Τολμηρό μέτρο ή εύκολη λύση;

Το μέτρο της κρατικοποίησης των τραπεζών εξετάζει ο Δ. Σκαλαίος παραθέτοντας ερωτήματα για το ποιος θα πληρώσει το κόστος αυτής της χρηματοδότησης αλλά και για το αν ο δανεισμός είναι η λύση ή η πραγματική αιτία της κρίσης.

  • του Δημήτρη Σκαλαίου*
Τολμηρό μέτρο ή εύκολη λύση;
Πολλά γράφονται και λέγονται για την έξοδο από τη διεθνή οικονομική κρίση.

Οι περισσότεροι αναλυτές και σχολιαστές συνδέουν την οικονομική κρίση ή ύφεση των οικονομιών με τη χρηματοπιστωτική κρίση (βλ. περιορισμός τραπεζικού δανεισμού), η οποία ξεκίνησε από τα "τοξικά" ομόλογα και τα λοιπά σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα που σχεδιάστηκαν από τις αμερικανικές τράπεζες και διατέθηκαν ευρέως στις ΗΠΑ και από εκεί στις διεθνείς αγορές.

Εάν δεχτούμε τη θεώρηση ότι η οικονομική κρίση οφείλεται στα "τοξικά χρηματοοικονομικά προϊόντα" που ταλαιπωρούν κυρίως τους ισολογισμούς αρκετών μεγάλων τραπεζών, τότε είναι φυσικό να συμπεράνουμε ότι η κρατικοποίηση των τραπεζών αυτών ή/και η εξυγίανση των ισολογισμών τους από τα "τοξικά" προϊόντα και επενδύσεις μπορεί να οδηγήσει στην έξοδο από την οικονομική κρίση, αφού οι κρατικές πλέον τράπεζες θα ανοίξουν τους κρουνούς του δανεισμού, οδηγώντας σε νέες επενδύσεις και σε κατανάλωση, τονώνοντας έτσι την οικονομία.

Είναι όμως έτσι τα πράγματα ή μήπως η προσέγγιση αυτή παρουσιάζεται κάπως απλουστευτική και μονοδιάστατη; Στο σημείο αυτό παραθέτουμε δύο ενστάσεις:

1ον: ΔΑΝΕΙΣΜΟΣ - ΛΥΣΗ Ή ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΗ ΑΙΤΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ;

Μην ξεχνάμε πως η σημερινή κρίση ξεκίνησε ακριβώς από την υπερβολική δανειοδότηση οικονομιών, επιχειρήσεων και νοικοκυριών κατά την περίοδο 2003 - 2006, η οποία βασίστηκε στα χαμηλά επιτόκια και στο γεγονός ότι τα σύνθετα προϊόντα επέτρεψαν την υπερβολική πιστωτική επέκταση μέσω ενός καμουφλάζ των δανείων και μετατροπής τους σε επενδυτικά προϊόντα που επενδυθήκαν διεθνώς.

Η συνέπεια: Οι τράπεζες έδιναν αφειδώς δάνεια με πλημμελή συχνά έλεγχο και με χαμηλές εξασφαλίσεις (χαμηλή έως μηδενική προκαταβολή). Όλοι νιώσαμε πλούσιοι -με δανεικά- και όλοι θέλαμε και μπορούσαμε (;) να αγοράσουμε σπίτια, αυτοκίνητα και καταναλωτικά αγαθά.

Οι οικονομίες έτσι όχι απλώς αναπτύχθηκαν με υψηλούς ρυθμούς αλλά ουσιαστικά υπερθερμάνθηκαν λόγω ακριβώς του υπερβολικού δανεισμού που διοχετεύτηκε κυρίως στην οικοδομή και στις κατασκευές, με αποτέλεσμα και την αύξηση των προσδοκιών για ζήτηση πρώτων υλών (πετρέλαιο, μέταλλα) που οδήγησε σε υπερβολικά ύψη τις τιμές των πρώτων υλών και τελικά τις τιμές των τελικών προϊόντων (βλ. κατοικίες).

Το φαινόμενο αυτό υπήρξε εντονότερο σε αναπτυσσόμενες αγορές όπως η ανατολική Ευρώπη και ειδικότερα τα νέα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Μοιραία η κατάσταση αυτή θα έπρεπε να ισορροπήσει. Και η ισορροπία έπειτα από απότομη άνοδο μόνο προς τα κάτω θα μπορούσε να επιτευχτεί.

Σήμερα, με τα νέα δεδομένα, κανείς νομίζω δεν θα αμφισβητήσει ότι όποιος δεν είναι δανεισμένος (είτε πρόκειται για επιχείρηση είτε για νοικοκυριό) μπορεί να βγει μακροπρόθεσμα ωφελημένος από την κρίση, εκμεταλλευόμενος ευκαιρίες και τις χαμηλότερες τιμές πρώτων υλών και προϊόντων.

Το φαινόμενο της φούσκας των τιμών υποχώρησε ήδη σε πολλές αγορές (ιδιαίτερα στις ΗΠΑ και στις αναπτυσσόμενες αγορές), με κίνδυνο ωστόσο να φτάσουμε στο άλλο άκρο.

Η συνειδητοποίηση από τις τράπεζες ότι ο κίνδυνος που αναλαμβάνουν είναι μεγαλύτερος απ' ό,τι αρχικά θεωρούσαν, εξαιτίας τόσο της ισορρόπησης της οικονομίας (πτώση ζήτησης - άνοδος ανεργίας) όσο και της έλλειψης του καμουφλάζ που παρείχαν τα σύνθετα χρηματοδοτικά προϊόντα (σήμερα αρκετά χαρακτηρίζονται "τοξικά") οδήγησε σε υπερβολικό περιορισμό της χρηματοδότησης με αποτέλεσμα τη μεγαλύτερη κάμψη της ανάπτυξης.

Το ζητούμενο είναι να βρεθεί η χρυσή τομή μεταξύ υπερβολικού δανεισμού και παντελούς έλλειψης αυτού. Είναι αβέβαιο κατά πόσον ο κρατικός έλεγχος των τραπεζών θα βοηθήσει στην κατεύθυνση αυτή. Η αλήθεια πάντως είναι ότι οι περισσότεροι σημερινοί μάνατζερ τραπεζών δεν τα κατάφεραν και τόσο καλά στον τομέα αυτόν.

2ον: ΠΟΙΟΣ ΘΑ ΠΛΗΡΩΣΕΙ ΤΟ ΚΟΣΤΟΣ ΧΡΗΜΑΤΟΔΟΤΗΣΗΣ ΤΩΝ ΚΡΑΤΙΚΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΚΑΙ ΜΕ ΠΟΙΟ ΑΝΑΜΕΝΟΜΕΝΟ ΟΦΕΛΟΣ;

Η δεύτερη ένσταση αφορά στο κόστος χρηματοδότησης των κρατικοποιήσεων και στο ποιος τελικά θα το αναλάβει και με ποιες συνέπειες. Η απάντηση στο ποιος θα αναλάβει το κόστος της χρηματοδότησης είναι δυστυχώς προφανής:

Άμεσα και έμμεσα (μέσω του δημόσιου δανεισμού) ο φορολογούμενος. Θα μπορούσε να υποστηρίξει κανείς ότι απαιτούνται θυσίες από την κοινωνία για να ανακάμψουν η αγορά και η οικονομία. Είναι σωστό αυτό ως γενική αρχή. Ας δούμε όμως τις συνέπειες του εγχειρήματος.

Η λύση της κρατικοποίησης πρέπει επιλεκτικά να ακολουθείται όταν και εφόσον έχουν εξαντληθεί οι παραδοσιακές οδοί της αγοράς.

Έχει όμως συμβεί αυτό σήμερα; Έχουν συνεισφέρει επαρκώς οι βασικοί μέτοχοι και ομολογιούχοι (δανειστές) των τραπεζών και εταιριών που αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή προβλήματα, πριν αναγκάσουμε τους φορολογούμενους πολίτες να βάλουν το χέρι στην τσέπη; Το ερώτημα αυτό δεν έχει απαντηθεί διεθνώς. Τα μετοχικά πακέτα που πωλήθηκαν πριν από την πτώση δεν δημιούργησαν υπεραξίες στους μετόχους;
 
Η αλήθεια είναι ότι υπάρχει σημαντική ρευστότητα και αποταμίευση στην αγορά, η οποία απλώς αναμένει χαμηλότερα επίπεδα ή διστάζει να επενδυθεί λόγω της αβεβαιότητας στην οικονομία.
 
Η εναλλακτική (;) μέθοδος της ανάληψης των "τοξικών" - μη ρευστοποιήσιμων επενδυτικών προϊόντων των τραπεζών από το κράτος, με στόχο την εξυγίανση των ισολογισμών τους, είναι σίγουρα δώρο στους μετόχους και δανειστές (κατόχους ομολόγων) των τραπεζών.

Το κράτος στην ουσία δημιουργεί έτσι την "BAD BANK" , δηλαδή την τράπεζα των "τοξικών" χαρτοφυλακίων (σε ελεύθερη μετάφραση). Τον λογαριασμό τον πληρώνουν φυσικά οι φορολογούμενοι, οι οποίοι δεν ωφελήθηκαν από την ανοδική πορεία των πιστωτικών ιδρυμάτων κατά την περίοδο πριν από την κρίση.

Το παράδειγμα της Royal Bank of Scotland

Υπάρχει όμως ουσιαστικό όφελος για την οικονομία και την κοινωνία από τις κρατικοποιήσεις των προβληματικών τραπεζών; Το παράδειγμα της Royal Bank of Scotland που κρατικοποιήθηκε πρόσφατα στη Βρετανία, λόγω των προβλημάτων που άρχισε να έχει εξαγοράζοντας την ABN AMRO, δείχνει προς την αντίθετη κατεύθυνση.
 
Τα οφέλη της κρατικοποίησης υπήρξαν περισσότερο επικοινωνιακά και η πιστωτική κρίση και το πάγωμα των δανειοδοτήσεων εξακολούθησαν να υφίστανται. Ο λόγος απλός: η αβεβαιότητα παρέμεινε και η πραγματική οικονομία δεν κινήθηκε. Αλήθεια, ποια επιχείρηση θα έπαιρνε σήμερα δάνειο για επενδύσεις και επέκταση έστω και αν ο δανεισμός διατίθεται άφθονος από τις "καλές" κρατικές τράπεζες, όταν η αβεβαιότητα για την πραγματική οικονομία παραμένει;

Ποιος νοικοκύρης θα πάρει στεγαστικό δάνειο για νέα κατοικία όταν οι θέσεις εργασίας δεν είναι εξασφαλισμένες; Επανερχόμαστε, λοιπόν, στο αρχικό θέμα: δεν έχουμε μόνο πρόβλημα χρηματοδότησης άλλα κυρίως αδυναμία πραγματικής οικονομίας.

Απαραίτητες οι δομικές παρεμβάσεις

Μήπως τότε πρέπει να γίνουν κάποιες δομικές αλλαγές στην οικονομία για να έρθει αρχικά ισορροπία και αργότερα ανάκαμψη; Αναφέρω ενδεικτικά τη μείωση υπερβολικής δυναμικότητας (excess capacity) αρκετών επιχειρήσεων και τη μείωση αποθεμάτων σε αρκετούς εμπορικούς κλάδους (κατοικίες, αυτοκίνητα).
 
Η μείωση υπερβάλλουσας δυναμικότητας και αποθεμάτων έχει δυστυχώς ως συνέπεια την αύξηση της ανεργίας στους κλάδους αυτούς, ωστόσο δεν είναι μακροχρόνια εφικτή η διατήρηση της απασχόλησης χωρίς να υπάρχει αγορά που να στηρίζει τη ζήτηση και τα έσοδα. Χρειάζονται ορισμένες δυσάρεστες δομικές αλλαγές, αλλιώς θα υποφέρει το σύνολο της αγοράς.

Το σχεδιαζόμενο μέτρο της προσωρινής κατάργησης του ειδικού τέλους ταξινόμησης στα αυτοκίνητα κινείται στην παραπάνω κατεύθυνση, δηλαδή στη μείωση του υπερβολικού stock των εισαγωγέων και εμπορικών επιχειρήσεων στον εγχώριο κλάδο του αυτοκινήτου και όχι φυσικά στο να ενισχυθούν οι προβληματικές ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες (βλ. General Motors, Chrysler κ.λπ.), όπως δυστυχώς συχνά ακούγεται από σοβαροφανείς πολιτικούς. Θα σώσει αυτό τον κλάδο αυτοκινήτου στην Ελλάδα από την ύφεση που μεταφράζεται σε αναμενόμενη μείωση ζήτησης;

Πιθανώς όχι, θα βοηθήσει όμως στην ηπιότερη προσαρμογή του συγκεκριμένου χώρου και θα ενισχύσει τα κρατικά ταμεία με απαραίτητα φορολογικά έσοδα. Για τους παραπάνω λόγους το αμφιλεγόμενο αυτό μέτρο είναι σίγουρα προς τη σωστή κατεύθυνση.

---Στα ιδιωτικά κεφάλαια η βάση για ανάκαμψη

Το συμπέρασμα από τα παραπάνω είναι απλό: η έξοδος από την κρίση θα έρθει μόνο όταν τα θεσμικά επενδυτικά κεφάλαια και ιδιωτικές αποταμιεύσεις πιστέψουν ότι το διεθνές οικονομικό σύστημα είναι αξιόπιστο και έχει βρει την ισορροπία του και επενδύσουν στοχευμένα και με ιδιωτικά - ορθολογικά κριτήρια στην πραγματική οικονομία.

Οι τράπεζες φυσικά και θα παίξουν τότε σημαντικό ρόλο στη χρηματοδότηση της κατανάλωσης και των επενδυτικών σχεδίων.

Αυτό που εμφανίζεται σίγουρο είναι ότι η λύση δεν μπορεί να οδηγήσει αποκλειστικά στο άνοιγμα των κρουνών χρηματοδότησης από τις κρατικοποιημένες τράπεζες με κόστος που επιστρέφει στον φορολογούμενο. Το πρόβλημα δεν μπορεί να λυθεί από την αιτία που το δημιούργησε, δηλαδή από τον ανεξέλεγκτο και χωρίς μακροχρόνια στόχευση δανεισμό.

* Ο κ. Δ. Σκαλαίος είναι Γενικός Διευθυντής Οικονομικών της ΕΛΤΑ Α.Ε.

Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v