Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Ζαλισμένη από την κρίση η υποτιθέμενη «ηγεσία» της ελληνικής κοινωνίας, αρχίζει σταδιακά να παραδίδεται στον παραλογισμό, αγνοώντας την ίδια την πραγματικότητα.

Οι συνέπειες είναι ήδη ορατές. Θα ενταθούν όμως το επόμενο διάστημα καθώς η κοινωνία αρχίζει με τη σειρά της να αποδέχεται τον παραλογισμό ως συστατικό στοιχείο της κρίσης.

Έτσι, είτε προσαρμόζεται σε αυτόν, διατυπώνοντας μαξιμαλιστικά αιτήματα, είτε αντιδρά εφευρίσκοντας υπόγειους τρόπους ατομικής αυτοπροστασίας εις βάρος του κοινού συμφέροντος.

Ας δούμε ορισμένα χαρακτηριστικά παραδείγματα από την πρόσφατη επικαιρότητα.

Ο ΣΥΡΙΖΑ προχώρησε χθες σε προτάσεις για την ελάφρυνση των δανειοληπτών, που πραγματικά αποτελούν μνημείο παραλογισμού. Θα είχαν ίσως κάποιο κοινωνικό νόημα αν οι τράπεζες σήμερα ήταν ισχυρές, ανήκαν στους μετόχους τους και ήταν σε θέση να αντιμετωπίσουν τη ζημία.

Δυστυχώς, τίποτε από αυτά δεν συμβαίνει. Οι τράπεζες έχουν καταγράψει τεράστιες ζημίες κι αναμένουν την ανακεφαλαιοποίησή τους με χρήματα που θα προέλθουν από τους δανειστές μας - και λίαν συντόμως θα ανήκουν κατά πλειοψηφία (συντριπτική στις περισσότερες περιπτώσεις) στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας και τελικά ίσως στο ίδιο το EFSF.

Κατ' επέκταση, η εξαιρετικά γενναιόδωρη «Σεισάχθεια» που επαγγέλλεται ο ΣΥΡΙΖΑ με τόσο απόλυτο τρόπο θα επιβαρύνει τελικά τους… φορολογούμενους, είτε εμάς τους Έλληνες, είτε τους ξένους, κι όχι κάποιους «μεγαλοκεφαλαιούχους»! Με άλλα λόγια, όσο βάρος αφαιρείται από κάποιους, τόσο προστίθεται σε κάποιους… άλλους. Τα νούμερα, δε, αν τηρηθούν οι προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, θα είναι ιλιγγιώδη.

Σίγουρα πρέπει να υπάρξουν ρυθμίσεις για τους δανειολήπτες. Ο παραλογισμός, όμως, δεν είναι λύση, ενώ υπάρχουν πρακτικά παραδείγματα στο εξωτερικό, όπως στην Ισλανδία και στις ΗΠΑ.

Από την άλλη πλευρά, είχαμε φορολογικές εξαγγελίες και διαρροές που δείχνουν ότι ο παραλογισμός δεν είναι… προνόμιο της αντιπολίτευσης. Αντί να δουλεύουν νυχθημερόν για την πάταξη της φοροδιαφυγής, κυβερνητικά στελέχη αφήνουν να διαρρεύσει ότι σκέπτονται την περικοπή κατά 50% όλων των φοροαπαλλαγών για οικογενειακό εισόδημα από 30 έως 40.000 ευρώ και την πλήρη κατάργησή τους για οικογενειακό -και πάλι- εισόδημα άνω των 40.000 ευρώ!

Με άλλα λόγια, μια οικογένεια τριών ατόμων, στην οποία εργάζονται ως μισθωτοί και οι δύο γονείς, με συνολικό μηνιαίο εισόδημα προ φόρων(!) ούτε 3.000 ευρώ, θεωρείται σήμερα… προνομιούχος. Ίσως και… πλούσια!

Την ίδια ώρα, εκατοντάδες χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες και μικροεπιχειρηματίες - αυτοαπασχολούμενοι, που κατορθώνουν να αποκρύβουν εισοδήματα, θα συνεχίσουν να απολαμβάνουν φοροαπαλλαγές!

Αυτό που δεν αντιλαμβάνονται οι κυβερνώντες, ίσως γιατί δεν έχουν επαφή με την αγορά, είναι ότι σε ορισμένους κλάδους δραστηριότητας (στους οποίους υπάρχει σημαντικό ποσοστό «μαύρων» εσόδων) έχουν ήδη αρχίσει κρούσματα οικειοθελούς μείωσης του «επίσημου» μισθού (και μερική έστω αναπλήρωση με μαύρα), προκειμένου ο εργαζόμενος να μειώσει τη φορολογία του, ενώ το όφελος για την επιχείρηση αφορά τη μείωση των κρατήσεων και των ασφαλιστικών εισφορών.

Τι να πούμε επίσης για την επίσημη εξαγγελία ότι τα τεκμήρια θα καταργηθούν μόλις καθιερωθεί το περιουσιολόγιο; Προφανώς κάποιος δεν έχει μελετήσει το θέμα ούτε πρωτόλεια.

Ας πάρουμε για παράδειγμα έναν φορολογούμενο ο οποίος ενοικιάζει σπίτι 300 τ.μ., διαθέτει δύο αυτοκίνητα 3.000 κυβικών και δήλωσε εισόδημα προ φόρων 20.000 ευρώ, με μηδενική αύξηση στις -υψηλές- καταθέσεις του στην τράπεζα.

Ο φορολογούμενος αυτός προφανώς συντηρεί το σπίτι των 300 τ.μ. (που δεν είναι όμως δικό του), συντηρεί τα δύο αυτοκίνητα των 3.000 κυβικών, πλην όμως χωρίς τεκμήρια διαβίωσης θα πληρώσει φόρο μόνο για τα 20.000 ευρώ που δήλωσε, έχοντας και τις φοροαπαλλαγές που αναφέραμε παραπάνω!

Ο παραλογισμός, όμως, αφορά και το συνδικαλιστικό κίνημα, απ' ό,τι φαίνεται, σε όλα τα επίπεδα. Ας πάρουμε για παράδειγμα τη χθεσινή συνάντηση της ΟΤΟΕ με τον υπουργό Οικονομικών.

Μεταξύ των «αιτημάτων» που υποβλήθηκαν ήταν και η… ενίσχυση της απασχόλησης στον τραπεζικό τομέα, που είναι χρεοκοπημένος, που συζητάμε για τη διάσωσή του αλλά και για συνενώσεις προκειμένου να μειωθεί ο αριθμός των ιδρυμάτων!

Δεν γνωρίζω πόσο ακριβής είναι η κατακλείδα της σχετικής ανακοίνωσης της ΟΤΟΕ, σύμφωνα με την οποία ο κ. Στουρνάρας «εγγυήθηκε» την απασχόληση στον τραπεζικό κλάδο.

Αν είναι ακριβής, τότε ο παραλογισμός έχει φτάσει στο απόγειό του, διότι η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών φαίνεται να ερμηνεύεται ευθέως -κι από τις δύο πλευρές- ως «ένταξη» των τραπεζοϋπαλλήλων σε καθεστώς δημοσίων υπαλλήλων!

Ο κατάλογος θα μπορούσε να είναι πολύ πιο μακροσκελής, νομίζω όμως ότι το μήνυμα είναι ήδη ξεκάθαρο:

Δεν πάμε καθόλου καλά!

ΥΓ.: Παραδείγματα παραλογισμού είναι και ορισμένα από τα μέτρα σοκ που προωθεί η κυβέρνηση. Μια κοινωνία που ψαλιδίζει ξανά συντάξεις της τάξης των 1.000 ευρώ από τους απόμαχους οικονομικής δραστηριότητας, που ξεθεμελιώνει το σύστημα υγείας κατά των αδυνάτων, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για δυστυχία, για κοινωνική έκρηξη και τίποτα περισσότερο...
Η διοίκηση ενός οργάνου όπως το Ταμείο Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ), που αποσκοπεί στη συγκέντρωση δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ, θα έπρεπε να είχε ανατεθεί στους καλύτερους τεχνοκράτες και πολιτικούς που διαθέτει η χώρα μας.

Κάτι τέτοιο δεν έγινε όταν ιδρύθηκε το ταμείο και είναι αμφίβολο αν θα συμβεί και τώρα. Ο λόγος είναι απλός. Μέχρι στιγμής καμία κυβέρνηση ή κόμμα δεν φαίνεται να έχει πραγματικά πιστέψει στην ανάγκη ταχείας προώθησης των αποκρατικοποιήσεων, προκειμένου να μειωθεί ο δημόσιος τομέας και να αξιοποιηθεί καλύτερα η κρατική περιουσία.

Οι σχετικές πρωτοβουλίες λαμβάνονται με μισή καρδιά, καθώς υπάρχει όχι μόνο ο φόβος του πολιτικού κόστους αλλά και η νοοτροπία του «κομματικού κράτους». Κάθε κομμάτι του κράτους που περνά στον ιδιωτικό τομέα αποτελεί και ένα πλήγμα για τους κομματικούς στρατούς που έχουν συνηθίσει να το λυμαίνονται.

Αυτή η πραγματικότητα εμποδίζει βεβαίως και την ανάληψη θέσεων «ευθύνης» από πρωτοκλασάτα πρόσωπα, τα οποία δεν έχουν καμία όρεξη να υποστούν μια προδιαγεγραμμένη αποτυχία, την οποία θα χρεωθούν προσωπικά.

Αυτήν την προσωπική αποτυχία, άλλωστε, προσπάθησε να τινάξει από πάνω του αποχωρώντας προ ημερών και ο Κωνσταντίνος Μητρόπουλος, ο επί έναν χρόνο διευθύνων σύμβουλος του ΤΑΙΠΕΔ, με τη μακροσκελέστατη επιστολή που δημοσιοποίησε, καταφερόμενος εναντίον τόσο της προηγούμενης όσο και της νέας κυβέρνησης.

Σε πολλά από αυτά που λέει έχει απόλυτο δίκιο.

Ωστόσο, μια ματιά στα βιογραφικά του τέως προέδρου του ΤΑΙΠΕΔ και του τέως διευθύνοντος συμβούλου είναι μάλλον αποκαλυπτική. Ο πρώην πρόεδρος Ιωάννης Κουκιάδης -πουν παραιτήθηκε και αυτός πρόσφατα- είναι πανεπιστημιακός, ειδικευμένος στο Εργατικό Δίκαιο και πρώην ευρωβουλευτής του ΠΑΣΟΚ.

Ο ίδιος ο κ. Μητρόπουλος έχει κατά βάση μακρά πείρα στον κλάδο των συμβούλων επιχειρήσεων, έχοντας διατελέσει και εκτελεστικός πρόεδρος της εταιρίας KANTOR. Δεν έχει συνδέσει, όμως, το όνομά του με κανένα μεγάλο investment banking deal ούτε στην ελληνική αγορά, ούτε διεθνώς.

Ακόμη και πολλά μέλη του διοικητικού συμβουλίου του ΤΑΙΠΕΔ (που διορίστηκαν από τα κόμματα) έχουν ως κύριο προσόν το ότι είναι… αρεστά στους αρχηγούς τους, χωρίς όμως να ανήκουν στα ανώτερα επίπεδα της κομματικής ιεραρχίας

Ίσως γι' αυτόν τον λόγο οι κακές γλώσσες της αγοράς λένε ότι το ΤΑΙΠΕΔ λειτουργεί έως σήμερα περισσότερο ως συμβουλευτική εταιρία (με πολύ προσωπικό που προέρχεται από την KANTOR), παρά ως το όργανο που έχει αναλάβει να υλοποιήσει το ίδιο την αξιοποίηση της κρατικής περιουσίας.

Πολλές ιδέες, λεπτομερής εξέταση των εναλλακτικών, μεγάλα σχέδια επί χάρτου, που όμως δεν προχωρούν, αλλά περιορισμένη «δράση» και άρα ελάχιστο χειροπιαστό αποτέλεσμα.

Που είναι κι αυτό διαποτισμένο από την υπερκείμενη πολιτική λογική της παραδοσιακής διαδικασίας, της ευθυνοφοβίας και του φόβου «της φυλακής», τον οποίο κραδαίνει η εκάστοτε αντιπολίτευση.

Αν αναλογιστούμε το μέγεθος του έργου (ο αρχικός υπέρμετρα φιλόδοξος στόχος ήταν να συγκεντρωθούν 50 δισ. ευρώ, στη συνέχεια εκλογικεύτηκε στα 19 δισ.) αλλά και τις πολύ δυσμενείς συνθήκες ύφεσης, συναλλαγματικού κινδύνου και κινδύνου χώρας, στις οποίες καλείται να συντελεστεί, καθίσταται προφανές ότι οι επικεφαλής του εγχειρήματος θα έπρεπε να είναι πραγματικά «ιερά τέρατα» στον χώρο τους.

Ιδεατά, θα θέλαμε έναν πολιτικό με τεχνοκρατικές γνώσεις στη θέση του προέδρου και έναν «καραμπινάτο» investment banker και dealmaker στη θέση του διευθύνοντος συμβούλου, πλαισιωμένους από ένα Δ.Σ. αξιώσεων, αποτελούμενο από έμπειρούς τεχνοκράτες (με το απαραίτητο… άρωμα πολιτικής).

Πόσες είναι οι πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο, όταν μέχρι σήμερα τα κόμματα εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν την κρατική περιουσία περίπου ως «κληρονομικό φέουδο», το οποίο «δυστυχώς τους επιβάλλεται» να μειώσουν;

Από ελάχιστες έως μηδενικές. Σήμερα ή αύριο, σίγουρα εντός των ημερών, θα ανακοινωθεί η νέα ηγεσία του ΤΑΙΠΕΔ.

Πρόκειται για ανθρώπους που εν γνώσει τους θα αναλάβουν ένα πραγματικά «συσίφιο» έργο. Να αξιοποιήσουν τη δημόσια περιουσία ενός κράτους οι εκπρόσωποι του οποίου (ακόμη και σε υπουργικό επίπεδο) είτε σαμποτάρουν την προσπάθεια τεχνηέντως, είτε την υπηρετούν απρόθυμα, διότι πολύ απλά δεν την ενστερνίζονται.

Ο νέος υπουργός Οικονομικών Γιάννης Στουρνάρας είναι φανατικός υπέρμαχος της αξιοποίησης της δημόσιας περιουσίας, με τους σωστούς όρους και προϋποθέσεις. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι το ίδιο ισχύει για πολύ μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κυβερνητικού μηχανισμού ή και για τους τρεις αρχηγούς που στηρίζουν τη σημερινή κυβέρνηση.

Δεδομένων των συνθηκών, αν δεν αλλάξει κάτι στην εγχώρια πολιτική και οικονομία, είναι σχεδόν βέβαιο πως ό,τι κι αν κάνουν δυστυχώς δεν θα πετύχουν τους στόχους που έχουν θεωρητικά τεθεί. Το μόνο ερώτημα αφορά το ποσοστό επιτυχίας τους και τίποτε περισσότερο.
Οι φανατικοί νεοφιλελεύθεροι πιστεύουν πως, αν απολυθούν μερικές εκατοντάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι, θα λυθεί το πρόβλημα της χώρας. Οι ξενόφοβοι ότι σχεδόν πάντα φταίνε οι μετανάστες. Οι ακροαριστεροί ότι θα βρουν τον επί Γης παράδεισο στην «κοινωνικοποίηση» της οικονομικής δραστηριότητας και στην πάταξη της «αισχροκερδούς» ιδιωτικής πρωτοβουλίας.

Ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημά μας στην Ελλάδα, σχεδόν τρία χρόνια μετά το ξέσπασμα της μεγάλης κρίσης, είναι πως εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι «φταίνε» -και άρα «πρέπει να πληρώσουν»- κάποιοι… άλλοι.

Αυτή η αντίληψη έχει δυστυχώς μεγάλη σημασία σε ό,τι αφορά τις δυνατότητές μας να ξεπεράσουμε την κρίση. Διότι διχάζει την κοινωνία κι εμποδίζει τη στράτευση σε έναν κοινό στόχο.

Στην πράξη είναι βέβαιο ότι λιγότερο ή περισσότερο θα πληρώσουμε… όλοι. Σίγουρα όχι «αναλογικά», γιατί η ζωή είναι από τη φύση της άδικη. Ελάχιστοι όμως έχουν φτάσει ως εδώ αλώβητοι από την κρίση, κι ακόμα λιγότεροι θα είναι εκείνοι που θα παραμείνουν ως το τέλος στο απυρόβλητο.

Το πολιτικό σύστημα είναι αλήθεια ότι δεν βοηθάει καθόλου στην εδραίωση αυτής της πεποίθησης. Τόσο με πράξεις όσο και με παραλήψεις, εξάπτει το κοινό περί δικαίου αίσθημα, παρέχοντας απλόχερα τα παραδείγματα προνομιακής μεταχείρισης, σε κομματικούς ημετέρους και οικονομικά ισχυρούς.

Στη βάση, όμως, του καθεστώτος αδικίας, που διαιωνίζεται και οργίζει τους πολίτες, βρίσκεται πέρα και πάνω από οτιδήποτε άλλο το ίδιο το φορολογικό σύστημα.

Το μέγεθος της φοροδιαφυγής όχι μόνο οδηγεί σε υπερφορολόγηση των ειλικρινών φορολογουμένων, όχι μόνο καλλιεργεί νοσηρές νοοτροπίες, αλλά κι εμποδίζει σχεδόν απόλυτα την άσκηση κοινωνικής πολιτικής. Πώς θα ενισχυθούν αποτελεσματικά όσοι έχουν ανάγκη όταν το κράτος δεν μπορεί να ξεχωρίσει ποιος είναι ο πτωχός και ποιος ο πλούσιος;

Υποτίθεται ότι η κατάσταση αυτή θα αλλάξει με πρωτοβουλίες της σημερινής κυβέρνησης. Προσωπικά, ελπίζω ότι θα κινηθούν γρήγορα κι ότι θα φέρουν αποτέλεσμα.

Διότι όλα δείχνουν ότι πολύ σύντομα η ελληνική κοινωνία θα βρεθεί αντιμέτωπη με νέο κύκλο «οριζόντιων μέτρων» και περικοπών, που θα μπορούσαν να αποφευχθούν απλά και μόνο με τη σύλληψη της φοροδιαφυγής, που εξακολουθεί να οργιάζει.

Αν υπάρχουν λοιπόν κάποιοι «άλλοι» που θα πρέπει να πληρώσουν σε αυτήν τη χώρα, εξαιρετικά ευάριθμοι ως ομάδα, αλλά και κατάφορα «ευνοημένοι» τα χρόνια της ευμάρειας, αυτοί είναι οι συστηματικοί -και ευκατάστατοι- φοροφυγάδες, ανεξαρτήτως της επαγγελματικής τους ιδιότητας.

Διότι επί χρόνια στερούν εισοδήματα από το κράτος, επιβαρύνοντας τους συμπολίτες τους, ενώ οι ίδιοι συσσώρευαν εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία.

Για τους λόγους αυτούς, η φορολόγησή τους, έστω και εκ των υστέρων, έστω και εν μέρει, θα αποτελέσει πράξη κοινωνικής δικαιοσύνης. Ίσως δε να είναι και το πρώτο βήμα για την εδραίωση μιας «αίσθησης δικαίου», ικανής να οδηγήσει σε πραγματικά κοινό όραμα για την έξοδο από τον κρίση.
Το άκουσα σε ραδιοφωνική εκπομπή ενώ οδηγούσα: Οι κληρονόμοι του μακαρίτη διαπίστωσαν με έκπληξη ότι έπρεπε να πληρώσουν την εισφορά κοινωνικής αλληλεγγύης παρά το γεγονός ότι ο υπόχρεος είχε αποδημήσει εν τόπω χλοερώ.

Κι όταν επισήμαναν στους αρμοδίους ότι ο θάνατος επήλθε τον Φεβρουάριο του έτους, έλαβαν την αποστομωτική απάντηση ότι η εισφορά έπρεπε να πληρωθεί στο ακέραιο.

Θα δεχτώ ότι η συγκεκριμένη περίπτωση ίσως εμπίπτει στις χαραμάδες του φορολογικού μας συστήματος.

Τι μπορεί όμως να πει κάποιος για τον άνεργο που θα πρέπει να πληρώσει φόρο για εισοδήματα που δεν έχει, επειδή εξακολουθεί να είναι κάτοχος ενός αυτοκινήτου, τυγχάνει έγγαμος και βεβαίως μένει στο νοίκι, λόγω των περίφημων τεκμηρίων διαβίωσης;

Κοινώς, ο άνεργος πρέπει να πληρώσει φόρο για εισοδήματα που… δεν έχει, όπως ο ίδιος ο κ. Σαμαράς (προεκλογικά) επισήμανε.

Με δεδομένη πλέον την ύπαρξη άνω του 1 εκατομμυρίου ανέργων, το γεγονός αυτό αποτελεί ακαταμάχητη απόδειξη ότι τα τεκμήρια ούτε τη σωστή δοσολογία έχουν, ούτε την κατάλληλη σχεδίαση ώστε να καταπολεμήσουν τη φοροδιαφυγή, αλλά και να ενισχύσουν την κοινωνική δικαιοσύνη.

Ακόμη και το περίφημο πλέον μέτρο των αποδείξεων γύρισε μπούμερανγκ όχι ενάντια στον φοροφυγάδα, αλλά στον ίδιο τον φορολογούμενο.

Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός σημερινού «προνομιούχου». Που έχει δουλειά και καλό μισθό. Ο οποίος δηλώνει φορολογητέο εισόδημα από μισθωτή εργασία της τάξεως των 60.000 ευρώ και ζει μόνος.

Ο φόρος που του αναλογεί μαζί με την έκτακτη εισφορά του 2011 υπολογίζεται σε περίπου 18.200 ευρώ. Που σημαίνει ότι στην καλύτερη περίπτωση το διαθέσιμο εισόδημά του ανέρχεται σε 41.800 ευρώ, παρότι στην πράξη θα πρέπει να αφαιρεθούν και τυχόν επιβαρύνσεις από το χαράτσι των ακινήτων, το ΕΤΑΚ προηγούμενων ετών (που θα έρθει φέτος) και άλλα που ίσως έχω ξεχάσει.

Ο ίδιος άνθρωπος, όμως, για να διασφαλίσει το πενιχρό αφορολόγητο των 5.000 ευρώ και να μην υποστεί φοροποινή θα πρέπει να έχει συγκεντρώσει στη διάρκεια του έτους όχι το 25% των 41.200 ευρώ αλλά το 25% του εισοδήματός του προ φόρων, ήτοι 15.000 ευρώ!

Με άλλα λόγια, θα πρέπει να φέρει αποδείξεις δαπανών σχεδόν για το 40% του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματός του, στις οποίες σημειωτέον δεν περιλαμβάνονται: ενοίκιο σπιτιού, λογαριασμοί ΔΕΚΟ, κινητή τηλεφωνία, εισιτήρια, ιατρικές δαπάνες, ασφάλιστρα ζωής και αμοιβές δικηγόρων!

Που σημαίνει ότι ο ίδιος άνθρωπος πρέπει υποχρεωτικά να δαπανά κατά μέσο όρο από 1.250 ευρώ τον μήνα σε φαγητό, ρούχα, βενζίνη, τυχόν επισκευές, εξόδους διασκέδασης και αγορές αγαθών, ώστε να μην υποστεί ποινή.

Θέλει δε θέλει.

Εμμέσως, δηλαδή, κι αυτό είναι σοβαρό, η αποταμίευση φορολογείται πλέον όχι μόνο σε επίπεδο απόδοσης τόκων, αλλά και ως… ενέργεια!

Από την άλλη πλευρά, βεβαίως, σε πλείστες περιπτώσεις, ειδικά ανθρώπων που φοροδιαφεύγουν, η ανάγκη συλλογής αποδείξεων είναι μηδαμινή. Διότι όσο μικρότερο εισόδημα εμφανίζεις, τόσο λιγότερες αποδείξεις χρειάζεσαι, και άρα τόσο πιο πρόθυμα ενδίδεις στον πειρασμό των «συναδέλφων» φοροφυγάδων.

Ειδικά δε στην περίπτωση των «υπηρεσιών», ο ίδιος ο θεσμός των αποδείξεων με τον τρόπο με τον οποίο εξελίχτηκε είναι… αστείο.

Ποιος θα ζητήσει απόδειξη από τον γιατρό ή από άλλον επαγγελματία όταν γνωρίζει ότι θα επωμιστεί μια διαφορά έως και 40% τοις μετρητοίς; (Καθότι ο αντισυμβαλλόμενός του λογαριάζει στην καλύτερη περίπτωση τον ΦΠΑ 23% και στη χειρότερη και την επιβάρυνσή του, σύμφωνα με την κλίμακα!) Τις περισσότερες φορές τον συμφέρει ξεκάθαρα να υποστεί τη «χασούρα» στο αφορολόγητο.

Εν ολίγοις, ο παραλογισμός και η αδικία εις βάρος των ειλικρινών φορολογουμένων και των ασθενέστερων οικονομικά τάξεων, των ζωντανών- νεκρών της τρέχουσας συγκυρίας, πρέπει να λάβει τέλος αμέσως.

Ως εδώ. Ας πληρώσει επιτέλους και η άλλη μισή Ελλάδα!
Πολλά σημάδια στο ευρύτερο κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον, κι όχι μόνο στην Ελλάδα, θυμίζουν την εποχή του Μεσοπολέμου. Την εποχή της μεγάλης οικονομικής κρίσης και της επακόλουθης ανόδου φασιστικών ιδεολογιών.

Δεν ξέρω αν αυτός είναι ο λόγος που η ελληνική κυβέρνηση -και τα κόμματα που τη στηρίζουν- μου θυμίζει ολοένα και περισσότερο όχι μια ελληνική «τρόικα» ή μια «κυβέρνηση εθνικής ευθύνης», αλλά το περίφημο για τους παλαιότερους κωμικό show… «Τρίο Στούτζες»*.

Ξεκινώντας από την πρώιμη παραίτηση Ράπανου (για τον οποίο όλη η αγορά γνώριζε εκ των προτέρων ότι έχει προβλήματα υγείας) και την εντελώς γελοία τροπή της δυσάρεστης επιλογής Βερνίκου, περνώντας στην παραίτηση του δήθεν… καλού στρατιώτη(!) Νικολόπουλου και φτάνοντας στη χθεσινή «σύσκεψη» των αρχηγών με τον Στουρνάρα, τα στοιχεία της «χοντρής κωμωδίας» είναι δυστυχώς διαρκώς παρόντα στη συντομότατη θητεία αυτής της κυβέρνησης.

Με τη μόνη διαφορά ότι στην προκειμένη περίπτωση δεν έχουμε μια ανώδυνη θεατρική κωμωδία, που στηρίζεται στις θεαματικές «ανατροπές» για να προκαλέσει το γέλιο, αλλά την έως στιγμής κωμικοτραγική διάψευση των προσδοκιών του 50% του ελληνικού λαού, που έστω με μισή καρδιά ψήφισε ελπίζοντας πράγματι σε μια κυβέρνηση «εθνικής ευθύνης».

Πέρα από τις εντελώς ατυχείς επιλογές προσώπων, που έχουν ήδη σημαδέψει τον σύντομο κυβερνητικό βίο (και δεν αποκλείεται να συνεχιστούν προσεχώς σε επίπεδο «στελέχωσης» του κυβερνητικού μηχανισμού), λίγες μόλις μέρες μετά τις προγραμματικές ανέκυψαν και μείζονα θέματα «συνεννόησης» μεταξύ των κυβερνητικών εταίρων.

Θέματα τόσο υπερβολικά που αγγίζουν τα όρια του γελοίου!

Ποιος, αλήθεια, μπορεί να πιστέψει ότι η κυβερνητική γραμμή για μετάθεση της επαναδιαπραγμάτευσης (έως ότου δείξουμε ότι μπορούμε να εφαρμόσουμε μεταρρυθμίσεις) μπορεί να υιοθετήθηκε «ερήμην» του Ευάγγελου Βενιζέλου και του Φώτη Κουβέλη;

Ποιος μπορεί να πιστέψει ότι ο κ. Στουρνάρας από την πρώτη μέρα αποφάσισε δήθεν να κάνει του κεφαλιού του και να ακολουθήσει δική του πολιτική;

Η απάντηση είναι απλή: ουδείς!

Αλλού βρίσκεται η ουσία του θέματος: Στην τάση των άλλων δύο κομμάτων της συγκυβέρνησης (ελπίζουμε να μην επικρατήσει σύντομα και… εντός της Ν.Δ.) να πολιτεύονται ως «σκιώδης κυβέρνηση», έτοιμα να αντιπολιτευτούν, υπό τον διαρκή φόβο του πολιτικού κόστους!

Ειδικά στην περίπτωση του κ. Βενιζέλου, η τάση αυτή διακρίνεται από έντονο στοιχείο υπερβολής, η οποία, σε συνδυασμό με τον ακατάπαυστο βερμπαλισμό του, δίνει στην υπόθεση καθαρά ιλαροτραγικό χαρακτήρα.

Ιλαρό υπό την έννοια ότι οι συνεχείς αναφορές του σε «εθνική ομάδα διαπραγμάτευσης» μόνον θυμηδία προκαλούν πλέον, όπως ακριβώς και η προσπάθειά του να συγκυβερνά μέσω προσωπικών «φίλων», με χαμηλό δημόσιο προφίλ (προκειμένου να καρπούται τα έμμεσα οφέλη, αλλά να μην υφίσταται το πολιτικό κόστος), η ματαιότητα της οποίας είναι εξόφθαλμη.

Και τραγικό διότι η αδυναμία του να αντιληφθεί ότι οι καταστάσεις εντός αλλά και εκτός του κόμματός του τον έχουν ξεπεράσει καταδικάζει όχι μόνο τον συγκεκριμένο πολιτικό χώρο, αλλά και την κυβέρνηση σε ατέρμονες αναζητήσεις ανύπαρκτων «χρυσών τομών» και επικοινωνιακών τεχνασμάτων, χωρίς πρακτικό αντίκρισμα.

Δυστυχώς, όμως, οι ευθύνες δεν περιορίζονται στον κ. Βενιζέλο. Όπως προκύπτει, και οι τρεις πολιτικοί αρχηγοί ήταν εντελώς απροετοίμαστοι για την επόμενη ημέρα των εκλογών. Και εντελώς ανέτοιμοι να διαπραγματευτούν!

Ακόμη και σήμερα, ούτε κοινή στρατηγική φαίνεται να υπάρχει, ούτε κοινή τακτική, ακόμη και σε επικοινωνιακά θέματα. Επί των τελευταίων, ο Γιάννης Στουρνάρας χρεώνεται το «βαρύτατο ολίσθημα» του ότι είπε την… αλήθεια. Είπε αυτό που σκόπευε να κάνει, βλέποντας και τις διαθέσεις της άλλης πλευράς του… τραπεζιού.

Αλλά ο κ. Στουρνάρας δεν είναι πολιτικός, δεν έχει το άγχος της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης ή της παραμονής στην κορυφή ενός συνεκτικού κόμματος. Δεν είναι σήμερα αναγκασμένος να κάνει «πιρουέτες» γύρω από την αλήθεια ή την ανάγκη.

Αντίθετα με τους πολιτικούς του προϊσταμένους, που προσπαθούν να ισορροπήσουν χορεύοντας ανάμεσα στις επιταγές της συγκυρίας και του κομματικού-προσωπικού συμφέροντος.

Πρόκειται για χορό αδέξιο, που βγάζει από τον πολίτη γέλιο αμήχανο, πικρό και απαξιωτικό. Προοίμιο της οργής, που, αν συνεχίσουν έτσι, μοιραία θα ακολουθήσει.


* «Τhe three Stooges», όπως ονομάζονταν στην πατρίδα τους την Αμερική: Kωμικό τρίο, που ξεκίνησε την εποχή του Μεσοπολέμου, για να υπηρετήσει τελικά επί δεκαετίες την κωμωδία και το βαριετέ (στο «τραχύ» στιλ του vaudeville), μέσα από ζωντανές παραστάσεις, ταινίες και τηλεοπτικές σειρές, που το έκαναν γνωστό -με την εγχώρια παραλλαγή της ονομασίας του- και στην Ελλάδα.

v