Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών

Η ανοικτή καταδίκη εκ μέρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης, των παράνομων ενεργειών της Τουρκίας ενάντια στην Ελλάδα και την Κύπρο, αποτελεί αδιαμφισβήτητα μια σημαντική διπλωματική εξέλιξη. Η οποία σηματοδοτεί μεταξύ άλλων και τη συναντίληψη με τους εταίρους μας, για τη σημαντική ζημία που μπορεί να προκαλέσει η συμπεριφορά της γείτονος όχι μόνον στην ομαλή επαναφορά της χώρας μας σε τροχιά ανάπτυξης, αλλά και στις ευαίσθητες ισορροπίες της ευρύτερης περιοχής.

Εν τούτοις, η αντίδραση του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών, που εν πολλοίς απέρριψε την ευρωπαϊκή παρέμβαση, χαρακτηρίζοντάς την «απαράδεκτη» και μεροληπτική, δείχνει ότι η Τουρκία δεν λαμβάνει ιδιαιτέρως υπόψη της τις λεκτικές παραινέσεις της Ευρώπης.

Μια απλή ανάγνωση της πρόσφατης ανάλυσης της αμερικανικής Stratfor με τίτλο «Η θέση της Τουρκίας μετά την Αφρίν», που προέβλεψε την πτώση της πόλης και φιλοξένησε το Euro2day.gr στο πλαίσιο της συνεργασίας του με την εταιρία γεωστρατηγικού Intelligence, αρκεί για να αντιληφθεί ο αναγνώστης ότι η γειτονική μας χώρα έχει εμπλακεί σε πολύ ευρύτερες περιπέτειες, απ' ό,τι συνιστούν οι προκλήσεις της εναντίον της Ελλάδας και της Κύπρου.

Από την πλευρά της Τουρκίας, η εισβολή στο συριακό έδαφος, εναντίων των Κούρδων, συνιστά εφαρμογή του δόγματος «η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση». Η διαρκώς στενότερη προσέγγιση των Αμερικανών με τους Κούρδους, στη Συρία και στο Ιράκ (καθώς αποτελούν πλέον ίσως τον μοναδικό αξιόπιστο σύμμαχο στην περιοχή), που κορυφώθηκε με τις ατυχείς δηλώσεις περί σχηματισμού κουρδικού στρατού (!) δυνάμεως 35.000 ανδρών, ανησυχεί σφόδρα την Τουρκία, που έχει να αντιμετωπίσει τις κουρδικές αλυτρωτικές επιδιώξεις μέσα στο έδαφός της.

Κάποιοι από τους φίλους αναγνώστες ίσως να αναρωτήθηκαν προ τριών εβδομάδων, για ποιο λόγο η στήλη αφιέρωσε χώρο στο θέμα της έντασης με την Τουρκία, κι όχι σε κάποιο οικονομικής φύσεως ζήτημα, όπως συνήθως πράττει.

Η απάντηση, ολοφάνερη πλέον, είναι ότι η ένταση με την Τουρκία, προφανώς με απόλυτη υπαιτιότητα της δεύτερης, αποτελεί το πιο κρίσιμο ζήτημα απ' όσα έχουν ανακύψει τελευταία. Διότι μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς όχι μόνο την ίδια την ασφάλεια της χώρας μας και της ευρύτερης περιοχής, αλλά και τις οικονομικές εξελίξεις, ιδίως στον χώρο του τουρισμού, παρεμποδίζοντας την προσπάθεια ανάκαμψης.

Στη σημερινή συγκυρία, όπου αρκετοί οικονομικοί δείκτες ανακάμπτουν, ενώ η χώρα ετοιμάζεται να εξέλθει από τα προγράμματα των προηγούμενων ετών, η επισήμανση εκ μέρους του ΣΕΒ για την ανάγκη χορήγησης κινήτρων που θα προωθήσουν τις συγχωνεύσεις και εξαγορές δεν θα μπορούσε να είναι πιο επίκαιρη.

Η χορήγηση κινήτρων για συνενώσεις (με τη μορφή π.χ. φορολογικών ελαφρύνσεων, αυξημένων αποσβέσεων κ.λπ.) μπορεί να παίξει ουσιαστικό ρόλο, όχι μόνο στην αύξηση του μέσου μεγέθους των ελληνικών επιχειρήσεων, κίνηση που συνδέεται άμεσα με την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της παραγωγικότητας (λόγω των οικονομιών κλίμακας), αλλά και στην αναδιάρθρωση και εξυγίανση πολλών τομέων δραστηριότητας.

H «πολιτική των κανονιοφόρων» που φαίνεται ότι εφαρμόζει πλέον η Τουρκία του Ερντογάν στην περιοχή μας, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τα όσα συνέβησαν προ ημερών με το ιταλικό πλοίο-γεωτρύπανο, αποτελεί μέρος μιας ευρύτερης τάσης, που παρατηρείται διεθνώς.

Πρόκειται για μια επιστροφή στο παρελθόν, σε ό,τι αφορά τουλάχιστον τη γηραιά ήπειρο και τις παρυφές της (με κυριότερο ίσως παράδειγμα τη ρωσική επέμβαση στην Ουκρανία), που δεν σηματοδοτεί τίποτε καλό για την ασφάλεια και την εύρυθμη λειτουργία του διεθνούς δικαίου, που ούτως ή άλλως δεν κυριάρχησαν ποτέ στο μεγαλύτερο μέρος της υδρογείου.

v