Στο 0,99 δολάριο αλλάζει χέρια το ευρώ σήμερα Δευτέρα, καθώς το ευρωπαϊκό ενιαίο νόμισμα δέχεται χτύπημα από τις ανησυχίες για την οικονομία της ΕΕ, μετά την πλήρη διακοπή της προμήθειας αερίου μέσω του αγωγού Nord Stream που ανακοίνωσε την Παρασκευή η ρωσική Gazprom.
Το ευρώ χάνει 0,7%, φτάνοντας στο 0,988 δολάριο νωρίτερα, σημείο που είναι το πιο χαμηλό από τον Δεκέμβριο του 2002. Από την αρχή της χρονιάς, η ισοτιμία του ευρωπαϊκού νομίσματος δεν έχει σταματήσει να υποχωρεί έναντι του νομίσματος των ΗΠΑ. Ισχυρές πιέσεις και για τη βρετανική λίρα - υποχωρεί 0,3%, στο 1,147 δολάριο (σήμερα ανακοινώνεται ο νέος πρωθυπουργός της χώρας).
Οπως θυμίζει το Bloomberg, τα κράτη-μέλη της ΕΕ υπό την ηγεσία της Γερμανίας ανακοίνωσαν μέτρα το Σαββατοκύριακο για την αντιμετώπιση της κρίσης κόστους ζωής και των τιμών της ενέργειας, αφού η ρωσική κρατική εταιρεία παραγωγής φυσικού αερίου Gazprom την Παρασκευή ανακοίνωσε ότι θα διακόψει επ' αόριστον τις προμήθειες μέσω του αγωγού Nord Stream.
«Το ευρώ έχει καθοδική τάση, την ώρα που ο πλήρης αντίκτυπος από την επ' αόριστον διακοπή της παροχής φυσικού αερίου από τη Ρωσία στην Ευρώπη δεν έχει ακόμη έρθει», δήλωσε ο Rodrigo Catril, υπεύθυνος στρατηγικής νομισμάτων στη National Australia Bank.
Η ενεργειακή κρίση βαθαίνει από τη στιγμή που η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία ώθησε τις τιμές των εμπορευμάτων απότομα υψηλότερα και κατέστρεψε τις σχέσεις μεταξύ του Κρεμλίνου και της Ευρώπης. Αυτός ήταν ένας σημαντικός παράγοντας που ώθησε το ευρώ στο 1 προς 1 με το δολάριο τον περασμένο μήνα, για πρώτη φορά εδώ και δύο δεκαετίες.
Οι νέες πιέσεις στον ενεργειακό εφοδιασμό ενόψει του χειμώνα απειλούν να επιβαρύνουν περαιτέρω την ευρωπαϊκή οικονομία, σε μια περίοδο που οι αυξανόμενες τιμές καταναλωτή ασκούν πίεση στην ΕΚΤ για αυστηροποίηση της νομισματικής πολιτικής -αυξάνονται οι προσδοκίες για την ΕΚΤ να αυξήσει τα επιτόκια κατά 75 μονάδες βάσης στη συνεδρίασή της την Πέμπτη.
Η απόφαση παραμένει δύσκολη καθώς η επικεφαλής Κριστίν Λαγκάρντ και οι συνάδελφοί της διαχειρίζονται τα προβλήματα του υψηλού πληθωρισμού και της επικείμενης ύφεσης.
«Κάποια στιγμή οι αγορές μπορεί να αρχίσουν να αμφισβητούν πόσο πληθωρισμό είναι διατεθειμένες να ανεχτούν οι κεντρικές τράπεζες, εάν οι οικονομίες πέσουν σε ύφεση, ειδικά εάν η ρίζα αυτού του πληθωρισμού οφείλεται στην προσφορά», δήλωσε ο Su-Lin Ong, υπεύθυνος στρατηγικής στη Royal Bank of Canada. «Η ασθενέστερη ανάπτυξη ή η ύφεση και η ασθενέστερη αγορά εργασίας είναι τελικά το τίμημα που πρέπει να πληρωθεί, αλλά οι παρατεταμένες υψηλές τιμές της ενέργειας θα μπορούσαν να μετριάσουν τον βαθμό στον οποίο κινείται η ΕΚΤ τόσο αυτή την εβδομάδα όσο και κατά τη διάρκεια του κύκλου».