Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα, η υπόθεση ενδεχόμενης ελληνικής εξόδου από το ευρώ σχολιαζόταν στα διεθνή μέσα (με αφορμή τις περισσότερες φορές δηλώσεις πολιτικών ή και τεχνοκρατών) αποκλειστικά σε σχέση με την οικονομική της σημασία, αλλά και τις επιπτώσεις που ενδεχομένως θα είχε σε σχέση με τη συνοχή της ευρωζώνης.

Το τελευταίο διάστημα, όμως, καθώς η φιλολογία περί ελληνικής εξόδου αρχίζει να καταλαγιάζει, έρχεται στην επιφάνεια μια μάλλον επίτηδες «λησμονημένη», αλλά εξαιρετικά σημαντική οπτική.

Αυτή της γεωπολιτικής σημασίας της Ελλάδας και των ευρύτερων κινδύνων που συνεπάγεται πιθανή έξοδός της από το ευρώ, δεδομένης της αποσταθεροποίησης που θα προκαλούσε στο εσωτερικό της.

Εντελώς όψιμα, υψηλόβαθμα στελέχη των Χριστιανοδημοκρατών (CDU), του κόμματος δηλαδή της κ. Μέρκελ, ανακάλυψαν ότι «τυχόν έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει περαιτέρω την ήδη ταραγμένη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο Michael Meister αντιπρόεδρος των Χριστιανοδημοκρατών στην Κάτω Βουλή.

«Απλώς κοιτάξτε πού βρίσκεται η Ελλάδα στον χάρτη», πρόσθεσε, σημειώνοντας την εγγύτητά της με την ταραχώδη Μέση Ανατολή, αλλά και με σημεία που εξακολουθούν να είναι «ευαίσθητα» στην περιοχή των Βαλκανίων.

Αντίστοιχες δηλώσεις όμως έκανε και έτερος επιφανής πολιτικός του CDU, o Αrmin Laschet, επισημαίνοντας μεταξύ άλλων ότι «η έξοδος από το ευρώ θα οδηγούσε ενδεχομένως σε αποσταθεροποίηση μιας χώρους-μέλους του ΝΑΤΟ. Η Ρωσία είναι έτοιμη να δώσει δισεκατομμύρια για να βοηθήσει την Ελλάδα σε ένα τέτοιο σενάριο. Παίζονται πολύ περισσότερα από το απλό ερώτημα αν η Ελλάδα θα ανταποκριθεί στα κριτήρια που τέθηκαν για τη διάσωσή της».

Προφανώς δεν είναι καθόλου ασύνδετο το γεγονός ότι λίγες μέρες αργότερα, στις 4 Σεπτεμβρίου, μία από τις ισχυρότερες εφημερίδες της Γερμανίας, η Handelsblatt, δημοσίευσε άρθρο με τίτλο «Η κρίση στην Ελλάδα προκαλεί φόβο για αστάθεια στα Βαλκάνια», στο οποίο σημειώνεται μεταξύ άλλων ότι η χώρα μας αποτελεί ανάχωμα έναντι της τρομοκρατίας, αλλά και του κινδύνου εξάπλωσης διενέξεων.

Στο ίδιο άρθρο η εφημερίδα σημειώνει ότι για τους ειδικούς στη Χριστιανική Ένωση αλλά και τους Σοσιαλδημοκράτες δεν τίθεται θέμα αν η Ελλάδα θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να παραμείνει στην ευρωζώνη, κυρίως για λόγους γεωπολιτικής ασφάλειας.

Τις περαιτέρω επεξηγήσεις για το θέμα αυτό δίνει με δηλώσεις του στην εφημερίδα o εκπρόσωπος της Χριστιανικής Ένωσης στο Γερμανικό Κοινοβούλιο, για θέματα εξωτερικής πολιτικής, επισημαίνοντας πέραν όσων παρατέθηκαν παραπάνω τον στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας στις σχέσεις με την Τουρκία και την Κύπρο.

Παρότι λοιπόν αγνοήθηκε επί πολύ μεγάλο διάστημα η γεωστρατηγική σημασία της Ελλάδας, έχει μάλλον αυξηθεί παρά έχει μειωθεί στα μάτια πολλών άλλων κι όχι μόνον των Γερμανών (οι οποίοι έχουν μεν μεγάλη επιρροή και σχέσεις στην περιοχή των Βαλκανίων, αλλά κρατούν όσο μπορούν τις αποστάσεις τους από την Αραβική Άνοιξη στη Β. Αφρική και τη Μέση Ανατολή).

Η Αραβική Άνοιξη αγκαλιάζει σχεδόν συνολικά τις αραβικές χώρες τόσο στη Βόρεια Αφρική όσο και στη Μέση Ανατολή, απειλώντας να ανατρέψει ισορροπίες που είχαν διαμορφωθεί σε διάστημα δεκαετιών.

Η σύρραξη στη Συρία δεν είναι παρά μόνο ένα από τα επακόλουθά της, αντίστοιχο όσων συνέβησαν στη Λιβύη, αλλά πολύ πιο σημαντικό, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις ισορροπίες μεταξύ αμερικανικών και ρωσικών συμφερόντων, αλλά και σε σχέση με το «θερμό μέτωπο» του Ιράν (αφού η Συρία υπήρξε σε πολλές περιπτώσεις αρωγός των περσικών συμφερόντων).

Προφανώς, τυχόν αλλαγή καθεστώτος στη Συρία αναβαθμίζει δραστικά τη σημασία τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου για τα ρωσικά συμφέροντα στην ευρύτερη περιοχή (ήδη πολλά έχουν γραφτεί για το ενδεχόμενο δημιουργίας ρωσικής ναυτικής βάσης στην Κύπρο, σε σχέση και με το δάνειο που έχει ζητήσει η τελευταία), ενώ η ανακάλυψη κοιτασμάτων φυσικού αερίου στην ευρύτερη περιοχή, όπου δεσπόζουν κυπριακά, ισραηλινά και ελληνικά χωρικά δικαιώματα, δίνει μία ακόμη διάσταση.

Τέλος, στην περιοχή των Βαλκανίων, με τα ανοιχτά θέματα στο Κόσοβο και στα Σκόπια, την αδύναμη θέση της Σερβίας, την ύπαρξη ισχυρότατης μουσουλμανικής μειονότητας στη Βουλγαρία, αλλά και με τις σχεδόν… οθωμανικές βλέψεις περιφερειακής ισχύος που επιδεικνύει κατά καιρούς η μουσουλμανική Τουρκία, είναι προφανές ότι τυχόν αποσταθεροποίηση της Ελλάδας θα μπορούσε να αποτελέσει αφετηρία πολύ δυσάρεστων εξελίξεων για το «χριστιανικό κλαμπ» της ευρωζώνης.

Όλα αυτά δεν είναι καθόλου αδιάφορα και στον αμερικανικό παράγοντα (που πασχίζει -αλλά προς το παρόν δεν δύναται- να στρέψει απερίσπαστος την προσοχή του προς την ευρύτερη περιοχή της «αναδυόμενης υπερδύναμης» που λέγεται Κίνα), ούτε όμως και στη Γαλλία, ή στην Ιταλία, που έχουν παραδοσιακά ισχυρά συμφέροντα σε όλα τα παράλια της Μεσογείου.

Μπορεί λοιπόν να ήταν οι Γερμανοί αυτοί που εκφράστηκαν πρώτοι, αλλά είναι βέβαιο ότι πέραν των οικονομικών υπάρχουν κι άλλοι, εξίσου σοβαροί προβληματισμοί, υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ, σε όλους σχεδόν τους ισχυρούς της Δύσης.

Αρκεί να τηρούμε κι εμείς τα στοιχειώδη.
Διάβασα προχθές τα στοιχεία που δόθηκαν στη δημοσιότητα για τους «πλούσιους» και «φτωχούς» του 2010, βάσει των φορολογικών δηλώσεων, κι ομολογουμένως… έφριξα!

Πέρα από καμιά 15αριά οικογένειες στο Ψυχικό με μέσο εισόδημα της τάξεως των 550.000 ευρώ, η συγκεντρωτική καταγραφή των πλουσίων πέφτει σε μέσο οικογενειακό εισόδημα 123.000 ευρώ (στην Εκάλη), στα 77.400 ευρώ στο Κολωνάκι και στα 74.000 ευρώ σε Ψυχικό-Φιλοθέη.

Από εκεί και πέρα, αυτή η ακτινογραφία των «πλουσίων» περνά σε μέσο (οικογενειακό) εισόδημα της τάξεως των 48.000 έως 68.000 ευρώ σε άλλες περιοχές της «καλής» Αθήνας, της Κηφισιάς και της Πυλαίας στη Θεσσαλονίκη.

Αθροιστικά, συζητάμε για 15 οικογένειες που δηλώνουν εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ, για 8.200 οικογένειες με μέσο εισόδημα από 74 έως 123.000 ευρώ και για άλλες 7.000 οικογένειες που κινούνται μεταξύ των 48 και των 70.000 ευρώ.

Μιλάμε για το μέσο δηλωθέν οικογενειακό εισόδημα, ήτοι για το εισόδημα -κατά κανόνα προ φόρων- μιας ελληνικής οικογένειας, και σύμφωνα με την καταγραφή της εφορίας πρόκειται για τους… πλούσιους Έλληνες!

Που σημαίνει ότι οικογένεια με εισόδημα μετά από φόρους της τάξεως των 60.000 ευρώ εμφανίζεται -με βάση τις φορολογικές δηλώσεις- να είναι στο… top της ευμάρειας.

Βεβαίως, αν αφαιρεθούν από εισόδημα 60.000 ευρώ οι αναλογούντες φόροι και η έκτακτη εισφορά καταλήγουμε στις… 42.000 ευρώ, που μεταφράζεται σε μια οικογένεια που ζει με περίπου 3.000 ευρώ τον μήνα!

Το πρώτο μου ερώτημα είναι αν πράγματι η μέση οικογένεια της Κηφισιάς ζει με εισόδημα της τάξεως των… 3-3.500 ευρώ τον μήνα κι αν οι κάτοικοι της οδού Σίνα, της Κανάρη, της Πατριάρχου Ιωακείμ και της Πλατείας Δεξαμενής «περνάνε» με λιγότερα από 3.000 ευρώ τον μήνα, οικογενειακώς, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της εφορίας.

Στοιχεία που αφορούν -προσέξτε το αυτό- το 2010, ήτοι πριν δούμε όλο το εύρος και το βάθος της κρίσης να χτυπά τα εισοδήματα.

Το δεύτερο θέμα που γεννάται, και βεβαίως είναι συνάρτηση του πρώτου ερωτήματος, ως προς την απόκρυψη εισοδημάτων στις δηλώσεις του 2010, είναι αν πράγματι μια ελληνική οικογένεια, που με 3.000 ευρώ πρέπει να φάει, να πληρώσει θέρμανση, νοίκι, βενζίνες, να ντυθεί, να πληρώσει φροντιστήρια, τηλέφωνα, ηλεκτρικό και όλα τα άλλα καθημερινά, μπορεί να θεωρείται πλούσια.

Σαφώς και όχι. Όσοι ειλικρινώς δηλώνουν οικογενειακά εισοδήματα αυτού του ύψους (συνήθως πρόκειται για δύο μισθωτούς), το πιθανότερο είναι ότι απλώς «τα βγάζουν πέρα», ενδεχομένως με δυσκολίες -ιδίως αν έχουν παιδιά- και χωρίς δυνατότητες αποταμίευσης.

Μόνο που ολοένα και περισσότερο, η Πολιτεία τους αντιμετωπίζει ως… πλούσιους, ως «έχοντες και κατέχοντες». Λες και δεν γνωρίζει ποιο είναι το πραγματικό κόστος ζωής στη σημερινή Ελλάδα και κυρίως στην Αθήνα, όπου και ζουν οι περισσότεροι από αυτούς τους «κατά συνθήκη» πλούσιους.

Η αιτία αυτής της στρεβλής κατάστασης που τιμωρεί τους μισθωτούς και λοιπούς ειλικρινείς φορολογούμενους, ανάγοντάς τους σε «ευνοημένους» της ζωής, βρίσκεται βεβαίως στην ανικανότητα ή ορθότερα στην ολιγωρία του κράτους να πατάξει την οργιάζουσα φοροδιαφυγή.

Μια απλή στη σύλληψή της έρευνα τριών καθηγητών έδειξε πώς υπάρχουν τρόποι να εντοπιστούν γρήγορα, μέσω των τραπεζών, θύλακες φοροδιαφυγής. Έλεγξαν τα δάνεια ελεύθερων επαγγελματιών και διαπίστωσαν ότι σε πολλές περιπτώσεις οι δόσεις έφταναν να αντιπροσωπεύουν ακόμα και το 82% του δηλωμένου εισοδήματος, αντί του 30% που είναι η συνήθης τραπεζική πρακτική. Κάνοντας τις ανάλογες αναγωγές, υπολόγισαν το μέγεθος της φοροδιαφυγής στα 28 δισ. ευρώ και ότι το μέσο εισόδημα που έκρυψαν το 2009 οι γιατροί από την εφορία ανήλθε σε 29.343 ευρώ περίπου, ενώ ακολουθούν οι μηχανικοί με 28.625 ευρώ και άλλες κατηγορίες ελεύθερων επαγγελματιών.

Οι κατά συνθήκη πλούσιοι των 40.000 και των 50.000 ευρώ, αλλά και όλα τα χαμηλότερα εισοδήματα, ακόμη και τα… ανύπαρκτα εισοδήματα των ανέργων που θα πληρώσουν φέτος με βάση τα τεκμήρια, φέρουν το βάρος όλων αυτών που εξακολουθούν να φοροδιαφεύγουν.

Εκείνων που φοροδιαφεύγουν συστηματικά, ανενδοίαστα και τις περισσότερες φορές με την ακούσια ανοχή ημών των πελατών τους (όταν πρόκειται για τις διάφορες μορφές ελευθέρων επαγγελματιών, ιατρών και άλλων συναφών επαγγελμάτων).

Πρόκειται για αδικία πρώτου μεγέθους που εν τέλει μεγεθύνει τη γενικότερη ανισότητα πολλών από τα μέτρα που είτε έχουν επιβληθεί, είτε πρόκειται να επιβληθούν συντόμως.

Μια αδικία που αν δεν εξαλειφθεί το ταχύτερο είναι βέβαιο ότι θα οδηγήσει όχι απλώς σε ανατροπή των κοινωνικών ισορροπιών, αλλά και σε έκρηξη αντιδράσεων εκ μέρους όλων εκείνων που βλέπουν τα εισοδήματά τους να εξανεμίζονται.

Ακόμη και των συνήθως φιλήσυχων πολιτών, που αποτελούν σήμερα τον κορμό των «κατά συνθήκη» πλούσιων.
Το ότι το ελληνικό κράτος ασθενεί το παραδέχονται σχεδόν όλοι. Ωστόσο, οι μέχρι τώρα προσπάθειες εξυγίανσής του ουδόλως θυμίζουν μελετημένη θεραπεία ή έστω χειρουργικές επεμβάσεις.

Σε πολλά σημεία αντί να μπει νυστέρι πέφτει χασάπικος μπαλτάς (διότι θεωρείται πιο «εύκολο» και γρήγορο), ενώ σε κάποια άλλα (εκεί που υπάρχουν ισχυρά συμφέροντα και διαπλοκή) οι αρμόδιοι περιορίζονται στην εφαρμογή «αισθητικών παρεμβάσεων», πασχίζοντας να κρύψουν τη σαπίλα.

Φοβάμαι ότι το αποτέλεσμα αυτής της πολιτικής θα είναι η εξάρθρωση της δημόσιας διοίκησης, με δυσμενή αποτελέσματα ακόμη και σε πολύ κρίσιμους τομείς όπως η ασφάλεια, η υγεία και η άμυνα.

Ας πάρουμε για παράδειγμα τον χώρο των Ενόπλων Δυνάμεων. Εδώ και πολλά χρόνια είναι γνωστό ότι διαθέτουμε πολύ μεγαλύτερο αριθμό υψηλόβαθμων αξιωματικών από ό,τι υπαγορεύουν -με βάση τα δεδομένα άλλων χωρών- οι ανάγκες της χώρας.

Κι όμως, μετά από 2,5 χρόνια κρίσης κανείς δεν έχει μπει στον κόπο να σχεδιάσει και να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα αναδιάρθρωσης των Ενόπλων Δυνάμεων και εκσυγχρονισμού της στελέχωσής τους.

Τουναντίον, η χώρα εξακολουθεί να χρησιμοποιεί μόνιμους αξιωματικούς από τις ειδικές παραγωγικές σχολές, όταν στις περισσότερες χώρες της Δύσης η πλειονότητα των αξιωματικών (σ.σ. ακόμη και ιπταμένων) προκύπτει όχι από ειδικές σχολές τετραετούς φοίτησης, αλλά από τη στρατολόγηση πτυχιούχων, οι οποίοι εκπαιδεύονται κάποιους μήνες σε στρατιωτικά θέματα και υπηρετούν συνήθως για 4-10 χρόνια μετά την ορκωμοσία τους. 

Οι προοπτικές εξοικονόμησης δαπανών είναι προφανείς. Προκύπτουν όχι μόνο από τη μείωση του κόστους εκπαίδευσης ή τη μείωση του προσωπικού στις ανώτερες βαθμίδες και στην καταβολή συντάξεων, αλλά και από τη μείωση μονάδων, σχηματισμών και οργανικών θέσεων που σήμερα υφίστανται απλώς και μόνο για να «υπηρετούν» οι υπεράριθμοι υψηλόβαθμοι αξιωματικοί.

Αντί αυτής και άλλων οργανωμένων ενεργειών, η ελληνική κυβέρνηση «βάζει τον μπαλτά» με γενικευμένες περικοπές μισθών, επιδομάτων και συντάξεων. Και βεβαίως περικόπτει λειτουργικές δαπάνες όπως-όπως (έξοδα συντήρησης, καύσιμα, ανανέωση εξοπλισμού κ.λπ.) μειώνοντας το αξιόμαχο των Ενόπλων Δυνάμεων και των Σωμάτων Ασφαλείας.

Η νοοτροπία αυτή δεν περιορίζεται όμως στους ένστολους. Σχεδόν σε όλους τους τομείς, οι περικοπές σχεδιάζονται και υλοποιούνται «στα γρήγορα». Δεν εδράζονται σε ένα συγκροτημένο σχέδιο αναμόρφωσης ανά τομέα της δημόσιας διοίκησης, αλλά σε μια λογική άμεσων περικοπών.

Που σημαίνει ότι περικόπτονται κονδύλια χωρίς να αλλάζουν συστήματα και διαδικασίες ή δομές, ενώ κάποιοι προβληματικοί τομείς προστατεύονται από το «πολιτικό συμφέρον».

Αποτέλεσμα αυτών είναι η αυξανόμενη δυσαρέσκεια των δημόσιων λειτουργών (που σε πλείστες περιπτώσεις μεταφράζεται πλέον σε πλήρη αδιαφορία), η σταδιακή κατάρρευση των υποδομών λόγω ελλιπούς συντήρησης και η εντεινόμενη έλλειψη αναλωσίμων ακόμη και σε στοιχειώδη αγαθά.

Πολύς θόρυβος έγινε -και δικαίως- για το ζωτικό θέμα των φαρμάκων. Οι ελλείψεις όμως δεν περιορίζονται στα φάρμακα. Αγγίζουν κάθε είδους αναλώσιμα του κράτους. Προ ολίγων μηνών αναγκάστηκα να εκδώσω νέα άδεια κυκλοφορίας αυτοκινήτου. Η άδεια μου δόθηκε σε ένα απλό κομμάτι χαρτί, διότι, λέει, δεν υπήρχαν κονδύλια για το γνωστό δίπτυχο!

Προφανώς κάποιοι ειδήμονες τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό θεωρούν ότι με αυτήν τη «μεθοδολογία» μπορούν να φέρουν γρήγορα αποτελέσματα.

Το πιθανότερο όμως είναι ότι οδηγούν στην απορρύθμιση της κρατικής λειτουργίας, με βαρύτατες πολιτικές, κοινωνικές αλλά και εθνικές συνέπειες.

Ο οργανωμένος σχηματισμός «ομάδων ασφαλείας πολιτών» που υποθάλπονται ανοιχτά από συγκεκριμένους πολιτικούς σχηματισμούς, προκειμένου αυτοί να αυξήσουν την ισχύ τους σε υποβαθμισμένες περιοχές, δίνει απλώς μια πρώτη γεύση του τι μπορεί να συμβεί όταν το κράτος αδυνατεί να ανταποκριθεί σε στοιχειώδεις υποχρεώσεις.

Εάν η απορρύθμιση και ο ακρωτηριασμός του κράτους συνεχιστούν, θα κάνουν την εμφάνισή τους πολύ πιο ζοφερά φαινόμενα.
«Ο δρόμος προς την κόλαση είναι στρωμένος με καλές προθέσεις», λέει μια παροιμία που φαίνεται πως βρίσκει πλήρως την εφαρμογή της στην ελληνική παραλλαγή του θεσμού της «τοπικής αυτοδιοίκησης».

Η ιδέα της αποκέντρωσης και της παραχώρησης αρμοδιοτήτων από το κράτος, την κεντρική κυβέρνηση, στην περιφέρεια δεν είναι ελληνική πρωτοτυπία, έχει εφαρμοστεί με απόλυτη επιτυχία σε πάρα πολλές -ανεπτυγμένες- χώρες.

Στην Ελλάδα, όμως, το πείραμα φαίνεται πως μέχρι στιγμής έχει αποτύχει. Σπατάλη, κακοδιαχείριση, νεποτισμός, ανικανότητα, πλημμελής εξυπηρέτηση των δημοτών, ακαταλόγιστο είναι τα θλιβερά στοιχεία που έχουν απαξιώσει τον θεσμό, με κάποιες φωτεινές εξαιρέσεις.

Στην πράξη, η τοπική αυτοδιοίκηση εξελίχθηκε σε μία ακόμη χειρότερη εκδοχή της κεντρικής διοίκησης και των «300» βουλευτών, σε τοπικό επίπεδο. Με ακόμη πιο σαθρό έλεγχο και πολλές φορές με ανύπαρκτη τεχνογνωσία, αλλά και με μεγαλύτερη ανοχή εκ μέρους του Τύπου και της κοινής γνώμης, κυρίως διότι ο φακός της επικαιρότητας σπανίως πέφτει πάνω της διεισδυτικά.

Ο «Καλλικράτης», που υποτίθεται ότι αποτελούσε τη λύση για την προηγούμενη κυβέρνηση, φαίνεται τελικά ότι έγινε για τα μάτια του κόσμου καθώς έχει αποτύχει παταγωδώς στις περισσότερες διαστάσεις του. Με κορυφαία, βεβαίως, αυτή της εξοικονόμησης πόρων.

Στους περισσότερους δήμους που δημιουργήθηκαν από συνενώσεις, παρατηρείται το εξής παράδοξο. Οι εγκαταστάσεις που προϋπήρχαν και ανήκαν σε κοινότητες που καταργήθηκαν εξακολουθούν να υφίστανται ως είχαν, γεμάτες υπαλλήλους, ενώ τα έξοδα έχουν προφανώς πολλαπλασιαστεί λόγω των υπερκείμενων βαθμίδων που δημιουργήθηκαν.

Αντίστοιχα, ο πολίτης βρίσκεται πλέον αντιμέτωπος με περισσότερο περίπλοκες δομές προκειμένου να διεκπεραιώσει τις υποθέσεις του. Τα οικονομικά των δήμων, αλλά και των «εταιριών» που σε αρκετές περιπτώσεις έχουν συγκροτήσει είναι στις περισσότερες των περιπτώσεων θλιβερά. Αρκετοί είναι ουσιαστικά χρεοκοπημένοι, ενώ πολλοί περισσότεροι είναι εκείνοι που κινούνται στα όρια της χρεοκοπίας.

Το γεγονός αυτό μάλλον δεν είναι άσχετο με την πληθώρα «πρόχειρων διαγωνισμών» και απευθείας αναθέσεων που πραγματοποιούν και σε πλείστες περιπτώσεις καταλήγουν να εξυπηρετούν κυκλώματα επιτήδειων.

Οι σπατάλες παραμένουν στην ημερησία διάταξη. Μια βόλτα στη Διαύγεια, το site στο οποίο όλοι οι κρατικοί φορείς είναι υποχρεωμένοι πλέον να δημοσιεύουν -έστω και κακήν κακώς- τα πεπραγμένα τους, αρκεί για να πάρει κάποιος μια ιδέα.

Ακόμη και σήμερα, στην ταλαίπωρη Ελλάδα του 2012, υπάρχουν δήμοι με προϋπολογισμό της τάξεως των 20 εκατ. ευρώ, οι οποίοι (τα παραδείγματα είναι απολύτως υπαρκτά) δαπανούν σε ετήσια βάση ποσό της τάξεως των 65.000-100.000 ευρώ «για την αγορά φρέσκου γάλακτος για το προσωπικό του δήμου»(!), ή 25.000 ευρώ για τη «βιβλιοδεσία και εκτύπωση» των πρακτικών στις συνεδριάσεις του Δημοτικού Συμβουλίου (στην εποχή της εύκολης και γρήγορης ηλεκτρονικής αρχειοθέτησης), ενώ προσφέρουν πρόσθετη «αμοιβή παράστασης» των δημοτικών συμβούλων που μετέχουν σε επιτροπή του δήμου, της τάξεως των 500 ευρώ τον μήνα!

Τα πολλά λεφτά, βεβαίως, βρίσκονται αλλού. Στα δημοτικά έργα, στις προμήθειες εξοπλισμού και οχημάτων, στις «ρυθμίσεις» των χρήσεων γης και στις επεκτάσεις του σχεδίου πόλεως, όπου υπάρχουν ακόμη τέτοια περιθώρια.

Πού θέλω να καταλήξω;

Όταν μιλάμε για διαφθορά, σπατάλη και κακοδιαχείριση στον δημόσιο τομέα, είναι γνωστό -τουλάχιστον στους παροικούντες την Ιερουσαλήμ, ότι η περίπτωση της Τοπικής Αυτοδιοίκησης είναι ίσως το χειρότερο παράδειγμα.

Κι όμως, τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει μετά από 2,5 χρόνια σοβαρής κρίσης, παρά το γεγονός ότι η χρηματοδότησή τους συντελείται με χρήματα των πολιτών.
Πληθαίνουν σταδιακά οι πληροφορίες σύμφωνα με τις οποίες οι εταίροι μας εξετάζουν την πιθανότητα κουρέματος του «επίσημου» χρέους, ήτοι των δανείων που έχουμε λάβει στο πλαίσιο διμερών διακρατικών συμφωνιών, αλλά και των ομολόγων που βρίσκονται στην κατοχή της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας.

Όσο κι αν κάποιοι θέλουν να πιστεύουν το αντίθετο, κάτι τέτοιο μόνον πρωτοφανές δεν θα είναι.

Απόδειξη γι' αυτό είναι και το γεγονός ότι έχει ήδη δημιουργηθεί εδώ και πάρα πολλά χρόνια ένα διεθνές ημιεπίσημο όργανο που κάνει τέτοιου είδους διευθετήσεις και ονομάζεται Paris Club.

Στο συγκεκριμένο όργανο μετέχουν οι Ηνωμένες Πολιτείες και άλλα 18 «μόνιμα μέλη», μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και όλοι οι σημαντικοί εταίροι στους οποίους χρωστάμε (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ολλανδία, Βέλγιο, Αυστρία, Φινλανδία).

Τυχόν άλλα κράτη πιστωτές μετέχουν κατά περίπτωση.

Από το 1956, οπότε και ιδρύθηκε, έως τις αρχές του 2012, μέσω του Paris Club είχαν διευθετηθεί «αναδιαρθρώσεις» επίσημων χρεών για 84 χώρες, μέσα από 405 διαφορετικές συμφωνίες, συνολικού ύψους περίπου 505 δισ. δολαρίων.

Όπως κάθε club που σέβεται τον εαυτό του, έτσι και το club των Παρισίων έχει τις βασικές αρχές του:

1) Κάθε υπόθεση εξετάζεται κατά περίπτωση, 2) Οι αποφάσεις λαμβάνονται ομόφωνα, 3) Προηγείται η εμπλοκή σε πρόγραμμα του ΔΝΤ, 4) Οι πιστωτές πρέπει όλοι να εφαρμόσουν τους όρους που θα συμφωνηθούν και 5) Τηρείται η αρχή της συγκρισιμότητας, ήτοι κανένας από τους πιστωτές δεν θα προσφέρει περισσότερο ευνοϊκούς όρους από αυτούς που αποφασίστηκαν από κοινού.

Ωστόσο, έως πριν από μερικά χρόνια, ενώ υπήρχε η δυνατότητα «αναδιάρθρωσης» χρεών, σε ό,τι αφορά τη διάρκεια, την περίοδο χάριτος και τα επιτόκια, γνήσιο «κούρεμα», διαγραφή δηλαδή χρέους, επιτρεπόταν μόνον σε πολύ φτωχές χώρες με πολύ χαμηλό «κατά κεφαλήν ΑΕΠ», της τάξεως των 755 δολαρίων ετησίως!

Τον Οκτώβριο του 2003, όμως, το ίδιο το club αποφάσισε μια νέα «προσέγγιση», την αποκαλούμενη «προσέγγιση Evian», προκειμένου να υπάρξει η δυνατότητα διαγραφής χρεών σε μεγαλύτερο εύρος χωρών.

Σύμφωνα με την προσέγγιση αυτή, μπορεί να υπάρξει σοβαρή διαγραφή χρεών και σε χώρες εφόσον το ΔΝΤ πιστοποιήσει ότι αυτές έχουν πρόβλημα να αντιμετωπίσουν το ύψος του χρέους τους και ότι το χρέος αυτό επιδρά δυσμενώς στη δυνατότητά τους να το αποπληρώσουν μελλοντικά.

Η λύση του Evian δημιουργήθηκε προκειμένου να προωθηθεί η διαγραφή μεγάλου μέρους του χρέους του Ιράκ με αμερικανική πρωτοβουλία (κι αυτό διότι λόγω πετρελαίων και άλλων φυσικών πόρων δεν μπορούσε να θεωρηθεί πολύ φτωχή χώρα).

Ωστόσο, η περιγραφή αυτή αρχίζει να «κολλάει γάντι» στην Ελλάδα, καθώς ολοένα διαπιστώνεται επιδείνωση της ύφεσης και της ανεργίας με μείωση του ΑΕΠ, που καθιστά περίπου ανέφικτους τους στόχους που έχουν τεθεί (π.χ. χρέος στο 120% του ΑΕΠ το έτος 2020).

Το ερώτημα που θέτουν ορισμένοι κυνικοί είναι αν μια λύση μέσω του Paris Club, ή σε παραπλήσιο μοντέλο, θα μπορούσε να εφαρμοστεί στην Ελλάδα, ενώ αυτή παραμένει μέλος της ζώνης του ευρώ, ή μόνο κατόπιν της αναγκαστικής εξόδου της.

Κατά την άποψή τους (την οποία δεν συμμερίζομαι, αλλά δεν μπορώ και να απορρίψω ως ενδεχόμενο), προκειμένου να περάσει από τα ευρωπαϊκά κοινοβούλια μια τέτοια λύση υπέρ της Ελλάδας (αλλά και για να ληφθούν ευνοϊκά μέτρα για άλλες χώρες που πλέον κινδυνεύουν, όπως η Ισπανία) η συμμετοχή μας στο ευρώ θα έπρεπε να θυσιαστεί σαν άλλη… Ιφιγένεια.

Πιθανό. Αυτό όμως δεν αποκλείει και την πιο αισιόδοξη (τουλάχιστον για εμάς) άποψη, σύμφωνα με την οποία ούτως ή άλλως θα έπρεπε από καιρό να υπάρξει «κούρεμα» και των επίσημων δανειστών, στον βαθμό που επέλεξαν να υποκαταστήσουν επί δύο περίπου χρόνια ιδιώτες επενδυτές οι οποίοι πληρώθηκαν κανονικά.

Κατά την ίδια άποψη, τυχόν έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη θα ήταν καταστροφική για το ίδιο το ευρώ, άρα, ασχέτως των απειλών, δεν πρόκειται να υλοποιηθεί.

Επομένως, και το κούρεμα των επίσημων δανειστών θα πρέπει να γίνει, με την Ελλάδα εντός ευρώ.

Σε κάθε περίπτωση, το ενδιαφέρον με τις ρυθμίσεις τύπου Paris Club είναι ότι εύκολα μπορούν να επεκταθούν με τους ίδιους όρους είτε σε ιδιώτες δανειστές είτε και σε «θεσμούς» όπως για παράδειγμα η ΕΚΤ.

Πρέπει να σημειώσουμε όμως και το εξής σημαντικό. Τέτοιου είδους εξελίξεις, όσο κι αν φαντάζουν -και είναι- ευνοϊκές, δεν αλλάζουν την ουσία:

Η ελληνική οικονομία πρέπει να αλλάξει ριζικά για να επιστρέψει στην ανάκαμψη, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας θα πρέπει να βελτιωθεί για να έλθει ισορροπία στο ισοζύγιο εξωτερικών συναλλαγών, ενώ είναι σαφές ότι το πρωτογενές έλλειμμα θα πρέπει να κλείσει, αν θέλουμε κάποια στιγμή η χώρα μας να επιστρέψει στις αγορές.

Από αυτήν την προοπτική τίποτε δεν πρόκειται να μας απαλλάξει!
v