργό και βασανιστικό χρηματιστηριακό θάνατο.

Δεύτερον, είναι πλέον δεδομένο ότι οι τράπεζες θα επανακεφαλαιοποιηθούν, χωρίς να περάσει ο έλεγχός τους στο Δημόσιο (κάτι που σχεδόν οι πάντες απεύχονταν, γνωρίζοντας τις «επιδόσεις» που έχει το κράτος ως manager), διότι οι μετοχές που θα εκδοθούν δεν θα έχουν δικαίωμα ψήφου.

Τρίτον, το πόρισμα της BlackRock φαίνεται ότι τελικά θα επηρεάσει λιγότερο δυσμενώς τις κεφαλαιακές επάρκειες των τραπεζών σε σχέση με τις αρχικές εκτιμήσεις της αγοράς.

Με απλά λόγια, οι τράπεζες σύντομα θα είναι θεωρητικά σε θέση να αναλάβουν πολύ πιο ενεργό ρόλο στη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.

Διότι η κεφαλαιακή τους επάρκεια θα ανέλθει σε διεθνώς ικανοποιητικά επίπεδα, η δυνατότητά τους να χρηματοδοτηθούν, είτε απευθείας από τις αγορές είτε από την ΕΚΤ, θα ενισχυθεί, ενώ η διοίκησή τους θα παραμείνει σε ιδιωτικά χέρια. Παράλληλα, εκτιμάται ότι οι προαναφερθείσες εξελίξεις θα βοηθήσουν στην επιστροφή μέρους των καταθέσεων που έφυγαν.

Κι επιπροσθέτως, θα έχουν ήδη γράψει επαρκείς επισφάλειες για μια σειρά δανειοδοτήσεων σε προβληματικές σήμερα εταιρείες, τις οποίες, όσο δεν έγραφαν, ήταν υποχρεωμένες να διατηρούν εν ζωή, έστω και με «σωληνάκια».

Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η τακτική αυτή των τραπεζιτών (δικαιολογημένη σε σχέση με τα συγκυριακά συμφέροντά τους) ήταν μία από τις αιτίες για τις οποίες στραγγαλίστηκε η ρευστότητα στο υγιές κομμάτι της ελληνικής αγοράς.

Κι επιπροσθέτως, νοθεύτηκε η υγιής λειτουργία του ανταγωνισμού σε επιμέρους τομείς της αγοράς από επιχειρήσεις-«ζόμπι» που παραμένουν ακόμη και σήμερα εν λειτουργία, μεταδίδοντας την ασθένειά τους.

Προκειμένου όμως η τραπεζική «ανάσταση» να αποτελέσει αφετηρία για την ανάταξη της οικονομίας, η παραπάνω θεωρία πρέπει να γίνει πράξη.

Σε αντίστοιχες περιπτώσεις στο εξωτερικό, αυτό δεν συνέβη για διάφορους λόγους. Οι τράπεζες ενισχύθηκαν κεφαλαιακά, απέκτησαν ρευστότητα, πλην όμως δεν τη διοχέτευσαν επαρκώς στην οικονομία.

Γι' αυτό και ο «θεσμικός» χρηματοδότης των ελληνικών τραπεζών οφείλει να διασφαλίσει εκ των προτέρων ότι τα χρήματα θα πιάσουν «τόπο» χρηματοδοτώντας την οικονομία με ιδιωτικοοικονομικά, αναπτυξιακά και διαφανή κριτήρια.

Σε άλλη περίπτωση, η τραπεζική «ανάσταση» θα είναι μόνο για λίγους και θα μετατραπεί σε μπούμερανγκ για την οικονομία, το τραπεζικό, αλλά και το πολιτικό σύστημα.
Αυτές τις μέρες παίζεται το πιο κρίσιμο μέρος του ελληνικού παιχνιδιού, που βέβαια μόνο παιχνίδι δεν είναι, για τα συμφέροντα της χώρας και των πολιτών της.

Όπως συχνά έχω υποστηρίξει, το μεγάλο θέμα για εμάς δεν είναι το περίφημο πλέον PSI, παρότι έχει καταντήσει χειρότερο κι από το γεφύρι της Άρτας.

Όσο κι αν ορισμένοι προσπαθούν να υποστηρίξουν το αντίθετο, η χώρα μας είναι κομπάρσος στη συγκεκριμένη διαπραγμάτευση. Στην ουσία, τη χειρίζονται οι ισχυροί ιδιώτες πιστωτές, από τη μία, και τα μεγάλα κεφάλια του ΔΝΤ και της ευρωζώνης, από την άλλη.

Με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, όμως, το ελληνικό χρέος θα μειωθεί, διότι δεν γίνεται αλλιώς. Έτσι, μείζον θέμα για το μέλλον της Ελλάδας είναι οι στόχοι που θα τεθούν με το νέο μνημόνιο ή, απλούστερα, η βελτίωση της «συνταγής» που μέχρι τώρα εκτελούσαμε, με τον χειρότερο ομολογουμένως τρόπο.

Ακόμη και στις χώρες του σκληρού πυρήνα της ευρωζώνης, ακόμη και στους κόλπους του ΔΝΤ, σταδιακά γίνεται αντιληπτό ότι οι σκληρές συνταγές περιοριστικών μέτρων οδηγούν απλώς και μόνο στην επιτάχυνση της ύφεσης σε όλη την Ευρώπη.

Υπό προϋποθέσεις, λοιπόν, παράθυρο διαπραγμάτευσης για κάτι καλύτερο υπάρχει. Μόνο που εμείς δεν τις καλύπτουμε.

Διότι έχουμε αποτύχει παταγωδώς να δώσουμε έστω κι ένα σήμα ότι η Ελλάδα προτίθεται να αλλάξει. Να ανοίξει μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας της στον ιδιωτικό τομέα, να τονώσει τον υγιή ανταγωνισμό, να μειώσει τη φοροδιαφυγή, να άρει τα αντικίνητρα στις επενδύσεις.

Οι «επιστάτες» μας, όμως, που υπόκεινται στους δικούς τους πολιτικούς περιορισμούς, επιζητούν να δείξουν έργο, έστω και βραχυχρόνια. Έτσι, καταλήγουν αναγκαστικά σε τακτικές που θεωρούν ότι είναι οι μόνες εφαρμόσιμες στην «αναποτελεσματική» Ελλάδα. Κι ας γνωρίζουν πως είναι αμφίβολο αν θα φέρουν το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα σε βάθος χρόνου.

Με αυτές τις συνθήκες, είναι σαφές ότι θα κληθούμε να εκτελέσουμε -ίσως πιο σωστά αυτήν τη φορά- μια νέα… λάθος συνταγή. Με τον κίνδυνο να βρεθούμε στην ίδια ή και σε χειρότερη θέση στο προσεχές μέλλον, παρά τις αιματηρές θυσίες της κοινωνίας.

Ωστόσο, το πολιτικό σκηνικό δεν αφήνει περιθώρια αισιοδοξίας για κάτι καλύτερο, παρά τις ελπίδες που καλλιεργούνται για την παρουσία του Λ. Παπαδήμου.

Η νέα πολυκομματική κυβέρνηση, στην πράξη, ελάχιστα διαφέρει από την προηγούμενη, η οποία αποπειράθηκε να εφαρμόσει το πρώτο μνημόνιο. Κι όπως φάνηκε προχθές το βράδυ στη Βουλή, παρά τη συντριπτική πλειοψηφία που θεωρητικά διαθέτει, είναι εξίσου ευάλωτη στα συμφέροντα που θίγονται.

Το πιθανότερο λοιπόν είναι ότι το «παράθυρο» της ευκαιρίας θα κλείσει, με την Ελλάδα να υπογράφει μία ακόμη σκληρή κοινωνικά συμφωνία, που, κατά πάσα πιθανότητα, θα αποδειχθεί, εκ των υστέρων, αναποτελεσματική.
v