Ο Δείκτης Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου 2019 (Global Talent Competitiveness Index - GTCI) αναδεικνύει για ακόμα μια χρονιά τις χώρες που εξακολουθούν να ηγούνται της παγκόσμιας κατάταξης όσον αφορά στην ανταγωνιστικότητά τους στο να δημιουργούν, να προσελκύουν και να διατηρούν τα ταλέντα. Πρόκειται για την Ελβετία, τη Σιγκαπούρη και τις Ηνωμένες Πολιτείες, ενώ περιοχές όπως η Ασία, η Λατινική Αμερική και η Αφρική σημειώνουν σταδιακή πτώση.
Η Ελλάδα φέτος (2019) τοποθετείται στην 44η θέση του Δείκτη GTCI, από την 42η που είχε κατακτήσει πέρυσι. Σημειώνεται βεβαίως ότι στον περσινό Δείκτη είχαν συμπεριληφθεί 119 χώρες, ενώ στον φετινό 125. Όσον αφορά στην κατάταξη της Ελλάδας σε σχέση με χώρες της περιοχής της Ευρώπης όπου και ανήκουμε, η θέση της χώρας μας παραμένει σταθερή (26η σε σύνολο 37).
Τα ζητήματα που αφορούν στο ταλέντο αποτελούν κύρια ανησυχία για τις επιχειρήσεις, τα έθνη και τις πόλεις, και οι επιδόσεις τους σε σχέση με αυτό θεωρούνται κρίσιμος παράγοντας για την ανάπτυξη και την ευημερία τους.
Η έκθεση αποκαλύπτει επίσης ότι οι πόλεις, περισσότερο μάλιστα και από τις χώρες, είναι αυτές που παίζουν καίριο ρόλο ως κοιτίδες ταλέντων και επηρεάζουν καθοριστικά το παγκόσμιο σκηνικό. Αυτή η ενίσχυση της σημασίας του ρόλου των πόλεων οφείλεται στη μεγαλύτερη ευελιξία και στη δυνατότητά τους να προσαρμόζονται στις νέες τάσεις γρηγορότερα. Οι πόλεις, ως εύκαμπτες οικονομικές μονάδες, μπορούν να αλλάζουν πιο γρήγορα τις πολιτικές τους, γεγονός που τις καθιστά πιο ελκυστικές για τα ταλέντα και ιδιαίτερα τα επιχειρηματικά.
Η θέση της Ελλάδας
Η Ελλάδα φέτος κατέχει την 44η θέση στον Δείκτη GTCI για το 2019, από τη 42η θέση που είχε κατακτήσει πέρυσι. Όπως και το 2018, ο πυλώνας στον οποίο η Ελλάδα αποδίδει καλύτερα είναι αυτός της «Διατήρησης», ενώ η χειρότερη απόδοσή της σημειώνεται στη δυνατότητα προσέλκυσης ταλέντων.
Πιο συγκεκριμένα, η Ελλάδα φτάνει το πρώτο επίπεδο μόνο στον πυλώνα της «Διατήρησης». Στους άλλους τρεις πυλώνες, που αφορούν στην «Ανάπτυξη Ταλέντων» και στις δεξαμενές «Επαγγελματικών και Τεχνικών Δεξιοτήτων» (VT), καθώς και στις δεξιότητες «Παγκόσμιας Γνώσης» (Global Knowledge Skills) βρίσκεται χαμηλά, στο τρίτο επίπεδο. Η χειρότερη επίδοση της χώρας αφορά στην ενεργοποίηση και την προσέλκυση ταλέντων, μια βαθμολογία που επηρεάζεται σημαντικά από την περιορισμένη εξωστρέφεια της χώρας.
Η χώρα μας, σύμφωνα με την έκθεση, κατατάσσεται στις χώρες υψηλού εισοδήματος που ανήκουν στην Ευρώπη και η σχετική θέση της στην κατάταξη είναι χαμηλότερη από τον μέσο όρο και στις δύο ομάδες: κατατάσσεται δηλαδή στην 41η θέση από τις 49 χώρες υψηλού εισοδήματος και στην 26η θέση ανάμεσα στις 37 ευρωπαϊκές χώρες με τις οποίες συγκρίνεται.
Η ομάδα των «ανταγωνιστών» της Ελλάδας εντός Ευρώπης ορίζονται ως χώρες υψηλού εισοδήματος ανάμεσα στις οποίες είναι και μεγάλες οικονομικές δυνάμεις, όπως η Γαλλία, η Γερμανία και το Ηνωμένο Βασίλειο. Η καλή απόδοση της Ελλάδας στον πυλώνα της «Διατήρησης» οφείλεται κυρίως στην καλή επίδοση της χώρας σε δείκτες που σχετίζονται με τον τρόπο ζωής.
Η δεξαμενή των Δεξιοτήτων Υψηλού Επιπέδου (High Level Skills), συμπεριλαμβανομένης και της διαθεσιμότητας επιστημόνων και μηχανικών, μειώνει σημαντικά τα κενά αναφορικά με τις Δεξιότητες Παγκόσμιας Γνώσης (Global Knowledge Skills). Αυτό υποδηλώνει ότι ένας από τους τομείς που θα πρέπει να εστιάσει η Ελλάδα για την ανάπτυξη του επιχειρηματικού της ταλέντου, θα πρέπει να είναι η εύρεση τρόπων με τους οποίους η σχετικά ισχυρή ομάδα μηχανικών και επιστημόνων θα μπορέσει να μετατραπεί σε ανταγωνιστικό πλεονέκτημα για την προώθηση της καινοτομίας και της επιχειρηματικότητας.
Η πρόβλεψη για το μέλλον
Για πρώτη φορά, η έκθεση του GTCI για το 2019 παρέχει μια διαχρονική ανάλυση της ανταγωνιστικότητας των ταλέντων βασισμένη στα αποτελέσματα όλων των εκδόσεων του Δείκτη GTCI από το 2013. Το κύριο συμπέρασμα είναι ότι το χάσμα που χωρίζει τις χώρες-πρωταθλητές ταλέντων από την υπόλοιπη παγκόσμια κοινότητα ολοένα και μεγαλώνει. Η ανταγωνιστικότητα των ταλέντων ενισχύεται σε ομάδες χωρών όπου είναι ήδη συγκριτικά υψηλή κι εξασθενεί σε εκείνες όπου είναι σχετικά χαμηλή.
Ο Bruno Lanvin, Executive Director, Global Indices, INSEAD, και ένας εκ των συντακτών της έκθεσης GTCI, σημειώνει: «Στις πρώτες δέκα θέσεις της κατάταξης βλέπουμε μόνο δύο χώρες εκτός Ευρώπης: τη Σιγκαπούρη και τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αυτό αναδεικνύει, αφενός ότι η Ευρώπη παραμένει κυρίαρχος στην ανταγωνιστικότητα ταλέντων, αφετέρου ότι χώρες με σπουδαία Πανεπιστήμια, χώρες δυνατές στον τομέα εκπαίδευσης γενικά, έχουν προβάδισμα στην προσέλκυση ταλέντων. Καθώς τα ταλέντα υψηλού επιπέδου μετακινούνται διεθνώς, κανένα συγκριτικό πλεονέκτημα δεν μπορεί να θεωρηθεί μη αναστρέψιμο. Οι χώρες στις πρώτες θέσεις θα πρέπει να παραμείνουν ανοιχτές και καινοτόμες, ώστε να διατηρήσουν την ηγετική τους θέση».
Ο Alain Dehaze, CEO του Ομίλου Adecco, σχολίασε σχετικά: «Καθώς ο κόσμος της εργασίας αλλάζει ταχύτατα, εάν οι χώρες και οι πόλεις δεν καλλιεργούν τις κατάλληλες συνθήκες που ευνοούν την προσέλκυση ταλέντων, είναι αναπόφευκτο άνθρωποι και επιχειρήσεις να απομακρυνθούν από αυτές αναζητώντας ευκαιρίες αλλού. Τα αποτελέσματα της φετινής έκθεσης GTCI αποτελούν μια επιπλέον απόδειξη πως το επιχειρηματικό ταλέντο θεωρείται ολοένα και περισσότερο ως ένας από τους παράγοντες που καθορίζουν την επιτυχημένη πορεία σε έναν κόσμο που διαρκώς αλλάζει. Για την καλλιέργεια του ταλέντου αυτού είναι ζωτικής σημασίας η δημιουργία ενός κατάλληλου περιβάλλοντος, όπου θα μπορέσει να ευδοκιμήσει και να θέσει τους όρους για ένα επιτυχημένο μέλλον».
Ο Vinod Kumar, CEO της Tata Communications, εξηγεί: «Η έννοια της διαφάνειας είναι καθοριστικής σημασίας για το επιχειρηματικό ταλέντο, ενώ η επιχειρηματική κουλτούρα παίζει επίσης έναν πολύ σημαντικό ρόλο. Οι επιχειρήσεις και οι πόλεις πρέπει να συνεργάζονται στενά για να καλλιεργήσουν την κουλτούρα της εσωτερικής επιχειρηματικότητας και πάνω από όλα τη νοοτροπία της συνεχούς εκμάθησης, καθώς ο παράγοντας «άνθρωπος» είναι το κλειδί της επιτυχίας στο ψηφιακό μετασχηματισμό. Αυτό θα βοηθήσει να αναδειχθεί η δυναμική που φέρνει η τεχνολογία, ειδικά σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι και οι μηχανές δουλεύουν μαζί και καθημερινά εμφανίζονται διαφορετικοί τύποι συνεργασίας και ιδεών».
Ο Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Adecco Ελλάδας, εξηγεί: «Η Ελλάδα κατατάσσεται στην 44η θέση του δείκτη GTCI για το 2019, σε δείγμα 125 χωρών. Παρουσιάζει σχετικά καλές επιδόσεις στον πυλώνα της «Διατήρησης», γεγονός που σχετίζεται κυρίως με την καλή απόδοση της χώρας σε δείκτες που αφορούν στον τρόπο ζωής. Η χειρότερη επίδοση της χώρας αφορά στην ενεργοποίηση και την προσέλκυση ταλέντων, μια βαθμολογία που επηρεάζεται σημαντικά από την περιορισμένη εξωστρέφεια της χώρας. Είναι όμως πολύ σημαντικό να αναφερθούμε και στην πολύ καλή δεξαμενή της χώρας Δεξιοτήτων Υψηλού Επιπέδου (High Level Skills), και συγκεκριμένα επιστημόνων και μηχανικών, την οποία εάν καταφέρουμε να αξιοποιήσουμε σωστά, θα μπορέσει να αποτελέσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της χώρας».
Η έκθεση GTCI για το 2019 που δημοσιεύθηκε από το INSEAD σε συνεργασία με τον Όμιλο Adecco και την Tata Communications αποτελεί μια συγκριτική ετήσια αξιολόγηση του βαθμού, στον οποίο οι χώρες και οι πόλεις αναπτύσσουν, προσελκύουν και διατηρούν τα ταλέντα τους, προσφέροντας ιδιαίτερα χρήσιμες πληροφορίες στους φορείς λήψης αποφάσεων, ώστε να μπορούν να κατανοήσουν την παγκόσμια κατάσταση σε θέματα ανταγωνιστικότητας ταλέντου και να αναπτύξουν στρατηγικές ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας της δικής τους χώρας.
Η έκθεση αναδεικνύει τα επίπεδα της ανταγωνιστικότητας των ταλέντων σε παγκόσμια κλίμακα εξετάζοντας 68 μεταβλητές. Η έκδοση του 2019 καλύπτει 125 εθνικές οικονομίες και 114 πόλεις (αντιστοίχως 119 και 90 το 2018), καλύπτοντας όλες τις εισοδηματικές ομάδες και τα επίπεδα ανάπτυξης.
Οι 20 χώρες που κατακτούν τις πρώτες θέσεις του Δείκτη GTCI 2019
Σε αυτή, την έκτη έκδοση, η Ελβετία παραμένει στην πρώτη θέση της παγκόσμιας κατάταξης της ανταγωνιστικότητας ταλέντων, ενώ η Σιγκαπούρη και οι Ηνωμένες Πολιτείες κατακτούν την 2η και 3η θέση αντίστοιχα, όπως ακριβώς και το 2018. Ακολουθούν οι Σκανδιναβικές χώρες, με τη Νορβηγία στην 4η θέση, τη Δανία στην 5η θέση, τη Φινλανδία στην 6η και τη Σουηδία στην 7η. Η Υεμένη είναι η χώρα που βρίσκεται τελευταία στην κατάταξη, στην 125η θέση, κάτω από το Κονγκό που βρίσκεται στην 124η θέση και το Μπουρούντι που βρίσκεται στην 123η.
Όπως και τα προηγούμενα χρόνια, οι υψηλότερες βαθμολογίες συνδέονται με υψηλότερα εισοδηματικά επίπεδα. Στις πιο ανεπτυγμένες χώρες, οι πολιτικές και οι πρακτικές που συμβάλλουν στην ανταγωνιστικότητα των ταλέντων επηρεάζονται λιγότερο από πολιτικές και κοινωνικοοικονομικές διακυμάνσεις. Οι οικονομίες υψηλού εισοδήματος, έχουν τη σταθερότητα που τους επιτρέπει να μπορούν να επενδύουν στη δια βίου μάθηση και τις δεξιότητες, ενώ ταυτόχρονα προσελκύουν και διατηρούν παγκόσμια ταλέντα.
Οι 10 πόλεις που κατακτούν τις πρώτες θέσεις του Δείκτη GTCI 2019
Οι κορυφαίες πόλεις του Δείκτη παρουσιάζουν γενικά πολύ καλή απόδοση σε όλους τους πυλώνες. Η ηγέτιδα πόλη -η Ουάσιγκτον, DC- αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα, καθώς είναι πρώτη στην κατάταξη των πόλεων σε τρείς από τους πέντε πυλώνες. Ο αυξανόμενα καθοριστικός ρόλος των πόλεων ως επιχειρηματικά κέντρα προσέλκυσης ταλέντων αναδεικνύει επίσης την σημασία ανάπτυξης ισχυρών και ζωντανών οικοσυστημάτων, ιδίως γύρω από την έννοια της καινοτομίας.
Η Αθήνα κατατάσσεται στην 48η θέση στις 114 πόλεις του Δείκτη.