Γιώργος Παπανικολάου

Διευθυντής του Euro2day.gr και της Media2day, σκοπευτής, σύζυγος και πατέρας. Στο χρόνο που περισσεύει, σκέφτομαι, συζητάω και διαβάζω, όχι απαραίτητα με αυτή τη σειρά.

Αποποίηση ευθυνών
Ως συνήθως, στη χώρα μας η προσέγγιση ενός σοβαρού προβλήματος ξεκινά με επικοινωνιακές «βόμβες μολότοφ» από δευτεροκλασάτα κυβερνητικά στελέχη κι εντυπωσιακά πρωτοσέλιδα, περί «κουρέματος» όλων των δανείων, και μάλιστα σε ποσοστό... 30%.

Επιχειρηματικών και ιδιωτικών, ανεξαρτήτως όρων και συνθηκών.

Ίσως παίζει ρόλο το γεγονός ότι ήταν ένας Έλληνας, ο Σόλωνας, που μέσω της «Σεισάχθειας» έφερε ριζικές κοινωνικές και οικονομικές μεταβολές στην προχριστιανική Αττική, όπου η αδυναμία πληρωμής δανεισμού οδηγούσε ακόμη και στην υποδούλωση.

Όμως, μια γρήγορη έρευνα στα πρόσφατα παραδείγματα που επικαλούνται οι θιασώτες μιας τέτοιας «γενναίας ρύθμισης» αποκαλύπτει τα εξής:

Στις Ηνωμένες Πολιτείες, ένα κράτος τεράστιων δυνατοτήτων και με πάνω από 300 εκατ. πληθυσμό, οι ρυθμίσεις που αποδέχτηκαν οι πέντε μεγάλες τράπεζες υπέρ των δανειοληπτών (κατόπιν παρεμβάσεων εκ μέρους των πολιτειακών αρχών των ΗΠΑ για αθέμιτες πρακτικές των τραπεζών) ήταν αξίας μόλις 25-30 δισ. δολαρίων!

Το ποσό αυτό αποτελεί σταγόνα στον ωκεανό των στεγαστικών δανείων των ΗΠΑ και βεβαίως ουδόλως μπορεί να συγκριθεί με το ποσό των 60-70 δισ. ευρώ, στο οποίο θα ανερχόταν ένα μαζικό κούρεμα κατά 30% στα ελληνικά δάνεια.

Ομοίως, στη μικροσκοπική Ισλανδία, που υπέφερε λόγω της χρεοκοπίας των τραπεζών της (και όχι του κράτους της, όπως συνέβη στην περίπτωσή μας), η ρύθμιση που έγινε αφορά τις περιπτώσεις στις οποίες το χρέος των νοικοκυριών ξεπερνά το 110% της αξίας των οικιστικών ακινήτων που είχαν υποθηκεύσει, ενώ κρίθηκαν παράνομα και τα δάνεια που είχαν δοθεί σε ξένο νόμισμα (καθότι η κορόνα υποτιμήθηκε με τη χρεοκοπία της Ισλανδίας).

Ακόμη όμως και στην περίπτωση αυτή οι «χαριστικές ρυθμίσεις» αφορούν ποσό της τάξεως του 13% του ΑΕΠ, που για την Ελλάδα φαίνεται να ισοδυναμεί πλέον με περίπου 30 δισ. ευρώ.

Τα παραπάνω δεν επισημαίνονται ως επιχειρήματα εναντίον των ρυθμίσεων, αλλά για να αποκτήσουμε επιτέλους μια αίσθηση του μέτρου και να φύγουμε από τη νεοελληνική νοοτροπία του «βρήκαμε παπά, να θάψουμε πέντε-έξι»!

Κατά την άποψή μου, ένα είδος «Σεισάχθειας» θα επιβληθεί ούτως ή αλλέως από τις περιστάσεις.

-Η αύξηση των φόρων και η μείωση των απολαβών οδηγούν στη συντεταγμένη και οργανωμένη μείωση των εισοδημάτων.

πρωτόγνωρη ύφεση μείωσε και θα συνεχίσει να μειώνει τις δυνατότητες των επιχειρήσεων να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους.

-Τα ανωτέρω συνδυαστικά οδηγούν σε μείωση της αξίας περιουσιακών στοιχείων όπως τα ακίνητα. Και δεν είναι τυχαίο ότι οι τράπεζες ουδόλως διαμαρτυρήθηκαν για το πάγωμα των πλειστηριασμών. Γνωρίζουν ότι αν αρχίσουν μαζικοί πλειστηριασμοί οι τιμές των ακινήτων θα καταρρεύσουν.

-Τέλος οι ίδιες οι τράπεζες υποχρεώνονται μέσω της BlackRock να εγγράψουν σημαντικές πρόσθετες επισφάλειες στα χαρτοφυλάκιά τους πριν ανακεφαλαιοποιηθούν. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και εκεί όπου δίσταζαν ως τώρα θα εγγράψουν τις απώλειες και θα είναι σε θέση να προχωρήσουν σε ρυθμίσεις, ιδίως αν το αποτέλεσμα είναι θετικό (επιτρέπει τελικά αναστροφή μέρους των προβλέψεων).

Όμως, όλα αυτά απέχουν πολύ -και πρέπει να απέχουν- από το να δοθεί έτσι γενικώς και αορίστως ένα «συγχωροχάρτι», όπως ίσως θα επιθυμούσαν ορισμένοι.

Διότι κάτι τέτοιο θα τίναζε ξανά στον αέρα το τραπεζικό σύστημα, που με ενέσεις δισ. ευρώ επιχειρείται τώρα να σταθεί στα πόδια του.

Το όλο θέμα θα πρέπει να μελετηθεί προσεκτικά τόσο από τις αρχές όσο και από τους τραπεζίτες, που έτσι κι αλλιώς τα τελευταία δύο χρόνια κυρίως ασχολούνται με τις αναχρηματοδοτήσεις και τις ρυθμίσεις δανείων.

Στην περίπτωση των νοικοκυριών, δεδομένου ότι ζούμε σε μια χώρα που μαστίζεται από τη φοροδιαφυγή αλλά και από την έλλειψη σωστά οργανωμένης κτηματαγοράς, προκύπτουν θέματα τόσο για τα πραγματικά εισοδήματα (και την περιουσία του υπόχρεου) όσο και για την αξία του ακινήτου.

Στην περίπτωση των επιχειρήσεων, το μέγα θέμα αφορά τη βιωσιμότητα, αλλά και το επιχειρησιακό σχέδιο. Διότι καμία ρύθμιση δεν πρόκειται να σώσει εταιρείες-ζόμπι που πολύ απλά τρενάρουν χρονικά τον «θάνατό» τους, εις βάρος των υγιών εταιριών του κλάδου τους.

Να είστε σίγουροι ότι οποιαδήποτε λύση έρθει τελικά θα λάβει υπ' όψιν της αυτά τα δεδομένα.

Προς το παρόν, βέβαια, εκλογές έρχονται, θα ακούσουμε πολλά.

Καλό όμως είναι να κρατάμε μικρό καλάθι.

ΥΓ.: Το θέμα είναι πολύ σημαντικό, γι' αυτό και θα επανέλθουμε.

Το φάσμα της εξωτερικής χρεοκοπίας απομακρύνθηκε. Η Ευρώπη έδειξε καθαρά ότι δεν θέλει την απομάκρυνση κανενός κράτους-μέλους της ευρωζώνης γι' αυτό και επέλεξε να υποκαταστήσει τον ιδιωτικό τομέα, αναλαμβάνοντας πλέον το μεγαλύτερο μέρος του ελληνικού χρέους.

Ωστόσο, οι όροι, που κατά τη γνώμη μου ορθώς επέβαλε, σημαίνουν ότι στο εξής η χώρα μας θα βρίσκεται σχεδόν μόνιμα υπό την απειλή της «εσωτερικής χρεοκοπίας», δηλαδή της αδυναμίας του κράτους να αντεπεξέλθει στις υποχρεώσεις του στο εσωτερικό του.

Υπό αυτήν την έννοια, το μπαλάκι έχει πια περάσει στα χέρια των ηγετών του πολιτικού μας συστήματος. Δεν υπάρχουν ούτε δικαιολογίες, ούτε χρονικά περιθώρια. Η χώρα μας πρέπει να αποκτήσει πλεονασματικό προϋπολογισμό μέσα στο 2013.

Όλοι, νομίζω, έχουμε αντιληφθεί ότι αυτό δεν πρόκειται να συμβεί μέσα από νέα εισπρακτικά μέτρα, που θα θίγουν -και πάλι- μισθωτούς και συνταξιούχους. Διότι υπάρχουν άμεσες επιπτώσεις στην κατανάλωση, και άρα στην ύφεση.

Όσο δε κι αν κόπτονται οι εκπρόσωποι των δύο μεγάλων κομμάτων για την ανάγκη αναπτυξιακής τόνωσης της οικονομίας, είναι δεδομένο ότι για 2-3 χρόνια, ακόμη κι αν υπάρξουν σοβαρές αναπτυξιακές «εστίες», η άμεση επίδραση στους στόχους του προγράμματος θα είναι περιορισμένη.

Το κλειδί, λοιπόν, βρίσκεται αλλού: Στην πολυθρύλητη «καταπολέμηση της φοροδιαφυγής». Υπάρχουν διάφοροι υπολογισμοί που φέρουν το μέγεθος της απώλειας εσόδων στο ύψος των 14 δισ. ευρώ σε ετήσια βάση. Πρόκειται για μέγεθος κολοσσιαίο, που επιπροσθέτως, τουλάχιστον αυτήν την περίοδο, δεν κατευθύνεται στην κατανάλωση, αλλά στη συσσώρευση πλούτου.

Και τούτο διότι ενθυλακώνεται κυρίως από πρόσωπα μεγάλης ή σχετικά μεγάλης εισοδηματικής επιφάνειας.

Το ελληνικό κράτος εμφανίζεται να «πολεμά» τη φοροδιαφυγή επί δεκαετίες. Χωρίς κανένα αποτέλεσμα.

Κι αυτό δεν είναι τυχαίο. Στην πράξη το ελληνικό κράτος, ανεξαρτήτως κυβέρνησης, είχε καθιερώσει τη φοροδιαφυγή είδος «αντιπαροχής» προς τον ιδιωτικό τομέα, εν όσω στον κρατικό τομέα υφίσταντο τα βασιλικά προνόμια της μονιμότητας και των επιδομάτων.

Τους μεν τους βόλευε, στους δε έκανε τα στραβά μάτια, ενώ μέσω του φαινομένου θησαύριζαν -και θησαυρίζουν- οι επί προμήθεια διαμεσολαβούντες, ιδιώτες και κρατικοί υπάλληλοι.

Προφανώς, η διατάραξη αυτής της ολέθριας σχέσης μεταξύ φοροδιαφυγής και πολιτικών είναι για τους τελευταίους εξίσου δύσκολη με τη διάλυση του πελατειακού κράτους που δημιούργησαν. Άλλωστε, τα δύο είναι ως έναν βαθμό αλληλένδετα.

Δεν φαίνεται να υπάρχει όμως άλλη λύση, αν θέλουμε να αποφύγουμε πολύ δυσάρεστες κοινωνικές εντάσεις.

Διότι η πάταξη της φοροδιαφυγής είναι ο πλέον σημαντικός παράγοντας όχι μόνο για την αύξηση των εσόδων του Δημοσίου (που ως τώρα αναζητείται εις μάτην από τα γνωστά υποζύγια-μισθωτούς και συνταξιούχους) αλλά και για την εγκαθίδρυση στοιχειώδους κοινωνικής δικαιοσύνης.

Πώς είναι δυνατόν να μιλάμε για αναδιανομή του πλούτου σε μια χώρα στην οποία είναι εδώ και δεκαετίες ολοφάνερο ότι μεγάλο μέρος του πληθυσμού αποκρύπτει συστηματικά τα εισοδήματά του;

Με ποια στοιχεία μπορεί οποιοδήποτε κράτος να βοηθήσει τους πραγματικά αδύναμους όταν δεν δύναται να ξεχωρίσει αυτόν που έχει ανάγκη από τον φοροφυγά;

«Τι έχει γίνει ως σήμερα;», ενδεχομένως θα ρωτήσετε. Σχεδόν τίποτε.

Ακόμη και τώρα, ελεύθεροι επαγγελματίες διαφόρων κλάδων, από γιατρούς μέχρι και «ταπεινούς» μικροεπαγγελματίες, εξακολουθούν να φοροδιαφεύγουν συστηματικά, με τη συμβολή ημών των υπολοίπων,

Διότι η ίδια η φορολογική νομοθεσία ωθεί τον πολίτη, υπό το βάρος και της κρίσης, να γίνει «συνένοχος» για να αντεπεξέλθει στις περιορισμένες δυνατότητες του εισοδήματός του.

Η λύση, βεβαίως, βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στη «σύγκρουση συμφερόντων».

Έως ότου εδραιωθεί η φορολογική συνείδηση, ο πολίτης θα πάψει να γίνεται συνένοχος του φοροφυγά μόνο όταν πάψει να τον συμφέρει σε προσωπικό επίπεδο.

Ας πάρουμε για παράδειγμα μια απλή ιατρική επίσκεψη, που σήμερα χρεώνεται ανάλογα με τον αν θα είναι…. «άνευ» ή… «με» απόδειξη.

Ποιος θα ζητήσει απόδειξη όταν οι ιατρικές δαπάνες δεν εκπίπτουν από το εισόδημα; Σχεδόν κανένας. Θα συνέβαινε το ίδιο αν υπήρχε πολύ σοβαρό ποσοστό έκπτωσης στις δαπάνες για ιατρικές επισκέψεις; Ασφαλώς και όχι.

Προφανώς το φαινόμενο της φοροδιαφυγής θέλει πολύ περισσότερη μελέτη από την παροχή ενός απλού παραδείγματος. Λύσεις όμως υπάρχουν. Η Ιταλία αντιμετώπιζε πολύ σοβαρά προβλήματα αντίστοιχου τύπου κι ως έναν βαθμό τα έχει λύσει.

Πολλές άλλες χώρες έχουν εδραιώσει -σίγουρα όχι από τη μια μέρα στην άλλη- συστήματα που καθιστούν τη φοροδιαφυγή πολύ δύσκολη, επικίνδυνη κι επώδυνη παρανομία.

Η Ελλάδα ως τώρα δεν μπορούσε γιατί απλώς δεν ήθελε! Τώρα όμως πρέπει να μπορέσει…, «θέλει δε θέλει»!

Υποψιάζομαι ότι θα φροντίσει και ο γλυκομίλητος κ. Ράιχενμπαχ γι' αυτό…
Όσες προσπάθειες κι αν γίνουν για τον αποπροσανατολισμό της κοινής γνώμης, η αλήθεια είναι ολοφάνερη: το ελληνικό πολιτικό σύστημα έχει την αποκλειστική ευθύνη για τον διασυρμό της χώρας και τις αποικιοκρατικές συμφωνίες που υπογράφει αναγκαστικά η Ελλάδα.

Το αρχικό έγκλημα, η υπερχρέωση της χώρας, η καθιέρωση ενός παρασιτικού-καταναλωτικού οικονομικού συστήματος και η εκθεμελίωση των θεσμών, συντελέστηκε από τα δύο κόμματα εξουσίας, με τη συνενοχή των υπόλοιπων κομμάτων.

Ομοίως, παρότι η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ φέρει το κύριο βάρος της ευθύνης, άμοιρα ευθυνών δεν είναι ούτε τα υπόλοιπα κόμματα στην ολέθρια πορεία της τελευταίας διετίας, που οδήγησε στον πλήρη εξευτελισμό του ελληνικού κράτους και του πολιτικού συστήματος.

-Η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ υπέγραψε ένα μνημόνιο που ήξερε από την αρχή ότι δεν πρόκειται να τηρήσει. Κωλυσιέργησε συστηματικά, δεν έκανε καμία διαρθρωτική αλλαγή, καμία ιδιωτικοποίηση, παρά μόνο ακρωτηρίασε άνισα τα εισοδήματα μισθωτών και συνταξιούχων.

Ακόμη και ο νυν υπουργός Οικονομικών, ο Ευάγγελος Βενιζέλος, που τώρα ωρύεται ότι «τέλειωσε η πλάκα», όλο το διάστημα από τον περασμένο Ιούλιο ως τις αρχές Οκτωβρίου δεν έκανε απολύτως τίποτε.

Προφανώς, έως τότε νόμιζε ότι «γινόταν πλάκα»!

Με απλά λόγια, η κυβέρνηση της χώρας, τα περισσότερα μέλη της οποίας παραμένουν στην κυβέρνηση Παπαδήμου, κορόιδεψε τους Ευρωπαίους με υποσχέσεις ή και νομοθετήματα που ακόμη και σήμερα δεν εφαρμόζει!

-Αλλά και η στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, της Νέας Δημοκρατίας, ουδόλως υπήρξε λιγότερο υπεύθυνη. Ο Αντώνης Σαμαράς, εκβιαζόμενος από τις συνέπειες του «δημοψηφίσματος» Παπανδρέου, υποχρεώθηκε να παραδεχτεί τα αυτονόητα, που ως τότε αρνούνταν πεισματικά: ότι πρέπει να γίνουν μεγάλες αλλαγές κι ότι τα περιθώρια διαπραγμάτευσης μιας αναξιόπιστης χώρας είναι απειροελάχιστα.

Έτσι όμως, με αυτήν την ανεύθυνη συμπεριφορά, έδωσε το ολέθριο «σήμα» στους ξένους ότι ο μόνος τρόπος να χειριστούν τους Έλληνες πολιτικούς είναι ο εκβιασμός, η φοβέρα, το μαστίγιο.

Όσα έχουν συμβεί έκτοτε απλώς επιβεβαιώνουν την αποτελεσματικότητα αυτής την τακτικής.

-Μεγάλο μερίδιο της ευθύνης, όμως, έχουν και άλλα κόμματα, στον βαθμό που δεν επικαλούνται τουλάχιστον μια διαφορετική οικονομική και κοινωνική ιδεολογία, όπως συμβαίνει με το ΚΚΕ.

Για τα υπόλοιπα λοιπόν κόμματα (με κατ' εξοχήν παράδειγμα το ΣΥΡΙΖΑ), που αποδέχονται τους βασικούς όρους του παιχνιδιού μέσα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η άρνησή τους να ομολογήσουν ότι το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων ήταν πλασματικό, χτισμένο με δανεικά κι επιδοτήσεις, άρα αδύνατον να διατηρηθεί με τους όρους του παρελθόντος, είναι εξίσου εγκληματική.

Διότι συμβάλλει στην πόλωση της κοινής γνώμης κι εμποδίζει τους πολίτες να αντιληφθούν και να χωνέψουν την ουσία του προβλήματος:

Ότι η ελληνική οικονομία και κοινωνία πρέπει να αλλάξει. Πρέπει να γίνει πιο δημιουργική, πιο παραγωγική, πιο ανταγωνιστική. Κι αυτό δεν αφορά μόνο τον δημόσιο αλλά και τον ιδιωτικό τομέα. Εξυγίανση και ανανέωση χρειάζονται παντού.

Αλλιώς ελπίδα δεν υπάρχει, ούτε με ευρώ ούτε με δραχμή.

Ας αφήσουμε, λοιπόν, τα φληναφήματα για τις «ιταμές» αξιώσεις των Ευρωπαίων. Για την κατάντια της χώρας μας, αλλά και τις απαιτήσεις που εκείνοι εγείρουν υπεύθυνες είναι η εγκληματική αναξιοπιστία και η ανεπάρκεια της συντριπτικής πλειονότητας του πολιτικού μας προσωπικού.

Κι αυτή θα πρέπει να τιμωρηθεί στις επερχόμενες, ελπίζω, εκλογές, κόντρα στο κλίμα φόβου που θα επιβάλουν οι συνήθεις ύποπτοι με την απειλή της ακυβερνησίας.
Κι όμως οι ξένοι μας το είχαν πει από την αρχή, πριν ακόμη υπογραφεί το πρώτο μνημόνιο, με πρώτον και καλύτερο τον «φίλο της Ελλάδας», Στρος Καν, τότε επικεφαλής του ΔΝΤ.

Τι είχε πει;

Είχε πει το εξής απλό: ότι στην περίπτωση της Ελλάδας, όπου δεν μπορεί να γίνει υποτίμηση για να αυξηθεί -πρόσκαιρα έστω- η ανταγωνιστικότητα, θα πρέπει να γίνει «εσωτερική υποτίμηση». Δηλαδή, να μειωθούν οι τιμές παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών αλλά και οι τιμές περιουσιακών στοιχείων (assets) κατά ένα ποσοστό. Κι αυτό το ποσοστό, όπως όλοι θα έπρεπε να ξέρουν πλέον, υπολογίζεται στο 30%.

Κάτι τέτοιο δεν θα μπορούσε βέβαια να γίνει με… μαγικά. Απαραίτητη προϋπόθεση αυτής της μείωσης ήταν η πολύ βαθιά ύφεση, που θεωρητικά θα κρατήσει έως ότου η οικονομία βρει νέα επίπεδα ισορροπίας και γίνει πιο εξωστρεφής.

Όπως κι αν δούμε λοιπόν το «πρόβλημα» της Ελλάδας, είτε ως ζήτημα ανταγωνιστικότητας, είτε ως ζήτημα υπερβολικών δαπανών και μειωμένων εσόδων από την πλευρά του Δημοσίου, το αποτέλεσμα είναι το ίδιο, σε μια οικονομία που επί δεκαετίες στηρίζεται στον κρατικό τομέα, στην εγχώρια κατανάλωση και στην παραοικονομία.

Η σκληρή, σκληρότατη ύφεση.

Που μειώνει -και θα συνεχίσει να μειώνει- εισοδήματα και περιουσιακά στοιχεία.

Ο φαύλος αυτός κύκλος θα συνεχιστεί έως ότου καταφέρουμε πράγματι να χτίσουμε ένα καλύτερο οικονομικό μοντέλο, περισσότερο «ανοιχτό» στον υπόλοιπο κόσμο, μέσω του τουρισμού, των ξένων επενδύσεων και των εξαγωγών. Κάτι που προφανώς δεν πρόκειται να γίνει από τη μια μέρα στην άλλη, αλλά ούτε κι από τον έναν χρόνο στον άλλο.

Όσο καθυστερούμε να χτίσουμε αυτό το μοντέλο, τόσο περισσότερο θα κρατήσει ο φαύλος κύκλος και τόσο θα ενισχύεται η άποψη των «σκληρών» της Ευρώπης ότι η Ελλάδα «ούτε μπορεί, αλλά ούτε και θέλει».

Νομίζω ότι αυτήν τη σκληρή, αλλά απλή αλήθεια δεν την έχουμε καταλάβει οι περισσότεροι.

Όπως δεν έχουμε καταλάβει ότι η διέξοδος από αυτήν την κατάσταση απαιτεί ριζικές αλλαγές και στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η ελληνική κοινωνία.

Αν δεν θέλουμε να γίνουμε Βουλγαρία και Αλβανία, πρέπει να αλλάξουμε. Αν θέλουμε απολαβές ανεπτυγμένης χώρας, πρέπει να αποκτήσουμε δομές και νοοτροπίες με χαρακτηριστικά ανεπτυγμένης χώρας από την πλευρά της αποτελεσματικότητας, της ισονομίας, της ευελιξίας και της καινοτομίας.

Και μαζί, πρέπει να αποκτήσουμε δικαιότερη κατανομή του πλούτου, διαδικασία που σήμερα νοθεύεται απίστευτα όχι τόσο από τους φορολογικούς συντελεστές, αλλά από το εύρος και το μέγεθος της φοροδιαφυγής.

Οι αλλαγές προς αυτές τις κατευθύνσεις θα έπρεπε να γίνονται από τώρα συγκροτημένα, παράλληλα με τα ποσοτικά μέτρα που λαμβάνονται - και με ιδιαίτερη συνέπεια.

Τα συστήματα Παιδείας και Δικαιοσύνης, η αναδιοργάνωση του χωροταξικού, η απλούστευση των νόμων, το άνοιγμα των επαγγελμάτων, η ορθολογική μείωση της γραφειοκρατίας και η ευρύτατη πάταξη της φοροδιαφυγής, όλα αυτά απαιτούν μελέτη και χρόνο.

Δυστυχώς όμως ουδείς φαίνεται να ασχολείται σοβαρά με τούτα τα θέματα, παρότι τελικά θα κρίνουν το μέλλον μας.

Όσο λοιπόν διαρκεί αυτή η κατάσταση, με τους περισσότερους να επιδιώκουν τη διατήρηση προνομίων και κεκτημένων, ακόμη και εις βάρος των υπολοίπων, καλά θα κάνουμε να θυμόμαστε αυτό το περίφημο 30%.

Γιατί ακόμη και στο πιο καλό «σενάριο» ελάχιστοι θα καταφέρουν να ξεφύγουν από αυτό.

Κι αν συνεχίσει η εξάπλωση της ύφεσης στην Ευρώπη (βλέπε τα μέτρα σε Ιταλία, Ισπανία, Πορτογαλία, όλες χώρες του ανταγωνιστικού μας Νότου), τότε ακόμη κι αυτό το 30% ίσως να μην αποδειχτεί αρκετό!

Το νέο μνημόνιο πέρασε χθες, αλλά οι απώλειες βουλευτών ήταν βαριές, ιδιαίτερα για τη Νέα Δημοκρατία (απωλέσθησαν… 21), που ως τώρα δεν εμφάνιζε φανερά τα συμπτώματα διάλυσης του ΠΑΣΟΚ - και προηγείται στις δημοσκοπήσεις για τις επερχόμενες εκλογές.

Σημειώστε ότι έστω και «κολοβή» η Κοινοβουλευτική Ομάδα της Νέας Δημοκρατίας είναι τώρα το βασικό στήριγμα μιας καθαρά πλέον «υπηρεσιακής κυβέρνησης». Ο κ. Σαμαράς θα θελήσει το συντομότερο εκλογές και μπορεί να τις επιβάλει. Αν δεν γίνουν το συντομότερο, θα είναι με τη φανερή ή κρυφή συγκατάθεσή του.

Βορίδης και ο Γεωργιάδης έκαναν την (αναμενόμενη) επανάστασή τους στον κ. Καρατζαφέρη και προφανώς κινούνται πλέον για πιο mainstream μετερίζια, έχοντας εξασφαλίσει την προσωπική τους προβολή και «δοκιμασία» σε υπουργικούς θώκους.

-Είναι πολύ πιθανό ότι θα δούμε νέους πολιτικούς σχηματισμούς αλλά κι ενίσχυση της Δημοκρατικής Αριστεράς από στελέχη του ΠΑΣΟΚ.

Ξεκίνησα από τα πολιτικά διότι έχουν μεγάλη σημασία για την πορεία των εξελίξεων.

Μην ξεχνάμε ότι η νέα δανειακή σύμβαση με τους δυσβάσταχτους όρους υπογράφηκε επειδή σχεδόν πάντα -ειδικά δε στην πολιτική- ισχύει το «ο φόβος φυλάει τα έρημα».

Η αλήθεια είναι ότι ουδείς μπορούσε να εγγυηθεί ότι η Ελλάδα δεν θα χρεοκοπούσε ατάκτως, μην υπογράφοντας τη σύμβαση. Και κανένας πολιτικός αρχηγός δεν θα ήθελε να σκάσει η χώρα στα χέρια του.

Ωστόσο, η υπογραφή της συμφωνίας δεν σημαίνει τίποτε άλλο από ένα χρονικό όφελος. Σημασία έχει αν θα εφαρμοστεί και κυρίως αν θα πετύχει τους στόχους.

Κατά τη γνώμη μου, οι στόχοι δεν πρόκειται να επιτευχθούν. Επίσης κατά τη γνώμη μου, οι εταίροι μας και το ΔΝΤ το γνωρίζουν αυτό, άρα θα προσπαθήσουν -και μάλλον θα πετύχουν- να δημιουργηθεί ειδικός λογαριασμός, από τον οποίο θα πληρώνονται «βρέξει-χιονίσει» οι εξωτερικοί δανειστές.

Με τον τρόπο αυτόν, θα απομακρυνθεί το ενδεχόμενο εξωτερικής χρεοκοπίας της χώρας, ασχέτως του αν πετυχαίνει ή όχι τους στόχους η Ελλάδα.

Και θα απομείνει η δαμόκλειος σπάθη της εσωτερικής χρεοκοπίας, δηλαδή της στάσης πληρωμών του ελληνικού κράτους προς τις εσωτερικές υποχρεώσεις του, έναντι των πολιτών, προκειμένου να πιεστεί η εκάστοτε κυβέρνηση.

Είτε συμβεί αυτό, είτε όχι, είναι σχεδόν βέβαιο ότι στο προσεχές μέλλον θα απαιτηθούν περισσότερες διαπραγματεύσεις. Και τότε θα έχουν ιδιαίτερη σημασία οι αναμενόμενες πολιτικές εξελίξεις όχι μόνο στο εσωτερικό, που αυτήν τη φορά θα σηματοδοτούν όντως «το τέλος της μεταπολίτευσης», αλλά και στο εξωτερικό.

Με άλλα λόγια, τελικά θα έχει μεγάλη σημασία για τη χώρα μας αν ανατραπούν οι συντηρητικοί πολιτικοί συσχετισμοί στον πυρήνα της Ευρώπης, που αυτήν τη στιγμή προωθούν κοντόφθαλμα μια υφεσιακή πολιτική σχεδόν σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Οι πιθανότητες να συμβεί κάτι τέτοιο δεν είναι καθόλου αμελητέες. Ωστόσο, μέχρι τότε, έχει μεγάλη σημασία για τη χώρα να αποκτήσει επιτέλους εσωτερικές πολιτικές δυνάμεις, με σχέδιο και όραμα για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Ελπίζω ότι το χθεσινό πρωτοφανές φαινόμενο μαζικής διαγραφής συνολικά 45 βουλευτών θα αποτελέσει την απαρχή μιας τέτοιας διαδικασίας, λόγω των κραδασμών που αναμφίβολα δημιουργεί, ακόμη και σε επίπεδο κομματικών μηχανισμών.

Γιατί -και δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό- οι κομματικοί μηχανισμοί, η στενή ενσωμάτωσή τους σε όλες τις κρατικές δομές και μηχανισμούς, αλλά και η επιρροή τους στην κοινωνία και στον συνδικαλισμό αποτέλεσαν τη βάση στην οποία οικοδομήθηκε η σταδιακή καταστροφή της χώρας.

Σε κάθε περίπτωση, η χθεσινή νύχτα θα μείνει στην ελληνική ιστορία. Ελπίζω όχι ως τραγική σελίδα, αλλά ως μια αφετηρία για κάτι καλύτερο.
v