Όταν κατατέθηκε, αντιμετωπίσθηκε από τους τραπεζίτες με αρκετή περίσκεψη, τώρα επανέρχεται από τους ίδιους σε πιο εμπλουτισμένη μορφή, προκειμένου να αποτελέσει αποτελεσματική λύση για τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Ο λόγος για την πρόταση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας να δημιουργηθεί ένας μόνιμος συντονιστικός μηχανισμός, μεταξύ των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, για την αντιμετώπιση των μη εξυπηρετούμενων κοινοπρακτικών δανείων ή και ολόκληρων επιχειρηματικών κλάδων που ασθενούν.
Το θέμα επανήλθε στην επικαιρότητα, μετά την πρόσφατη συνέντευξη του προέδρου της Eurobank. Ο κ. Ν. Καραμούζης πρότεινε να δημιουργηθεί «bad bank» από τις τέσσερις τράπεζες για τα προβληματικά κοινοπρακτικά δάνεια. Πρακτικά, πρόκειται για κοινή εταιρεία διαχείρισης και αναχρηματοδότησης καθώς τα δάνεια θα παραμείνουν στον ισολογισμό των τραπεζών.
Οι τράπεζες θα επιλέξουν από τη «δεξαμενή» προβληματικών κοινοπρακτικών δανείων, ύψους άνω των 52 δισ. ευρώ (σ.σ. εξ αυτών τα 40 δισ. αφορούν σε μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις) αυτά που θα περάσουν υπό κοινή διαχείριση. Το σχήμα θα έχει τη δυνατότητα, είτε να διαχειρίζεται εσωτερικά τα δάνεια ή να αναθέτει κάποια εξ αυτών σε εξειδικευμένες πλατφόρμες, κατά το πρότυπο της συμφωνίας μεταξύ Eurobank - Alpha Bank - KKR.
Η κοινή διαχείριση θα παράσχει ικανοποιητικό επίπεδο πληροφόρησης για το σύνολο των εξασφαλίσεων-εγγυήσεων και τον βαθμό των ενεργειών που έχουν διενεργηθεί από την κάθε τράπεζα, ώστε να προωθούνται εν συνεχεία κοινά αποδεκτές λύσεις. Η υιοθέτηση κοινής στάσης, με δεδομένες τις διαφορετικές εξασφαλίσεις, αποτελεί και τη μεγαλύτερη πρόκληση που καλούνται να κερδίσουν οι τράπεζες, είτε προχωρήσουν την ιδέα της κοινής διαχείρισης, είτε όχι.
Η πρόταση Καραμούζη αντιμετωπίζεται θετικά από υψηλόβαθμα στελέχη άλλων τραπεζών, τα οποία σημειώνουν ότι πρέπει οι τράπεζες να κινηθούν από μόνες τους προς την κατεύθυνση λύσεων, που είναι πολύ πιθανόν να ενεργοποιηθούν, σε δεύτερο χρόνο, από την εποπτική αρχή, εφόσον σημειωθούν σημαντικές αποκλίσεις μεταξύ των επιδόσεων στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (Non Performing Exposures - NPEs) και των στόχων που έχουν τεθεί.
Η μεταστροφή των τραπεζών έναντι της ιδέας για την από κοινού διαχείριση προβληματικών κοινοπρακτικών δανείων αποδίδεται από την αγορά στη δυσκολία επίτευξης των στόχων μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων και στην άκαμπτη γραμμή που ακολουθεί για το θέμα η εποπτική αρχή.
Τα αναλυτικά στοιχεία, που εμπεριείχε η επισκόπηση της ΤτΕ για τα NPEs δείχνουν, σύμφωνα με τις ίδιες πηγές, ότι η εποπτική αρχή έχει μια πολύ καλή εικόνα της διάρθρωσης των NPEs και των ενεργειών που έχουν γίνει μέχρι τώρα από τις τράπεζες. Βάσει αυτής ζητά αναπροσαρμογές στους στόχους. Την ίδια στιγμή, οι δημόσιες τοποθετήσεις Στουρνάρα για τα κόκκινα δάνεια περνούν το μήνυμα ότι η διαδικασία θα τρέξει χωρίς ...εκπτώσεις. Εξ ου και θα προβλέπονται αυστηρές ποινές σε περίπτωση αποκλίσεων. ( Από το 2017 πιάνουν δουλειά οι πλατφόρμες)
Οι τράπεζες δεσμεύονται να μειώσουν ως το τέλος του 2019 κατά 41 δισ. ευρώ από τα σημερινά τους επίπεδα τα NPEs και βεβαίως να αντιμετωπίσουν επιτυχώς όλες τις νέες επισφάλειες, που θα προκύψουν μέχρι τότε. Με δεδομένο ότι η επιθετική διαχείριση αναμένεται να ξεκινήσει από το 2017, όταν και αναμένεται να ολοκληρωθούν οι εναπομείνασες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο, οι τράπεζες θα πρέπει στην τριετία 2017-19 να μειώνουν τα NPEs κατά περίπου 13,5 δισ. ευρώ ετησίως.
Αν συνυπολογισθεί και η δημιουργία νέων NPEs, το ποσό των ετήσιων ρυθμίσεων-διευθετήσεων ξεπερνά τουλάχιστον για το 2017 τα 15 δισ. ευρώ. Φέτος τα νέα NPEs εκτιμάται ότι θα ανέλθουν σε 5 δισ. ευρώ, ο ρυθμός δημιουργίας νέων, όμως, προβλέπεται να επιβραδύνει προοδευτικά από το 2017.
Θρυαλλίδα η περίπτωση της Μαρινόπουλος
Ως θρυαλλίδα για τη μεταστροφή των τραπεζών λειτούργησε η περίπτωση της Μαρινόπουλος. Υπό σφικτά χρονικά περιθώρια και τον κίνδυνο η κατάρρευση της αλυσίδας να πλήξει καίρια τον παραγωγικό ιστό της χώρας, οι τράπεζες συνεργάστηκαν για να συμφωνήσουν με την Σκλαβενίτης ένα σχέδιο διάσωσης, που με τη σειρά του πρέπει να εγκριθεί και από την πλειοψηφία των προμηθευτών.
Οι χειρισμοί τους, πριν και μετά την λήψη προσωρινών μέτρων προστασίας από τη Μαρινόπουλος, έχουν πείσει και τις εποπτικές αρχές ότι απαιτείται καλύτερος συντονισμός ώστε να δρομολογούνται λύσεις σε προληπτική βάση.
Γιατί προτείνεται να συμμετάσχει το ΤΧΣ
Η πρόταση Καραμούζη περιλαμβάνει και τη συμμετοχή του ΤΧΣ στο σχήμα. Το Ταμείο δεν μπορεί να βάλει κεφάλαια, ούτε στελεχιακό δυναμικό και τεχνογνωσία. Μπορεί όμως να έχει έναν εποπτικό-συντονιστικό ρόλο, όπως προέβλεπε και η μελέτη της McKinsey για τον κοινό μηχανισμό.
Άλλωστε, το Ταμείο έχει μεταξύ άλλων την αρμοδιότητα να παρακολουθεί τις επιδόσεις των τραπεζών στο θέμα των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, ενώ έχει τη δικαιοδοσία να εισάγει προς συζήτηση θέματα στις συνεδριάσεις των Διοικητικών Συμβουλίων. Πρόκειται για δυνατότητα που έχει ασκηθεί σε περιορισμένο βαθμό από τις προηγούμενες διοικήσεις, ενδέχεται, όμως, υπό τη νέα ηγεσία (σ.σ. η Επιτροπή Επιλογής έχει ξεκινήσει τη διαδικασία για επιλογή νέου CEO καθώς και αναπληρωτή CEO) να υπάρξουν εκτεταμένες παρεμβάσεις.
Μετά, δε, την εφαρμογή του νόμου περί εταιρικής διακυβέρνησης, όλοι οι πρόεδροι των επιτροπών θα είναι ξένοι και μπορούν να ασκούν με μεγαλύτερη ευχέρεια τη δυνατότητα να εισάγουν με τη σειρά τους θέματα στην ατζέντα των Διοικητικών Συμβουλίων.
Όπως έγραψε το Euro2day.gr, οι Θεσμοί επιδιώκουν το ΤΧΣ να αναλάβει ενεργότερη ανάμειξη στην υπόθεση μείωσης των NPEs, ασκώντας πίεση στις τράπεζες. Εφόσον η πρόταση για από κοινού διαχείριση προχωρήσει και το ΤΧΣ αναλάβει στο νέο σχήμα συντονιστικό ρόλο, η ανάμειξή του θα διενεργείται σε προληπτική βάση και όχι μέσω εκ των υστέρων αμφισβήτησης της στρατηγικής υλοποίησης των στόχων.
Επίσης από τη μελέτη της McKinsey θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν, σύμφωνα με τραπεζικά στελέχη, πρακτικές όπως το να υποβάλει η τράπεζα με την μεγαλύτερη δανειακή έκθεση ανά εξεταζόμενο φάκελο την εισήγηση για το σχέδιο διάσωσης, ή να υπάρχει εναλλασσόμενη προεδρία στο νέο σχήμα.
Υπενθυμίζεται ότι η μελέτη της McKinsey πρότεινε να συμπεριληφθούν υπό κοινή διαχείριση κοινοπρακτικά δάνεια ύψους 15 δισ. ευρώ, εκ των οποίων 11 δισ. βρίσκονται σε καθυστέρηση, ενώ τα υπόλοιπα είναι μεν ενήμερα, κρίνεται όμως ότι δεν μπορούν να εξοφληθούν, αν δεν ρευστοποιηθούν οι εξασφαλίσεις τους. Τα παραπάνω δάνεια αφορούν σε 168 ομίλους.
Επιπρόσθετα, επισήμανε πέντε ασθενείς κλάδους (τουρισμός, υγεία-φάρμακα, μεταφορές, τρόφιμα-ποτά και ιχθυοκαλλιεργειών) με συνολική δανειακή έκθεση 7,5 δισ., εκ των οποίων τα 4,5 δισ. είναι δάνεια σε καθυστέρηση.