Ψάχνονται ακόμη σχετικοί και άσχετοι για το αν υπάρχει πραγματικό ενδιαφέρον εξαγοράς του ομίλου ΕΛ.ΠΕ. μέσω των μετοχών που θα διαθέσει το ΤΑΙΠΕΔ και του ποσοστού που ανήκει στην οικογένεια Λάτση. Δημοσίευμα τύπου σχολίου στο Βήμα της Κυριακής μιλούσε για συζητήσεις μεταξύ Λάτση και εταιρείας, η οποία από τα συμφραζόμενα προκύπτει ότι είναι η αμερικανική ExxonMobil.
Οι γνωρίζοντες αναρωτιούνταν για τη σκοπιμότητα ενδεχόμενης επιστροφής της εταιρείας σε μία αγορά την οποία εγκατέλειψε πριν από 31 χρόνια, όταν δηλαδή η τότε Εsso (μετέπειτα Exxon και στη συνέχεια ExxonMobil), πούλησε στο ελληνικό δημόσιο το διυλιστήριο της Θεσσαλονίκης. Τα ερωτηήματα γεννιούνται από το ότι η αμερικανική εταιρεία έφυγε όταν η Ελλάδα ήταν ανερχόμενη αγορά, ενώ η ένταξη στην τότε ΕΟΚ αργά ή γρήγορα θα απελευθέρωνε την αγορά, κάτι που έγινε σταδιακά από το 1986 μέχρι το 1992. Σήμερα, η Ελλάδα είναι μια αγορά με υπερβάλλουσα δυναμικότητα σε σχέση με την εγχώρια ζήτηση, ενώ όπως δείχνουν τα πράγματα δύσκολα αυτή θα φτάσει στα επίπεδα προ κρίσης
Επίσης ερωτήματα δημιουργούνται για το κατά πόσον η κίνηση αυτή, αν πραγματικά έχει βάση, συμβαδίζει με τις σημερινές τάσεις που ισχύουν στις μεγάλες πετρελαϊκές. Δηλαδή, μείωση της έκθεσης στις δραστηριότητες downstream (λιανική) και midstream (διύλιση) υπέρ της παραγωγής αργού (upstream).
Η τάση αυτή, σε συνδυασμό με τα πολύ χαμηλά επίπεδα των περιθωρίων διύλισης, έχει μειώσει την αξία των εταιρειών που δεν είναι καθετοποιημένες και η δραστηριότητά τους εστιάζει στη διύλιση και στην εμπορία. Έτσι οι πωλητές είναι πολύ προσεκτικοί στις κινήσεις τους, ενώ πολλά διυλιστήρια στην Ευρώπη, πολύ πιο εύκολα κλείνουν ή μετατρέπονται σε κέντρα αποθήκευσης και διακίνησης, παρά πουλιούνται, ιδίως όταν η τεχνολογία και η γεωγραφική τους θέση,δεν διαμορφώνουν ικανοποιητικά περιθώρια στη διύλιση και εμπορία.
Ακόμη να σημειώσουμε ότι η ExxonMobil διαθέτει στις χώρες της Ε.Ε. και στη Νορβηγία συνολικά οκτώ διυλιστήρια. Σε Γαλλία και Ιταλία από δύο, σε Βέλγιο, Ολλανδία, Νορβηγία και Ην. Βασίλειο από ένα, ενώ μετέχει με μικρό ποσοστό σε ένα διυλιστήριο της Γερμανίας. Οι μονάδες αυτές αντιπροσωπεύουν μια ονομαστική δυναμικότητα περίπου 1,8 εκατ. βαρελιών την ημέρα. Ωστόσο, απευθύνονται σε μία αγορά, αυτή της Ευρώπης, με ετήσια κατανάλωση κάτω από 650 εκατ. τόνους και με συνεχή καθοδική τάση. Από την άλλη, αυξάνει συνεχώς η μη χρησιμοποιούμενη δυναμικότητα των διυλιστηρίων σε λειτουργία, ενώ μειώνεται ο βαθμός χρήσης που το 2013 ήταν γύρω στο 80% με καθοδικές τάσεις.
Με λίγα λόγια, η εποχή δεν είναι καλή ούτε για πωλητές, ούτε και για αγοραστές. Εκτός αν οι πρώτοι βρίσκονται σε απελπιστική κατάσταση και οι δεύτεροι απλώς θέλουν να διεισδύσουν σε αγορές αξιοποιώντας τους αποθηκευτικούς χώρους των διυλιστηρίων και όχι την παραγωγή τους.
Στην περίπτωση των ΕΛ.ΠΕ., το ελληνικό δημόσιο μπορεί να θέλει να πουλήσει περίπου το 36% της συμμετοχής του στο μετοχικό κεφάλαιο. Ωστόσο το ποσοστό αυτό δε λέει τίποτε για τον πιθανό αγοραστή (ο Λάτσης έχει διαμηνύσει ότι δεν θα ασκήσει το δικαίωμα του first refusal για το ποσοστό του Δημοσίου), αν δεν συμφωνήσει με τον άλλο μέτοχο, την οικογένεια Λάτση, για εξαγορά ενός ποσοστού, ώστε να αποκτήσει τον πλήρη έλεγχο του ομίλου.
Μέχρι τώρα ενδιαφέρον για το ποσοστό του Δημοσίου έχουν δείξει ρωσικές εταιρείες, χωρίς όμως αυτό να επισημοποιηθεί καθώς δεν ξεκίνησε η διαδικασία πώλησης των μετοχών των ΕΛ.ΠΕ. που κατέχει το Δημόσιο.
Τώρα το αν ο... θείος από την Αμερική είναι πραγματικός ή απλώς μετατροπή της επιθυμίας σε σενάριο θα το δείξει η πραγματικότητα.